Για την εκρηκτική κατάσταση στη Μέση Ανατολή, την Ανατολική Μεσόγειο και τη Βόρεια Αφρική
Αυτό που χαρακτηρίζει την κατάσταση στη Μέση Ανατολή, την Ανατολική Μεσόγειο και τη Βόρια Αφρική είναι οι ανακατατάξεις στη δύναμη των διεθνών κέντρων και στην αλλαγή του συσχετισμού των δυνάμεων ανάμεσά τους, που προκαλούν απότομη κλιμάκωση των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών για την αναδιανομή των σφαιρών επιρροής και σκοτεινιάζουν το διεθνή ορίζοντα.Εξασθενούν οι θέσεις του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού στη φλεγόμενη Μέση Ανατολή και ενισχύονται οι θέσεις του ρώσικου ιμπεριαλισμού
Πριν δεκαπέντε χρόνια, το 2003, οι ΗΠΑ επεξεργάστηκαν και έθεσαν σε εφαρμογή το σχέδιο της “Μεγάλης Μέσης Ανατολής”. Το σχέδιο αυτό περιελάμβανε δεκάδες χώρες, συνολικά 32, από την Αλγερία και Τυνησία στη Β. Αφρική, μέχρι το Ιράν, το Αφγανιστάν, το Ουζμπεκιστάν στη Ν.Δ Ασία και αποσκοπούσε να θέσει κάτω από τον έλεγχο και την κυριαρχία των ΗΠΑ όλη αυτή την τεράστια περιοχή. Απαιτούσε την ευθυγράμμιση όλων αυτών των χωρών στις επιδιώξεις και τα συμφέροντα των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, διαφορετικά απειλούσε με την εξαπόλυση πολέμων και κάθε είδους επεμβάσεων ενάντια στις χώρες και τους λαούς που αρνούνταν να υποταχθούν σε αυτά τα σχέδια. Από τότε, η Μέση Ανατολή, που ποτέ δεν έπαψε να αποτελεί εστία έντασης και πεδίο αντιπαράθεσης των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, έχει γίνει βασικό θέατρο πολέμων και επεμβάσεων, καταστρέφοντας χώρες και λαούς, οδηγώντας εκατομμύρια ανθρώπους στο θάνατο, τον ξεριζωμό και την προσφυγιά.
Η πρώτη φάση του ιμπεριαλιστικού σχεδίου ξεκίνησε με τη στρατιωτική εισβολή των ΗΠΑ και των συμμάχων τους στο Ιράκ, το 2003, που εξελίχθηκε σε μακρόχρονο, αιματηρό κατακτητικό πόλεμο, συναντώντας τη γενναία αντίσταση του ιρακινού λαού και προκαλώντας μεγάλα πλήγματα, πολιτικά, στρατιωτικά, οικονομικά στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό. Δύο χρόνια νωρίτερα είχε ξεκινήσει ο κατακτητικός πόλεμος στο Αφγανιστάν με τα ίδια χαρακτηριστικά και συνέπειες για τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό.
Η δεύτερη φάση του σχεδίου της “Μεγάλης Μέσης Ανατολής” μπήκε σε εφαρμογή το 2010, με την αξιοποίηση της κατάστασης που δημιούργησε η “Αραβική Άνοιξη”. Στη φάση αυτή κλιμακώθηκε η ιμπεριαλιστική επέμβαση και ανάμειξη σε μια σειρά χώρες της Βόρειας Αφρικής και της Μέσης Ανατολής, με την επιβολή στρατιωτικοφασιστικού πραξικοπήματος στην Αίγυπτο, ύστερα από το διάλειμμα Μόρσι, την εξαπόλυση αεροπορικών βομβαρδισμών, την ισοπέδωση και κατάληψη της Λιβύης και στη συνέχεια την επέμβαση στη Συρία, που εξελίχθηκε σε έναν ανελέητο πόλεμο για την ανατροπή του Άσαντ και την κατάκτησή της, ο οποίος συνεχίζεται μέχρι σήμερα, δημιουργώντας έτσι ένα τεράστιο θέατρο πολέμου και εσωτερικών αιματηρών συγκρούσεων από το Αφγανιστάν, το Ιράκ και τη Συρία, μέχρι την Υεμένη, το Σινά, την Παλαιστίνη, το Λίβανο και τη Λιβύη, βυθίζοντας στην ερήμωση και την καταστροφή όλη την περιοχή.
