Γρήγορη αναζήτηση

Πέμπτη 5 Νοεμβρίου 2020

ΑΠΟΦΑΣΗ Κ.Ε. Μ-Λ ΚΚΕ: ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ

Μ-Λ ΚΚΕ_OloiStonAgona_2α (2)

Απόφαση της ΚΕ του Μ-Λ ΚΚΕ για την πολιτική κατάσταση, τα πολιτικά και οργανωτικά καθήκοντα της επόμενης περιόδου

Το δεύτερο τμήμα της απόφασης που δημοσιεύουμε σήμερα, αναφέρεται στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και τη κατάσταση που διαμορφώνεται στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή

 Β. Η κατάσταση στη Μέση Ανατολή, την Ανατολική Μεσόγειο και η όξυνση της κρίσης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις

4. Η δολοφονική επίθεση των ΗΠΑ -στις αρχές του χρόνου- ενάντια σε ηγετικό στέλεχος του ιρανικού στρατού και οι πολεμικές απειλές του Τραμπ απέναντι στο Ιράν, η στρατιωτική επίθεση που εξαπέλυσε η Τουρκία στη Συρία -πέρυσι τον Οκτώβρη- και οι πολεμικές επιχειρήσεις που κλιμακώνονται τώρα ανάμεσα στις τουρκικές στρατιωτικές δυνάμεις από τη μια και τις συριακές και ρωσικές δυνάμεις από την άλλη, το κλιμακούμενο πολεμικό μέτωπο στη Β. Αφρική με επίκεντρο τη Λιβύη, το νέο σχέδιο των Αμερικανών ιμπεριαλιστών για την Παλαιστίνη που επικυρώνει την ισραηλινή κατοχή και τους εποικισμούς, το νέο πολεμικό μέτωπο που άνοιξε στον Καύκασο ανάμεσα στο Αζερμπαϊτζάν και την Αρμενία, με την άμεση ανάμειξη της Τουρκίας, απειλούν να μετατρέψουν όλη αυτή την περιοχή σε ένα θέατρο πολιτικο-στρατιωτικών συγκρούσεων και αντιπαραθέσεων.


