Η νεολαία στα χρόνια των μνημονίων
Στις 23 Απριλίου 2016 συμπληρώνονται έξι
ταραχώδη χρόνια για τη χώρα μας. Ήταν 23η Απρίλη του 2010 όταν ο τότε
πρωθυπουργός, Γ. Παπανδρέου, ανακοίνωνε από το Καστελόριζο την «είσοδο»
της Ελλάδας στον οικονομικό μηχανισμό στήριξης του ΔΝΤ και της ΕΚΤ.
Οι δανειστές μας, πρώτοι, ονόμασαν
«μνημόνιο» το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, και επέβαλαν την
υλοποίησή του για να αντιμετωπιστεί, τάχα, η κρίση χρέους που
απειλούσε τη χώρα. Μετά την αποτυχία του πρώτου, ακολούθησαν δύο ακόμη
μνημόνια και ένα μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα, το ένα πιο επώδυνο από τ’ άλλο.
Στην πραγματικότητα, οι μνημονιακές πολιτικές δεν αντιμετώπισαν τις οικονομικές πληγές τής χώρας, αλλά, αντιθέτως, εκτόξευσαν το χρέος και μείωσαν δραστικά το ΑΕΠ, ενώ γιγάντωσαν την ανεργία, διαμόρφωσαν τη μεγαλύτερη μεταπολεμική εσωτερική υποτίμηση, με χτύπημα στους μισθούς, τις συντάξεις και τις κοινωνικές παροχές, με πλήγματα σε ελευθερίες και δικαιώματα, με σάρωμα κατακτήσεων δεκαετιών, προκαλώντας κανονικό ιστορικό πισωγύρισμα της ελληνικής κοινωνίας.
Οι πολιτικές των μνημονίων προκάλεσαν την πολιτική ρευστότητα και αστάθεια, και είχαν καταλυτικό ρόλο στην εναλλαγή κυβερνήσεων (είτε μονοκομματικών, είτε συνεργασίας, είτε τεχνοκρατών, όπως η κυβέρνηση Παπαδήμου) με κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις, σε πρώτη φάση, το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ, καθώς και τα δεκανίκια τους (ΛΑΟΣ, ΔΗΜΑΡ), οι οποίες στο όνομα της «σωτηρίας της πατρίδας» αποδείχτηκαν υπερασπιστές και θεματοφύλακες των μνημονίων. Τον ρόλο αυτό, τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, έχουν αναλάβει και διεκπεραιώνουν οι δύο διαδοχικές συγκυβερνήσεις ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Σήμερα που η εξάρτηση όσο και η λεηλασία της Ελλάδας από τους ιμπεριαλιστές εντείνεται, που η εξαθλίωση και η ανέχεια μεγάλων κομματιών του λαού βαθαίνει, η νεολαία δεν αποτελεί εξαίρεση και πληρώνει βαρύ το τίμημα της κατάστασης στην οποία έχει περιέλθει η χώρα την τελευταία 6ετία.
Η ίδια η κατάσταση υποδεικνύει ως «λύση» στη νεολαία την οικονομική μετανάστευση, είτε τη στήνει αμήχανα στις ουρές των ανέργων. Το τοπίο διαμορφώνεται ακόμα πιο εφιαλτικό για τους νέους που τώρα πρωτοβγαίνουν στην αρένα της αναζήτησης εργασίας και αποτελούν την πιο ευάλωτη ομάδα -το νέο αίμα που μπαίνει στην αγορά- και επιβάλλεται να είναι κομμένο και ραμμένο στις επιταγές των εργοδοτών. Οι νέοι καλούνται να δουλέψουν με πολύ πιο άθλιους όρους και πολύ λιγότερα δικαιώματα. Οι αποφάσεις που έχουν ληφθεί μέσω των μνημονίων και σταδιακά εξειδικεύονται και υλοποιούνται με πληθώρα νομοθετημάτων, από τη μία εντατικοποιούν την εργασία και τη σκληρή εκμετάλλευση και από την άλλη οδηγούν όλο και περισσότερο κόσμο στην ανεργία. Για την πλειοψηφία του ελληνικού λαού η ανεργία αποτελεί, μαζί με την ακρίβεια, το σημαντικότερο πρόβλημα, αγγίζοντας εκατοντάδες χιλιάδες οικογένειες. Την αγωνία, το άγχος της περιθωριοποίησης και της επιβίωσης, τη νοιώθει στο πετσί του ο κάθε νέος που ψάχνει για δουλειά, ο κάθε φοιτητής πριν ακόμα πάρει πτυχίο, ο μαθητής που ακόμα δεν τελείωσε το σχολείο. Για πολλούς νέους, η ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον δείχνει σήμερα ξεθωριασμένη.
Σημαντική συμβολή στη σημερινή απογοήτευση της νεολαίας και στη δημιουργία κλίματος ηττοπάθειας στους κόλπους της νέας γενιάς, είχε η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβερνητική εξουσία. Η κάλπικη συνθηματολογία του για την «πρώτη φορά Αριστερά», η εντατική καλλιέργεια της ψευδαίσθησης της «Ελπίδας» και οι διακηρύξεις για τον ερχομό του «Νέου» απέναντι στο «Παλιό» πολιτικό σύστημα, έπεισαν ένα νεανικό (και όχι μόνο) κοινό και παγίδευσαν κομμάτια της ελληνικής κοινωνίας πριν τα προδώσουν και τα απογοητεύσουν.
Παλιοί και νέοι διαχειριστές του αστικού πολιτικού συστήματος, «αριστερά» και δεξιά κόμματα συγκυβέρνησης, η ακροδεξιά που σταθεροποιεί (αν δεν αναβαθμίζει, όπως συμβαίνει σε όλη την Ευρώπη) την παρουσία της στο πολιτικό σκηνικό, δυνάμεις της «αριστεράς» που ξέρουν μόνο να λογοκοπούν επαναστατικά (κηρύσσοντας, με κάθε τρόπο, την ουσιαστική αναχώρηση από τους αγώνες), αυτό είναι το πολιτικό τοπίο της χώρας μας σήμερα.
Σε αυτό το πολιτικό τοπίο η νεολαία σήμερα καλείται να βάλει πλάτη και να υποθηκεύσει το μέλλον της στα χέρια των ιμπεριαλιστών - δανειστών και της ντόπιας πλουτοκρατικής ολιγαρχίας, κάτω από τη διαχείριση της κάθε φορά κυβέρνησης. Από τα συνεχώς μειούμενα σε αριθμό δημόσια σχολεία με τις χιλιάδες ώρες διδακτικών κενών και μαθητών που λιποθυμούν από τον υποσιτισμό, στα φροντιστήρια των ταξικών φραγμών και την υπόσχεση της εισόδου στην -εγκαταλελειμμένη στην τύχη της- τριτοβάθμια εκπαίδευση. Από τα υποχρηματοδοτούμενα ΑΕΙ και τα ρημαγμένα ΤΕΙ στην ελπίδα της επαγγελματικής αποκατάστασης στην Ελλάδα του 1,5 εκατομμυρίου ανέργων. Από το νέο μισθολογικό καθεστώς του φιλοδωρήματος των 300 ευρώ σε νέους κάτω των 25 χρονών, και την ανασφάλιστη εκμετάλλευση των πιο παραγωγικών δυνάμεων της κοινωνίας, στη μακροχρόνια και μη επιδοτούμενη ανεργία. Από την ψευδαίσθηση της ελευθερίας και των επιλογών μέσω των iphone, στο τσάκισμα των δημοκρατικών δικαιωμάτων και τους τρομονόμους. Από την πολιτιστική υποκουλτούρα των ΜΜΕ και την ανύπαρκτη δομή χώρων έκφρασης και αθλητισμού όπου η νεολαία ζει και αναπνέει, στη ζοφερή πραγματικότητα. Μέσα σε αυτό το σκηνικό η νεολαία καλείται να βρει καταρχάς τα πατήματά της.
Οι νέοι και νέες του Μ-Λ ΚΚΕ θα καταθέσουν την αγωνιστική συμβολή τους σε αυτή την κατεύθυνση. Με οδηγό την πολιτική γραμμή, οι νεολαίοι σύντροφοι καλούνται, μέσα στις δύσκολες συνθήκες της εποχής, να σταθούν στην πρώτη γραμμή των αγώνων που γεννιούνται, ενάντια στις πολιτικές που επιβάλλουν τα βάρβαρα μνημόνια. Σήμερα, περισσότερο από τα προηγούμενα χρόνια, μας δίνεται η ευκαιρία να προπαγανδίσουμε την πολιτική μας γραμμή στους κόλπους της νεολαίας.
Στην πραγματικότητα, οι μνημονιακές πολιτικές δεν αντιμετώπισαν τις οικονομικές πληγές τής χώρας, αλλά, αντιθέτως, εκτόξευσαν το χρέος και μείωσαν δραστικά το ΑΕΠ, ενώ γιγάντωσαν την ανεργία, διαμόρφωσαν τη μεγαλύτερη μεταπολεμική εσωτερική υποτίμηση, με χτύπημα στους μισθούς, τις συντάξεις και τις κοινωνικές παροχές, με πλήγματα σε ελευθερίες και δικαιώματα, με σάρωμα κατακτήσεων δεκαετιών, προκαλώντας κανονικό ιστορικό πισωγύρισμα της ελληνικής κοινωνίας.
Οι πολιτικές των μνημονίων προκάλεσαν την πολιτική ρευστότητα και αστάθεια, και είχαν καταλυτικό ρόλο στην εναλλαγή κυβερνήσεων (είτε μονοκομματικών, είτε συνεργασίας, είτε τεχνοκρατών, όπως η κυβέρνηση Παπαδήμου) με κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις, σε πρώτη φάση, το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ, καθώς και τα δεκανίκια τους (ΛΑΟΣ, ΔΗΜΑΡ), οι οποίες στο όνομα της «σωτηρίας της πατρίδας» αποδείχτηκαν υπερασπιστές και θεματοφύλακες των μνημονίων. Τον ρόλο αυτό, τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, έχουν αναλάβει και διεκπεραιώνουν οι δύο διαδοχικές συγκυβερνήσεις ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Σήμερα που η εξάρτηση όσο και η λεηλασία της Ελλάδας από τους ιμπεριαλιστές εντείνεται, που η εξαθλίωση και η ανέχεια μεγάλων κομματιών του λαού βαθαίνει, η νεολαία δεν αποτελεί εξαίρεση και πληρώνει βαρύ το τίμημα της κατάστασης στην οποία έχει περιέλθει η χώρα την τελευταία 6ετία.
Η ίδια η κατάσταση υποδεικνύει ως «λύση» στη νεολαία την οικονομική μετανάστευση, είτε τη στήνει αμήχανα στις ουρές των ανέργων. Το τοπίο διαμορφώνεται ακόμα πιο εφιαλτικό για τους νέους που τώρα πρωτοβγαίνουν στην αρένα της αναζήτησης εργασίας και αποτελούν την πιο ευάλωτη ομάδα -το νέο αίμα που μπαίνει στην αγορά- και επιβάλλεται να είναι κομμένο και ραμμένο στις επιταγές των εργοδοτών. Οι νέοι καλούνται να δουλέψουν με πολύ πιο άθλιους όρους και πολύ λιγότερα δικαιώματα. Οι αποφάσεις που έχουν ληφθεί μέσω των μνημονίων και σταδιακά εξειδικεύονται και υλοποιούνται με πληθώρα νομοθετημάτων, από τη μία εντατικοποιούν την εργασία και τη σκληρή εκμετάλλευση και από την άλλη οδηγούν όλο και περισσότερο κόσμο στην ανεργία. Για την πλειοψηφία του ελληνικού λαού η ανεργία αποτελεί, μαζί με την ακρίβεια, το σημαντικότερο πρόβλημα, αγγίζοντας εκατοντάδες χιλιάδες οικογένειες. Την αγωνία, το άγχος της περιθωριοποίησης και της επιβίωσης, τη νοιώθει στο πετσί του ο κάθε νέος που ψάχνει για δουλειά, ο κάθε φοιτητής πριν ακόμα πάρει πτυχίο, ο μαθητής που ακόμα δεν τελείωσε το σχολείο. Για πολλούς νέους, η ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον δείχνει σήμερα ξεθωριασμένη.
Σημαντική συμβολή στη σημερινή απογοήτευση της νεολαίας και στη δημιουργία κλίματος ηττοπάθειας στους κόλπους της νέας γενιάς, είχε η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβερνητική εξουσία. Η κάλπικη συνθηματολογία του για την «πρώτη φορά Αριστερά», η εντατική καλλιέργεια της ψευδαίσθησης της «Ελπίδας» και οι διακηρύξεις για τον ερχομό του «Νέου» απέναντι στο «Παλιό» πολιτικό σύστημα, έπεισαν ένα νεανικό (και όχι μόνο) κοινό και παγίδευσαν κομμάτια της ελληνικής κοινωνίας πριν τα προδώσουν και τα απογοητεύσουν.
Παλιοί και νέοι διαχειριστές του αστικού πολιτικού συστήματος, «αριστερά» και δεξιά κόμματα συγκυβέρνησης, η ακροδεξιά που σταθεροποιεί (αν δεν αναβαθμίζει, όπως συμβαίνει σε όλη την Ευρώπη) την παρουσία της στο πολιτικό σκηνικό, δυνάμεις της «αριστεράς» που ξέρουν μόνο να λογοκοπούν επαναστατικά (κηρύσσοντας, με κάθε τρόπο, την ουσιαστική αναχώρηση από τους αγώνες), αυτό είναι το πολιτικό τοπίο της χώρας μας σήμερα.
Σε αυτό το πολιτικό τοπίο η νεολαία σήμερα καλείται να βάλει πλάτη και να υποθηκεύσει το μέλλον της στα χέρια των ιμπεριαλιστών - δανειστών και της ντόπιας πλουτοκρατικής ολιγαρχίας, κάτω από τη διαχείριση της κάθε φορά κυβέρνησης. Από τα συνεχώς μειούμενα σε αριθμό δημόσια σχολεία με τις χιλιάδες ώρες διδακτικών κενών και μαθητών που λιποθυμούν από τον υποσιτισμό, στα φροντιστήρια των ταξικών φραγμών και την υπόσχεση της εισόδου στην -εγκαταλελειμμένη στην τύχη της- τριτοβάθμια εκπαίδευση. Από τα υποχρηματοδοτούμενα ΑΕΙ και τα ρημαγμένα ΤΕΙ στην ελπίδα της επαγγελματικής αποκατάστασης στην Ελλάδα του 1,5 εκατομμυρίου ανέργων. Από το νέο μισθολογικό καθεστώς του φιλοδωρήματος των 300 ευρώ σε νέους κάτω των 25 χρονών, και την ανασφάλιστη εκμετάλλευση των πιο παραγωγικών δυνάμεων της κοινωνίας, στη μακροχρόνια και μη επιδοτούμενη ανεργία. Από την ψευδαίσθηση της ελευθερίας και των επιλογών μέσω των iphone, στο τσάκισμα των δημοκρατικών δικαιωμάτων και τους τρομονόμους. Από την πολιτιστική υποκουλτούρα των ΜΜΕ και την ανύπαρκτη δομή χώρων έκφρασης και αθλητισμού όπου η νεολαία ζει και αναπνέει, στη ζοφερή πραγματικότητα. Μέσα σε αυτό το σκηνικό η νεολαία καλείται να βρει καταρχάς τα πατήματά της.
Οι νέοι και νέες του Μ-Λ ΚΚΕ θα καταθέσουν την αγωνιστική συμβολή τους σε αυτή την κατεύθυνση. Με οδηγό την πολιτική γραμμή, οι νεολαίοι σύντροφοι καλούνται, μέσα στις δύσκολες συνθήκες της εποχής, να σταθούν στην πρώτη γραμμή των αγώνων που γεννιούνται, ενάντια στις πολιτικές που επιβάλλουν τα βάρβαρα μνημόνια. Σήμερα, περισσότερο από τα προηγούμενα χρόνια, μας δίνεται η ευκαιρία να προπαγανδίσουμε την πολιτική μας γραμμή στους κόλπους της νεολαίας.
