Γρήγορη αναζήτηση

Δευτέρα 14 Μαΐου 2018

ΕΝΤΕΙΝΕΤΑΙ Η ΚΡΙΣΗ ΣΤΗ ΜΕΣΗ ΑΝΑΤΟΛΗ. ΝΕΕΣ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ ΤΡΑΝΠ - ΙΣΡΑΗΛ

Αμείωτοι οι κίνδυνοι για τη Συρία – Κλιμάκωση της έντασης με το Ιράν


Χωρίς ακόμη να έχει κατακαθίσει ο «κουρνιαχτός» από τις πυραυλικές επιθέσεις στη Συρία από ΗΠΑ-Γαλλία-Βρετανία, οι απειλές, ο πολεμικός λόγος και το σκληρό διπλωματικό παζάρι εξακολουθούν αμείωτα. Η κάθε πλευρά κάνει τη δικιά της αποτίμηση. Προβάλλει τους «πόντους» που κέρδισε και θέτει τους όρους της για τους συσχετισμούς της επόμενης μέρας.
 Παρά τις μεγαλοστομίες των ΗΠΑ και των συμμάχων τους δεν φαίνεται να αποκόμισαν και πολλά πράγματα από την επίθεση, αφού εμφανίζονται αμήχανοι και δείχνουν να «ψάχνονται» για μια κοινή στρατηγική όχι μόνο στη Συρία, αλλά στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής και ιδιαίτερα στο Ιράν. Αυτό φάνηκε ιδιαίτερα στις συνομιλίες Τραμπ και Μακρόν στην Ουάσιγκτον, όπου δεν κατάφεραν να συνθέσουν τις διαφορετικές τους θέσεις τόσο για τη Συρία, όσο κυρίως για την πυρηνική συμφωνία με το Ιράν, και το γενικότερο ζήτημα της αντιμετώπισης της ρωσικής παρουσίας και επιρροής στην περιοχή.

