Τη Δευτέρα 17 Οκτώβρη πραγματοποιήθηκε
κινητοποίηση στο κέντρο της Αθήνας, για την επαναφορά των Συλλογικών
Συμβάσεων Εργασίας (ΣΣΕ).
Οι αφίσες που καλούσαν στην κινητοποίηση
είχαν τη θολή υπογραφή “Ομοσπονδίες, Εργατικά Κέντρα και Σωματεία”...
γενικώς. Πίσω από τη βιτρίνα των Ομοσπονδιών, Εργατικών Κέντρων και
Σωματείων, που μάλιστα υποτίθεται πως ξεπερνούν τα 500, κρύβεται για μια
ακόμα φορά η ηγεσία του ΠΑΜΕ. Δεν είναι άλλωστε η πρώτη φορά που
κινείται με αυτόν το συγκαλυμμένο τρόπο επιχειρώντας να θολώσει το τοπίο
μέσα στο συνδικαλιστικό κίνημα, να χειραγωγήσει και να περιχαρακώσει
δυνάμεις εντός του πλαισίου που η ηγεσία του ΠΑΜΕ έχει εξ’ αρχής
διαμορφώσει και προαποφασίσει. Μάλιστα η ηγεσία της ΑΔΕΔΥ πήρε στην
κυριολεξία την τελευταία στιγμή την απόφαση να συμμετάσχει στην
κινητοποίηση αυτή.
Με τον τρόπο αυτό οι δυνάμεις που διαμόρφωσαν την
απαραίτητη πλειοψηφία, υπενθύμισαν για μια ακόμα φορά, ανερυθρίαστα,
πόσο εύκολο είναι να εξαγγέλλουν, με τη σφραγίδα της ΑΔΕΔΥ, κάθε είδους
κινητοποίηση χωρίς φυσικά να θεωρούν υποχρέωσή τους να δουλέψουν ώστε να
υλοποιηθεί με τους καλύτερους δυνατούς όρους. Πολύ περισσότερο δεν
δείχνουν να ενδιαφέρονται καθόλου για την τύχη των κινητοποιήσεων αυτών.Το κεφάλαιο που αφορά την υπόθεση των πολύπαθων και κατακρεουργημένων Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, έχει ανοίξει ήδη το ΚΚΕ με ένα ιδιαίτερα στρεβλό τρόπο εδώ και κάποιους μήνες. Πριν από το καλοκαίρι, οι κομματικοί υπεύθυνοι του ΚΚΕ για το συνδικαλιστικό και εργατικό κίνημα, συνέταξαν ένα “σχέδιο νόμου”. Το σχέδιο αυτό συνοψίζει με νομική μορφή όλες τις διεκδικήσεις του εργατικού κινήματος, απέναντι στα αντεργατικά μνημονιακά μέτρα που έχουν παρθεί την τελευταία 6ετία και τα οποία ανέτρεψαν μια σειρά από εργατικές κατακτήσεις και δικαιώματα. Στη συνέχεια η ηγεσία του ΚΚΕ, δια μέσου του ΠΑΜΕ προώθησε το σχέδιο αυτό στα σωματεία – πρώτα και κύρια που ελέγχει – για να παρουσιαστεί και να επιδοθεί στη Βουλή την περασμένη Δευτέρα (17 Οκτώβρη) σαν την υποτιθέμενη “πρόταση νόμου του εργατικού και συνδικαλιστικού κινήματος” για τις Συλλογικές Διαπραγματεύσεις, καλώντας όλα τα κόμματα (εκτός της ΧΑ) να την υπερψηφίσουν.
