Γρήγορη αναζήτηση

Τρίτη 7 Μαρτίου 2017

Οι εργαζόμενοι πρέπει να προετοιμάσουν τη δική τους απάντηση με όπλο το σωματείο και την απεργία



Κόντρα με τη λογική της δημιουργίας ξεχωριστών παραταξιακών "κέντρων αγώνα"
Οι εργαζόμενοι πρέπει να προετοιμάσουν τη δική τους  απάντηση με όπλο το σωματείο και την απεργία 

Μετά την ολοκλήρωση της συμ­φωνίας μεταξύ κυβέρνησης και «δανειστών» στο Eurogroup της  20/2/2017, επίσημα πλέον δρομο­λογούνται προς ψήφιση νέα μέτρα μείωσης του α­φο­ρολόγητου, μείωσης  των συντάξεων καθώς και αύξησης του ορίου ομαδικών απολύσεων.
Ακόμα και αν τα μέτρα δεν προσδιορίστηκαν με νούμερα και παρά τα παραμύθια των κυβερνητικών εκπροσώπων περί αντισταθ­μιστικών μέτρων και εξόδου από την κρίση, αυτό που σίγουρα έγινε ξεκάθαρο είναι ότι και το 2018 και το 2019 και τα επόμενα πολλά χρόνια η μνημονιακή πολιτική της λιτότητας και των περικοπών θα εντείνεται. Είτε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ συνεχίσει να βρίσκεται στην εξουσία, είτε πάρουν τη σκυ­τάλη άλλοι  υποψήφιοι επίδοξοι διαχει­ριστές της κρίσης ΝΔ - ΠΑΣΟΚ - Ποτάμι κλπ, οι δα­νειστές θα προ­στάζουν  μνημόνια και η αντι­λαϊκή αντερ­γατική πολιτική της φορο­λεηλασίας και της κατεδάφισης δικαιωμάτων  θα εντείνεται μέχρι να βρει ανάχωμα  ένα μαζικό μαχητικό συνδικαλιστικό και λαϊκό κίνημα αντί­στασης .
Αυτό λοιπόν που προβάλλει σήμερα ως αναγκαίο είναι η πάλη για την ανασύνταξη των εργαζομένων, για τη συσπείρωσή τους στα σωματεία και το δυνάμωμα του συλλογικού αγώνα,  για τη δημιουργία των όρων και των προϋποθέσεων που θα μπορέσουν να γεν­νήσουν νέους πανερ­γατικούς πανελλαδικούς αγώνες και απερ­γίες, που θα μπορέσουν να γεννήσουν ένα ισχυρό συνδικαλιστικό κίνημα.