Για τη σπουδάζουσα νεολαία
Από τη σκληρή μνημονιακή πολιτική των
τελευταίων χρόνων η μαθητική και η φοιτητική νεολαία, καθώς και η
δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια εκπαίδευση όχι μόνο δεν ξέφυγαν, αλλά
αποτέλεσαν στόχο και συνεχίζουν να πλήττονται από τις αντιλαϊκές και
αντιεκπαιδευτικές πολιτικές που επιβάλλουν οι ξένοι ιμπεριαλιστές, η
ντόπια πλουτοκρατία και οι κυβερνήσεις που τους υπηρετούν.
Η πολιτική των μνημονίων
στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση
Χαρακτηριστικά αξίζει να αναφερθεί ότι
την τελευταία μνημονιακή εξαετία συγχωνεύτηκαν και καταργήθηκαν περίπου
2.000 σχολεία, ενώ εξαιτίας της συνταξιοδότησης αρκετών χιλιάδων
εκπαιδευτικών, σε συνδυασμό με την πολιτική των μηδαμινών προσλήψεων, τα
σχολεία υπολογίζεται ότι έμειναν με 25.000 εκπαιδευτικούς λιγότερους.
Δίπλα σε όλα αυτά, η πολιτική του περίφημου «Νέου Λυκείου», η διαρκώς αυξανόμενη υποχρηματοδότηση, οι εξεταστικοί μαραθώνιοι, η όξυνση των ταξικών φραγμών και το πέταγμα χιλιάδων μαθητών έξω από την εκπαιδευτική διαδικασία, η ένταση της στροφής στην ιδιωτική παραπαιδεία και τα φροντιστήρια, η αύξηση των μαθητών ανά τμήμα, το κλείσιμο της πόρτας προς την τριτοβάθμια εκπαίδευση για χιλιάδες μαθητές, η επαναφορά της «μαθητείας» στα ΕΠΑΛ και η δωρεάν απλήρωτη εργασία που βαφτίστηκε «πρακτική άσκηση», η αξιολόγηση που δημιουργεί σχολεία και μαθητές α΄ και β΄ κατηγορίας, είναι μερικά από τα μέτρα και τις συνέπειες της εφαρμογής της πολιτικής των μνημονίων στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Στη ζοφερή αυτή κατάσταση προστίθενται βέβαια τα χρόνια προβλήματα των σχολείων, όπως τα χιλιάδες κενά σε καθηγητές, οι ελλείψεις βιβλίων και τα μειωμένα κονδύλια για τα λειτουργικά έξοδα και τις υλικοτεχνικές υποδομές.
Αν από τη μία πλευρά είναι τα προβλήματα της μαθητικής νεολαίας αυτά καθ’ αυτά, από την άλλη είναι οι οικογένειες των μαθητών: οι λαϊκές οικογένειες, χτυπημένες από τη φτώχια, την ανεργία και τη μείωση των εισοδημάτων. Η αδυναμία των γονιών να καλύψουν τα έξοδα φροντιστηρίων και εξωσχολικής εκπαίδευσης οδήγησαν χιλιάδες μαθητές στην έξωση από το σχολείο και στην αναζήτηση εργασίας, ενώ τα συνεχώς αυξανόμενα φαινόμενα υποσιτισμού μαθητών είναι στοιχεία που αντανακλούν αυτές ακριβώς τις συνέπειες της αντιλαϊκής πολιτικής κυβερνήσεων-ΕΕ-ΔΝΤ στις λαϊκές οικογένειες.
Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, πέρα από τις μεγαλοστομίες και τις κάλπικες υποσχέσεις, διατήρησε λίγο-πολύ ανέπαφη την αντιεκπαιδευτική πολιτική των προηγούμενων κυβερνήσεων, όπως ακριβώς έκανε και με τη διατήρηση και όξυνση της μνημονιακής αντιλαϊκής επέλασης. Αν δηλαδή εξαιρέσει κανείς την κατάργηση της «Τράπεζας Θεμάτων», που δεν ήταν παρά η αιχμή του δόρατος των μαθητικών και εκπαιδευτικών αιτημάτων, το κερασάκι στην τούρτα του ταξικού «Νέου Λυκείου», η «κυβέρνηση της αριστεράς» πέταξε στα αζήτητα όλες τις προεκλογικές και μετεκλογικές της εξαγγελίες. Στο νέο εξεταστικό σύστημα και τη διάρθρωση της λυκειακής εκπαίδευσης, αν και με την πρώτη ματιά μειώνονται τα πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα, στην ουσία κυριαρχεί η εντατικοποίηση, η εξειδίκευση και η εξετασιομανία. Καλλιεργείται και διογκώνεται το πνεύμα του ανταγωνισμού, ενώ ενισχύεται ένας εξεταστικοκεντρικός χαρακτήρας του σχολείου.
Το μαθητικό κίνημα
Δίπλα σε όλα αυτά, η πολιτική του περίφημου «Νέου Λυκείου», η διαρκώς αυξανόμενη υποχρηματοδότηση, οι εξεταστικοί μαραθώνιοι, η όξυνση των ταξικών φραγμών και το πέταγμα χιλιάδων μαθητών έξω από την εκπαιδευτική διαδικασία, η ένταση της στροφής στην ιδιωτική παραπαιδεία και τα φροντιστήρια, η αύξηση των μαθητών ανά τμήμα, το κλείσιμο της πόρτας προς την τριτοβάθμια εκπαίδευση για χιλιάδες μαθητές, η επαναφορά της «μαθητείας» στα ΕΠΑΛ και η δωρεάν απλήρωτη εργασία που βαφτίστηκε «πρακτική άσκηση», η αξιολόγηση που δημιουργεί σχολεία και μαθητές α΄ και β΄ κατηγορίας, είναι μερικά από τα μέτρα και τις συνέπειες της εφαρμογής της πολιτικής των μνημονίων στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Στη ζοφερή αυτή κατάσταση προστίθενται βέβαια τα χρόνια προβλήματα των σχολείων, όπως τα χιλιάδες κενά σε καθηγητές, οι ελλείψεις βιβλίων και τα μειωμένα κονδύλια για τα λειτουργικά έξοδα και τις υλικοτεχνικές υποδομές.
Αν από τη μία πλευρά είναι τα προβλήματα της μαθητικής νεολαίας αυτά καθ’ αυτά, από την άλλη είναι οι οικογένειες των μαθητών: οι λαϊκές οικογένειες, χτυπημένες από τη φτώχια, την ανεργία και τη μείωση των εισοδημάτων. Η αδυναμία των γονιών να καλύψουν τα έξοδα φροντιστηρίων και εξωσχολικής εκπαίδευσης οδήγησαν χιλιάδες μαθητές στην έξωση από το σχολείο και στην αναζήτηση εργασίας, ενώ τα συνεχώς αυξανόμενα φαινόμενα υποσιτισμού μαθητών είναι στοιχεία που αντανακλούν αυτές ακριβώς τις συνέπειες της αντιλαϊκής πολιτικής κυβερνήσεων-ΕΕ-ΔΝΤ στις λαϊκές οικογένειες.
Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, πέρα από τις μεγαλοστομίες και τις κάλπικες υποσχέσεις, διατήρησε λίγο-πολύ ανέπαφη την αντιεκπαιδευτική πολιτική των προηγούμενων κυβερνήσεων, όπως ακριβώς έκανε και με τη διατήρηση και όξυνση της μνημονιακής αντιλαϊκής επέλασης. Αν δηλαδή εξαιρέσει κανείς την κατάργηση της «Τράπεζας Θεμάτων», που δεν ήταν παρά η αιχμή του δόρατος των μαθητικών και εκπαιδευτικών αιτημάτων, το κερασάκι στην τούρτα του ταξικού «Νέου Λυκείου», η «κυβέρνηση της αριστεράς» πέταξε στα αζήτητα όλες τις προεκλογικές και μετεκλογικές της εξαγγελίες. Στο νέο εξεταστικό σύστημα και τη διάρθρωση της λυκειακής εκπαίδευσης, αν και με την πρώτη ματιά μειώνονται τα πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα, στην ουσία κυριαρχεί η εντατικοποίηση, η εξειδίκευση και η εξετασιομανία. Καλλιεργείται και διογκώνεται το πνεύμα του ανταγωνισμού, ενώ ενισχύεται ένας εξεταστικοκεντρικός χαρακτήρας του σχολείου.
Το μαθητικό κίνημα
Απέναντι στην πολιτική διάλυσης της
δημόσιας δωρεάν παιδείας οι μαθητές δεν έμειναν παρατηρητές. Πλήθος
μαθητικών κινητοποιήσεων πραγματοποιήθηκαν, ιδιαίτερα την τελευταία
μνημονιακή εξαετία. Το μαθητικό κίνημα βγήκε στους δρόμους, με
καταλήψεις και διαδηλώσεις και μεγάλα κομμάτια του μαθητικού πληθυσμού
αγωνίστηκαν ενάντια στην αντιλαϊκή-αντιεκπαιδευτική πολιτική.
Η αντιμετώπιση των μαθητικών αντιδράσεων με καταστολή, ποινικοποιήσεις, απειλές και κάθε λογής αυταρχικά και αντιδημοκρατικά μέτρα για τον εκφοβισμό και την τρομοκράτηση των μαθητών αποδεικνύουν ακριβώς τον φόβο των κυβερνήσεων και των εκάστοτε διοικήσεων των υπουργείων Παιδείας απέναντι στο ενδεχόμενο πραγματοποίησης εκτεταμένων, μαζικών μαθητικών αγώνων, απέναντι στη συγκρότηση ενός οργανωμένου, αγωνιστικού και μαχητικού μαθητικού κινήματος. Από την άλλη, η υποχώρηση των μαθητικών κινητοποιήσεων μπροστά στις κυβερνητικές απειλές και την κρατική τρομοκρατία αντανακλά ακριβώς το επίπεδο οργάνωσης, συνείδησης και μαχητικότητας του μαθητικού κινήματος.
Το βέβαιο είναι ότι απουσιάζει ένα συνειδητοποιημένο μαθητικό κίνημα, που θα μάχεται σταθερά και αταλάντευτα, χωρίς υποχωρήσεις και καιροσκοπισμούς, για την ικανοποίηση των μαθητικών διεκδικήσεων, για την ενεργητική συμπόρευση των μαθητών στο πλευρό της εργατικής τάξης και του λαού.
Σήμερα, στα περισσότερα σχολεία τα 5μελή και 15μελή συμβούλια αποτελούν στην πραγματικότητα διακοσμητικά όργανα, με βασική τους ενασχόληση τη διοργάνωση εκδρομών, χοροεσπερίδων κ.ο.κ. Οι μαθητικές εκλογές από την άλλη έχουν χάσει στις περισσότερες περιπτώσεις τα πολιτικά χαρακτηριστικά τους, δεν διεξάγονται ενιαία, αλλά σε διαφορετική ημερομηνία σε κάθε σχολείο και περιοχή. Οι μαθητικοί αγώνες μπορεί να ξεσπούν με ένταση τη μια στιγμή, για να σταματήσουν το ίδιο απότομα την επόμενη, μένοντας στα μισά του δρόμου. Και αυτή θα είναι η αναπόφευκτη πορεία τους, στον βαθμό που δεν παίρνει σάρκα και οστά μια πραγματικά αριστερή πολιτική στα σχολεία, η οποία θα βοηθάει στο να χαραχτεί ο σωστός προσανατολισμός των αγώνων.
Η αντιμετώπιση των μαθητικών αντιδράσεων με καταστολή, ποινικοποιήσεις, απειλές και κάθε λογής αυταρχικά και αντιδημοκρατικά μέτρα για τον εκφοβισμό και την τρομοκράτηση των μαθητών αποδεικνύουν ακριβώς τον φόβο των κυβερνήσεων και των εκάστοτε διοικήσεων των υπουργείων Παιδείας απέναντι στο ενδεχόμενο πραγματοποίησης εκτεταμένων, μαζικών μαθητικών αγώνων, απέναντι στη συγκρότηση ενός οργανωμένου, αγωνιστικού και μαχητικού μαθητικού κινήματος. Από την άλλη, η υποχώρηση των μαθητικών κινητοποιήσεων μπροστά στις κυβερνητικές απειλές και την κρατική τρομοκρατία αντανακλά ακριβώς το επίπεδο οργάνωσης, συνείδησης και μαχητικότητας του μαθητικού κινήματος.
Το βέβαιο είναι ότι απουσιάζει ένα συνειδητοποιημένο μαθητικό κίνημα, που θα μάχεται σταθερά και αταλάντευτα, χωρίς υποχωρήσεις και καιροσκοπισμούς, για την ικανοποίηση των μαθητικών διεκδικήσεων, για την ενεργητική συμπόρευση των μαθητών στο πλευρό της εργατικής τάξης και του λαού.
Σήμερα, στα περισσότερα σχολεία τα 5μελή και 15μελή συμβούλια αποτελούν στην πραγματικότητα διακοσμητικά όργανα, με βασική τους ενασχόληση τη διοργάνωση εκδρομών, χοροεσπερίδων κ.ο.κ. Οι μαθητικές εκλογές από την άλλη έχουν χάσει στις περισσότερες περιπτώσεις τα πολιτικά χαρακτηριστικά τους, δεν διεξάγονται ενιαία, αλλά σε διαφορετική ημερομηνία σε κάθε σχολείο και περιοχή. Οι μαθητικοί αγώνες μπορεί να ξεσπούν με ένταση τη μια στιγμή, για να σταματήσουν το ίδιο απότομα την επόμενη, μένοντας στα μισά του δρόμου. Και αυτή θα είναι η αναπόφευκτη πορεία τους, στον βαθμό που δεν παίρνει σάρκα και οστά μια πραγματικά αριστερή πολιτική στα σχολεία, η οποία θα βοηθάει στο να χαραχτεί ο σωστός προσανατολισμός των αγώνων.
Για μια αγωνιστική κατεύθυνση
στο μαθητικό κίνημα
στο μαθητικό κίνημα
Είναι πιο αναγκαία από ποτέ σήμερα η
προβολή μιας συνεπούς, αγωνιστικής γραμμής στο μαθητικό κίνημα. Μια
τέτοια γραμμή, δεν μπορεί παρά να παλεύει κόντρα στον ατομικό δρόμο που
προωθεί η κυρίαρχη ιδεολογία, προτάσσοντας τη συλλογικότητα, την
οργάνωση, τη μαχητική στάση ζωής. Βασικά στοιχεία αυτής της κατεύθυνσης
αποτελούν η πάλη για την ισχυροποίηση των 5μελών και 15μελών συμβουλίων,
για τη ζωντανή και αντιγραφειοκρατική λειτουργία τους, κόντρα στη
διάλυση και το απολίτικο κλίμα, η πάλη για την ενιαία διεξαγωγή των
μαθητικών εκλογών σε όλα τα σχολεία πανελλαδικά, για ζωντανό, ελεύθερο
και ανεμπόδιστο, δημοκρατικό μαθητικό συνδικαλισμό.
Μια πραγματικά αριστερή πολιτική στα σχολεία οφείλει να στέκεται σταθερά απέναντι στα «συντονιστικά»-καπέλα που στήνουν κατά καιρούς οι δυνάμεις κυρίως της ΚΝΕ (και άλλες, όπως το ΝΑΡ) όπου διαθέτουν οργανωμένες δυνάμεις. Τα συντονιστικά αυτά είναι κατ’ όνομα συντονιστικά. Συγκροτούνται μακριά και έξω από κάθε συλλογική διαδικασία του μαθητικού κινήματος, αποτελούν συνέχεια της σεχταριστικής πολιτικής του ΚΚΕ στον μαθητικό χώρο, στενεύουν το περιεχόμενο της ενότητας και της πάλης των μαθητών. Γι’ αυτό πρέπει να αποδοκιμαστούν σαν δομή και σαν περιεχόμενο. Απέναντι σε τέτοια «συντονιστικά», αποτελεί ζητούμενο η προβολή του αιτήματος για δημοκρατικό συντονισμό των σχολείων και των μαθητικών αγώνων, εκλεγμένα από τους ίδιους τους μαθητές, από τα 5μελή και 15μελή συμβούλιά τους, στη βάση των δικών τους αποφάσεων.
