ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
Κλιμακώνεται η λεηλασία του λαού και της χώρας - Ψευτοαριστερή διακυβέρνηση στην υπηρεσία του ιμπεριαλισμού και της ντόπιας ολιγαρχίας
Αφού έκλεισε η κυβέρνηση την πρώτη αξιολόγηση με την οποία καρατόμησε τις συντάξεις, εκτίναξε τη φοροληστεία και μετέφερε στο περιβόητο “Υπερταμείο” για 99 ολόκληρα χρόνια όλο τον δημόσιο πλούτο, βγάζοντας στο σφυρί όχι μόνο τα λιμάνια και τα αεροδρόμια, όχι μόνο τις συγκοινωνίες, τα τρένα και το Ελληνικό, αλλά και το νερό, την αποχέτευση και την ηλεκτρική ενέργεια, τώρα χωρίς ανάσα προχωρεί να κλείσει τη δεύτερη αξιολόγηση, όπου οι ιμπεριαλιστές δυνάστες και οι ντόπιοι υποτελείς τους δρομολογούν μια νέα βάρβαρη αντιλαϊκή επιδρομή.
Υποτίθεται πως στη δεύτερη αξιολόγηση,
σύμφωνα με τις αξιοθρήνητες διαβεβαιώσεις της κυβέρνησης, δεν θα
περιλαμβάνονταν μέτρα με “δημοσιονομικό κόστος”, αφού είχαν παρθεί στην
πρώτη αξιολόγηση. Και όταν διαπιστώθηκε πως τα ιμπεριαλιστικά
τελεσίγραφα κάνουν λόγο για νέα βάρβαρα μέτρα, έσπευσε η κυβέρνηση δια
του πρωθυπουργού να υποσχεθεί ότι “δεν υπάρχει περίπτωση να
νομοθετήσουμε ούτε ένα ευρώ επιπλέον μέτρα”. Για πολλοστή φορά
εκστομίζονται οι ίδιες κάλπικες υποσχέσεις. Καθώς την ίδια στιγμή που
παριστάνει η κυβέρνηση ότι διαπραγματεύεται ανυποχώρητα, ετοιμάζεται και
προετοιμάζει για άλλη μια φορά το έδαφος για άτακτη υποχώρηση και
συνθηκολόγηση μπροστά στις ιμπεριαλιστικές προσταγές των εκπροσώπων της
ΕΕ και του ΔΝΤ. Όλα προϊδεάζουν πως ο νέος “έντιμος συμβιβασμός”, η
παράδοσή της δηλαδή στους ανελέητους όρους των δανειστών, έχει
τελειώσει.
Η δεύτερη αξιολόγηση απειλεί με
ολοκληρωτική εξαφάνιση όσα εργατικά δικαιώματα και κατακτήσεις έχουν
απομείνει και ταυτόχρονα περιλαμβάνει νέα δραστική μείωση του
αφορολόγητου που θα πλήξει κυρίως τα φτωχά λαϊκά στρώματα – όπως συνέβη
και με την κατάργηση του ΕΚΑΣ στην πρώτη αξιολόγηση – και κατάργηση της
προσωπικής διαφοράς που θα εξαθλιώσει τη συντριπτική πλειοψηφία των
συνταξιούχων.
Πρόκειται για πρωτοφανή βαρβαρότητα
απέναντι σε ένα λαό που δοκιμάζεται με τον πιο βάναυσο τρόπο για εφτά
χρόνια, που του άρπαξαν βίαια το εισόδημά του και τον οδήγησαν άνεργο,
απελπισμένο και εξαθλιωμένο, να συνωστίζεται κατά εκατοντάδες χιλιάδες
στα Δημαρχεία και τα ΚΕΠ για τα ψίχουλα του επιδόματος ελεημοσύνης των
200 ευρώ.