Αποτελεί πεδίο πολλαπλής στρέβλωσης και
σύγχυσης η πρόταση του ΠΑΜΕ. Καταρχήν επιχειρεί με λαθροχειρίες να
υφαρπάξει τις υπογραφές και τις σφραγίδες σωματείων και συνδικάτων για
το κεφαλαιώδες ζήτημα των ΣΣΕ. Και μάλιστα σε περίοδο παρατεταμένης
υποχώρησης του εργατικού και συνδικαλιστικού κινήματος, χωρίς καμία
προϋπόθεση. Πολύ περισσότερο με τους εργαζόμενους να είναι απόντες από
τις συλλογικές διαδικασίες τους και δίχως μια πλατιά, δημοκρατική
συζήτηση για τις ΣΣΕ μέσα στους κόλπους του εργατικού και
συνδικαλιστικού κινήματος. Με αυτό τον τρόπο ο αγώνας για την υπεράσπιση
των ΣΣΕ δεν γίνεται υπόθεση των εργαζομένων και του εργατικού
κινήματος. Αντίθετα μετατρέπεται σε καρικατούρα που αντιγράφει τον
γραφειοκρατικό συνδικαλισμό αλλά με – υποτίθεται – ταξικό πρόσημο και
περιεχόμενο.
Επιπλέον, η συγκεκριμένη πρωτοβουλία του ΠΑΜΕ έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την παγιωμένη αντίληψή του για το χαρακτήρα και το περιεχόμενο των διεκδικήσεων του εργατικού και λαϊκού κινήματος στα πλαίσια του σημερινού συστήματος. Από τη μια πλευρά ισχυρίζεται το ΚΚΕ – και αναπαράγει το ΠΑΜΕ – πως ο καπιταλισμός, οι επιχειρηματικοί όμιλοι και τα μονοπώλια βρίσκονται στο απόλυτο αδιέξοδο στα όρια της κατάρρευσης και της ιστορικής τους χρεοκοπίας. Επομένως, κατά το ΠΑΜΕ, το εργατικό κίνημα δεν θα πρέπει να προβάλλει άμεσα αιτήματα διεκδίκησης αν ταυτόχρονα δεν διεκδικεί και τη “λαϊκή εξουσία”, η οποία θα υλοποιήσει τις διεκδικήσεις του (μισθός, σύνταξη, εργασία, κοινωνική πρόνοια κλπ). Η τελευταία πρωτοβουλία του ΠΑΜΕ να καταθέσει πρόταση νόμου για τις ΣΣΕ στο σημερινό κοινοβούλιο, στις συνθήκες κυριαρχίας της καπιταλιστικής βαρβαρότητας και της ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας, έρχεται σε μια χτυπητή αντίφαση με την παραπάνω θέση του. Εκτός κι αν η πρόταση νόμου που κατέθεσε αποτελεί το δρόμο για το πέρασμα στη “λαϊκή εξουσία”. Η σύγχυση έρχεται σαν λογικό επακόλουθο για όσους παρακολουθούν τις παλινωδίες της ηγεσίας του ΠΑΜΕ.
Επιπλέον, η συγκεκριμένη πρωτοβουλία του ΠΑΜΕ έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την παγιωμένη αντίληψή του για το χαρακτήρα και το περιεχόμενο των διεκδικήσεων του εργατικού και λαϊκού κινήματος στα πλαίσια του σημερινού συστήματος. Από τη μια πλευρά ισχυρίζεται το ΚΚΕ – και αναπαράγει το ΠΑΜΕ – πως ο καπιταλισμός, οι επιχειρηματικοί όμιλοι και τα μονοπώλια βρίσκονται στο απόλυτο αδιέξοδο στα όρια της κατάρρευσης και της ιστορικής τους χρεοκοπίας. Επομένως, κατά το ΠΑΜΕ, το εργατικό κίνημα δεν θα πρέπει να προβάλλει άμεσα αιτήματα διεκδίκησης αν ταυτόχρονα δεν διεκδικεί και τη “λαϊκή εξουσία”, η οποία θα υλοποιήσει τις διεκδικήσεις του (μισθός, σύνταξη, εργασία, κοινωνική πρόνοια κλπ). Η τελευταία πρωτοβουλία του ΠΑΜΕ να καταθέσει πρόταση νόμου για τις ΣΣΕ στο σημερινό κοινοβούλιο, στις συνθήκες κυριαρχίας της καπιταλιστικής βαρβαρότητας και της ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας, έρχεται σε μια χτυπητή αντίφαση με την παραπάνω θέση του. Εκτός κι αν η πρόταση νόμου που κατέθεσε αποτελεί το δρόμο για το πέρασμα στη “λαϊκή εξουσία”. Η σύγχυση έρχεται σαν λογικό επακόλουθο για όσους παρακολουθούν τις παλινωδίες της ηγεσίας του ΠΑΜΕ.