Η βάση ενότητας του μαθητικού κινήματος δεν μπορεί παρά να είναι η συσπείρωση γύρω από τα άμεσα «καυτά» αιτήματά του. Στον αγώνα για την κάλυψη των κενών διδασκαλίας, για αξιοπρεπή σχολεία και επαρκείς υλικοτεχνικές υποδομές, για μόρφωση ουσιαστική και όχι παπαγαλία και αποστήθιση, στην πάλη για την ανατροπή του «Νέου Λυκείου» και των ταξικών φραγμών, για πραγματική Δημόσια Δωρεάν Παιδεία, είναι που θα διεξαχθεί και η πάλη για τον ευρύτερο πολιτικό προσανατολισμό του μαθητικού κινήματος, που θα αναδειχθεί η αναγκαιότητα συμπόρευσης στο πλευρό του εργατικού-λαϊκού κινήματος. Και πρέπει να αποτελεί βασική προτεραιότητα για τις δυνάμεις μας στον μαθητικό χώρο η ανάδειξη αυτού ακριβώς του ζητήματος, για να γίνει το μαθητικό κίνημα μαχητική προφυλακή στους λαϊκούς αντιιμπεριαλιστικούς αγώνες.
Μια πραγματικά αριστερή πολιτική στα σχολεία οφείλει να στέκεται σταθερά απέναντι στα «συντονιστικά»-καπέλα που στήνουν κατά καιρούς οι δυνάμεις κυρίως της ΚΝΕ (και άλλες, όπως το ΝΑΡ) όπου διαθέτουν οργανωμένες δυνάμεις. Τα συντονιστικά αυτά είναι κατ’ όνομα συντονιστικά. Συγκροτούνται μακριά και έξω από κάθε συλλογική διαδικασία του μαθητικού κινήματος, αποτελούν συνέχεια της σεχταριστικής πολιτικής του ΚΚΕ στον μαθητικό χώρο, στενεύουν το περιεχόμενο της ενότητας και της πάλης των μαθητών. Γι’ αυτό πρέπει να αποδοκιμαστούν σαν δομή και σαν περιεχόμενο. Απέναντι σε τέτοια «συντονιστικά», αποτελεί ζητούμενο η προβολή του αιτήματος για δημοκρατικό συντονισμό των σχολείων και των μαθητικών αγώνων, εκλεγμένα από τους ίδιους τους μαθητές, από τα 5μελή και 15μελή συμβούλιά τους, στη βάση των δικών τους αποφάσεων.
Η βάση ενότητας του μαθητικού κινήματος δεν μπορεί παρά να είναι η συσπείρωση γύρω από τα άμεσα «καυτά» αιτήματά του. Στον αγώνα για την κάλυψη των κενών διδασκαλίας, για αξιοπρεπή σχολεία και επαρκείς υλικοτεχνικές υποδομές, για μόρφωση ουσιαστική και όχι παπαγαλία και αποστήθιση, στην πάλη για την ανατροπή του «Νέου Λυκείου» και των ταξικών φραγμών, για πραγματική Δημόσια Δωρεάν Παιδεία, είναι που θα διεξαχθεί και η πάλη για τον ευρύτερο πολιτικό προσανατολισμό του μαθητικού κινήματος, που θα αναδειχθεί η αναγκαιότητα συμπόρευσης στο πλευρό του εργατικού-λαϊκού κινήματος. Και πρέπει να αποτελεί βασική προτεραιότητα για τις δυνάμεις μας στον μαθητικό χώρο η ανάδειξη αυτού ακριβώς του ζητήματος, για να γίνει το μαθητικό κίνημα μαχητική προφυλακή στους λαϊκούς αντιιμπεριαλιστικούς αγώνες.
Τα αλλεπάλληλα μνημονιακά χτυπήματα στην τριτοβάθμια εκπαίδευση
Κατ’ επιταγή της πολιτικής των περικοπών
και της διάλυσης του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα της εκπαιδευτικής
διαδικασίας και σύμφωνα με τις εντολές των ξένων ιμπεριαλιστικών
αφεντικών, η τριτοβάθμια εκπαίδευση μπήκε στο στόχαστρο των μνημονίων.
Από το νόμο Διαμαντοπούλου το 2011, τις (αντιλαϊκές) προσθήκες
Αρβανιτόπουλου το ’12, μέχρι το σχέδιο «Αθηνά» και τις
διαθεσιμότητες-απολύσεις των διοικητικών υπαλλήλων σε ΑΕΙ-ΤΕΙ, η
τριτοβάθμια βαθμίδα της εκπαίδευσης δέχτηκε τα απανωτά χτυπήματα της
αντιλαϊκής πολιτικής.
Ειδικότερα, πρέπει να αναφερθούν οι διατάξεις του νόμου Διαμαντοπούλου για την κατάργηση του ασύλου και το χτύπημα των δημοκρατικών δικαιωμάτων και κεκτημένων του φοιτητικού αλλά και συνολικά του λαϊκού κινήματος, η αυστηροποίηση και εντατικοποίηση των όρων σπουδών, με ιδιαίτερη αιχμή τη μείωση του χρόνου φοίτησης από τα «2ν» στα «ν+2» έτη και η πόρτα που άνοιξε στις διαγραφές φοιτητών, η πρόβλεψη για την κατάργηση των δωρεάν συγγραμμάτων, η εισαγωγή διδάκτρων (που ήδη εφαρμόζεται σε μια σειρά μεταπτυχιακών προγραμμάτων), η δραματική μείωση της χρηματοδότησης, η εισαγωγή επιχειρήσεων και ιδιωτικών εταιρειών που ενέτεινε τη σύνδεση των ΑΕΙ και ΤΕΙ με τις ανάγκες της καπιταλιστικής αγοράς, η ίδρυση των εξωπανεπιστημιακών συμβουλίων διοίκησης και μια σειρά ακόμη διατάξεις του κακόφημου «νόμου Διαμαντοπούλου» αποτέλεσαν τους κεντρικούς άξονες πάνω στους οποίους κινήθηκε η αντιεκπαιδευτική επίθεση των τελευταίων μνημονιακών χρόνων. Το σχέδιο «Αθηνά», με τη σειρά του, οδήγησε σε συγχώνευση και κατάργηση πάνω από 100 τμημάτων ΑΕΙ και ΤΕΙ, δείχνοντας παράλληλα την πόρτα της εξόδου από την τριτοβάθμια εκπαίδευση σε χιλιάδες φοιτητές και σπουδαστές. Τελευταίο ηχηρό χτύπημα στα τριτοβάθμια εκπαιδευτικά ιδρύματα αποτέλεσαν οι διαθεσιμότητες-απολύσεις εκατοντάδων διοικητικών υπαλλήλων, οι οποίες κάτω και από την πίεση του αγώνα που από κοινού έδωσαν εργαζόμενοι και φοιτητές πάρθηκαν πίσω από τη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Τέλος, βασικό στοιχείο της μνημονιακής πολιτικής στις σχολές αποτελούν οι συνεχείς περικοπές και η διαρκώς αυξανόμενη μείωση στους προϋπολογισμούς των ιδρυμάτων, με τελευταίες την «εξαφάνιση» 181 εκατομμυρίων ευρώ με το PSI και την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου που έδωσε το πράσινο φως στην «πρώτη φορά αριστερή» κυβέρνηση να πραγματοποιήσει μια εκ νέου ληστεία στα αποθεματικά των Πανεπιστημίων και των ΤΕΙ.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, παρ’ όλες τις προεκλογικές και μετεκλογικές της «δεσμεύσεις», όχι μόνο δεν κατήργησε τον νόμο Διαμαντοπούλου και τις αντιεκπαιδευτικές του διατάξεις, αλλά πέρα από τη δημαγωγική επαναφορά των απολυμένων διοικητικών υπαλλήλων (όσο κι αν αυτό ήταν μια πραγματική ανάσα ζωής για τους ίδιους και τις οικογένειές τους), διατήρησε όλες τις αιχμές της πολιτικής της διάλυσης της δημόσιας δωρεάν τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Ιδιαίτερα τώρα, μέσα από τη συζήτηση που έχει ανοίξει στο πλαίσιο του «Εθνικού Κοινωνικού Διαλόγου για την Παιδεία», φαίνονται καθαρά οι «αριστερές» προθέσεις της κυβέρνησης και του Υπουργείου Παιδείας για την πλήρη εφαρμογή των προτάσεων του ΟΟΣΑ για εκ νέου καταργήσεις και συγχωνεύσεις τμημάτων, για την κατάργηση των δωρεάν συγγραμμάτων, για την περαιτέρω υποχρηματοδότηση των ιδρυμάτων και την πριμοδότηση των κολεγίων και των ιδιωτικών μεταλυκειακών ιδρυμάτων, των οποίων τα διπλώματα ήδη παρέχουν ισότιμα επαγγελματικά δικαιώματα με τα πτυχία των δημόσιων Πανεπιστημίων και ΤΕΙ.
Ειδικότερα, πρέπει να αναφερθούν οι διατάξεις του νόμου Διαμαντοπούλου για την κατάργηση του ασύλου και το χτύπημα των δημοκρατικών δικαιωμάτων και κεκτημένων του φοιτητικού αλλά και συνολικά του λαϊκού κινήματος, η αυστηροποίηση και εντατικοποίηση των όρων σπουδών, με ιδιαίτερη αιχμή τη μείωση του χρόνου φοίτησης από τα «2ν» στα «ν+2» έτη και η πόρτα που άνοιξε στις διαγραφές φοιτητών, η πρόβλεψη για την κατάργηση των δωρεάν συγγραμμάτων, η εισαγωγή διδάκτρων (που ήδη εφαρμόζεται σε μια σειρά μεταπτυχιακών προγραμμάτων), η δραματική μείωση της χρηματοδότησης, η εισαγωγή επιχειρήσεων και ιδιωτικών εταιρειών που ενέτεινε τη σύνδεση των ΑΕΙ και ΤΕΙ με τις ανάγκες της καπιταλιστικής αγοράς, η ίδρυση των εξωπανεπιστημιακών συμβουλίων διοίκησης και μια σειρά ακόμη διατάξεις του κακόφημου «νόμου Διαμαντοπούλου» αποτέλεσαν τους κεντρικούς άξονες πάνω στους οποίους κινήθηκε η αντιεκπαιδευτική επίθεση των τελευταίων μνημονιακών χρόνων. Το σχέδιο «Αθηνά», με τη σειρά του, οδήγησε σε συγχώνευση και κατάργηση πάνω από 100 τμημάτων ΑΕΙ και ΤΕΙ, δείχνοντας παράλληλα την πόρτα της εξόδου από την τριτοβάθμια εκπαίδευση σε χιλιάδες φοιτητές και σπουδαστές. Τελευταίο ηχηρό χτύπημα στα τριτοβάθμια εκπαιδευτικά ιδρύματα αποτέλεσαν οι διαθεσιμότητες-απολύσεις εκατοντάδων διοικητικών υπαλλήλων, οι οποίες κάτω και από την πίεση του αγώνα που από κοινού έδωσαν εργαζόμενοι και φοιτητές πάρθηκαν πίσω από τη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Τέλος, βασικό στοιχείο της μνημονιακής πολιτικής στις σχολές αποτελούν οι συνεχείς περικοπές και η διαρκώς αυξανόμενη μείωση στους προϋπολογισμούς των ιδρυμάτων, με τελευταίες την «εξαφάνιση» 181 εκατομμυρίων ευρώ με το PSI και την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου που έδωσε το πράσινο φως στην «πρώτη φορά αριστερή» κυβέρνηση να πραγματοποιήσει μια εκ νέου ληστεία στα αποθεματικά των Πανεπιστημίων και των ΤΕΙ.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, παρ’ όλες τις προεκλογικές και μετεκλογικές της «δεσμεύσεις», όχι μόνο δεν κατήργησε τον νόμο Διαμαντοπούλου και τις αντιεκπαιδευτικές του διατάξεις, αλλά πέρα από τη δημαγωγική επαναφορά των απολυμένων διοικητικών υπαλλήλων (όσο κι αν αυτό ήταν μια πραγματική ανάσα ζωής για τους ίδιους και τις οικογένειές τους), διατήρησε όλες τις αιχμές της πολιτικής της διάλυσης της δημόσιας δωρεάν τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Ιδιαίτερα τώρα, μέσα από τη συζήτηση που έχει ανοίξει στο πλαίσιο του «Εθνικού Κοινωνικού Διαλόγου για την Παιδεία», φαίνονται καθαρά οι «αριστερές» προθέσεις της κυβέρνησης και του Υπουργείου Παιδείας για την πλήρη εφαρμογή των προτάσεων του ΟΟΣΑ για εκ νέου καταργήσεις και συγχωνεύσεις τμημάτων, για την κατάργηση των δωρεάν συγγραμμάτων, για την περαιτέρω υποχρηματοδότηση των ιδρυμάτων και την πριμοδότηση των κολεγίων και των ιδιωτικών μεταλυκειακών ιδρυμάτων, των οποίων τα διπλώματα ήδη παρέχουν ισότιμα επαγγελματικά δικαιώματα με τα πτυχία των δημόσιων Πανεπιστημίων και ΤΕΙ.
Κατευθύνσεις για μια πραγματικά αριστερή, αντιιμπεριαλιστική πολιτική στους συλλόγους
Όπως και στο μαθητικό, έτσι και στο
φοιτητικό κίνημα, το μεγάλο κενό που παρατηρείται σήμερα είναι αυτό της
πραγματικής αριστεράς. Μιας, δηλαδή, φοιτητικής παράταξης που, κόντρα
στην ηττοπάθεια και τη μοιρολατρία, κόντρα στο κυρίαρχο ρεύμα της
ενσωμάτωσης και του συμβιβασμού, αλλά και μακριά από τις σεχταριστικές
τυχοδιωκτικές ενέργειες και πρακτικές, καθώς και τις πολιτικές του
«αριστερού ρεαλισμού», θα μάχεται ανυποχώρητα για ένα μαζικό,
αγωνιστικό, αντιιμπεριαλιστικό φοιτητικό κίνημα.
Ξεκινώντας από τις γενικές συνελεύσεις, βασικό στοιχείο μιας αριστερής πολιτικής στους συλλόγους αποτελεί η ανάδειξη της αναγκαιότητας για τη συσπείρωση των φοιτητών στη βάση των άμεσων διεκδικήσεων, ενάντια στη λογική της ψήφισης «πλαισίων» που διασπούν τους φοιτητικούς αγώνες και κατακερματίζουν τις δυνατότητες ενότητας του φοιτητικού κινήματος πάνω σε συγκεκριμένα αιτήματα και μορφές πάλης.
Σήμερα, βασικές διεκδικήσεις του φοιτητικού κινήματος πρέπει να αποτελέσουν η πάλη για Δημόσια και Δωρεάν Παιδεία, για δωρεάν συγγράμματα, αναλώσιμα και μεταφορές, για ποιοτικές και αξιοπρεπείς Εστίες και επαρκή δωρεάν στέγαση, για δωρεάν σίτιση χωρίς όρους και προϋποθέσεις, για το πέταγμα έξω από τις σχολές των εργολάβων και των ιδιωτικών εταιρειών, για την κατάργηση των νόμων-πλαισίων Διαμαντοπούλου-Αρβανιτόπουλου και όλων των αντιεκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων, για την προάσπιση του Ασύλου στα Πανεπιστήμια και τις Εστίες, όπως και συνολικά για την προάσπιση των δημοκρατικών δικαιωμάτων και των συνδικαλιστικών ελευθεριών των φοιτητών, ο αγώνας ενάντια στην υποβάθμιση των πτυχίων, τις απλήρωτες πρακτικές, την αυστηροποίηση των όρων σπουδών και τα εντατικοποιημένα προγράμματα, ενάντια στην ανεργία και την εξαθλίωση της νεολαίας.