Σ' αυτές τις κοινωνικές συνθήκες, με τη
λαϊκή αγανάκτηση και αποδοκιμασία να εντείνονται και την πολιτική φθορά
και απαξίωση του ΣΥΡΙΖΑ να διευρύνεται, ασταμάτητα, η κυβέρνηση
προσπαθεί, απεγνωσμένα να αμβλύνει τις εντυπώσεις και να δημιουργήσει
κοινωνικό κλίμα ανοχής στους αντιλαϊκούς σχεδιασμούς της κάνοντας λόγο
για “αντισταθμιστικά μέτρα” που θυμίζουν την απάτη του “παράλληλου
προγράμματος”, και προτάσσοντας την ανάγκη ένταξης στο πρόγραμμα
ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, για να έρθει η “δίκαιη ανάπτυξη”, για να
βγει η χώρα στις “αγορές” κ.λ.π.
Είναι η ίδια απατηλή προπαγάνδα όλων των
μνημονιακών κυβερνήσεων και όλων των μνημονιόδουλων κομμάτων που
πασχίζουν να παρουσιάσουν την υποταγή τους στα ξένα αφεντικά σαν το
δρόμο της “εθνικής σωτηρίας”, ενώ στην πραγματικότητα είναι ο δρόμος της
νεοαποικιακής υποδούλωσης και της συστηματικής λεηλασίας του λαού και
της χώρας κάτω από την αδυσώπητη ιμπεριαλιστική επιτροπεία.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ αποδεικνύεται και
χρησιμοποιείται σαν η μοναδική εκείνη πολιτική δύναμη που μπορεί να
ανταποκριθεί σήμερα στο ρόλο της πειθήνιας διεκπεραίωσης των σκληρών
απαιτήσεων των δανειστών και της ντόπιας ολιγαρχίας, υπερψηφίζοντας με
την ισχνή αλλά συντεταγμένη πλειοψηφία της νόμους – λαιμητόμους,
ισοπεδώνοντας ό,τι έχει απομείνει όρθιο από τις προηγούμενες μνημονιακές
κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ. Ο ΣΥΡΙΖΑ στα δύο χρόνια διακυβέρνησης
της χώρας εντείνει την αντιλαϊκή επίθεση, κλιμακώνει τη λεηλασία του
λαού και της χώρας. Και το χειρότερο, περνά το μήνυμα πως δεν υπάρχει
άλλος δρόμος, δεν υπάρχει διέξοδος, παρά μόνο αυτή, μέσα σε μνημόνια,
ελέγχους, επιτροπείες.
Η αστική προπαγάνδα θριαμβολογεί για την
οριστική προσχώρηση του ΣΥΡΙΖΑ στις σκληρές μνημονιακές δυνάμεις,
διαλαλεί με αλαζονεία ότι ο αντιλαϊκός δρόμος της υποταγής στους
κυρίαρχους είναι μονόδρομος και επιστρατεύει όλα τα όπλα της για να
διασύρει την Αριστερά, το ήθος και τις αξίες της, δείχνοντας την ηγεσία
του ΣΥΡΙΖΑ καθώς βουλιάζει στα βρώμικα απόνερα της αστικής εξουσίας.
Την εμμονή της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ να υπενθυμίζει διαρκώς ότι εκφράζει
την Αριστερά, έχουν κάθε λόγο να την αναπαράγουν η κυρίαρχη τάξη, η ΝΔ
και οι μηχανισμοί προπαγάνδας τους. Ακριβώς γι' αυτό, την εφαρμοζόμενη
αντιλαϊκή πολιτική της φτώχειας, της ανεργίας και της υποτέλειας θέλουν
να τη χρεώσουν σε μια αριστερή πολιτική και όχι σε μια κυβέρνηση που
απλά συνεχίζει να εφαρμόζει πιστά τις μνημονιακές πολιτικές της Δεξιάς
και της σοσιαλδημοκρατίας.
Η υπόκλιση και υποταγή του ΣΥΡΙΖΑ στους
ιμπεριαλιστές τον έχει εντάξει τελεσίδικα στο αντιλαϊκό μέτωπο και
καμιά παραπλανητική κίνησή του δεν μπορεί να συγκαλύψει την αλήθεια.
Το κλίμα κάλπικης αντιπαράθεσης και πόλωσης με τη ΝΔ που προσπαθεί με
κάθε τρόπο να συντηρήσει, δεν πείθει. Γιατί είναι ολοφάνερο πως μαζί με
το κόμμα της Δεξιάς αποτελούν σήμερα τους κύριους στυλοβάτες επιβολής
των συμφερόντων των ιμπεριαλιστών και της ντόπιας ολιγαρχίας και
βρίσκονται και οι δυο απέναντι από το λαό, στο ίδιο εχθρικό χαράκωμα.