 Η επίθεση στη Συρία δεν ήταν μια «μεμονωμένη και περιορισμένη» ενέργεια, ακόμα και «χτύπημα αποκλιμάκωσης», όπως είπαν διάφοροι και στη χώρα μας, προβάλλοντας το πρόσχημα της «αναγκαίας απάντησης» στην υποτιθέμενη χρήση χημικών όπλων από τη συριακή κυβέρνηση, αλλά ένα επιπλέον βήμα στην ιμπεριαλιστική επέμβαση που βρίσκεται σε εξέλιξη ήδη 7 χρόνια. Έριξε περισσότερο «λάδι στη φωτιά» στον σφοδρό ενδοϊμπεριαλιστικό ανταγωνισμό.
Οι απειλές που εκτόξευσαν οι δυνάμεις που πήραν μέρος, η στήριξη που πήραν από συμμάχους και εταίρους τους σε  ΝΑΤΟ, ΕΕ και G-7, η αναδιάταξη των στρατιωτικών τους δυνάμεων και η αύξηση της διπλωματικής κινητικότητας που αναπτύσσουν σε διάφορα επίπεδα, μαρτυρούν ότι το «παιχνίδι» για την «επόμενη μέρα» στη Συρία φουντώνει. Η Αμερικανίδα πρέσβειρα στον ΟΗΕ, Νίκι Χέιλι, την ίδια μέρα της επίθεσης προϊδέασε για την κλιμάκωση, εξαρτώντας τη συνέχιση της δράσης των ΗΠΑ στην περιοχή από τους ακόλουθους τρεις παράγοντες: Να μην ξαναχρησιμοποιήσουν οι συριακές κυβερνητικές δυνάμεις χημικά όπλα για να βλάψουν «τα αμερικανικά συμφέροντα», να ηττηθεί το «Ισλαμικό Κράτος», να αποκτήσουν οι ΗΠΑ «ένα καλό πλεονέκτημα για να παρακολουθούμε τι κάνει το Ιράν». Από αυτούς τους τρεις παράγοντες δεν ξεχωρίζει τόσο το πρόσχημα της χρήσης «χημικών όπλων», όσο η αναφορά στο Ιράν που αναμένεται να είναι το επόμενο πεδίο οξυμμένης ενδοϊμπεριαλιστικής αντιπαράθεσης, καθώς είναι σημαντική  περιφερειακή δύναμη που αντιτίθεται στα συμφέροντα των αντιπάλων της όπως οι ΗΠΑ, το Ισραήλ και κράτη του Περσικού Κόλπου, με πρώτη τη Σαουδική Αραβία.
  Την ίδια ώρα, οι αντιθέσεις μέσα στον Αραβικό Σύνδεσμο για την επίθεση στη Συρία εμπόδισαν την έκδοση κοινής ανακοίνωσης από τους ηγέτες που συμμετείχαν σε Σύνοδο Κορυφής στο Ριάντ, προτιμώντας να περιοριστούν σε έκκληση για «διεθνή έρευνα» σχετικά με τη «χρήση χημικών όπλων» στη Συρία. Παρ' όλα αυτά, οι Σαουδάραβες, που είχαν υποστηρίξει μαζί με άλλες μοναρχίες του Περσικού Κόλπου και την Τουρκία οργανώσεις τζιχαντιστών και ακραίων αντικαθεστωτικών στη Συρία, δήλωσαν «πρόθυμοι» να «ελαφρύνουν» το κόστος των στρατιωτικών επιχειρήσεων των ΗΠΑ στη Συρία, καθώς απάντησαν θετικά σε πρόταση της κυβέρνησης Τραμπ να συγκροτηθεί μια «δύναμη» από αραβικές χώρες, για να «σταθεροποιηθεί» τάχα η κατάσταση στη Συρία. Ο Σαουδάραβας υπουργός Εξωτερικών, Αντέλ Αλ Τζουμπέιρ, παραχωρώντας συνέντευξη Τύπου στο Ριάντ μαζί με τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, που σιγοντάρει τα παζάρια των ιμπεριαλιστών για την επόμενη μέρα στη Συρία, παραδέχθηκε ότι συζητά με τις ΗΠΑ «για την αποστολή δυνάμεων στη Συρία», μολονότι κάτι τέτοιο είναι βέβαιο πως θα προκαλούσε έντονη αντίδραση από τη Δαμασκό και την Τεχεράνη.
 Με αυτά τα δεδομένα ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών, Λαβρόφ, εκτίμησε ότι οι ΗΠΑ δεν σκοπεύουν να αποχωρήσουν από τη Συρία, τονίζοντας ότι «πολλές χώρες προωθούν ανοιχτά την πολιτική του διχασμού της Συρίας». Πρόσθεσε πως οι ΗΠΑ εδραιώνουν την παρουσία τους στην ανατολική όχθη του Ευφράτη στη Συρία «και δεν πρόκειται να αποσυρθούν από εκεί», καθώς μεταξύ άλλων ενθαρρύνονται από τον Γάλλο Πρόεδρο, που πρόσφατα δήλωσε ότι  ο υπό τις ΗΠΑ συνασπισμός πρέπει να παραμείνει μέχρις ότου αποκατασταθεί η τάξη στη Συρία, η τάξη που συμφέρει τις δυτικές χώρες.