Μια επικίνδυνη παρακαταθήκη για το συνδικαλιστικό κίνημα
Η κινητοποίηση της Δευτέρας 17
Οκτωβρίου, υλοποιήθηκε μέσα στη γενικότερη υποχώρηση του συνδικαλιστικού
και του ευρύτερου εργατικού κινήματος. Οι γραφειοκρατικές πλειοψηφίες
των ηγεσιών των δύο συνομοσπονδιών, ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ, κωφεύουν και
εφελοτυφλούν μπροστά στο νέο κύμα αντιλαϊκών μέτρων που προετοιμάζει η
κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, ενόψει μάλιστα της δεύτερης αξιολόγησης για να πάρει
με το σταγονόμετρο την υποδόση της υποδόσης.
Μέσα σε αυτό το τοπίο οι τακτικισμοί και ο οππορτουνισμός του ΠΑΜΕ, βρήκε πρόθυμους συνοδοιπόρους τον “Συντονισμό των πρωτοβάθμιων σωματείων”. Πρόκειται για τη γνωστή πρωτοβουλία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και του ΝΑΡ να στήσουν ένα παράκεντρο, κακή απομίμηση της τακτικής του ΠΑΜΕ, που όμως αναπαράγει τα ίδια αδιέξοδα στο συνδικαλιστικό κίνημα με πιο “αντικαπιταλιστικό” περίβλημα. Οι δυνάμεις του λεγόμενου “αντικαπιταλιστικού πόλου”, χρησιμοποιούν την πλήρη ανυποληψία και την υποταγή των συνδικαλιστικών ηγεσιών της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ για να καταδικάσουν συλλήβδην το συνδικαλιστικό κίνημα. Αξίζει βέβαια να σημειώσουμε πως σε σχέση ιδιαίτερα με την ΑΔΕΔΥ, το ΝΑΡ έχει αλλάξει τουλάχιστον τρεις φορές θέση τα τελευταία 3 χρόνια. Άλλοτε βλέπει την ΑΔΕΔΥ σαν ξεπουλημένη, ενώ άλλες φορές χαιρετίζει την αλλαγή των συσχετισμών προς... όφελος του κινήματος.
Μπροστά στις μεγάλες δυσκολίες που υπάρχουν για ταξική ανασυγκρότηση του συνδικαλιστικού κινήματος, τα υποτιθέμενα “συντονιστικά”, παρά τις πολλές τυμπανοκρουσίες στην πράξη, κηρύσσουν τη φυγομαχία ενάντια στις δυνάμεις εκείνες που θέλουν το συνδικαλιστικό κίνημα θεατή στη γωνία και απομαζικοποιημένο και απονευρωμένο. Ο μανδύας με τον οποίο παρουσιάζεται τώρα το ΠΑΜΕ, εμφανιζόμενο σαν “Ομοσπονδίες, Εργατικά Κέντρα και Σωματεία”, τείνει χείρα βοηθείας προς την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και το ΝΑΡ στην προσπάθεια αυτή. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως το “ΠΡΙΝ” στις 16/10 παρουσίαζε την κινητοποίηση που έστησε το ΠΑΜΕ ως “διοργάνωση πλήθους σωματείων και συνδικάτων”. Μάλιστα διέβλεπε πως η “πανεργατική παλλαϊκή κινητοποίηση θα είναι μεγάλη στέλνοντας μήνυμα για τη δυνατότητα αντεπίθεσης του κινήματος”! Η ισχνή συμμετοχή στην κινητοποίηση της 17 Οκτώβρη διαψεύδει και ανατρέπει με εκκωφαντικό τρόπο όλα τα “φωνακλάδικα” αλλά κούφια συνθήματα για την αντεπίθεση του κινήματος.