Δεκαπέντε χρόνια μετά ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός μπορεί να αιματοκύλισε την περιοχή, όμως ο βασικός σκοπός του να τη θέσει κάτω από την κυριαρχία του όχι μόνο δεν επετεύχθη, αλλά αντίθετα, όπως έδειξε η έκβαση του πολέμου στη Συρία και οι εξελίξεις στην Τουρκία, τα ερείσματα και η επιρροή του στην περιοχή μειώνονται, οι δυνάμεις και οι θέσεις του εξασθενούν, ενώ αντίθετα βγαίνει ιδιαίτερα ενισχυμένος ο ρώσικος ιμπεριαλισμός, που συγκροτώντας ένα μέτωπο με το Ιράν, τη Συρία και εν μέρει την Τουρκία, διαδραματίζει βασικό ρόλο για την πορεία των εξελίξεων στη Μέση Ανατολή. Οι ΗΠΑ μπορεί να απέκτησαν ένα νέο έρεισμα στην περιοχή, τον κουρδικό παράγοντα, και να τον αξιοποιούν στην πολεμική σκακιέρα της Μέσης Ανατολής, πλην όμως διακινδυνεύουν να χάσουν έναν πολύ σημαντικότερο παράγοντα, αυτόν της Τουρκίας, που μπροστά στο σχέδιο δημιουργίας ανεξάρτητου κουρδικού κράτους δεν θα διστάσει να επαναπροσδιορίσει τις σχέσεις της με τις ΗΠΑ. Ήδη η εξαπόλυση στρατιωτικής επίθεσης της Τουρκίας ενάντια στις περιοχές των Κούρδων της Συρίας κλιμακώνει την αντιπαράθεση της Άγκυρας με τις ΗΠΑ και διευρύνει το ρήγμα στις σχέσεις τους.
Δεν πρόκειται βέβαια οι ΗΠΑ να αποδεχτούν αυτή την κατάσταση. Η απόφαση του Τραμπ να ενισχύσει την αμερικανική στρατιωτική παρουσία στις περιοχές των Κούρδων της Συρίας, να καταγγείλει τη συμφωνία με το Ιράν για το πυρηνικό του πρόγραμμα και να θέσει αυτήν τη χώρα στο στόχαστρο πολεμικής επίθεσης, στα πλαίσια της νέας στρατηγικής των ΗΠΑ, δείχνει πως προετοιμάζεται με συμμάχους το σιωνιστικό Ισραήλ και τις πετρελαιομοναρχίες του Κόλπου, με πρώτη τη Σαουδική Αραβία -που βρίσκεται στα πρόθυρα πολέμου με το Ιράν- να συνεχίσει το αιματοκύλισμα της περιοχής για να ανακτήσει τον έλεγχο και να προωθήσει τα συμφέροντά του.
Με νέους όρους και δυνατότητες επανέρχεται η Ρωσία στην κεντρική αρένα του διεθνούς ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού
Ύστερα από μία μακρά περίοδο εσωτερικής διάλυσης και εθνικιστικής αποσύνθεσης, απόσχισης εδαφών και εμφύλιων πολέμων, η αστική τάξη της Ρωσίας βρίσκεται σε μία φάση εσωτερικής καπιταλιστικής ανασυγκρότησης, ισχυροποίησης και επανάκαμψης, κάτω από την αντιδραστική πολιτική κυριαρχία του Πούτιν. Με μια πολιτική ενεργητικής ανάσχεσης και διεκδίκησης της επιρροής και των ζωτικών συμφερόντων του ρωσικού ιμπεριαλισμού πάνω στα εδάφη της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, κατάφερε να αναχαιτίσει την επεκτατική πορεία του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, προχωρώντας τα τελευταία χρόνια σε δυναμικές κινήσεις που δημιούργησαν νέα δεδομένα στη διεθνή σκηνή.