  Στο νέο σκηνικό έντασης που κλιμακώνεται στην ευρύτερη περιοχή δεν θα πρέπει κανείς να ξεχνά τις απειλές που εκτοξεύει, σχεδόν σε καθημερινή βάση, το Ισραήλ εναντίον του Ιράν. Ο Νετανιάχου, δήλωσε πως το Ισραήλ είναι έτοιμο «να αμυνθεί απέναντι σε οποιονδήποτε επιχειρήσει να το πλήξει», για να προκαλέσει την απάντηση του Ιρανού Προέδρου Ροχανί, πως το Ιράν «δεν έχει καμία πρόθεση να επιτεθεί» στους γείτονές του, όμως θα συνεχίσει να παράγει «όλα τα όπλα» που χρειάζεται για την άμυνά του.
 Την όξυνση της κατάστασης επιβεβαίωσε και η πρόσφατη επίσκεψη που έκανε στην Τουρκία ο γ.γ του ΝΑΤΟ, Στόλτενμπεργκ, δύο μόλις μέρες μετά τη νέα κλιμάκωση της ιμπεριαλιστικής επέμβασης στη Συρία. Χαρακτήρισε  την Τουρκία «κρίσιμο εταίρο υψηλής αξίας», κάτι που, όπως εξήγησε, οφείλεται σε «πολλούς λόγους, όχι απλά στη στρατηγική της τοποθεσία», αναδεικνύοντας τη σημασία που η Δύση δίνει ακόμα στη συνεργασία της με την Τουρκία, ως πλεονέκτημα για την αντιπαράθεσή της με αντίπαλα ιμπεριαλιστικά κέντρα και ειδικά τη Ρωσία. Όλες αυτές οι αναφορές του γ.γ του ΝΑΤΟ αποτυπώνουν την αποφασιστικότητα με την οποία η Δύση επιδιώκει να διασφαλίσει τη συνεργασία της με την Τουρκία, με στόχο - τουλάχιστον - την αποτροπή μιας περαιτέρω σύσφιξης των σχέσεων τής Τουρκίας με τη Ρωσία. Βεβαίως, αυτό δεν παρακάμπτει τις διαφωνίες και τις αντιθέσεις που σε πολλές περιπτώσεις βαθαίνουν ανάμεσα σε Τουρκία και Δύση, όπως δείχνουν άλλωστε οι εντάσεις με συμμάχους της, όπως οι ΗΠΑ. Ωστόσο, αποκαλύπτεται πόσο μεγαλώνουν η ρευστότητα και η συνθετότητα των ανταγωνισμών, αλλά και των παζαριών που στήνονται και μεταξύ «σύμμαχων» δυνάμεων, περιπλέκοντας τους κινδύνους που αυξάνονται για τους λαούς της περιοχής, αλλά και τους συμβιβασμούς που εξετάζονται.
 Την ίδια στιγμή, ξεχωριστή σημασία έχουν και οι «δίαυλοι» συντονισμού που αναπτύσσονται ανάμεσα σε Τουρκία και Ευρώπη ειδικότερα, σε μια περίοδο που εντός της Δύσης (π.χ. μεταξύ ΕΕ - ΗΠΑ) εκφράζονται και βαθαίνουν διαφωνίες και αντιθέσεις, με την ΕΕ να θέλει να ενισχύσει τη δική της «αυτοτελή» παρέμβαση σε μια σειρά από περιοχές και τομείς. Με τη Γερμανία να κρατάει αποστάσεις από την πολεμική κλιμάκωση και να μιλάει για πολιτική λύση, αξιοπρόσεκτη  είναι η δραστηριότητα της Γαλλίας που από τη μία υπερθεματίζει στην ενίσχυση της στρατιωτικής δράσης στη Συρία και από την άλλη κρατάει ανοικτούς διαύλους με τη Ρωσία.  Αξίζει να αναφέρουμε μια ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια που αποκάλυψε ο Τούρκος ΥΠΕΞ, σύμφωνα με τον οποίο ο Μακρόν είχε εκφράσει επιθυμία να πάρει και αυτός μέρος στην τελευταία συνάντηση των ηγετών Τουρκίας - Ρωσίας - Ιράν, με κύριο θέμα τη Συρία.
 Από αυτό το σκηνικό όξυνσης δεν λείπει η διπλωματική «κινητικότητα». Ο απεσταλμένος του ΟΗΕ στη Συρία, Στάφαν ντε Μιστούρα, ξεκίνησε διαβουλεύσεις, επιδιώκοντας το στήσιμο μιας ακόμη «ειρηνευτικής διαπραγμάτευσης για την εξεύρεση βιώσιμης πολιτικής λύσης» στη Γενεύη ή κάπου αλλού, ξεκινώντας επαφές σε Ριάντ, Άγκυρα, Μόσχα, Τεχεράνη και Βρυξέλλες, για μία  ακόμη «συνδιάσκεψη» για τη Συρία.
Στη χώρα μας η κυβερνητική προπαγάνδα για την ιμπεριαλιστική επίθεση στη Συρία ξεδιπλώνεται στη βάση του ισχυρισμού ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν συμμετέχει σε πολεμικές επιχειρήσεις, τη στιγμή που όχι μόνο νομιμοποίησε τα προσχήματα με βάση τα οποία πραγματοποιήθηκε η επίθεση, αλλά και που η εμπλοκή της χώρας είναι δεδομένη, καθώς παρέχει κρίσιμες υπηρεσίες για τη διεξαγωγή της.
 Οι λαοί της περιοχής οφείλουν να επαγρυπνούν καθώς οι κίνδυνοι γενικότερης πολεμικής ανάφλεξης μεγαλώνουν και να οργανώνουν τη δικιά τους αντιπολεμική - αντιιμπεριαλιστική πάλη, σαν τον μοναδικό παράγοντα που μπορεί να βάλει φρένο σε αυτές τις επικίνδυνες εξελίξεις.