Ακόμα, η λειτουργία των διοικητικών συμβουλίων των συλλόγων και η πάλη ενάντια στη γραφειοκρατία, τη μετατροπή τους σε όργανα επικύρωσης ψηφισμάτων, μακριά και πέρα απ’ τους φοιτητές και την επί της ουσίας απονέκρωσή τους, αποτελούν κομμάτι μιας αγωνιστικής αντίληψης για ενεργούς και ζωντανούς συλλόγους, για ανεμπόδιστο και δημοκρατικό φοιτητικό συνδικαλισμό.
Μεγάλη έλλειψη στο φοιτητικό κίνημα σήμερα αποτελεί η αποσυγκρότηση και διάλυση της τριτοβάθμιας συνδικαλιστικής εκπροσώπησης των φοιτητών, δηλαδή της ΕΦΕΕ και της ΕΣΕΕ. Η αναγκαιότητα ανασυγκρότησης των οργάνων αυτών προβάλλει σήμερα πιο επίκαιρη από ποτέ, όχι τόσο σαν μια «τεχνική» απάντηση σε ένα βαθιά πολιτικό πρόβλημα, όπως είναι αυτό της υποχώρησης του φοιτητικού κινήματος και της απομάκρυνσης των φοιτητών από τους συλλόγους, αλλά σαν ένα μέσον πολιτικοσυνδικαλιστικής αναβάθμισης των συλλόγων, για τον καλύτερο συντονισμό των φοιτητικών αγώνων, για την πανελλαδική εκπροσώπηση και τη συγκρότηση του φοιτητικού κινήματος (και) σε τριτοβάθμιο επίπεδο.
Μια πραγματικά αριστερή πολιτική δεν πρέπει και δεν μπορεί να βλέπει το ζήτημα της ανασυγκρότησης των φοιτητικών συλλόγων και της αγωνιστικής ανασύνταξης του φοιτητικού κινήματος μονοσήμαντα. Αν η μαζικότητα, η οργάνωση και ο συντονισμός των φοιτητικών αγώνων αποτελούν αναγκαίες προϋποθέσεις για την ίδια την ύπαρξη του φοιτητικού κινήματος, ο πολιτικός προσανατολισμός και η ευρύτερη προοπτική στην οποία θα υποτάσσονται όλες οι σημερινές φοιτητικές διεκδικήσεις, είναι τελικά εκείνα τα στοιχεία που θα κρίνουν και την ίδια την πορεία της υπόθεσης για το χτίσιμο βήμα-βήμα ενός μαζικού, μαχητικού, αντιιμπεριαλιστικού φοιτητικού κινήματος.
Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο ότι σήμερα επικρατούν στους φοιτητικούς συλλόγους οι φορείς είτε των πιο ακραιφνών δεξιών, νεοφιλελεύθερων και αντιδραστικών απόψεων, όπως οι ΔΑΠ-ΠΑΣΠ (ΝΔ-ΠΑΣΟΚ), είτε των ρεφορμιστικών, οπορτουνιστικών και μικροαστικών πολιτικών και αντιλήψεων, όπως οι ΜΑΣ-ΠΚΣ (ΚΚΕ), ΕΑΑΚ (ΑΝΤΑΡΣΥΑ-ΛΑΕ), ΑΡΕΝ (ΛΑΕ-πρώην ΣΥΡΙΖΑ).
Η αριστερά και οι κομμουνιστές φοιτητές και σπουδαστές οφείλουν να προτάσσουν κατ’ αρχήν την αναγκαιότητα της σύνδεσης του φοιτητικού κινήματος με το εργατικό-λαϊκό κίνημα. Τόσο γιατί η επίθεση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση αποτελεί κομμάτι της συνολικής αντιλαϊκής πολιτικής, όσο και γιατί οι σχολές δεν αποτελούν «γυάλες εκπαιδευτικής και ακαδημαϊκής ηρεμίας», αλλά, ίσα-ίσα, οι φοιτητές αποτελούν κομμάτι του λαού, είναι σάρκα από τη σάρκα του, αναπνέουν τα ίδια προβλήματα, μοιράζονται τις ίδιες αγωνίες. Αν κανείς κοιτάξει μία-μία όλες τις προσπάθειες διάλυσης της δημόσιας-δωρεάν παιδείας θα βρει από πίσω τις κατευθύνσεις της ΕΕ, του ιμπεριαλισμού και της ντόπιας πλουτοκρατίας. Από τη συνθήκη της Λισαβόνας μέχρι την εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ, από την Μπολόνια μέχρι τα μνημόνια, οι εκπαιδευτικές αναδιαρθρώσεις που επιχειρήθηκαν και εκείνες που θα επιχειρηθούν στο μέλλον αποτέλεσαν και αποτελούν τμήμα της πολιτικής τής εξάρτησης και της υποτέλειας. Επομένως, οι δυνάμεις της πραγματικής αριστεράς στις σχολές πρέπει να παλεύουν ώστε οι άμεσες φοιτητικές διεκδικήσεις να αποκτούν το αναγκαίο πολιτικό βάθος, να συνδέονται με μια ευρύτερη αντιιμπεριαλιστική και επαναστατική προοπτική, ώστε το φοιτητικό κίνημα να αποτελέσει αγωνιστική προφυλακή στο πλευρό της εργατικής τάξης και του λαού.
Ξεκινώντας από τις γενικές συνελεύσεις, βασικό στοιχείο μιας αριστερής πολιτικής στους συλλόγους αποτελεί η ανάδειξη της αναγκαιότητας για τη συσπείρωση των φοιτητών στη βάση των άμεσων διεκδικήσεων, ενάντια στη λογική της ψήφισης «πλαισίων» που διασπούν τους φοιτητικούς αγώνες και κατακερματίζουν τις δυνατότητες ενότητας του φοιτητικού κινήματος πάνω σε συγκεκριμένα αιτήματα και μορφές πάλης.
Σήμερα, βασικές διεκδικήσεις του φοιτητικού κινήματος πρέπει να αποτελέσουν η πάλη για Δημόσια και Δωρεάν Παιδεία, για δωρεάν συγγράμματα, αναλώσιμα και μεταφορές, για ποιοτικές και αξιοπρεπείς Εστίες και επαρκή δωρεάν στέγαση, για δωρεάν σίτιση χωρίς όρους και προϋποθέσεις, για το πέταγμα έξω από τις σχολές των εργολάβων και των ιδιωτικών εταιρειών, για την κατάργηση των νόμων-πλαισίων Διαμαντοπούλου-Αρβανιτόπουλου και όλων των αντιεκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων, για την προάσπιση του Ασύλου στα Πανεπιστήμια και τις Εστίες, όπως και συνολικά για την προάσπιση των δημοκρατικών δικαιωμάτων και των συνδικαλιστικών ελευθεριών των φοιτητών, ο αγώνας ενάντια στην υποβάθμιση των πτυχίων, τις απλήρωτες πρακτικές, την αυστηροποίηση των όρων σπουδών και τα εντατικοποιημένα προγράμματα, ενάντια στην ανεργία και την εξαθλίωση της νεολαίας.
Ακόμα, η λειτουργία των διοικητικών συμβουλίων των συλλόγων και η πάλη ενάντια στη γραφειοκρατία, τη μετατροπή τους σε όργανα επικύρωσης ψηφισμάτων, μακριά και πέρα απ’ τους φοιτητές και την επί της ουσίας απονέκρωσή τους, αποτελούν κομμάτι μιας αγωνιστικής αντίληψης για ενεργούς και ζωντανούς συλλόγους, για ανεμπόδιστο και δημοκρατικό φοιτητικό συνδικαλισμό.
Μεγάλη έλλειψη στο φοιτητικό κίνημα σήμερα αποτελεί η αποσυγκρότηση και διάλυση της τριτοβάθμιας συνδικαλιστικής εκπροσώπησης των φοιτητών, δηλαδή της ΕΦΕΕ και της ΕΣΕΕ. Η αναγκαιότητα ανασυγκρότησης των οργάνων αυτών προβάλλει σήμερα πιο επίκαιρη από ποτέ, όχι τόσο σαν μια «τεχνική» απάντηση σε ένα βαθιά πολιτικό πρόβλημα, όπως είναι αυτό της υποχώρησης του φοιτητικού κινήματος και της απομάκρυνσης των φοιτητών από τους συλλόγους, αλλά σαν ένα μέσον πολιτικοσυνδικαλιστικής αναβάθμισης των συλλόγων, για τον καλύτερο συντονισμό των φοιτητικών αγώνων, για την πανελλαδική εκπροσώπηση και τη συγκρότηση του φοιτητικού κινήματος (και) σε τριτοβάθμιο επίπεδο.
Μια πραγματικά αριστερή πολιτική δεν πρέπει και δεν μπορεί να βλέπει το ζήτημα της ανασυγκρότησης των φοιτητικών συλλόγων και της αγωνιστικής ανασύνταξης του φοιτητικού κινήματος μονοσήμαντα. Αν η μαζικότητα, η οργάνωση και ο συντονισμός των φοιτητικών αγώνων αποτελούν αναγκαίες προϋποθέσεις για την ίδια την ύπαρξη του φοιτητικού κινήματος, ο πολιτικός προσανατολισμός και η ευρύτερη προοπτική στην οποία θα υποτάσσονται όλες οι σημερινές φοιτητικές διεκδικήσεις, είναι τελικά εκείνα τα στοιχεία που θα κρίνουν και την ίδια την πορεία της υπόθεσης για το χτίσιμο βήμα-βήμα ενός μαζικού, μαχητικού, αντιιμπεριαλιστικού φοιτητικού κινήματος.
Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο ότι σήμερα επικρατούν στους φοιτητικούς συλλόγους οι φορείς είτε των πιο ακραιφνών δεξιών, νεοφιλελεύθερων και αντιδραστικών απόψεων, όπως οι ΔΑΠ-ΠΑΣΠ (ΝΔ-ΠΑΣΟΚ), είτε των ρεφορμιστικών, οπορτουνιστικών και μικροαστικών πολιτικών και αντιλήψεων, όπως οι ΜΑΣ-ΠΚΣ (ΚΚΕ), ΕΑΑΚ (ΑΝΤΑΡΣΥΑ-ΛΑΕ), ΑΡΕΝ (ΛΑΕ-πρώην ΣΥΡΙΖΑ).
Η αριστερά και οι κομμουνιστές φοιτητές και σπουδαστές οφείλουν να προτάσσουν κατ’ αρχήν την αναγκαιότητα της σύνδεσης του φοιτητικού κινήματος με το εργατικό-λαϊκό κίνημα. Τόσο γιατί η επίθεση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση αποτελεί κομμάτι της συνολικής αντιλαϊκής πολιτικής, όσο και γιατί οι σχολές δεν αποτελούν «γυάλες εκπαιδευτικής και ακαδημαϊκής ηρεμίας», αλλά, ίσα-ίσα, οι φοιτητές αποτελούν κομμάτι του λαού, είναι σάρκα από τη σάρκα του, αναπνέουν τα ίδια προβλήματα, μοιράζονται τις ίδιες αγωνίες. Αν κανείς κοιτάξει μία-μία όλες τις προσπάθειες διάλυσης της δημόσιας-δωρεάν παιδείας θα βρει από πίσω τις κατευθύνσεις της ΕΕ, του ιμπεριαλισμού και της ντόπιας πλουτοκρατίας. Από τη συνθήκη της Λισαβόνας μέχρι την εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ, από την Μπολόνια μέχρι τα μνημόνια, οι εκπαιδευτικές αναδιαρθρώσεις που επιχειρήθηκαν και εκείνες που θα επιχειρηθούν στο μέλλον αποτέλεσαν και αποτελούν τμήμα της πολιτικής τής εξάρτησης και της υποτέλειας. Επομένως, οι δυνάμεις της πραγματικής αριστεράς στις σχολές πρέπει να παλεύουν ώστε οι άμεσες φοιτητικές διεκδικήσεις να αποκτούν το αναγκαίο πολιτικό βάθος, να συνδέονται με μια ευρύτερη αντιιμπεριαλιστική και επαναστατική προοπτική, ώστε το φοιτητικό κίνημα να αποτελέσει αγωνιστική προφυλακή στο πλευρό της εργατικής τάξης και του λαού.
Η νεολαία στον αγώνα για εργασία
Στα χρόνια των μνημονίων οι εργαζόμενοι
συνολικά βρέθηκαν αντιμέτωποι με το τσάκισμα εργασιακών κοινωνικών και
ασφαλιστικών δικαιωμάτων. Το εργασιακό καθεστώς ανατράπηκε πλήρως. Η
εργατική νομοθεσία -απότοκο των μεγάλων αγώνων του εργατικού κινήματος-
ξηλώθηκε και η ισχύς της περιορίστηκε σε πολύ μεγάλο βαθμό. Κλαδικές
συμβάσεις εργασίας καταργήθηκαν. Η Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση
εργασίας έπαψε να ορίζει τον βασικό μισθό και πλέον ρυθμίζει μόνο μη
μισθολογικούς όρους, χάνοντας ουσιαστικά τη δύναμή της. Οι μισθοί
μειώθηκαν έως και 40%. Ο κατώτατος μισθός πλέον ορίζεται με πράξη
νομοθετικού περιεχομένου από το κράτος και σήμερα είναι 586 ευρώ(μικτά)
για τους εργαζόμενους άνω των 25 ετών και 510 για εργαζόμενους κάτω των
25 ετών. Ο χρόνος προειδοποίησης απόλυσης καθώς και η αποζημίωση
μειώθηκαν. Τα ποσοστά ομαδικών απολύσεων αυξήθηκαν. Η ημιαπασχόληση η εκ
περιτροπής και η ενοικιαζόμενη εργασία αντικατέστησαν συμβάσεις
μόνιμης και σταθερής δουλειάς.
Η νεολαία, πριν καλά-καλά να βγει στον εργασιακό στίβο, βρέθηκε αντιμέτωπη με ένα εργασιακό περιβάλλον γαλέρας χωρίς δικαιώματα, με ελαστικές μορφές εργασίας. Οι ηλικιακοί διαχωρισμοί που γίνονται σε αντεργατικούς και αντιασφαλιστικούς νόμους πλήττουν με μεγαλύτερη ένταση τη νεολαία, διαμορφώνοντας ένα εργατικό δυναμικό ιδιαίτερα αναλώσιμο και ευάλωτο. Τα ποσοστά ανεργίας στους νέους σήμερα έχουν εκτιναχτεί στο 50% κατακτώντας την πρώτη θέση στην Ευρώπη, ενώ οι προϋποθέσεις για την καταβολή επιδόματος ανεργίας είναι τέτοιες που από το 1,5 εκατομμύριο ανέργων μόνο το 14% είναι δικαιούχοι αυτού του επιδόματος . Στο όνομα της πάταξης της ανεργίας όλες οι μνημονιακές κυβερνήσεις, από το ΠΑΣΟΚ μέχρι τη σημερινή συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ –ΑΝΕΛ, επέκτειναν τις μορφές ελαστικής εργασίας. Αυτό έγινε μέσα από τα προγράμματα κοινωφελούς εργασίας, τα voucher και τα προγράμματα μαθητείας. Στα προγράμματα μαθητείας, παρά το γεγονός ότι οι «μαθητές» εργάζονται κανονικά σε επιχειρήσεις, δεν θεωρούνται εργαζόμενοι και άρα δεν έχουν κανένα απολύτως εργασιακό δικαίωμα.