Η πρώτη ήταν η προσάρτηση της Κριμαίας, και η ενσωμάτωσή της στη Ρωσία, ύστερα από το φασιστικό πραξικόπημα του Μεϊντάν στην Ουκρανία, που εγκαθίδρυσε στην εξουσία τα ανδρείκελα της Δύσης, και στη συνέχεια η δημιουργία ρωσικών προγεφυρωμάτων στην Ανατολική Ουκρανία από τα ρωσικά αποσχιστικά κινήματα. Ήταν η απάντηση του ρωσικού ιμπεριαλισμού στις επιθετικές κινήσεις των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, όχι μόνο στην Ουκρανία, αλλά κατά μήκος όλων των δυτικών συνόρων της Ρωσίας, από τις Βαλτικές Χώρες και την Πολωνία μέχρι την Ουκρανία, την Κριμαία και τον Καύκασο, όπου αυξάνονται τα νατοϊκά στρατεύματα και η δύναμη πυρός τους. Παρά τις κυρώσεις της Δύσης σε βάρος της Ρωσίας, για τις οποίες πιέζει και πρωτοστατεί ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός, προκαλώντας μάλιστα μεγάλες προστριβές και αντιθέσεις ανάμεσα στους συμμάχους του, η Ρωσία, με την κίνησή της αυτή στην Κριμαία, άλλαξε στην κυριολεξία τον χάρτη, δημιούργησε “τετελεσμένα” και νέα δεδομένα στον σφοδρό αμερικανο-ρωσικό ανταγωνισμό που ξεδιπλώνεται τόσο στην Ανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια, όσο και στη Μέση Ανατολή και τη νοτιοανατολική Μεσόγειο.
Η δεύτερη κίνηση της Ρωσίας ήταν η στρατιωτική επέμβαση στον πόλεμο της Συρίας, τον Οκτώβρη του 2015, που είχε ακόμα πιο βαρύνουσα διεθνή σημασία, αφού σηματοδότησε την επάνοδο του ρωσικού ιμπεριαλισμού στην κεντρική αρένα του διεθνούς ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού, σε μία περιοχή μακριά από τα σύνορά της, όπως είναι η Μέση Ανατολή, που φλέγεται τώρα και μία δεκαπενταετία και εθεωρείτο “προνομιακό” πεδίο επέμβασης, ελέγχου και κυριαρχίας του αμερικανικού ιμπεριαλισμού.
Αυτό το επιθετικό βήμα, ήταν κρίσιμο και αποφασιστικό, αποτέλεσε ορόσημο για τις εξελίξεις στον πόλεμο της Συρίας και καμπή για την κατάσταση γενικότερα στη Μέση Ανατολή, αφού η ρωσική επέμβαση ανέτρεψε τους συσχετισμούς δυνάμεων, έγειρε την πλάστιγγα του πολέμου και καθόρισε την έκβασή του υπέρ των δυνάμεων του Άσαντ, προκαλώντας μεγάλο πλήγμα στα σχέδια, τις επιδιώξεις και τα συμφέροντα του αμερικανικού ιμπεριαλισμού στην περιοχή, και πάνω από όλα στο διεθνές γόητρό του.
Έχοντας εξασφαλίσει ο ρωσικός ιμπεριαλισμός με το αντιδραστικό καθεστώς Πούτιν πολιτική σταθερότητα και σχετικά υψηλούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης -αν και η οικονομία του βρίσκεται σε πολύ χαμηλό επίπεδο, με το ΑΕΠ του να αντιπροσωπεύει το 1/10 του ΑΕΠ των ΗΠΑ- και διαθέτοντας τεράστια γεωστρατηγικά εδάφη και ανεξάντλητα ενεργειακά αποθέματα, με ένα πανίσχυρο στρατιωτικό-πυρηνικό οπλοστάσιο που τον καθιστά παγκόσμια στρατιωτική δύναμη, επανακτά το ζωτικό του χώρο και ενισχύει την επιρροή του στα εδάφη της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, επανέρχεται με νέους όρους στο τραπέζι των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και αποκαθιστά τα συμφέροντά του σε διάφορες περιοχές, προκαλώντας ανακατατάξεις στην παγκόσμια πολιτική σκηνή και όξυνση του ανταγωνισμού για την αναδιανομή των σφαιρών επιρροής
Η προοπτική απώλειας της ηγεμονικής του θέσης στην παγκόσμια σκηνή, κάνει τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό πιο επικίνδυνο και τυχοδιωκτικό, πηγή πολέμου και επίθεσης
Στρατηγικός σκοπός του αμερικανικού ιμπεριαλισμού είναι να ανατρέψει τη διαμορφούμενη τάση απώλειας της παγκόσμιας ηγεμονικής του θέσης, επιδιώκοντας να φρενάρει την ορμητική άνοδο της Κίνας και τη σταθερή επάνοδο της Ρωσίας, αποτρέποντας με κάθε τρόπο μια συμμαχία ανάμεσά τους και, με την εξαπόλυση απειλών και τη δραστήρια προετοιμασία για πόλεμο, να εξαναγκάσει ταυτόχρονα όλες τις άλλες δυνάμεις, στην Ευρώπη και την Ασία, να ευθυγραμμιστούν μαζί του σ’ αυτή την αντιπαράθεση, προλαβαίνοντας διαφοροποιήσεις και ρήγματα που διαφαίνονται.
