Το υπουργείο Εργασίας και ο ΣΕΒ
Θεματοφύλακες των μνημονιακών διατάξεων
Μέσα στον Μάρτη έγινε γνωστό από τον Τύπο πως πραγματοποιήθηκε συνάντηση της υπουργού Εργασίας, Εφ.Αχτσιόγλου, και ΣΕΒ, όπου συζητήθηκαν τα θέματα της επεκτασιμότητας των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και η λειτουργία του θεσμού της Διαιτησίας, χωρίς όμως να γίνει γνωστό και ποια ήταν η κατάληξή της.
Το τι συζητά η κυβέρνηση με τους μεγαλοβιομηχάνους όσον αφορά τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας φρόντισε να διαφωτίσει ο Γενικός Διευθυντής του ΣΕΒ με ένα άρθρο που δημοσιεύθηκε πολύ πρόσφατα στα ειδησεογραφικά πρακτορεία.
Απ’ό,τι φαίνεται στο επίκεντρο αυτής της συζήτησης βρίσκεται η διάταξη παρ.6 του Ν.4472/2017, που προβλέπει τη δυνατότητα επαναφοράς της επέκτασης των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας (ΣΣΕ) στο σύνολο των επιχειρήσεων ενός κλάδου, δηλαδή της επανάκτησης του δικαιώματος να μπορούν να καλύπτονται από μια κλαδική σύμβαση που υπογράφεται όλοι οι εργαζόμενοι του συγκεκριμένου κλάδου. Πρόκειται για μια διάταξη που έχει τεθεί σε αδράνεια με ειδική νομοθετική ρύθμιση όσο καιρό διαρκούν τα μνημόνια, αλλά το θέμα της ενεργοποίησής της επανέρχεται εν όψει της “εξόδου από τα μνημόνια” στο εγγύς μέλλον, όπως ευαγγελίζεται η κυβέρνηση.
Μια τέτοια προοπτική δεν μπορούσε να αφήσει αδιάφορο τον ΣΕΒ, που έσπευσε να δηλώσει γραπτώς τις διαθέσεις των εργοδοτών μέσω ενός αντιδραστικού και λίαν προκλητικού άρθρου, που έδωσε στη δημοσιότητα.
Σύμφωνα με τον Γενικό Διευθυντή του ΣΕΒ, η πρακτική επέκτασης ισχύος των ΣΣΕ και διαιτητικών αποφάσεων για τις ΣΣΕ, που ίσχυε ως το 2011, “ήταν μια αδιαφανής πρακτική που “διάβρωσε την παραγωγή και την ανταγωνιστικότητα της χώρας”! Αυτό που συνέβαλε στην πολυετή οικονομική κρίση στην Ελλάδα ήταν οι πολλές “εσωτερικές στρεβλώσεις του συστήματος”, οι «άκριτες επεκτάσεις [των ΣΣΕ], αγνοώντας τα οικονομικά δεδομένα παραγωγής, απασχόλησης, παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας».
Το άρθρο χαρακτηρίζει την επέκταση των ΣΣΕ που ίσχυε ως μια “ελληνική ιδιαιτερότητα”, που καθόλου δεν συνάδει με τις ευρωπαϊκές και διεθνείς “καλές” πρακτικές και αποτέλεσε τροχοπέδη για τον παραγωγικό μετασχηματισμό, την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας και την αποτελεσματική λειτουργία της αγοράς εργασίας. Και σπεύδει να επαινέσει ως “ευεργεσία” για τις επιχειρήσεις το ότι “στην περίοδο της κρίσης πάγωσαν με ειδική νομοθετική ρύθμιση τόσο η επεκτασιμότητα των συλλογικών συμβάσεων και δόθηκε η δυνατότητα να υπερισχύσουν οι επιχειρησιακές συμβάσεις, όπου αυτές υπάρχουν”.
Γι’ αυτόν το λόγο προτρέχει να δηλώσει και τη θέση του ΣΕΒ ότι “η ενεργοποίηση της διάταξης της παρ. 6 του ν. 4472/2017, που προβλέπει δυνατότητα επέκτασης των συλλογικών συμβάσεων χωρίς ταυτόχρονη διόρθωση των πολλών εσωτερικών στρεβλώσεων θα αποτελέσει μεγάλη οπισθοδρόμηση”.
Και με τη συγκαλυμμένη διατύπωση “διόρθωση εσωτερικών στρεβλώσεων” ο ΣΕΒ θέτει μια σειρά όρους επαναλειτουργίας της διάταξης ώστε στην πράξη, ουσιαστικά, να καταστεί ανεφάρμοστη.
Σαν τέτοιους όρους αξιώνει “την αντιπροσωπευτικότητα των συμβαλλομένων μερών, με τη συμμετοχή τουλάχιστον του 50% των εργοδοτών και εργαζομένων που συνυπογράφουν” τη ΣΣΕ, τη “συμφωνία εργοδοτών και εργαζομένων για τυχόν επέκταση ισχύος της εκάστοτε κλαδικής ΣΣΕ που έχουν συνάψει”, την ακύρωση της δυνατότητας επέκτασης των ΣΣΕ αν αυτές είναι αποτέλεσμα διαιτητικής απόφασης.
Και, βέβαια, αυτό που στην ουσία ζητά ο ΣΕΒ είναι να εξακολουθήσουν “να υπερισχύουν οι επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις έναντι των κλαδικών”. Έτσι, ώστε, οι εργοδότες να μπορούν ευκολότερα να επιβάλλουν και να εκβιάζουν τους εργασιακούς όρους που τους βολεύουν, με μειώσεις μισθών, ελαστικοποίηση εργασιακών σχέσεων κυρίως μέσω της εκ περιτροπής ή μειωμένου ωραρίου εργασίας, επικαλούμενοι «προσωρινές οικονομικές δυσχέρειες» κ.α. Στην ουσία, δηλαδή, απαιτεί να μείνει ως έχει η “μνημονιακή” πραγματικότητα.
Έτσι, οι εργαζόμενοι βρίσκονται σε μια διελκυστίνδα: από τη μια το παιχνίδι εξαπάτησης που παίζει η κυβέρνηση, η οποία καλλιεργεί την ψευδαίσθηση ότι επίκειται το τέλος των μνημονίων και βιάζεται, τάχα, να επαναφέρει δικαιώματα που αφορούν τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και θέμα επεκτασιμότητας συμβάσεων. Από την άλλη, η σκληρή στάση του ΣΕΒ, που δεν είναι διατεθειμένος να κάνει ούτε ένα βήμα πίσω, αλλά αντιθέτως επιδιώκει να αποτρέψει την επέκταση των ΣΣΕ προσθέτοντας, μάλιστα, προκλητικά πως «η αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος των εργαζομένων θα πρέπει να προέλθει μέσα από́ τη μείωση του υψηλού μη μισθολογικού κό́στους», δηλαδή μέσα από τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών και της φορολογίας των εργοδοτών!