Η κοινωφελής εργασία και τα voucher αποτελούν ολιγόμηνα προγράμματα που απευθύνονται σε ανέργους, με πολύ χαμηλούς μισθούς, με μεγάλες καθυστερήσεις στην καταβολή τους, χωρίς άδειες και δικαιώματα ασθένειας, χωρίς συνταξιοδοτικά ένσημα, χωρίς βαρέα και ανθυγιεινά, χωρίς επιδόματα. Μία πραγματικότητα που συμπιέζει τον χρόνο εργασίας, τον μισθό και τα δικαιώματα, μετατρέπει τους εργαζόμενους σε «ωφελούμενους», τους διαχωρίζει ηλικιακά, τους αμείβει εκτός Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και ενιαίου μισθολογίου, στερώντας τους έτσι βασικά εργασιακά και συνδικαλιστικά δικαιώματα.
Μία άλλη κατηγορία είναι η ενοικιαζόμενη εργασία που πλέον έχει επεκταθεί σε πάρα πολλούς κλάδους και ειδικότητες. Με αυτή την εργασιακή σχέση εργάζεται ένα μεγάλο ποσοστό νέων με χαμηλότερους μισθούς και πετσοκομμένα δικαιώματα σε σχέση με αυτά που προβλέπει η συλλογική σύμβαση της εταιρείας, τράπεζας, δημοτικής επιχείρησης κ.λ.π στην οποία εργάζονται. Αυτή η μορφή εργασίας, που εγκαινιάστηκε πριν από αρκετά χρόνια κυρίως με τον κλάδο καθαριότητας, διασπά τους εργαζόμενους που δουλεύουν στον ίδιο εργασιακό χώρο σε δύο κατηγορίες διαφορετικών ταχυτήτων χωρίς ίσα δικαιώματα και χωρίς δυνατότητα ενιαίας συνδικαλιστικής εκπροσώπησης και έκφρασης.
Στις νέες αυτές εργασιακές συνθήκες η συμπλήρωση συντάξιμων ενσήμων είναι πολύ δύσκολη έως και αδύνατη, με αποτέλεσμα το δικαίωμα στη σύνταξη να αποτελεί για τη νέα γενιά μακρινό όνειρο. Το νέο αντιασφαλιστικό νομοσχέδιο αποτελεί άλλο ένα βαρύ χτύπημα στο δικαίωμα αυτό και συνολικά διαλύει το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης που χτίστηκε με τους κόπους και τον ιδρώτα εκατομμυρίων εργαζομένων. Τσακίζει κύριες και επικουρικές, το ΕΦΑΠΑΞ και το ΕΚΑΣ, ενοποιεί ασφαλιστικά ταμεία και τελικά μετατρέπει τη βασική σύνταξη σε ψίχουλα των 320-380 ευρώ. Ο εργασιακός μεσαίωνας που χτίζουν, οι νέες θέσεις εργασίας που δεν διασφαλίζουν ούτε στο ελάχιστο αξιοπρεπείς όρους επιβίωσης και το φάντασμα της ανεργίας οδηγούν κομμάτια της νεολαίας (κυρίως πτυχιούχων) στο δρόμο της μετανάστευσης.
Η άγρια επίθεση ενάντια στην εργατική τάξη που συντελέστηκε με όχημα τα μνημόνια, η διάλυση των εργασιακών σχέσεων και η άγρια εκμετάλλευση ιδιαίτερα των νέων εργαζομένων βρίσκει το συνδικαλιστικό κίνημα σε υποχώρηση. Στο μεγαλύτερο ποσοστό των ιδιωτικών επιχειρήσεων δεν υπάρχουν σωματεία. Ειδικά μετά το ξήλωμα του εργατικού δικαίου και σε συνδυασμό με τα τεράστια ποσοστά ανεργίας, η μόνιμη απειλή της απόλυσης στον ιδιωτικό τομέα περιορίζει ακόμα περισσότερο τη δυνατότητα συνδικαλιστικής δράσης και συλλογικής διεκδίκησης. Η κατάργηση των κλαδικών συμβάσεων απαξίωσε πλήρως τον ρόλο των κλαδικών σωματείων και μείωσε σε πολύ μεγάλο βαθμό το ποσοστό των εργαζομένων που καλύπτονται από συλλογική σύμβαση. Η επέκταση των νέων ελαστικών μορφών εργασίας (voucher, μαθητεία, κοινωφελής εργασία, ενοικίαση κ.λπ.) που παραδίδουν τους εργαζόμενους χωρίς εργασιακά και συνδικαλιστικά δικαιώματα στους εκάστοτε εργοδότες, αποδυνάμωσαν ακόμα περισσότερο τα σωματεία και αποτελούν ένα πολύ μεγάλο χτύπημα στο συνδικαλιστικό κίνημα. Ταυτόχρονα η χρόνια κυριαρχία των δυνάμεων του γραφειοκρατικού και εργοδοτικού συνδικαλισμού οδηγεί στην έλλειψη εμπιστοσύνης και την απομάκρυνση ιδιαίτερα των νέων εργαζόμενων από τα συνδικάτα.
Η έλλειψη ιστορικής μνήμης και γνώσης για τους μεγάλους αγώνες και τις κατακτήσεις του εργατικού και συνδικαλιστικού κινήματος της χώρα μας αλλά και παγκοσμίως, η κυρίαρχη προπαγάνδα που προβάλλει ως διέξοδο τον ατομικό δρόμο και ρίχνει τόνους λάσπης στις οργανωμένες μορφές πάλης, καθώς και η τακτική που ακολούθησε η ηγεσία του συνδικαλιστικού κινήματος στα χρόνια της κρίσης -τακτική αποκλιμάκωσης και διάσπασης των μεγάλων πανεργατικών και κλαδικών αγώνων που δόθηκαν το 2010, 2011 και 2012-οδηγεί μεγάλα στρώματα της νεολαίας στην πλήρη απαξίωση της δύναμης του σωματείου και του συλλογικού αγώνα. Παρά το γεγονός ότι στα χρόνια των μεγάλων μαζικών πανελλαδικών απεργιών δημιουργήθηκε κλίμα αγωνιστικότητας και αισιοδοξίας, μαχητικά κομμάτια της νεολαίας εγκλωβίστηκαν στις «πλατείες», σε αντιλήψεις που απαξιώνουν τον ρόλο του οργανωμένου συνδικαλιστικού κινήματος και στις εκλογικές αυταπάτες που έσπειρε ο ΣΥΡΙΖΑ, με αποτέλεσμα να οδηγηθούν σε ακόμα μεγαλύτερη απογοήτευση.
Σε αυτές τις συνθήκες τα καθήκοντα που προβάλλουν είναι μεγάλα και δύσκολα. Η ανασυγκρότηση των αγωνιστικών δυνάμεων της εργαζόμενης νεολαίας, η ανασυγκρότηση των σωματείων και η πάλη για την ανάπτυξη νέων μαζικών πανεργατικών αγώνων με στόχο και προοπτική, απαιτεί μακροχρόνια δουλειά, κόπο και πίστη. Η ανασφάλιστη εργασία, οι ολιγόμηνες συμβάσεις και ο εργασιακός βίος «λάστιχο» από εργοδότη σε εργοδότη, δημιουργούν αντικειμενικές δυσκολίες για την ανάπτυξη μίας τέτοιας δουλειάς, όχι όμως ανυπέρβλητες. Οι νέοι αγωνιστές, οφείλουν πρώτα απ’ όλα να έχουν γνώση των εργασιακών ασφαλιστικών και συνδικαλιστικών τους δικαιωμάτων. Εκεί που υπάρχει σωματείο να είναι γραμμένοι και να έχουν δραστήρια συμμετοχή. Να παλεύουν για την ενεργή συμμετοχή των συναδέλφων τους σε αυτό. Εκεί που δεν υπάρχει σωματείο είναι αναγκαία η προσπάθεια για τη δημιουργία του και, όπου αυτό δεν είναι εφικτό, η πάλη για τη δημιουργία επιτροπών αγώνα. Η καθημερινή μάχη ενάντια στην εργοδοτική αυθαιρεσία και την καταστρατήγηση δικαιωμάτων αποτελεί βασικό λίθο για το χτίσιμο και την ανάπτυξη οποιασδήποτε συνδικαλιστικής δράσης. Το ίδιο απαραίτητη είναι και η συζήτηση μέσα στους εργασιακούς χώρους με στόχο να συνδεθούν τα καθημερινά προβλήματα με τα μεγάλα προβλήματα του λαού και του τόπου, με στόχο την αντίκρουση ρεφορμιστικών αντιλήψεων, με στόχο να αναδειχθεί η αναγκαιότητα και η σημασία του οργανωμένου μαζικού συλλογικού αγώνα, ως μόνη διέξοδος για τους εργαζόμενους.
Για την υλοποίηση αυτών των σκοπών, αποτελεί προϋπόθεση η στενότερη και τακτικότερη επαφή των μελών της εργαζόμενης νεολαίας με την ΕΡΓΑΣ, η παρακολούθηση των ιδιαίτερων προβλημάτων που παρουσιάζονται σε κάθε εργασιακό χώρο, η ανταλλαγή εμπειριών μεταξύ έμπειρων συνδικαλιστών και νεότερων, ο καλύτερος εξοπλισμός των νέων με επιχειρήματα απέναντι σε όλα τα πολιτικά ρεύματα που δρουν στο συνδικαλιστικό κίνημα. Ιδιαίτερα σήμερα που οι εργαζόμενοι βρίσκονται αντιμέτωποι με έναν αντιασφαλιστικό αντεργατικό νόμο που τσακίζει εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα, καθώς και την εφαρμογή όλων των μέτρων του 3ου μνημονίου, η νεολαία σε συντονισμό με την ΕΡΓΑΣ οφείλει να δώσει όλες της τις δυνάμεις μέσα σε κάθε χώρο δουλειάς για την προσπάθεια ανάπτυξης νέων αγώνων και τη διασφάλιση μαζικής και ενεργής συμμετοχής σε αυτούς με στόχο να μπει φραγμός στη νέα αντεργατική επίθεση.
Η νεολαία, πριν καλά-καλά να βγει στον εργασιακό στίβο, βρέθηκε αντιμέτωπη με ένα εργασιακό περιβάλλον γαλέρας χωρίς δικαιώματα, με ελαστικές μορφές εργασίας. Οι ηλικιακοί διαχωρισμοί που γίνονται σε αντεργατικούς και αντιασφαλιστικούς νόμους πλήττουν με μεγαλύτερη ένταση τη νεολαία, διαμορφώνοντας ένα εργατικό δυναμικό ιδιαίτερα αναλώσιμο και ευάλωτο. Τα ποσοστά ανεργίας στους νέους σήμερα έχουν εκτιναχτεί στο 50% κατακτώντας την πρώτη θέση στην Ευρώπη, ενώ οι προϋποθέσεις για την καταβολή επιδόματος ανεργίας είναι τέτοιες που από το 1,5 εκατομμύριο ανέργων μόνο το 14% είναι δικαιούχοι αυτού του επιδόματος . Στο όνομα της πάταξης της ανεργίας όλες οι μνημονιακές κυβερνήσεις, από το ΠΑΣΟΚ μέχρι τη σημερινή συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ –ΑΝΕΛ, επέκτειναν τις μορφές ελαστικής εργασίας. Αυτό έγινε μέσα από τα προγράμματα κοινωφελούς εργασίας, τα voucher και τα προγράμματα μαθητείας. Στα προγράμματα μαθητείας, παρά το γεγονός ότι οι «μαθητές» εργάζονται κανονικά σε επιχειρήσεις, δεν θεωρούνται εργαζόμενοι και άρα δεν έχουν κανένα απολύτως εργασιακό δικαίωμα.
Η κοινωφελής εργασία και τα voucher αποτελούν ολιγόμηνα προγράμματα που απευθύνονται σε ανέργους, με πολύ χαμηλούς μισθούς, με μεγάλες καθυστερήσεις στην καταβολή τους, χωρίς άδειες και δικαιώματα ασθένειας, χωρίς συνταξιοδοτικά ένσημα, χωρίς βαρέα και ανθυγιεινά, χωρίς επιδόματα. Μία πραγματικότητα που συμπιέζει τον χρόνο εργασίας, τον μισθό και τα δικαιώματα, μετατρέπει τους εργαζόμενους σε «ωφελούμενους», τους διαχωρίζει ηλικιακά, τους αμείβει εκτός Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και ενιαίου μισθολογίου, στερώντας τους έτσι βασικά εργασιακά και συνδικαλιστικά δικαιώματα.
Μία άλλη κατηγορία είναι η ενοικιαζόμενη εργασία που πλέον έχει επεκταθεί σε πάρα πολλούς κλάδους και ειδικότητες. Με αυτή την εργασιακή σχέση εργάζεται ένα μεγάλο ποσοστό νέων με χαμηλότερους μισθούς και πετσοκομμένα δικαιώματα σε σχέση με αυτά που προβλέπει η συλλογική σύμβαση της εταιρείας, τράπεζας, δημοτικής επιχείρησης κ.λ.π στην οποία εργάζονται. Αυτή η μορφή εργασίας, που εγκαινιάστηκε πριν από αρκετά χρόνια κυρίως με τον κλάδο καθαριότητας, διασπά τους εργαζόμενους που δουλεύουν στον ίδιο εργασιακό χώρο σε δύο κατηγορίες διαφορετικών ταχυτήτων χωρίς ίσα δικαιώματα και χωρίς δυνατότητα ενιαίας συνδικαλιστικής εκπροσώπησης και έκφρασης.
Στις νέες αυτές εργασιακές συνθήκες η συμπλήρωση συντάξιμων ενσήμων είναι πολύ δύσκολη έως και αδύνατη, με αποτέλεσμα το δικαίωμα στη σύνταξη να αποτελεί για τη νέα γενιά μακρινό όνειρο. Το νέο αντιασφαλιστικό νομοσχέδιο αποτελεί άλλο ένα βαρύ χτύπημα στο δικαίωμα αυτό και συνολικά διαλύει το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης που χτίστηκε με τους κόπους και τον ιδρώτα εκατομμυρίων εργαζομένων. Τσακίζει κύριες και επικουρικές, το ΕΦΑΠΑΞ και το ΕΚΑΣ, ενοποιεί ασφαλιστικά ταμεία και τελικά μετατρέπει τη βασική σύνταξη σε ψίχουλα των 320-380 ευρώ. Ο εργασιακός μεσαίωνας που χτίζουν, οι νέες θέσεις εργασίας που δεν διασφαλίζουν ούτε στο ελάχιστο αξιοπρεπείς όρους επιβίωσης και το φάντασμα της ανεργίας οδηγούν κομμάτια της νεολαίας (κυρίως πτυχιούχων) στο δρόμο της μετανάστευσης.
Η άγρια επίθεση ενάντια στην εργατική τάξη που συντελέστηκε με όχημα τα μνημόνια, η διάλυση των εργασιακών σχέσεων και η άγρια εκμετάλλευση ιδιαίτερα των νέων εργαζομένων βρίσκει το συνδικαλιστικό κίνημα σε υποχώρηση. Στο μεγαλύτερο ποσοστό των ιδιωτικών επιχειρήσεων δεν υπάρχουν σωματεία. Ειδικά μετά το ξήλωμα του εργατικού δικαίου και σε συνδυασμό με τα τεράστια ποσοστά ανεργίας, η μόνιμη απειλή της απόλυσης στον ιδιωτικό τομέα περιορίζει ακόμα περισσότερο τη δυνατότητα συνδικαλιστικής δράσης και συλλογικής διεκδίκησης. Η κατάργηση των κλαδικών συμβάσεων απαξίωσε πλήρως τον ρόλο των κλαδικών σωματείων και μείωσε σε πολύ μεγάλο βαθμό το ποσοστό των εργαζομένων που καλύπτονται από συλλογική σύμβαση. Η επέκταση των νέων ελαστικών μορφών εργασίας (voucher, μαθητεία, κοινωφελής εργασία, ενοικίαση κ.λπ.) που παραδίδουν τους εργαζόμενους χωρίς εργασιακά και συνδικαλιστικά δικαιώματα στους εκάστοτε εργοδότες, αποδυνάμωσαν ακόμα περισσότερο τα σωματεία και αποτελούν ένα πολύ μεγάλο χτύπημα στο συνδικαλιστικό κίνημα. Ταυτόχρονα η χρόνια κυριαρχία των δυνάμεων του γραφειοκρατικού και εργοδοτικού συνδικαλισμού οδηγεί στην έλλειψη εμπιστοσύνης και την απομάκρυνση ιδιαίτερα των νέων εργαζόμενων από τα συνδικάτα.