Από την άλλη η ΝΔ, διαθέτοντας τη στήριξη
ισχυρών ξένων και ντόπιων κέντρων, όπως φάνηκε με την πρόσφατη επίσκεψη
του αρχηγού της στη Μέρκελ και τον Σόιμπλε, διαμορφώνει πολιτικό κλίμα
δυναμικής επανόδου στην κυβερνητική εξουσία, πιέζοντας διαρκώς για
εκλογές και προβάλλεται από τους προστάτες της ως η επόμενη κυβερνητική
λύση, ο κύριος εγγυητής της μνημονιακής αντιλαϊκής επέλασης.
Πανηγυρίζει με τη συνθηκολόγηση και την
προσχώρηση του ΣΥΡΙΖΑ στις μνημονιακές δυνάμεις και επιχειρεί να την
εμφανίσει σα χρεοκοπία της Αριστεράς και του “άλλου δρόμου”,
επιστρατεύοντας μια αντιδραστική προπαγάνδα με ιδεολογικά πυρά.
Τα αστικά επιτελεία, προετοιμάζοντας την
επάνοδό της στη διακυβέρνηση της χώρας, επιχειρούν να προσδώσουν ένα
“σύγχρονο”, “μεταρρυθμιστικό”, “κεντρο-δεξιό” προφίλ στον Κυρ. Μητσοτάκη
και στη ΝΔ. Πρόκειται για ενορχηστρωμένη προσπάθεια εξωραϊσμού και
συγκάλυψης του πραγματικά βαθιά αντιδραστικού χαρακτήρα της Δεξιάς, που
υπηρέτησε δουλικά τις εντολές των δανειστών, τόσο από τη θέση της
κυβέρνησης όσο και της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Σε συνθήκες κλιμακούμενων απειλών και
αμφισβήτησης από την πλευρά της Τουρκίας των Διεθνών Συνθηκών που
ρυθμίζουν τα σύνορα της περιοχής, με τις επαναλαμβανόμενες δηλώσεις του
ίδιου του Ερντογάν κατά της Συνθήκης της Λοζάνης και για “σύνορα της
καρδιάς του”, με τις συνεχείς παραβιάσεις και παραβάσεις του ελληνικού
εναέριου και θαλάσσιου χώρου στο Αιγαίο, και σε μια γειτονική Μ. Ανατολή
που φλέγεται από τις πολεμικές επιχειρήσεις και ανταγωνισμούς των
ιμπεριαλιστών και συνωστίζονται τα αεροπλανοφόρα και οι πολεμικές
αρμάδες τους στο Αιγαίο, την Κρήτη και την Α. Μεσόγειο, η κατάσταση στην
περιοχή οξύνεται επικίνδυνα, αφού όλες αυτές οι εξελίξεις ωθούν σε
κλιμάκωση της έντασης και δημιουργούν ένα εύφλεκτο έδαφος που απειλεί να
πυροδοτήσει επικίνδυνες τυχοδιωκτικές περιπέτειες και πολεμικές
συγκρούσεις.
Η άρχουσα τάξη της Τουρκίας, ύστερα από
την εισβολή και κατοχή στην Κύπρο, ξεκίνησε να αμφισβητεί τα κυριαρχικά
δικαιώματα της Ελλάδας και σταδιακά αφού πέρασε από τα Ίμια και τις
«γκρίζες ζώνες» στο Αιγαίο, τώρα διεκδικεί την επαναχάραξη των συνόρων
και την κυριαρχία πάνω σε δεκάδες ελληνικά νησιά και βραχονησίδες. Και
όπως έχει δείξει η ιστορία, όποιος τρέφει επεκτατικές βλέψεις σε βάρος
άλλης χώρας και εκτοξεύει απειλές ενάντια στην εδαφική της ακεραιότητα,
αυτός δεν θα διστάσει, όταν το επιτρέψουν οι συνθήκες, να φτάσει μέχρι
τον πόλεμο για να τις πραγματοποιήσει.