Δαπανώντας σε ετήσια βάση, και συγκεκριμένα το 2016, το ιλιγγιώδες ποσό των 610 δις δολαρίων για στρατιωτικές δαπάνες -η Κίνα που ήταν δεύτερη δαπάνησε αντίστοιχα 215 δις δολάρια και η τρίτη, η Ρωσία, 70 δις δολάρια- και καταργώντας τώρα το όριο των στρατιωτικών δαπανών, ο Τραμπ προχωρεί σε μία ραγδαία αύξησή τους και σε μία τεράστια κούρσα εξοπλισμών, προκειμένου οι ΗΠΑ να διατηρήσουν τη στρατιωτική και τεχνολογική υπεροπλία τους, να εξουθενώσουν και να γονατίσουν οικονομικά τους ανταγωνιστές τους, όπως έκαναν τη δεκαετία του 1980 με την κούρσα εξοπλισμών και τον “πόλεμο των άστρων” του Ρήγκαν, που επιτάχυνε την κατάρρευση και διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και επέφερε μία μεγάλη ανατροπή στους παγκόσμιους συσχετισμούς δυνάμεων, καθιστώντας τις ΗΠΑ τη μοναδική ιμπεριαλιστική υπερδύναμη.
Μόνο που από τότε μέχρι σήμερα έχουν σημειωθεί μεγάλες αλλαγές και ανακατατάξεις στη δύναμη των διεθνών κέντρων, οι τάσεις φαίνονται αναπότρεπτες, και ο χρόνος δουλεύει αδυσώπητα σε βάρος του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και υπέρ των ανταγωνιστών του.
Στη θέση μιας εσωτερικά σαπισμένης, ιδεολογικά χρεοκοπημένης, οικονομικά κατεστραμμένης και ετοιμόρροπης Σοβιετικής Ένωσης της περιόδου Γκορμπατσόφ, βρίσκεται σήμερα μία Ρωσία σε φάση εσωτερικής καπιταλιστικής ισχυροποίησης, που επανακάμπτει και επανέρχεται με νέους όρους και δυνατότητες στο τραπέζι των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων.
Στη θέση μιας Κίνας με μικρή διεθνή πολιτική επιρροή και οικονομική δύναμη τη δεκαετία του 1980, βρίσκεται σήμερα μία ανερχόμενη παγκόσμια καπιταλιστική δύναμη, που η ιμπεριαλιστική της πολιτική αφήνει ισχυρό αποτύπωμα στις διεθνείς υποθέσεις.
Εκατό χρόνια από το τέλος του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου, το 1918, ενός πολέμου που αιματοκύλισε την Ευρώπη και οδήγησε στο ξέσπασμα και τη νίκη της Μεγάλης Οκτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης, νέες πολεμικές συγκρούσεις των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων απειλούν ξανά την ανθρωπότητα, και ο 21ος αιώνας επιφυλάσσει μεγάλες ανακατατάξεις και επαναστατικές ανατροπές για την εργατική τάξη και τους λαούς του κόσμου.
Από τις Αποφάσεις του 6ου Συνεδρίου του Μ-Λ ΚΚΕ – Μάης 2018