Η έλλειψη ιστορικής μνήμης και γνώσης για τους μεγάλους αγώνες και τις κατακτήσεις του εργατικού και συνδικαλιστικού κινήματος της χώρα μας αλλά και παγκοσμίως, η κυρίαρχη προπαγάνδα που προβάλλει ως διέξοδο τον ατομικό δρόμο και ρίχνει τόνους λάσπης στις οργανωμένες μορφές πάλης, καθώς και η τακτική που ακολούθησε η ηγεσία του συνδικαλιστικού κινήματος στα χρόνια της κρίσης -τακτική αποκλιμάκωσης και διάσπασης των μεγάλων πανεργατικών και κλαδικών αγώνων που δόθηκαν το 2010, 2011 και 2012-οδηγεί μεγάλα στρώματα της νεολαίας στην πλήρη απαξίωση της δύναμης του σωματείου και του συλλογικού αγώνα. Παρά το γεγονός ότι στα χρόνια των μεγάλων μαζικών πανελλαδικών απεργιών δημιουργήθηκε κλίμα αγωνιστικότητας και αισιοδοξίας, μαχητικά κομμάτια της νεολαίας εγκλωβίστηκαν στις «πλατείες», σε αντιλήψεις που απαξιώνουν τον ρόλο του οργανωμένου συνδικαλιστικού κινήματος και στις εκλογικές αυταπάτες που έσπειρε ο ΣΥΡΙΖΑ, με αποτέλεσμα να οδηγηθούν σε ακόμα μεγαλύτερη απογοήτευση.
Σε αυτές τις συνθήκες τα καθήκοντα που προβάλλουν είναι μεγάλα και δύσκολα. Η ανασυγκρότηση των αγωνιστικών δυνάμεων της εργαζόμενης νεολαίας, η ανασυγκρότηση των σωματείων και η πάλη για την ανάπτυξη νέων μαζικών πανεργατικών αγώνων με στόχο και προοπτική, απαιτεί μακροχρόνια δουλειά, κόπο και πίστη. Η ανασφάλιστη εργασία, οι ολιγόμηνες συμβάσεις και ο εργασιακός βίος «λάστιχο» από εργοδότη σε εργοδότη, δημιουργούν αντικειμενικές δυσκολίες για την ανάπτυξη μίας τέτοιας δουλειάς, όχι όμως ανυπέρβλητες. Οι νέοι αγωνιστές, οφείλουν πρώτα απ’ όλα να έχουν γνώση των εργασιακών ασφαλιστικών και συνδικαλιστικών τους δικαιωμάτων. Εκεί που υπάρχει σωματείο να είναι γραμμένοι και να έχουν δραστήρια συμμετοχή. Να παλεύουν για την ενεργή συμμετοχή των συναδέλφων τους σε αυτό. Εκεί που δεν υπάρχει σωματείο είναι αναγκαία η προσπάθεια για τη δημιουργία του και, όπου αυτό δεν είναι εφικτό, η πάλη για τη δημιουργία επιτροπών αγώνα. Η καθημερινή μάχη ενάντια στην εργοδοτική αυθαιρεσία και την καταστρατήγηση δικαιωμάτων αποτελεί βασικό λίθο για το χτίσιμο και την ανάπτυξη οποιασδήποτε συνδικαλιστικής δράσης. Το ίδιο απαραίτητη είναι και η συζήτηση μέσα στους εργασιακούς χώρους με στόχο να συνδεθούν τα καθημερινά προβλήματα με τα μεγάλα προβλήματα του λαού και του τόπου, με στόχο την αντίκρουση ρεφορμιστικών αντιλήψεων, με στόχο να αναδειχθεί η αναγκαιότητα και η σημασία του οργανωμένου μαζικού συλλογικού αγώνα, ως μόνη διέξοδος για τους εργαζόμενους.
Για την υλοποίηση αυτών των σκοπών, αποτελεί προϋπόθεση η στενότερη και τακτικότερη επαφή των μελών της εργαζόμενης νεολαίας με την ΕΡΓΑΣ, η παρακολούθηση των ιδιαίτερων προβλημάτων που παρουσιάζονται σε κάθε εργασιακό χώρο, η ανταλλαγή εμπειριών μεταξύ έμπειρων συνδικαλιστών και νεότερων, ο καλύτερος εξοπλισμός των νέων με επιχειρήματα απέναντι σε όλα τα πολιτικά ρεύματα που δρουν στο συνδικαλιστικό κίνημα. Ιδιαίτερα σήμερα που οι εργαζόμενοι βρίσκονται αντιμέτωποι με έναν αντιασφαλιστικό αντεργατικό νόμο που τσακίζει εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα, καθώς και την εφαρμογή όλων των μέτρων του 3ου μνημονίου, η νεολαία σε συντονισμό με την ΕΡΓΑΣ οφείλει να δώσει όλες της τις δυνάμεις μέσα σε κάθε χώρο δουλειάς για την προσπάθεια ανάπτυξης νέων αγώνων και τη διασφάλιση μαζικής και ενεργής συμμετοχής σε αυτούς με στόχο να μπει φραγμός στη νέα αντεργατική επίθεση.
Ιδεολογικά ρεύματα
και μέτωπα για τη νεολαία
και μέτωπα για τη νεολαία
Οι πολιτικές αντιλήψεις και δυνάμεις, οι
συγκαλυμμένες ή φανερές ιδεολογίες που τις επηρεάζουν έως τις
διαποτίζουν, οι ψυχολογίες που αναπτύσσονται στους χώρους της νεολαίας,
δεν είναι διαφορετικές από εκείνες που μπορούμε να αναγνωρίσουμε,
γενικώς, στην ελληνική κοινωνία. Βέβαια, στους κόλπους τις νεολαίας
κάποιες ιδέες παρουσιάζονται, συγκριτικά, πιο ισχυρές και βρίσκουν
μεγαλύτερη ανταπόκριση, ενώ κάποιες άλλες μοιάζουν λιγότερο δημοφιλείς
και αποδεκτές.
Προφανώς, ο ατομικός δρόμος και ο αγώνας για την «προσωπική διάσωση», το δηλητήριο του μικροαστικού εγωισμού με την ταυτόχρονη απόρριψη ή και αποδοκιμασία των αντιλήψεων που αναγνωρίζουν την ανάγκη για συλλογική, αγωνιστική αντιμετώπιση των προβλημάτων, έχει ισχυρές ρίζες και στο έδαφος της νεολαίας.
Οι μαθητές, οι φοιτητές, οι εργαζόμενοι/ άνεργοι/ μισο-απασχολούμενοι νέοι, υποβάλλονται επίμονα, σε συστηματική βάση, σε μία κανονική διδασκαλία εκ μέρους της κυρίαρχης ιδεολογίας, δηλαδή εκ μέρους των κυρίαρχων τάξεων, πως καταρχάς σε κοινωνικό επίπεδο τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει μέσα από τους αγώνες· πως οι μικροί και μεγάλοι συλλογικοί αγώνες είναι αλυσιτελείς, σχεδόν πάντα ματαιοπονία, ενίοτε επιζήμιοι, ενώ η πραγματική ατομική πρόοδος όσο και η πρόοδος του τόπου μπορεί να επιτευχθεί μόνο υπό τους όρους ενός σκληρού, εξοντωτικού ανταγωνισμού, στα όρια του κοινωνικού δαρβινισμού.
Οι μαθητές, οι φοιτητές, οι εργαζόμενοι και οι άνεργοι νέοι, καλούνται να ξεπεράσουν, να αφήσουν πίσω τους ομοίους τους, όχι να ζητήσουν να συνεργαστούν μαζί τους. Το μήνυμα ανθρωποφαγίας προς όλες τις ηλικίες της νεολαίας είναι σαφές: Δεν είναι δυνατό όλοι να σπουδάζουν, παρά μόνο οι καλύτεροι. Δεν είναι δυνατό όλοι να εργάζονται, παρά μόνο οι πιο άξιοι. Η κοινωνία δεν μπορεί να τους αντέξει όλους. Οι πιο ανταγωνιστικοί, οι πιο αποδοτικοί, οι πιο πρόθυμοι, αυτοί είναι που θα συνεχίσουν.
Στους χώρους της νεολαίας, συγκροτημένα οχήματα συνδικαλισμού αλλά και πολιτικών ιδεών αποτελούν κατά κύριο λόγο οι φοιτητικές παρατάξεις, ενώ ο μαθητικός συνδικαλισμός παρουσιάζεται αρκετά αναιμικός, συχνά απών. Βέβαια, η απαξίωση της πολιτικής δράσης όσο και του συνδικαλισμού απαντάται σε όλες τις ηλικίες της ελληνικής κοινωνίας, και δεν συνιστά θλιβερό προνόμιο της νέας γενιάς. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να είναι σαφές ότι πίσω από την υποχώρηση των συνδικαλιστικών και πολιτικών αγώνων κρύβεται η ιδεολογική υποχώρηση των προοδευτικών δυνάμεων.
Αξίζει να σημειωθεί καταρχάς ως ποσοτικό στοιχείο, ότι ΔΑΠ και ΠΑΣΠ, δηλαδή οι φοιτητικές παρατάξεις του παλαιότερου κομματικού δίπολου, στις περσινές φοιτητικές και σπουδαστικές κάλπες εξασφάλισαν το 50% των ψήφων στα ΑΕΙ, και περί το 65% στα ΤΕΙ, δηλαδή γνωρίζουν ευρείας αποδοχής, μεγαλύτερης ακόμη από εκείνη που φαίνεται να γνωρίζουν οι εντολείς τους, ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ αντίστοιχα. Οι παρατάξεις εκείνες - φορείς ιδεών που έχουν βάλει πλάτη και αναπαράγουν τις μνημονιακές λογικές και πολιτικές μέσα στους χώρους της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, που διδάσκουν τη συνθηκολόγηση με τη σκληρή πραγματικότητα, που κηρύσσουν την ανάγκη να μετατραπούν τα δημόσια εκπαιδευτικά ιδρύματα σε ιδιωτικές ανταποδοτικές επιχειρήσεις, που θέλουν αποσαθρωμένα συνδικαλιστικά όργανα και υποσκάπτουν την οργάνωση και τις συλλογικές διαδικασίες, που διδάσκουν συστηματικά την υποκουλτούρα και ανάγουν το lifestyle σε τρόπο και σκοπό ζωής, αυτές εμφανίζονται κυρίαρχες στη μεγάλη μάζα του φοιτητικού κόσμου. Στις γενικόλογες όσο και αοριστολογικές αφίσες τους, μπορεί κανείς πολύ εύκολα να παρακολουθήσει τη σταθερή προσπάθεια της (επί 27 χρόνια πρώτης στα πανεπιστήμια) ΔΑΠ, αλλά και της δευτεραθλήτριας ΠΑΣΠ, να από-πολιτικοποιήσουν και να στρέψουν -όσο μπορούν- τη συζήτηση μακριά από τα επίκαιρα σε κάθε περίσταση εκπαιδευτικά, πολιτικά, κοινωνικά προβλήματα. Καθεμία τους, μπορεί να καταγράψει σημαντικές επιδόσεις στην οργάνωση και διανομή σημειώσεων εξαμήνων στους φοιτητές, ή στις προεργασίες για μια παραταξιακή εκδήλωση, αλλά δεν θα αφιερώσει την παραμικρή ποσότητα χρόνου και κόπου για να βοηθήσει στην προετοιμασία μιας γενικής συνέλευσης φοιτητών. Φεύγοντας από τις Συμπληγάδες της δεξιάς συντήρησης και των κηρυγμάτων αποδοχής-προσαρμογής-υποταγής στην πραγματικότητα, κομμάτια νεολαίας που θα θελήσουν να διεκδικήσουν μια καλύτερη εκπαίδευση ή μία καλύτερη κοινωνία, κινδυνεύουν να παγιδευτούν στα νερά του ρεφορμισμού, ο οποίος βάζει σήμερα εντόνως τη δική του σφραγίδα στην ανάσχεση έως φραγμό της ανάπτυξης αγώνων. Οι τέσσερεις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις και νίκες για τις οποίες καυχιέται ο ΣΥΡΙΖΑ (ευρωεκλογές, εθνικές κάλπες Ιανουαρίου 2015, δημοψήφισμα, εθνικές κάλπες Σεπτεμβρίου 2015) σηματοδοτούν ακριβώς την αναθέρμανση της πίστης ολόκληρης της ελληνικής κοινωνίας για τη δυνατότητα να διορθωθεί ο καπιταλισμός με μεταρρυθμίσεις και μικρά προοδευτικά βήματα. Η ΕΕ, αλλά και ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός, παρουσιάζονταν έτοιμοι, σχεδόν αναγκασμένοι, να υποχωρήσουν κάτω από το βάρος της σκληρής διαπραγμάτευσης και των επιστημονικών επιχειρημάτων που είχε στο οπλοστάσιό του ο ΣΥΡΙΖΑ για την ανόρθωση της ελληνικής κοινωνίας.
Η ελληνική νεολαία γοητεύτηκε αρκετά από τη συστηματική αυτή καλλιέργεια αυταπατών και προσδοκιών, στοιχείο που αποτυπώθηκε στη σημαντική στήριξη προς τον ΣΥΡΙΖΑ σε επίπεδο, κυρίως, ψήφων. Πολύ υψηλά στάθηκαν τα ποσοστά του «ΟΧΙ» στο δημοψήφισμα, από την ψήφο της νέας γενιάς. Βέβαια, ακόμα και από την πλεονεκτική θέση που του δίνει η κυβερνητική εξουσία, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει καταφέρει να συγκροτήσει σε χώρους νεολαίας σταθερούς και ικανούς φορείς της γραμμής του. Ας προστεθεί ότι στα πανεπιστήμια, η ΛΑΕ, καλλιεργώντας ακριβώς τη δική της, επικαιροποιημένη, νέα σοδιά ρεφορμιστικών αυταπατών, μοιάζει σήμερα να θέλει να γίνει ΣΥΡΙΖΑ στη θέση του ΣΥΡΙΖΑ.