Από την επομένη της Διάσκεψης του Βερολίνου, την περασμένη Άνοιξη, που πάρθηκαν αποφάσεις για «εκεχειρία» στη σπαρασσόμενη Λιβύη -από αυτούς που λίγα χρόνια πριν τη βομβάρδισαν, την κατέστρεψαν και τη διαμέλισαν-, οι συγκρούσεις ανάμεσα στις αντιμαχόμενες φατρίες συνεχίζονται αμείωτα, παρά τις διαπραγματεύσεις και τα παζάρια που διεξάγονται το τελευταίο διάστημα με τις άμεσες παρεμβάσεις των ξένων δυνάμεων -Ρωσίας, Γαλλίας, ΗΠΑ- που θέλουν να ενισχύσουν τις θέσεις, την επιρροή και τα συμφέροντά τους στην κατεστραμμένη χώρα. Η κυβέρνηση της Τουρκίας επεμβαίνει στρατιωτικά στη Λιβύη για να στηρίξει τα ντόπια ερείσματά της, με βασικό σκοπό οποιαδήποτε «λύση» επιτευχθεί να αφήνει άθικτο το τουρκολιβυκό Μνημόνιο που την καθιστά βασική δύναμη στις θαλάσσιες ζώνες της Ανατολικής Μεσογείου.
5. Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις επηρεάζονται καθοριστικά από τα συμφέροντα και τις παρεμβάσεις των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και τον ανταγωνισμό τους για τον έλεγχο πάνω στα Βαλκάνια, τη Μέση Ανατολή και την Ανατολική Μεσόγειο, που προσλαμβάνει τώρα οξύτατη μορφή λόγω της διαμάχης που ξέσπασε για την εκμετάλλευση του υποθαλάσσιου πλούτου, τους αγωγούς μεταφοράς φυσικού αερίου και τον καθορισμό των Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών των χωρών της περιοχής.
Η Τουρκία, όπως έμπρακτα αμφισβήτησε τη Συνθήκη της Λοζάνης που ρυθμίζει τα σύνορα της περιοχής, με την εξαπόλυση τυχοδιωκτικών επιθέσεων και την απόσπαση εδαφών από τη Συρία και το Ιράκ, όπως καταπάτησε -και συνεχίζει να καταπατά τώρα και ένα χρόνο- την κυπριακή ΑΟΖ πραγματοποιώντας γεωτρήσεις με την παρουσία τουρκικών πολεμικών πλοίων, έτσι αυτό το καλοκαίρι, σε μια επίδειξη δύναμης και δημιουργίας νέων τετελεσμένων -ενεργοποιώντας το τουρκολιβυκό Μνημόνιο- έστειλε το ερευνητικό σκάφος Ορούτς Ρέις, υποστηριζόμενο από μεγάλο αριθμό πολεμικών πλοίων, να πραγματοποιήσει επί ένα μήνα σεισμικές έρευνες στη θαλάσσια περιοχή νότια του Καστελόριζου, με σκοπό να επιβάλει τις επεκτατικές βλέψεις της πάνω στην ελληνική υφαλοκρηπίδα. Οι προκλήσεις, οι επιθετικές ενέργειες και οι πολεμικές κινήσεις της Άγκυρας διαδέχονται η μια την άλλη, ανοίγοντας ταυτόχρονα πολλά μέτωπα. Χαρακτηριστική είναι η τελευταία προκλητική της κίνηση στην Κύπρο με το «άνοιγμα» του παραλιακού μετώπου στα Βαρώσια, αλλά και η έξοδος ξανά του Ορούτς Ρέις πάνω στην ελληνική υφαλοκρηπίδα ύστερα από μια σύντομη ανάπαυλα. Με αυτές τις κινήσεις, η άρχουσα τάξη της Τουρκίας είναι έτοιμη να προβάλει τις διεκδικήσεις της από θέση ισχύος απέναντι στην Κύπρο και την Ελλάδα, είτε οδηγηθούν τα πράγματα κάτω από την πίεση του διεθνούς ιμπεριαλιστικού παράγοντα σε «διερευνητικές συνομιλίες» και παζάρια για μοίρασμα και «συνεκμετάλλευση» του υποθαλάσσιου πλούτου, είτε επανέλθει η ένταση και οδηγηθούμε σε στρατιωτικές περιπέτειες.
Ανεξάρτητα αν προσωρινά παρατηρούνται κινήσεις εκτόνωσης και γίνεται λόγος για έναρξη διερευνητικών συνομιλιών, όλες οι εξελίξεις -σε μία ευρύτερη περιοχή που ξεσπούν με σφοδρότητα οι ανταγωνισμοί των ιμπεριαλιστών και συνωστίζονται οι πολεμικές αρμάδες τους στο Αιγαίο, την Ανατολική Μεσόγειο και τη Βόρεια Αφρική- ωθούν σε κλιμάκωση της έντασης και δημιουργούν ένα εύφλεκτο έδαφος που απειλεί να πυροδοτήσει επικίνδυνες τυχοδιωκτικές περιπέτειες και πολεμικές συγκρούσεις στην περιοχή μας.
Η ελληνική ολιγαρχία και οι κυβερνήσεις της, διαχρονικά, από την κρίση στα Ίμια το 1996, το «ευχαριστώ στους Αμερικάνους» και την παραδοχή των «γκρίζων ζωνών», την αποφυγή επέκτασης των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια και το casus belli της Τουρκίας το 1995, τη συμφωνία της Μαδρίτης το 1997 και την αναγνώριση των τουρκικών «ζωτικών συμφερόντων στο Αιγαίο», τη Σύνοδο Κορυφής στο Ελσίνκι το 1999 και την ανάληψη της υποχρέωσης να διευθετηθούν οι «συνοριακές και άλλες συναφείς διαφορές», έχουν επιλέξει το ρόλο του πειθήνιου διεκπεραιωτή των αμερικανονατοϊκών συμφερόντων εμπλέκοντας την Ελλάδα στους επιθετικούς σχεδιασμούς των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, μετατρέποντας τη χώρα σε μια απέραντη στρατιωτική βάση-ορμητήριο, όπως φάνηκε για άλλη μια φορά κατά την πρόσφατη επίσκεψη του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Πομπέο, στη χώρα μας.