Παρά τα μεγάλα εσωτερικά προβλήματα που
αντιμετωπίζει η άρχουσα τάξη της Τουρκίας, στο μακρόχρονο ανταγωνισμό
της με την άρχουσα τάξη της Ελλάδας βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση, καθώς
πρόκειται για μια περιφερειακή χώρα μεσαίου μεγέθους, που κατέχει
δεσπόζουσα γεωστρατηγική θέση σε μια ευρύτατη περιοχή, κρίσιμη για τα
συμφέροντα των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, ανήκει στους G20 και
διαθέτει τετραπλάσιο ΑΕΠ από αυτό της Ελλάδας.
Βέβαια οι ελληνοτουρκικές σχέσεις
επηρεάζονται καθοριστικά από το ρόλο, τα συμφέροντα και τις παρεμβάσεις
των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων ΗΠΑ-ΕΕ-Ρωσίας και του ανταγωνισμού τους για
τον έλεγχο και την κυριαρχία πάνω σε όλη την Α. Μεσόγειο και τη Μ.
Ανατολή, που προσλαμβάνει τώρα οξύτατη μορφή λόγω της διαμάχης που
ξέσπασε για την εκμετάλλευση του υποθαλάσσιου πλούτου και τον καθορισμό
της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ).
Οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και ιδιαίτερα
οι ΗΠΑ καθορίζουν το πλαίσιο που κινούνται οι ελληνοτουρκικές σχέσεις
και ανάλογα με τις κάθε φορά επιδιώξεις και τα συμφέροντά τους
υποδαυλίζουν την κρίση και την ένταση ανάμεσα στις δυο χώρες ή
συγκρατούν τις αντιθέσεις για να μην προκληθεί ρήγμα στη νοτιοανατολική
πτέρυγα του ΝΑΤΟ, διαδραματίζοντας πάντα ρόλο επιδιαιτητή και
επικυρίαρχου.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ,
υπερθεματίζοντας στην πολιτική εθνικής υποτέλειας που εφάρμοσαν όλες οι
κυβερνήσεις της ξενόδουλης άρχουσας τάξης, αναζητά στήριξη, προστασία
και “δικαίωση” στους ιμπεριαλιστές, ιδιαίτερα τους υπερατλαντικούς,
δυναμώνοντας τους πολιτικοστρατιωτικούς δεσμούς εξάρτησης με τις ΗΠΑ και
το ΝΑΤΟ.
Οι λαοί της Ελλάδας και της Τουρκίας δεν
έχουν τίποτα να χωρίσουν. Αντίθετα θα πρέπει να καταγγείλουν τη
σωβινιστική και εθνικιστική υστερία των κυρίαρχων τάξεων της Τουρκίας
και της Ελλάδας, την υποδαύλιση του εθνικού μίσους ανάμεσα στις δυο
χώρες και τους λαούς, την καλλιέργεια επεκτατικών βλέψεων και αλλαγής
των συνόρων.
Μόνο ο κοινός αντιιμπεριαλιστικός αγώνας
των δυο λαών, η κοινή πάλη τους ενάντια στην πολιτική των κυρίαρχων
τάξεων, ενάντια στην εθνική υποτέλεια και τους εθνικισμούς, είναι σε
θέση να οδηγήσει σε μια φιλειρηνική επίλυση των προβλημάτων και να
συμβάλει στον αγώνα για την εθνική ανεξαρτησία και την απαλλαγή τους από
τα ιμπεριαλιστικά δεσμά.
Άλλη μια διπλωματική πρωτοβουλία για την
«επίλυση» του Κυπριακού προβλήματος από τους ξένους προστάτες και τους
ντόπιους υποτακτικούς τους, σύμφωνα με τα πρότυπα του διχοτομικού
σχεδίου Ανάν, φαίνεται πως οδηγείται σε αδιέξοδο και ναυάγιο, μπροστά
στα αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, τους
τοπικούς ανταγωνισμούς και τις προκλητικές απαιτήσεις της Άγκυρας για
έλεγχο πάνω σε όλο το νησί.