Κράμα ρεφορμισμού και αναθεωρητισμού, με διακριτική μετάθεση όλων των ουσιαστικών αγώνων και διεκδικήσεων στο απώτερο μέλλον και στην περίοδο που θα έχει πια κατακτηθεί η «λαϊκή εξουσία», με μεγαλοστομίες, ψευτοεπαναστατικούς τυχοδιωκτισμούς και κινήσεις εντυπωσιασμού στο σήμερα, η ιδεολογία που αποτελεί και την ταυτότητα του ΚΚΕ στις τελευταίες δεκαετίες, έχει επιζήμιο ρόλο σε σημαντικό τμήμα της ελληνικής νεολαίας, που υποκειμενικά έχει τη διάθεση να παλέψει και να διεκδικήσει.Το ΚΚΕ είναι ίσως το μοναδικό κόμμα που μπορεί να έχει μια πιο οργανωμένη παρουσία και στον μαθητικό συνδικαλισμό, ενώ στα πανεπιστήμια και στα ΤΕΙ πέρυσι εξασφάλισε περίπου 1 σε κάθε 5 ψήφους που ρίχτηκαν στις κάλπες. Δυστυχώς, μαζί με τον μεταρρυθμιστικό του χαρακτήρα, και τη …διόρθωση, κάθε τόσο, των κλασικών του κομμουνισμού, μαζί με τη χρεοκοπημένη αναθεώρηση της ιστορίας και όλων των διδαγμάτων του παγκόσμιου αριστερού και κομμουνιστικού κινήματος, το ΚΚΕ διδάσκει ταυτόχρονα την περιχαράκωση και τη διαίρεση των αγώνων. Φοβάται στην πραγματικότητα να εκτεθεί στις μάζες και να υποβάλει τη γραμμή του σε κάθε είδους κριτική, ακόμη και την πιο καλοπροαίρετη. Απέναντι από τη Σκύλλα του ρεφορμισμού στέκεται η Χάρυβδη του ψευτοριζοσπαστισμού και της κούφιας επαναστατικής λογοκοπίας. Βασικός εκφραστής αυτού του ιδεολογικού ρεύματος στη χώρα μας σήμερα είναι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Επειδή ακριβώς στην ουσία του το ρεύμα αυτό δεν είναι επαναστατικό, όσο κι αν πουλάει εξεγερτισμό, την κρίσιμη ώρα, την ώρα που καλείται να δώσει απαντήσεις, όταν δεν ξεστομίζει -κατά την ακριβή φράση του Ένγκελς- ανώτερες αρλούμπες, όταν δεν κατεδαφίζει τον καπιταλισμό με τα λόγια (και με τις «ριζοσπαστικές» του προτάσεις μετέωρες, αναζητώντας το υποκείμενο που θα τις υλοποιήσει), δεν μπορεί να προσφέρει κάτι περισσότερο από «μεταβατικά προγράμματα», και, τελικά, προτάσεις για να διορθωθεί ο καπιταλισμός. Ο αριστερισμός αρνείται την καθοδήγηση ακόμα και από εκλεγμένες ηγεσίες (όπως αρνείται και τον ρόλο του κόμματος) και αναζητά διαρκώς διαδικασίες «από τα κάτω». Στην αριστερά, και πολύ περισσότερο στην αριστερή νεολαία, αυτή η επαναστατική βιτρίνα και η επίφαση ενός «αντιηγεμονισμού» δείχνουν σαγηνευτικοί, ζωντανοί, αντιγραφειοκρατικοί. Στην πραγματικότητα, πίσω από αυτό που οι κούφιοι επαναστάτες θα ονόμαζαν αγωνιστική «απειθαρχία», κρύβεται, και πάλι, το άτομο. Κύρια πολιτικο-συνδικαλιστική έκφραση του ιδεολογικού αυτού χώρου στα πανεπιστήμια είναι η ΕΑΑΚ. Όπως και στον εργασιακό συνδικαλισμό, έτσι και στον φοιτητικό συνδικαλισμό, αρνείται τα ΔΣ καθώς και τα δευτεροβάθμια ή τριτοβάθμια όργανα συντονισμού των φοιτητών και ζητά διαδικασίες από τα κάτω, με «όλη την εξουσία στις γενικές συνελεύσεις». Στις συνελεύσεις, πρωτοστατούν στην ψήφιση πακέτων από αιτήματα και απορρίπτουν την εξέταση-ψήφιση καθενός αιτήματος ξεχωριστά. Με πρόθεσή τους να υπηρετήσουν την πολιτικοποίηση, αν όχι και τη ριζοσπαστικοποίηση, καθώς λένε, στην πράξη εκβιάζουν την ψήφιση πολυσέλιδων κειμένων-πλαισίων, υποκλέπτουν τη συναίνεση των ψηφοφόρων, χωρίς όμως να συμβάλλουν ουσιαστικά στην ενεργοποίηση των τελευταίων. Από πολιτική ουσία; Ενδεικτικά σημειώνουμε ότι το αγαπημένο σύνθημα της ΕΑΑΚ «Κάτω η κυβέρνηση!», μόνιμη επωδός τα τελευταία περίπου 20 χρόνια σε όλα τα «πλαίσια δράσης» της φοιτητικής παράταξης, ως εκ θαύματος έχει εκλείψει το τελευταίο έτος, και συγκεκριμένα από τις …26 Ιανουαρίου του 2015!
Είναι εύλογο ότι αυτό το ιδεολογικό ρεύμα θα έχει και τις συγγένειές του με το ρεύμα του αναρχισμού, στη βάση της κοινής τους αγάπης για τις διαδικασίες «από τα κάτω», με ταυτόχρονη άρνηση, έως απέχθεια, προς τα περισσότερα όργανα και δομές του συνδικαλισμού. Στον αναρχικό θα βρει κανείς τον μικροαστό που εξεγείρεται, που θέλει να κατεδαφίσει το σύστημα, χωρίς όμως να μπορεί να καταθέσει αντιπρόταση, πέρα από τις γενικόλογες μεταφυσικές αναφορές στις αρχές της ελευθερίας και της ισότητας.Τους μήνες που μόλις πέρασαν η αναρχία έκανε σημαία της πάλης της στα πανεπιστήμια τη δικαίωση 5 διωκόμενων φοιτητών (στην πράξη, οι …αντιεξουσιαστές προσέτρεξαν στα ΔΣ και στις Γενικές Συνελεύσεις των σχολών, δηλαδή σε αυτούς τους οποίους βρίζουν όλες τις άλλες ώρες, για να ζητήσουν βοήθεια), ωστόσο δεν μπόρεσε να ξεστομίσει ούτε μια λέξη για ολόκληρα πληθυσμιακά στρώματα που ρίχνονται στον κοινωνικό καιάδα, όπως την αγροτιά, η οποία μάλιστα βρέθηκε για ενάμιση μήνα στους δρόμους και στα μπλόκα, στις αρχές του 2016. Η αναρχία υποτίθεται πως «έχει μάτια» αποκλειστικά για την εργατιά, και μάλιστα για τα πιο περιθωριοποιημένα στοιχεία που υπάρχουν σ’ αυτήν, και όλοι υπόλοιποι μπορούν να καούν στην επίγεια κοινωνική κόλαση για την οποία και νοούνται υπεύθυνοι.
Στη συγκυρία, με τις μεταναστευτικές και προσφυγικές ροές να πολλαπλασιάζονται στη γειτονιά μας και με δεκάδες ή και εκατοντάδες προσφύγων και μεταναστών να εγκλωβίζονται στη χώρα μας, με τη Χρυσή Αυγή τρίτο κόμμα σε εθνικό επίπεδο, και σημεία ανόδου του εθνικισμού και του ρατσισμού σε διεθνές επίπεδο, δεν πρέπει να υποτιμήσουμε τον κίνδυνο να ενισχυθεί η ελληνική ακροδεξιά, σε όλη την κοινωνία, και συνεπώς και στη νεολαία.
Η ισοπέδωση της ιστορίας, μέσα και έξω από τα σχολικά εγχειρίδια και τις αίθουσες διδασκαλίας, έχει επιτρέψει σε φωνές όπως εκείνη της Χρυσής Αυγής να γίνονται ανεκτές στα σχολεία, όχι όμως και στις σχολές. Μετά τη δολοφονία του Π. Φύσσα φαίνεται ότι υπήρξε διάχυτο στη νεολαία ένα κλίμα καταγγελίας και καταδίκης του νεοναζισμού, το οποίο όμως δεν είναι απολύτως συνειδητοποιημένο, αλλά συμβαδίζει με την πρόθεση των κυρίαρχων πολιτικών κύκλων να ελέγξουν και να περιορίσουν, προς το παρόν, και σύμφωνα με τους σχεδιασμούς τους, την ακροδεξιά στη χώρα μας.
Διανύουμε ένα δίσεκτο, κοινωνικά, έτος, το οποία μάλιστα έρχεται να συμπληρώσει μια πολύ δύσκολη μνημονιακή 6ετία που ήδη, σχεδόν, συμπληρώθηκε. Όμως στο μνημονιακό κουτί της Πανδώρας, στο οποίο έχουν στριμωχτεί αντιλαϊκές και αντικοινωνικές πολιτικές και ιστορικό πισωγύρισμα δεκαετιών, κρύβεται και η ελπίδα των αγώνων. Οι νέοι αγωνιστές θα πρέπει να σταθούν ενάντια στους φανερούς και διακριτικούς υποστηρικτές των μνημονίων μέσα και έξω από χώρους της νεολαίας, να αποκαλύψουν εκείνους που υποσκάπτουν και διαιρούν την ενότητα και τις δυνατότητες αγωνιστικής διεξόδου της νέας γενιάς στους μαζικούς χώρους, να ξεσκεπάσουν εκείνους που διδάσκουν τον συμβιβασμό, τη συνθηκολόγηση, την αναχώρηση από τις πιο μικρές συνδικαλιστικές διεκδικήσεις μέχρι και τους μεγαλύτερους κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες.
Προφανώς, ο ατομικός δρόμος και ο αγώνας για την «προσωπική διάσωση», το δηλητήριο του μικροαστικού εγωισμού με την ταυτόχρονη απόρριψη ή και αποδοκιμασία των αντιλήψεων που αναγνωρίζουν την ανάγκη για συλλογική, αγωνιστική αντιμετώπιση των προβλημάτων, έχει ισχυρές ρίζες και στο έδαφος της νεολαίας.
Οι μαθητές, οι φοιτητές, οι εργαζόμενοι/ άνεργοι/ μισο-απασχολούμενοι νέοι, υποβάλλονται επίμονα, σε συστηματική βάση, σε μία κανονική διδασκαλία εκ μέρους της κυρίαρχης ιδεολογίας, δηλαδή εκ μέρους των κυρίαρχων τάξεων, πως καταρχάς σε κοινωνικό επίπεδο τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει μέσα από τους αγώνες· πως οι μικροί και μεγάλοι συλλογικοί αγώνες είναι αλυσιτελείς, σχεδόν πάντα ματαιοπονία, ενίοτε επιζήμιοι, ενώ η πραγματική ατομική πρόοδος όσο και η πρόοδος του τόπου μπορεί να επιτευχθεί μόνο υπό τους όρους ενός σκληρού, εξοντωτικού ανταγωνισμού, στα όρια του κοινωνικού δαρβινισμού.
Οι μαθητές, οι φοιτητές, οι εργαζόμενοι και οι άνεργοι νέοι, καλούνται να ξεπεράσουν, να αφήσουν πίσω τους ομοίους τους, όχι να ζητήσουν να συνεργαστούν μαζί τους. Το μήνυμα ανθρωποφαγίας προς όλες τις ηλικίες της νεολαίας είναι σαφές: Δεν είναι δυνατό όλοι να σπουδάζουν, παρά μόνο οι καλύτεροι. Δεν είναι δυνατό όλοι να εργάζονται, παρά μόνο οι πιο άξιοι. Η κοινωνία δεν μπορεί να τους αντέξει όλους. Οι πιο ανταγωνιστικοί, οι πιο αποδοτικοί, οι πιο πρόθυμοι, αυτοί είναι που θα συνεχίσουν.
Στους χώρους της νεολαίας, συγκροτημένα οχήματα συνδικαλισμού αλλά και πολιτικών ιδεών αποτελούν κατά κύριο λόγο οι φοιτητικές παρατάξεις, ενώ ο μαθητικός συνδικαλισμός παρουσιάζεται αρκετά αναιμικός, συχνά απών. Βέβαια, η απαξίωση της πολιτικής δράσης όσο και του συνδικαλισμού απαντάται σε όλες τις ηλικίες της ελληνικής κοινωνίας, και δεν συνιστά θλιβερό προνόμιο της νέας γενιάς. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να είναι σαφές ότι πίσω από την υποχώρηση των συνδικαλιστικών και πολιτικών αγώνων κρύβεται η ιδεολογική υποχώρηση των προοδευτικών δυνάμεων.
Αξίζει να σημειωθεί καταρχάς ως ποσοτικό στοιχείο, ότι ΔΑΠ και ΠΑΣΠ, δηλαδή οι φοιτητικές παρατάξεις του παλαιότερου κομματικού δίπολου, στις περσινές φοιτητικές και σπουδαστικές κάλπες εξασφάλισαν το 50% των ψήφων στα ΑΕΙ, και περί το 65% στα ΤΕΙ, δηλαδή γνωρίζουν ευρείας αποδοχής, μεγαλύτερης ακόμη από εκείνη που φαίνεται να γνωρίζουν οι εντολείς τους, ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ αντίστοιχα. Οι παρατάξεις εκείνες - φορείς ιδεών που έχουν βάλει πλάτη και αναπαράγουν τις μνημονιακές λογικές και πολιτικές μέσα στους χώρους της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, που διδάσκουν τη συνθηκολόγηση με τη σκληρή πραγματικότητα, που κηρύσσουν την ανάγκη να μετατραπούν τα δημόσια εκπαιδευτικά ιδρύματα σε ιδιωτικές ανταποδοτικές επιχειρήσεις, που θέλουν αποσαθρωμένα συνδικαλιστικά όργανα και υποσκάπτουν την οργάνωση και τις συλλογικές διαδικασίες, που διδάσκουν συστηματικά την υποκουλτούρα και ανάγουν το lifestyle σε τρόπο και σκοπό ζωής, αυτές εμφανίζονται κυρίαρχες στη μεγάλη μάζα του φοιτητικού κόσμου. Στις γενικόλογες όσο και αοριστολογικές αφίσες τους, μπορεί κανείς πολύ εύκολα να παρακολουθήσει τη σταθερή προσπάθεια της (επί 27 χρόνια πρώτης στα πανεπιστήμια) ΔΑΠ, αλλά και της δευτεραθλήτριας ΠΑΣΠ, να από-πολιτικοποιήσουν και να στρέψουν -όσο μπορούν- τη συζήτηση μακριά από τα επίκαιρα σε κάθε περίσταση εκπαιδευτικά, πολιτικά, κοινωνικά προβλήματα. Καθεμία τους, μπορεί να καταγράψει σημαντικές επιδόσεις στην οργάνωση και διανομή σημειώσεων εξαμήνων στους φοιτητές, ή στις προεργασίες για μια παραταξιακή εκδήλωση, αλλά δεν θα αφιερώσει την παραμικρή ποσότητα χρόνου και κόπου για να βοηθήσει στην προετοιμασία μιας γενικής συνέλευσης φοιτητών. Φεύγοντας από τις Συμπληγάδες της δεξιάς συντήρησης και των κηρυγμάτων αποδοχής-προσαρμογής-υποταγής στην πραγματικότητα, κομμάτια νεολαίας που θα θελήσουν να διεκδικήσουν μια καλύτερη εκπαίδευση ή μία καλύτερη κοινωνία, κινδυνεύουν να παγιδευτούν στα νερά του ρεφορμισμού, ο οποίος βάζει σήμερα εντόνως τη δική του σφραγίδα στην ανάσχεση έως φραγμό της ανάπτυξης αγώνων. Οι τέσσερεις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις και νίκες για τις οποίες καυχιέται ο ΣΥΡΙΖΑ (ευρωεκλογές, εθνικές κάλπες Ιανουαρίου 2015, δημοψήφισμα, εθνικές κάλπες Σεπτεμβρίου 2015) σηματοδοτούν ακριβώς την αναθέρμανση της πίστης ολόκληρης της ελληνικής κοινωνίας για τη δυνατότητα να διορθωθεί ο καπιταλισμός με μεταρρυθμίσεις και μικρά προοδευτικά βήματα. Η ΕΕ, αλλά και ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός, παρουσιάζονταν έτοιμοι, σχεδόν αναγκασμένοι, να υποχωρήσουν κάτω από το βάρος της σκληρής διαπραγμάτευσης και των επιστημονικών επιχειρημάτων που είχε στο οπλοστάσιό του ο ΣΥΡΙΖΑ για την ανόρθωση της ελληνικής κοινωνίας.
Η ελληνική νεολαία γοητεύτηκε αρκετά από τη συστηματική αυτή καλλιέργεια αυταπατών και προσδοκιών, στοιχείο που αποτυπώθηκε στη σημαντική στήριξη προς τον ΣΥΡΙΖΑ σε επίπεδο, κυρίως, ψήφων. Πολύ υψηλά στάθηκαν τα ποσοστά του «ΟΧΙ» στο δημοψήφισμα, από την ψήφο της νέας γενιάς. Βέβαια, ακόμα και από την πλεονεκτική θέση που του δίνει η κυβερνητική εξουσία, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει καταφέρει να συγκροτήσει σε χώρους νεολαίας σταθερούς και ικανούς φορείς της γραμμής του. Ας προστεθεί ότι στα πανεπιστήμια, η ΛΑΕ, καλλιεργώντας ακριβώς τη δική της, επικαιροποιημένη, νέα σοδιά ρεφορμιστικών αυταπατών, μοιάζει σήμερα να θέλει να γίνει ΣΥΡΙΖΑ στη θέση του ΣΥΡΙΖΑ.