Μέσα σε αυτό το τοπίο οι τακτικισμοί και ο οππορτουνισμός του ΠΑΜΕ, βρήκε πρόθυμους συνοδοιπόρους τον “Συντονισμό των πρωτοβάθμιων σωματείων”. Πρόκειται για τη γνωστή πρωτοβουλία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και του ΝΑΡ να στήσουν ένα παράκεντρο, κακή απομίμηση της τακτικής του ΠΑΜΕ, που όμως αναπαράγει τα ίδια αδιέξοδα στο συνδικαλιστικό κίνημα με πιο “αντικαπιταλιστικό” περίβλημα. Οι δυνάμεις του λεγόμενου “αντικαπιταλιστικού πόλου”, χρησιμοποιούν την πλήρη ανυποληψία και την υποταγή των συνδικαλιστικών ηγεσιών της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ για να καταδικάσουν συλλήβδην το συνδικαλιστικό κίνημα. Αξίζει βέβαια να σημειώσουμε πως σε σχέση ιδιαίτερα με την ΑΔΕΔΥ, το ΝΑΡ έχει αλλάξει τουλάχιστον τρεις φορές θέση τα τελευταία 3 χρόνια. Άλλοτε βλέπει την ΑΔΕΔΥ σαν ξεπουλημένη, ενώ άλλες φορές χαιρετίζει την αλλαγή των συσχετισμών προς... όφελος του κινήματος.
Μπροστά στις μεγάλες δυσκολίες που υπάρχουν για ταξική ανασυγκρότηση του συνδικαλιστικού κινήματος, τα υποτιθέμενα “συντονιστικά”, παρά τις πολλές τυμπανοκρουσίες στην πράξη, κηρύσσουν τη φυγομαχία ενάντια στις δυνάμεις εκείνες που θέλουν το συνδικαλιστικό κίνημα θεατή στη γωνία και απομαζικοποιημένο και απονευρωμένο. Ο μανδύας με τον οποίο παρουσιάζεται τώρα το ΠΑΜΕ, εμφανιζόμενο σαν “Ομοσπονδίες, Εργατικά Κέντρα και Σωματεία”, τείνει χείρα βοηθείας προς την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και το ΝΑΡ στην προσπάθεια αυτή. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως το “ΠΡΙΝ” στις 16/10 παρουσίαζε την κινητοποίηση που έστησε το ΠΑΜΕ ως “διοργάνωση πλήθους σωματείων και συνδικάτων”. Μάλιστα διέβλεπε πως η “πανεργατική παλλαϊκή κινητοποίηση θα είναι μεγάλη στέλνοντας μήνυμα για τη δυνατότητα αντεπίθεσης του κινήματος”! Η ισχνή συμμετοχή στην κινητοποίηση της 17 Οκτώβρη διαψεύδει και ανατρέπει με εκκωφαντικό τρόπο όλα τα “φωνακλάδικα” αλλά κούφια συνθήματα για την αντεπίθεση του κινήματος.
Η ταξική ανασυγκρότηση του σ/κ περνά μέσα από τα σωματεία
Το Μ-Λ ΚΚΕ και οι συνδικαλιστικές του παρατάξεις, αντλώντας από τη μακρόχρονη πείρα του εργατικού κινήματος παλεύουμε μέσα στα σωματεία και στα συνδικάτα εκεί που (πρέπει να) χτυπά η καρδιά των εργαζομένων και της εργατικής τάξης. Δίνουμε καθημερινά τη μάχη ενάντια στη συνδικαλιστική γραφειοκρατία και την εργατική αριστοκρατία με στόχο να αλλάξουμε ριζικά τους συσχετισμούς σε ταξική κατεύθυνση που να υπηρετεί τα πραγματικά συμφέροντα των εργαζομένων και της εργατικής τάξης. Η ηγεσία του ΠΑΜΕ αλλά και οι “αντικαπιταλιστές” του ΝΑΡ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, με μοναδικό επιχείρημα τους “ξεπουλημένους της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ”, καλούν σε έξοδο από τα σωματεία και στη δημιουργία νέων επινοημένων μορφών που αναμασούν την παλιά και χρεοκοπημένη θεωρία των “κόκκινων συνδικάτων”. Η επαναφορά αυτής της θεωρίας προσφέρει την καλύτερη υπηρεσία στην άρχουσα τάξη. Μετατρέπει τα συνδικάτα σε γραφειοκρατικά όργανα στην υπηρεσία του κυβερνητικού συνδικαλισμού και παραδίδει τον εργαζόμενο λαό αφοπλισμένο στους δυνάστες του.