Η λύση του Κυπριακού προβλήματος θα βρεθεί
μόνο με μια πολιτική που θα το αντιμετωπίσει ως πρόβλημα απαλλαγής μιας
χώρας, της Κύπρου, από την τουρκική κατοχή. Σαν πρόβλημα απαλλαγής της
από τις επεμβάσεις και αναμείξεις των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Σαν
πρόβλημα πάλης κατά της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης και υποτέλειας και του
συμβιβασμού με τα «τετελεσμένα».
Χρειάζεται να αναπτυχθεί ο κοινός αγώνας
των λαών της Κύπρου, της Ελλάδας και της Τουρκίας, για να φύγουν από την
Κύπρο τα τουρκικά κατοχικά στρατεύματα, οι βάσεις των ιμπεριαλιστικών
δυνάμεων και οι ελλαδίτικες στρατιωτικές δυνάμεις. Για να καταργηθεί το
καθεστώς των «εγγυητριών» δυνάμεων και να αφεθούν οι Κύπριοι, Έλληνες
και Τούρκοι, να λύσουν μόνοι τα προβλήματά τους και να εξασφαλίσουν
ειρηνική και ισότιμη συμβίωση.
Για να αποτραπεί κάθε διχοτόμηση και ομοσπονδία και να γίνει η Κύπρος πραγματικά ελεύθερη, ανεξάρτητη, ενιαία, κυρίαρχη χώρα.
Μπροστά στον καταιγισμό των αντεργατικών
μέτρων που έρχονται να επιδεινώσουν δραματικά τη θέση των εργαζομένων, ο
μόνος δρόμος για το Μ-Λ ΚΚΕ ήταν και παραμένει ο δρόμος της παλλαϊκής –
πανεργατικής αντίστασης και πάλης ενάντια στους ξένους και ντόπιους
δυνάστες και εκμεταλλευτές και τα πολιτικά τους φερέφωνα, για την
ανατροπή των μέτρων που πέρασαν και την απόκρουση αυτών που έρχονται με
τη δεύτερη “αξιολόγηση”, τη διεκδίκηση και επανακατάκτηση των λαϊκών
δικαιωμάτων που καταργήθηκαν, σε αναπόσπαστη σύνδεση με τα γενικότερα
αιτήματα πάλης για την έξοδο από την ΕΕ, το ΝΑΤΟ και το γκρέμισμα της
ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας.
Η πείρα των τελευταίων χρόνων πάλης
ενάντια στα μνημόνια και την πολιτική κυριαρχία του ΣΥΡΙΖΑ ήρθε να
επιβεβαιώσει ξανά τη δοκιμασμένη αλήθεια του επαναστατικού κινήματος ότι
η απόκρουση της αντιλαϊκής επίθεσης, η ανατροπή των αντεργατικών μέτρων
και η διεκδίκηση των μεγάλων αντιιμπεριαλιστικών αιτημάτων του λαού
μας δεν πρόκειται να έρθει μέσα από κοινοβουλευτικά τεχνάσματα και
προσδοκίες που σκορπούν οδυνηρές αυταπάτες και απογοητεύσεις, αλλά μέσα
από την ανάπτυξη ενός ισχυρού λαϊκού εξωκοινοβουλευτικού αγώνα, με
εμπιστοσύνη στη δύναμη των μαζών. Σε αυτή την κεντρική κατεύθυνση θα συνεχίσει να μάχεται το Μ-Λ ΚΚΕ.
Το τελευταίο διάστημα, μπροστά στις
δυσκολίες και τα εμπόδια που ορθώνονται για την ανάπτυξη της εργατικής
και λαϊκής πάλης, ξαναφουντώνουν όλες οι βαθιά λαθεμένες απόψεις που
αντιπαλέψαμε για τα συνδικάτα και επινοούνται διάφορα υποκατάστατα, που
επαναφέρουν προτάσεις “παναριστερού πολιτικού συντονισμού και
συνεργασίας”, σαν απάντηση δήθεν για το ξεπέρασμα των δυσκολιών.
Το να επανέρχονται παρόμοιες προτάσεις,
μετά το ναυάγιο και τη χρεοκοπία της ιδέας του παναριστερού πόλου που
ενσάρκωσε ο ΣΥΡΙΖΑ, οδηγώντας μια σειρά οργανώσεις να γίνουν
νεροκουβαλητές του, σημαίνει πως τα ρεφορμιστικά “μεταβατικά”
προγράμματα καλά κρατούν.