Η ελληνική κυβέρνηση εναποθέτει τη «διευθέτηση» της ελληνοτουρκικής κρίσης στην «υψηλή εποπτεία» των αμερικανονατοϊκών συμμάχων της, παραδίδοντας -σαν γνήσιος λακές- την ασφάλεια της χώρας στους ξένους προστάτες της μεγαλοαστικής τάξης και δυνάστες του λαού. Πέρα από τις ικεσίες για προστασία από τις ΗΠΑ, η κυβέρνηση Μητσοτάκη προστρέχει για τον ίδιο σκοπό και στη Γαλλία, πληρώνοντας βαρύ τίμημα υποτέλειας σε στρατιωτικούς εξοπλισμούς και χαλκεύοντας νέα πολιτικο-στρατιωτικά δεσμά. Στην πραγματικότητα, βέβαια, οι υπερατλαντικοί προστάτες τηρούν στάση «ίσων αποστάσεων», αν δεν ενθαρρύνουν τον τουρκικό επεκτατισμό. Και δεν διακινδυνεύουν τις σχέσεις τους με την «κρίσιμης» γεωπολιτικής σημασίας Τουρκία. Όταν η τουρκική ολιγαρχία διεκδικεί ελληνικά νησιά και αμφισβητεί έμπρακτα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα, οι ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και η Γερμανία -που στη σημερινή φάση διαδραματίζει βασικό ρόλο- μιλούν για «αμφισβητούμενες» ή «διαφιλονικούμενες» περιοχές.
Η κυβερνητική πολιτική, επισωρεύοντας δεινά στον ελληνικό λαό με τα αντιλαϊκά της μέτρα, εγκυμονεί εξίσου σοβαρούς κινδύνους για τα εθνικά κυριαρχικά δικαιώματα. Ο περίφημος επώδυνος συμβιβασμός προετοιμάζεται μεθοδικά.
Το Δικαστήριο της Χάγης προβάλλεται σαν η μόνη «ρεαλιστική» στρατηγική της χώρας από όλες τις δυνάμεις του αστικού πολιτικού συστήματος. Είναι έτοιμοι να συρθούν σε μια «διαπραγμάτευση» εφ’ όλης της ύλης με την Τουρκία. Αυτό είναι το αποτέλεσμα της πολιτικής της καταφυγής στην ιμπεριαλιστική «προστασία», της πολιτικής του κατευνασμού και της συνεχούς υποχωρητικότητας απέναντι στον τουρκικό επεκτατισμό.
Ταυτόχρονα, οι ντόπιες κυβερνήσεις, με τη στήριξη των ξένων υπερατλαντικών προστατών τους, για να εξισορροπήσουν τους εκβιασμούς της Άγκυρας και να διεκδικήσουν ουσιαστικότερο ρόλο και μερίδιο στην περιοχή, προσχώρησαν στην αμερικανόπνευστη «στρατηγική συμμαχία» με το σιωνιστικό Ισραήλ και το φασιστικό καθεστώς της Αιγύπτου και στη σύναψη συμφωνίας για την κατασκευή του αγωγού μεταφοράς φυσικού αερίου EastMed, εμπλέκοντας με τυχοδιωκτικό τρόπο τη χώρα μας στη φιλοπόλεμη πολιτική των ΗΠΑ και του ισραηλινού σιωνισμού και θέτοντας σε μεγάλους κινδύνους το λαό μας. Παράλληλα, η κυβέρνηση προχώρησε το τελευταίο διάστημα σε συμφωνίες με την Ιταλία και την Αίγυπτο για τον καθορισμό των ΑΟΖ, που τις εμφάνισε ως απάντηση-ακύρωση της τουρκολιβυκής συμφωνίας. Στην πραγματικότητα, με αυτές τις συμφωνίες αποδέχθηκε μειωμένη επήρεια για μεγάλα ελληνικά νησιά, όπως η Κρήτη και η Ρόδος, εγκατέλειψε τον κανόνα της μέσης γραμμής, και απέφυγε να οριοθετήσει ανατολικά του 28ου μεσημβρινού -που περιλαμβάνει τη μισή Ρόδο και το Καστελόριζο-, στέλνοντας μήνυμα εκχώρησης κυριαρχικών δικαιωμάτων στην Άγκυρα, η οποία το αξιοποίησε δεόντως.
6. Η πολιτική ειρήνης και φιλίας ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία είναι η μόνη που ανταποκρίνεται στα συμφέροντα των δυο λαών, αλλά είναι αδύνατο να επιτευχθεί κάτω από τον έλεγχο και την κηδεμονία των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και ούτε μπορεί να έχει σχέση με τα παζάρια και την «τακτοποίηση» των διαφορών ανάμεσα στις κυρίαρχες τάξεις της Τουρκίας και της Ελλάδας. Το βέβαιο είναι πως δεν υπάρχει ειρήνη, ασφάλεια και σταθερότητα κάτω από την ιμπεριαλιστική ομπρέλα. Υπάρχει μόνο καταπάτηση κυριαρχικών δικαιωμάτων, διαρκής απειλή πολέμου και καταστροφή.
Οι λαοί της Ελλάδας και της Τουρκίας δεν έχουν τίποτε να χωρίσουν. Δεν έχουν τίποτε να κερδίσουν από την ένταση και τον ανταγωνισμό των κυρίαρχων τάξεων, από τον αντιδραστικό εθνικισμό και σοβινισμό που δηλητηριάζει τις σχέσεις των λαών. Η ελληνοτουρκική φιλία, όμως, δεν οικοδομείται με τον κατευνασμό και την υποχωρητικότητα απέναντι στον τουρκικό επεκτατισμό και, πολύ περισσότερο, με την πειθήνια υπακοή στα ιμπεριαλιστικά προστάγματα.
Καταδικάζουμε κάθε παραβίαση και αλλαγή των συνόρων των δύο χωρών, υπερασπίζοντας την εδαφική ακεραιότητα της χώρας μας σε περίπτωση επίθεσης από την πλευρά της Τουρκίας και καταγγέλλοντας κάθε τυχοδιωκτική επίθεση που μπορεί να εκδηλωθεί από την πλευρά της Ελλάδας σε βάρος της κυριαρχίας της Τουρκίας.
Μόνο ο κοινός αγώνας των λαών Ελλάδας και Τουρκίας ενάντια στους κοινούς εχθρούς τους, τον ιμπεριαλισμό και τις ντόπιες κυρίαρχες τάξεις, ενάντια στην πολιτική της υποτέλειας και της υποταγής, ενάντια στη σοβινιστική και εθνικιστική υστερία των κυρίαρχων τάξεων της Τουρκίας και της Ελλάδας είναι σε θέση να οδηγήσει σε μία φιλειρηνική επίλυση των προβλημάτων και να συμβάλει στον αγώνα για την εθνική ανεξαρτησία και την απαλλαγή τους από τα ιμπεριαλιστικά δεσμά.