Αξιοποιούμε την ιδιαίτερη εμπειρία των τελευταίων χρόνων από τους αγώνες του εργατικού και του ευρύτερου λαϊκού κινήματος. Υπενθυμίζουμε ότι όλοι οι πανεργατικοί απεργιακοί αγώνες της τελευταίας περιόδου έγιναν κάτω από τα καλέσματα των ηγεσιών των ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ. Αυτό φυσικά καθόλου δεν σημαίνει ότι η πολιτική των ηγεσιών των δύο συνομοσπονδιών υπηρετούσε τα συμφέροντα των εργαζομένων. Αντίθετα ήταν και παραμένουν γραφειοκρατικές, φιλοκυβερνητικές και φιλοεργοδοτικές. Η υπόμνηση αυτή γίνεται για να υπογραμμίσουμε ότι η πλειοψηφία των εργαζομένων, παρά την αποδοκιμασία απέναντι στις ηγεσίες των ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ, ανταποκρίθηκε με ιδιαίτερη μαζικότητα στα απεργιακά καλέσματα.
Αυτό το γεγονός επίσης διόλου δεν σημαίνει ότι υποτασσόμαστε και αναμένουμε με σταυρωμένα τα χέρια. Αντίθετα αγωνιζόμαστε για να ανατραπεί η κυριαρχία του κυβερνητικού και γραφειοκρατικού συνδικαλισμού, να ενισχυθεί η ταξική πτέρυγα μέσα στα συνδικάτα, να περάσουν πραγματικά οι αγώνες και τα σωματεία στα χέρια των εργαζομένων. Πολιτικές κατευθύνσεις που αναπαράγουν ρεφορμιστικές ιδέες, σεχταριστικές και διασπαστικές πρακτικές στο μαζικό κίνημα δεν συμβάλλουν στο να ανακτήσει τον πολιτικό προσανατολισμό που θα το δυναμώσει και, ταυτόχρονα, εξασθενούν και την τωρινή δύναμή του.Αντιλήψεις που ψάχνουν “λύσεις” για την ανάπτυξη του μαζικού κινήματος σε “πρωτοβουλίες για συντονισμό σωματείων” δεν βοηθούν ώστε να αποδυναμωθούν τα ερείσματα του κυβερνητικού, εργοδοτικού και γραφειοκρατικού συνδικαλισμού. Αποδυναμώνουν την προσπάθεια να αλλάξει ο συσχετισμός δυνάμεων μέσα στο συνδικαλιστικό κίνημα και αποπροσανατολίζουν από τον κύριο στόχο να γίνει συνολικά το συνδικαλιστικό κίνημα πραγματικό κέντρο αγώνα.
Μπροστά στη νέα μνημονιακή επιδρομή της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και των ιμπεριαλιστών δανειστών, οι ταξικές συνδικαλιστικές δυνάμεις οφείλουν να δουλέψουν μέσα στα σωματεία, στα συνδικάτα και τους μαζικούς χώρους για την επανενεργοποίηση και την ανασύνταξη των εργαζομένων σε αγωνιστική κατεύθυνση, προβάλλοντας τον αναγκαίο και σωστό πολιτικό προσανατολισμό. Αποτελεί χρέος των αγωνιστών της Αριστεράς να επιδιώξουν ώστε οι αγώνες και ο πραγματικός συντονισμός να γίνει υπόθεση και κτήμα των ίδιων των εργαζομένων και των μαζικών οργανώσεών τους.