Προτάσεις και προγράμματα που όχι μόνο δεν συμβάλλουν στο ξεμπλοκάρισμα του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος και στην ανασύνταξη του αριστερού κινήματος, αλλά αντίθετα συντηρούν τη σύγχυση και συσκοτίζουν το δρόμο για την ανασυγκρότησή τους.
Προτάσεις και προγράμματα που όχι μόνο δεν συμβάλλουν στο ξεμπλοκάρισμα του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος και στην ανασύνταξη του αριστερού κινήματος, αλλά αντίθετα συντηρούν τη σύγχυση και συσκοτίζουν το δρόμο για την ανασυγκρότησή τους.
Η γενικότερη υποχώρηση του κινήματος, το
χαμηλό επίπεδο συνείδησης και οργάνωσης των μαζών, συνδέεται, πέρα από
τις αυταπάτες των εύκολων λύσεων που σκόρπισε τα προηγούμενα χρόνια ο
ΣΥΡΙΖΑ, με την υπόσκαψη και διάβρωση του αριστερού και κομμουνιστικού
κινήματος που έχει προκαλέσει η πολύχρονη κυριαρχία του ρεβιζιονισμού
και η καπιταλιστική παλινόρθωση, συνδέεται με την αδήριτη αναγκαιότητα
της ανασυγκρότησης του κομμουνιστικού κινήματος και την αναδημιουργία
του επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης. Αυτή ακριβώς η κατάσταση
καθορίζει τους αρνητικά διαμορφωμένους συσχετισμούς δυνάμεων σε βάρος
του κινήματος και ερμηνεύει την αδυναμία ανατροπής των αντεργατικών
μέτρων και της κυβερνητικής πολιτικής, καλλιεργώντας κάθε είδους
συγχύσεις, απογοητεύσεις και ηττοπάθειες. Όσο δεν κάνει βήματα η
ανασυγκρότηση του κομμουνιστικού κινήματος, οι εργατικοί και λαϊκοί
αγώνες θα χαρακτηρίζονται από αστάθεια και αποσπασματικότητα, από
εφήμερες διακυμάνσεις, θα είναι του ύψους και του βάθους. Ο στόχος της
ανασυγκρότησης του κομμουνιστικού κινήματος αποτελεί για το Μ-Λ ΚΚΕ
κεντρικό καθήκον.
Τον επόμενο μήνα συμπληρώθηκαν πέντε
χρόνια από τη δημιουργία της ΠΑΑΣ και στη συνέχεια της Λαϊκής Αντίστασης
– Αριστερής Αντιιμπεριαλιστικής Συνεργασίας (ΛΑ-ΑΑΣ) . Οι δυνάμεις που
τη συγκροτούν αυτά τα χρόνια δίνουν καθημερινά τη μάχη για να
στηρίξουν και να ενισχύσουν τους αγώνες της εργατικής τάξης και του λαού
μας, ενάντια στα βάρβαρα μνημόνια των κυβερνήσεων της μεγαλοαστικής
τάξης και των ξένων αφεντικών της, ενάντια στη ληστρική καπιταλιστική
και ιμπεριαλιστική εκμετάλλευση, καταπίεση και εξάρτηση.
Παρά τις αναπόφευκτες δυσκολίες και τα
προβλήματα που προέκυψαν το διάστημα αυτό και τις εκφρασμένες διαφορές
απόψεων που υπάρχουν, ορισμένες μάλιστα σε σημαντικά ζητήματα, οι
δυνάμεις της ΛΑ-ΑΑΣ καταφέρνουν να ξεπερνούν τα εμπόδια και τις
αρνητικές καταστάσεις που δημιουργούνται και ανοίγουν το δικό τους
ανεξάρτητο δρόμο, στέλνοντας μήνυμα πως είναι πάντα μάχιμες, παλεύοντας
να συσπειρώσουν και να εμπνεύσουν ευρύτερες δυνάμεις, να διαδώσουν το
δικό τους μήνυμα μέσα στους αγώνες, το λαό και την Αριστερά.