Σήμερα, η ανάπτυξη ενός τέτοιου αγώνα υπονομεύεται καταρχήν  από την ίδια του την ηγεσία, ΠΑΣΚΕ, ΔΑΚΕ και ΜΕΤΑ, που μπρο­στά στα νέα αντεργατικά μέτρα και στην εφαρμογή του τρίτου μνημονίου, όχι απλά κρατάνε τα σωματεία σε πλήρη παραλυσία και αρνούνται να οργανώσουν κινητοποίησεις, αλλά δεν μπαίνουν καν στο κόπο να απ­α­ντήσουν έστω σε επίπεδο ανακοινώσεων, υπη­ρετώντας πιστά τον γρα­φειοκρατικό υπο­ταγμένο συνδικαλισμό.
Από την άλλη οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ  επιμένουν να ταυτίζουν την ανάπτυξη του συνδικαλιστικού κινήματος με την ανάπτυξη των παραταξιακών τους δυνάμεων. Απένα­ντι στην πλήρη αδράνεια της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ, απέναντι στη συρρίκνωση των σωματείων και την απαξίωσή τους από την πλειοψηφία των εργαζομένων, απέναντι στην υπονόμευση και το κουρέλιασμα κάθε συλ­λογι­κής διαδικασίας και δράσης, οι συνδι­καλιστικές δυνάμεις του ΚΚΕ απα­ντάνε πάντα και παντού με έναν τρόπο «γράψου στο ΠΑΜΕ». Αρνούνται να παλέ­ψουν για την πραγματική ανασυγ­κρότηση των σωματείων και τη συσπείρωση του κόσμου σε αυτά και καλούν τους εργαζό­μενους να γυρίσουν πλάτη σε ΓΣΣΕ-ΑΔΕΔΥ και να συσπειρωθούν στο ΠΑΜΕ, προσ­παθώντας έτσι να δώσουν  σε ένα παρα­ταξιακό κέντρο υπόσταση συνδικα­λι­στικού οργάνου. Στη σημερινή συγκυρία οι συνδικαλιστές του ΠΑΜΕ απαντάνε με τη διοργάνωση ενός παραταξιακού συλλαλη­τηρίου που πραγματοποιήθηκε στις 21/2 και το οποίο μάλιστα χαιρέτησε ο Δ. Κουτσού­μπας λέγοντας ότι η «ελπίδα βρίσκεται στη συμπόρευση με το ΚΚΕ». Προφανώς και είναι θεμιτό κάθε κόμμα ή παράταξη να διορ­γανώνει συλλαλητήρια, το να τα ταυτίζει όμως  με τους πανεργατικούς αγώ­νες, όπως συνη­θίζει να κάνει το ΠΑΜΕ, αυτό δεν μπορεί παρά να λειτουργεί υπονο­μευτικά στο μαζικό συν­δικαλιστικό κίνημα. Το ΠΑΜΕ δεν είναι συν­δι­καλιστικό όργανο, δεν μπορεί να διορ­γανώσει πανεργατικά συλλαλητήρια, πόσο μάλλον πανελλαδικές πανεργατικές απεργίες και όποτε το επιχείρησε κατέληξε σε φιάσκο. Άλλωστε στο διαταύτα οι προτάσεις που κάνουν οι συνδικαλιστές του ΠΑΜΕ μέσα στη ΓΣΣΕ και την ΑΔΕΔΥ  δεν απέχουν πολύ από τη λογική των ΠΑΣΚΕ και ΔΑΚΕ,  δηλαδή τη λογική της διαργάνωσης απεργιακών κινη­τοποιήσεων συνήθως λίγες μέρες πριν από την ψήφιση των μέτρων. Όσο λοιπόν και αν οι συνδικαλιστικές δυνάμεις του ΚΚΕ προσπα­θούν να διατηρήσουν την «καθα­ρότητά τους» διαδηλώνοντας  σε ξεχωριστές πλατείες από τις ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ, στην πραγ­ματικότητα οι προτάσεις τους έχουν ψηφιστεί και έχουν ξελασπώσει ουκ ολίγες φορές τις ξεπου­λημένες παρατάξεις ΠΑΣΚΕ και ΔΑΚΕ.
Στη λογική της δημιουργίας ενός ξε­χωριστού κέντρου αγώνα όπως το ΠΑΜΕ, κινείται και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ δίνοντας τη δική της απάντηση στη σημερινή αδράνεια των ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ. Ένα υπερ-αγωνιστικό πλαί­σιο δράσης στο οποίο διατυπώνονται από απλές οικονομικές διεκδικήσεις έως αι­τήματα εθνικοποίησης τραπεζών και ανατροπής του καπιταλισμού αποτελεί την ελάχιστη συμφωνία  που ενώνει συνδικαλιστικές παρατάξεις, τα σωματεία τα οποία ελέγχουν καθώς και άλλες συλ­λογι­κότητες και συνδικαλιστές, και αυτό αποτελεί ένα ξεχωριστό κέντρο αγώνα το οποίο η ΑΝΤΑΡΣΥΑ ονομάζει « Πρω­τοβουλία πρωτο­βάθμιων σωματείων για συντονισμό» και το οποίο επί της ουσίας  πάει να αντιγράψει το ΠΑΜΕ.
 Στην ίδια λοιπόν λογική η Πρωτο­βουλία αυτή καλεί σε συλλαλητήριο στις 2/3.
Απάντηση στη σημερινή υποχώρηση του συνδικαλιστικού κινήματος και στις ξεπου­λημένες δυνάμεις που ηγεμονεύουν σε αυτό δεν μπορεί να αποτελέσει κανένα παραταξιακό συλλαλητήριο, όπως και  καμία συνένωση «κόκ­­κινων» πρωτο­βάθ­μιων σωμα­τείων δεν μπορεί να υποκατα­στήσει τον ρόλο της ΓΣΣΕ και της ΑΔΕΔΥ καθώς και των μεγάλων ομοσπονδιών.
Στην πραγματικότητα οι δυνάμεις που απα­ντά­νε με τη δημιουργία ξεχωριστών κέντρων α­γώνα, εγκαταλείπουν τη δύσκολη και σκληρή μάχη που πρέπει να δωθεί μέσα στα σωματεία για την ανατροπή των συμβι­βασμένων ηγε­σιών τους και τη μαζικο­ποίησή τους.
Ουσιαστικά βάζουν το πρό­βλη­μα κάτω από το χαλί και επαναπαύονται στην εύκολη «λύση» της συμπόρευσης των μυημένων.
 Όσα συλ­λαλη­τήρια και αν συγκαλέσει το ΠΑΜΕ ή η Πρωτοβουλία πρωτοβάθμιων σω­ματείων δεν μπορούν να έχουν και δεν έχουν κανένα αντίκτυπο στην πλειοψηφία των εργαζομένων και τους χώρους δουλειάς.
Αυτό που είναι σήμερα αναγκαίο για την πραγματική ανασυγκρότηση ενός ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος, μαζικού και μα­χητικού, ικανού να βάλει φραγμό στη νέα επί­θεση, είναι η πάλη και ο αγώνας μέσα στα σωματεία και τις ομοσπονδίες, μέσα στη ΓΣΕΕ και την ΑΔΕΔΥ,  για να αποσυνδεθεί στη συ-ν­εί­δηση του εργαζόμενου ο συν­δικαλισμός από τις ξεπουλημένες ηγεσίες του και να κα­ταφέρει να τις ανατρέψει, να  ανακτήσει την πίστη του στο σωματείο, να γίνει ενεργό μέλος μέσα σε αυτό και να παλέψει για τη σύγκληση γενικών συνελεύσεων με στόχο την ανάπτυξη ενός πανεργατικού πανελλαδικού παρατε­τα­μένου αγώνα. Ακόμα λοιπόν και αν, δια­κηρυκτικά τουλά­χιστο,ν ο παραπάνω στόχος φαίνεται να είναι κοινός για πολλές  δυνάμεις που ανα­φέρονται στην αριστερά, στην πραγ­ματι­κότητα όταν αυτές οι δυνάμεις βλέπουν  ως πρόβλημα τη δομή των συνδικαλιστικών ορ­γά­νων, όταν προτείνουν ως λύση  τη δημι­ουργία ξεχω­ρι­στών «κόκκινων» κέν­τρων αγώνα, εγκα­τα­λεί­πουν  αυτόν το στόχο.
Όχι απλά δεν ενισχύουν αλλά τελικά υπο­νομεύουν την πάλη για την ανασυγ­κρότηση ενός ταξικού συνδικαλιστικού κι­νήματος.