Κράμα ρεφορμισμού και αναθεωρητισμού, με διακριτική μετάθεση όλων των ουσιαστικών αγώνων και διεκδικήσεων στο απώτερο μέλλον και στην περίοδο που θα έχει πια κατακτηθεί η «λαϊκή εξουσία», με μεγαλοστομίες, ψευτοεπαναστατικούς τυχοδιωκτισμούς και κινήσεις εντυπωσιασμού στο σήμερα, η ιδεολογία που αποτελεί και την ταυτότητα του ΚΚΕ στις τελευταίες δεκαετίες, έχει επιζήμιο ρόλο σε σημαντικό τμήμα της ελληνικής νεολαίας, που υποκειμενικά έχει τη διάθεση να παλέψει και να διεκδικήσει.Το ΚΚΕ είναι ίσως το μοναδικό κόμμα που μπορεί να έχει μια πιο οργανωμένη παρουσία και στον μαθητικό συνδικαλισμό, ενώ στα πανεπιστήμια και στα ΤΕΙ πέρυσι εξασφάλισε περίπου 1 σε κάθε 5 ψήφους που ρίχτηκαν στις κάλπες. Δυστυχώς, μαζί με τον μεταρρυθμιστικό του χαρακτήρα, και τη …διόρθωση, κάθε τόσο, των κλασικών του κομμουνισμού, μαζί με τη χρεοκοπημένη αναθεώρηση της ιστορίας και όλων των διδαγμάτων του παγκόσμιου αριστερού και κομμουνιστικού κινήματος, το ΚΚΕ διδάσκει ταυτόχρονα την περιχαράκωση και τη διαίρεση των αγώνων. Φοβάται στην πραγματικότητα να εκτεθεί στις μάζες και να υποβάλει τη γραμμή του σε κάθε είδους κριτική, ακόμη και την πιο καλοπροαίρετη. Απέναντι από τη Σκύλλα του ρεφορμισμού στέκεται η Χάρυβδη του ψευτοριζοσπαστισμού και της κούφιας επαναστατικής λογοκοπίας. Βασικός εκφραστής αυτού του ιδεολογικού ρεύματος στη χώρα μας σήμερα είναι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Επειδή ακριβώς στην ουσία του το ρεύμα αυτό δεν είναι επαναστατικό, όσο κι αν πουλάει εξεγερτισμό, την κρίσιμη ώρα, την ώρα που καλείται να δώσει απαντήσεις, όταν δεν ξεστομίζει -κατά την ακριβή φράση του Ένγκελς- ανώτερες αρλούμπες, όταν δεν κατεδαφίζει τον καπιταλισμό με τα λόγια (και με τις «ριζοσπαστικές» του προτάσεις μετέωρες, αναζητώντας το υποκείμενο που θα τις υλοποιήσει), δεν μπορεί να προσφέρει κάτι περισσότερο από «μεταβατικά προγράμματα», και, τελικά, προτάσεις για να διορθωθεί ο καπιταλισμός. Ο αριστερισμός αρνείται την καθοδήγηση ακόμα και από εκλεγμένες ηγεσίες (όπως αρνείται και τον ρόλο του κόμματος) και αναζητά διαρκώς διαδικασίες «από τα κάτω». Στην αριστερά, και πολύ περισσότερο στην αριστερή νεολαία, αυτή η επαναστατική βιτρίνα και η επίφαση ενός «αντιηγεμονισμού» δείχνουν σαγηνευτικοί, ζωντανοί, αντιγραφειοκρατικοί. Στην πραγματικότητα, πίσω από αυτό που οι κούφιοι επαναστάτες θα ονόμαζαν αγωνιστική «απειθαρχία», κρύβεται, και πάλι, το άτομο. Κύρια πολιτικο-συνδικαλιστική έκφραση του ιδεολογικού αυτού χώρου στα πανεπιστήμια είναι η ΕΑΑΚ. Όπως και στον εργασιακό συνδικαλισμό, έτσι και στον φοιτητικό συνδικαλισμό, αρνείται τα ΔΣ καθώς και τα δευτεροβάθμια ή τριτοβάθμια όργανα συντονισμού των φοιτητών και ζητά διαδικασίες από τα κάτω, με «όλη την εξουσία στις γενικές συνελεύσεις». Στις συνελεύσεις, πρωτοστατούν στην ψήφιση πακέτων από αιτήματα και απορρίπτουν την εξέταση-ψήφιση καθενός αιτήματος ξεχωριστά. Με πρόθεσή τους να υπηρετήσουν την πολιτικοποίηση, αν όχι και τη ριζοσπαστικοποίηση, καθώς λένε, στην πράξη εκβιάζουν την ψήφιση πολυσέλιδων κειμένων-πλαισίων, υποκλέπτουν τη συναίνεση των ψηφοφόρων, χωρίς όμως να συμβάλλουν ουσιαστικά στην ενεργοποίηση των τελευταίων. Από πολιτική ουσία; Ενδεικτικά σημειώνουμε ότι το αγαπημένο σύνθημα της ΕΑΑΚ «Κάτω η κυβέρνηση!», μόνιμη επωδός τα τελευταία περίπου 20 χρόνια σε όλα τα «πλαίσια δράσης» της φοιτητικής παράταξης, ως εκ θαύματος έχει εκλείψει το τελευταίο έτος, και συγκεκριμένα από τις …26 Ιανουαρίου του 2015!
Είναι εύλογο ότι αυτό το ιδεολογικό ρεύμα θα έχει και τις συγγένειές του με το ρεύμα του αναρχισμού, στη βάση της κοινής τους αγάπης για τις διαδικασίες «από τα κάτω», με ταυτόχρονη άρνηση, έως απέχθεια, προς τα περισσότερα όργανα και δομές του συνδικαλισμού. Στον αναρχικό θα βρει κανείς τον μικροαστό που εξεγείρεται, που θέλει να κατεδαφίσει το σύστημα, χωρίς όμως να μπορεί να καταθέσει αντιπρόταση, πέρα από τις γενικόλογες μεταφυσικές αναφορές στις αρχές της ελευθερίας και της ισότητας.Τους μήνες που μόλις πέρασαν η αναρχία έκανε σημαία της πάλης της στα πανεπιστήμια τη δικαίωση 5 διωκόμενων φοιτητών (στην πράξη, οι …αντιεξουσιαστές προσέτρεξαν στα ΔΣ και στις Γενικές Συνελεύσεις των σχολών, δηλαδή σε αυτούς τους οποίους βρίζουν όλες τις άλλες ώρες, για να ζητήσουν βοήθεια), ωστόσο δεν μπόρεσε να ξεστομίσει ούτε μια λέξη για ολόκληρα πληθυσμιακά στρώματα που ρίχνονται στον κοινωνικό καιάδα, όπως την αγροτιά, η οποία μάλιστα βρέθηκε για ενάμιση μήνα στους δρόμους και στα μπλόκα, στις αρχές του 2016. Η αναρχία υποτίθεται πως «έχει μάτια» αποκλειστικά για την εργατιά, και μάλιστα για τα πιο περιθωριοποιημένα στοιχεία που υπάρχουν σ’ αυτήν, και όλοι υπόλοιποι μπορούν να καούν στην επίγεια κοινωνική κόλαση για την οποία και νοούνται υπεύθυνοι.
Στη συγκυρία, με τις μεταναστευτικές και προσφυγικές ροές να πολλαπλασιάζονται στη γειτονιά μας και με δεκάδες ή και εκατοντάδες προσφύγων και μεταναστών να εγκλωβίζονται στη χώρα μας, με τη Χρυσή Αυγή τρίτο κόμμα σε εθνικό επίπεδο, και σημεία ανόδου του εθνικισμού και του ρατσισμού σε διεθνές επίπεδο, δεν πρέπει να υποτιμήσουμε τον κίνδυνο να ενισχυθεί η ελληνική ακροδεξιά, σε όλη την κοινωνία, και συνεπώς και στη νεολαία.
Η ισοπέδωση της ιστορίας, μέσα και έξω από τα σχολικά εγχειρίδια και τις αίθουσες διδασκαλίας, έχει επιτρέψει σε φωνές όπως εκείνη της Χρυσής Αυγής να γίνονται ανεκτές στα σχολεία, όχι όμως και στις σχολές. Μετά τη δολοφονία του Π. Φύσσα φαίνεται ότι υπήρξε διάχυτο στη νεολαία ένα κλίμα καταγγελίας και καταδίκης του νεοναζισμού, το οποίο όμως δεν είναι απολύτως συνειδητοποιημένο, αλλά συμβαδίζει με την πρόθεση των κυρίαρχων πολιτικών κύκλων να ελέγξουν και να περιορίσουν, προς το παρόν, και σύμφωνα με τους σχεδιασμούς τους, την ακροδεξιά στη χώρα μας.
Διανύουμε ένα δίσεκτο, κοινωνικά, έτος, το οποία μάλιστα έρχεται να συμπληρώσει μια πολύ δύσκολη μνημονιακή 6ετία που ήδη, σχεδόν, συμπληρώθηκε. Όμως στο μνημονιακό κουτί της Πανδώρας, στο οποίο έχουν στριμωχτεί αντιλαϊκές και αντικοινωνικές πολιτικές και ιστορικό πισωγύρισμα δεκαετιών, κρύβεται και η ελπίδα των αγώνων. Οι νέοι αγωνιστές θα πρέπει να σταθούν ενάντια στους φανερούς και διακριτικούς υποστηρικτές των μνημονίων μέσα και έξω από χώρους της νεολαίας, να αποκαλύψουν εκείνους που υποσκάπτουν και διαιρούν την ενότητα και τις δυνατότητες αγωνιστικής διεξόδου της νέας γενιάς στους μαζικούς χώρους, να ξεσκεπάσουν εκείνους που διδάσκουν τον συμβιβασμό, τη συνθηκολόγηση, την αναχώρηση από τις πιο μικρές συνδικαλιστικές διεκδικήσεις μέχρι και τους μεγαλύτερους κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες.
Για τα καθήκοντα και
τους στόχους της Πορείας
Η οργάνωση της Πορείας το προηγούμενο
διάστημα με όσες δυνάμεις διαθέτει συμμετείχε στους αγώνες του λαού και
της νεολαίας, επιδιώκοντας πρώτα απ’ όλα τον σωστό πολιτικό
προσανατολισμό, τη μαζικοποίηση και την αποτελεσματικότητά τους.
Σήμερα και κάτω από τις νέες εξελίξεις είναι αναγκαίο το δυνάμωμα της αντιιμπεριαλιστικής κατεύθυνσης στο κίνημα της νεολαίας, της μοναδικής κατεύθυνσης που μπορεί να δώσει απάντηση και διέξοδο σε όσα συμβαίνουν στον κόσμο, στην Ευρώπη και στη χώρα μας.
Οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της Αμερικής και της Ευρώπης, αφού εξαπέλυσαν σειρά κατακτητικών πολέμων και κατερείπωσαν χώρες, όπως συστηματικά τώρα κάνουν στη Συρία, και αφού εξέθρεψαν για τους σκοπούς τους δυνάμεις όπως του ISIS, τώρα κάτω από τα νεοφασιστικά σκουξίματα πολιτικών εκπροσώπων τύπου Τραμπ, στις δύο όχθες του Ατλαντικού αξιοποιώντας την τυφλή προβοκατόρικη δράση του ISIS μετατοπίζουν τον πολιτικό άξονα σε αντιδραστική κατεύθυνση. Ενισχύουν και αξιοποιούν τη μαζική φοβία, την τρομοϋστερία και την ξενοφοβία για να παραλύσουν αντιστάσεις και να επιβάλουν καθεστώς μαζικής ψύχωσης, αστυνομοκρατίας και στρατοκρατίας, περιστολής και καρατόμησης δημοκρατικών ελευθεριών. Υψώνουν στην Ευρώπη νέα τείχη απ’ άκρη σ’ άκρη στους πρόσφυγες και μετανάστες, στα θύματα των πολέμων τους, στα θύματα της ιμπεριαλιστικής καταλήστευσης και αρπακτικότητας. Φέρνουν απειλητικά στο προσκήνιο σε ΗΠΑ και Ευρώπη και νεκρανασταίνουν τις μαύρες δυνάμεις του νεοφασισμού και της ακροδεξιάς, που οι λαοί στο πρόσφατο παρελθόν καταπολέμησαν και υπερνίκησαν με τους μεγαλειώδεις αντιφασιστικούς και εθνικο-απελευθερωτικούς αγώνες τους.
Μετατρέπουν τη χώρα μας, αφού πρώτα τη ρήμαξαν με τα υποδουλωτικά μνημόνια και έχοντας εξασφαλίσει κάθε συναίνεση από το υποταγμένο παλιό και νέο πολιτικό προσωπικό του ελληνικού πολιτικού συστήματος, σε απέραντη αποθήκη προσφύγων για να ξεδιαλέξουν μετά, από εδώ, το «εμπόρευμα» και να πάρουν την αφρόκρεμα των σύγχρονων σκλάβων για φτηνό εργατικό δυναμικό. Είναι ανάγκη να δυναμώσει ο αντιιμπεριαλιστικός αγώνας της νεολαίας μας, τμήμα του παγκόσμιου αντιιμπεριαλιστικού κινήματος, για να βάλει φραγμό στον πόλεμο, στην καπιταλιστική εκμετάλλευση και σκλαβιά. Είναι ανάγκη να δυναμώσει ο αγώνας για την υπεράσπιση των δημοκρατικών ελευθεριών απέναντι στην απειλητική κλιμάκωση των αντιδραστικών και αντιδημοκρατικών πιέσεων. Ενάντια στις εθελόδουλες δυνάμεις τους αστικού πολιτικού συστήματος της χώρας μας, που πρόθυμα ανοίγουν διάπλατα τα παράθυρα στη δηλητηριώδη ατμόσφαιρα της ξενοφοβίας, των μαζικών ψυχώσεων και της τρομοϋστερίας. Η νεολαία πρέπει να παλέψει ενάντια στην περιστολή πολιτικών και συνδικαλιστικών ελευθεριών, ενάντια στο καθεστώς των απαγορεύσεων, στην αστυνομοκρατία και την κρατική καταστολή. Πρέπει να διεξαχθεί συστηματικός πολιτικός και ιδεολογικός αγώνας ενάντια στην ακροδεξιά και φασιστική ιδεολογία. Η Χρυσή Αυγή και η παρακρατική φασιστική δράση δεν θα αντιμετωπισθούν με την οργανωτική αντιπαράθεση που τροφοδοτεί την αντιδραστική «θεωρία των δύο άκρων» και καλλιεργεί όρους βεντέτας και πολιτικού τσαμπουκά, αλλά με την πολιτική και ιδεολογική απομόνωση των φασιστών, με τη συστηματική αποκάλυψη του ρόλου και της φυσιογνωμίας τους, με το ξεσκέπασμα της πατριδοκάπηλης και ψευτοαντισυστημικής δημαγωγίας των φασιστών, με την ανάπτυξη εντέλει ενός πλατιού λαϊκού αντιφασιστικού κινήματος. Πρέπει να δυναμώσει ο αγώνας ενάντια στη συμμετοχή της χώρας μας, και απέναντι στις πολιτικές δυνάμεις που την ενισχύουν, στους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Ιδιαίτερα τώρα που τα ιδεολογήματα της “ενιαίας ανοιχτής Ευρώπης” και της “Ευρώπης των λαών, της ισοτιμίας και της αλληλεγγύης” ξεθωριάζουν και αποκαλύπτουν την ΕΕ των ανταγωνισμών, της ιδιοτέλειας και του αλληλοσπαραγμού, την ΕΕ της πολιτικής αντίδρασης, της ξενοφοβίας, της υποκρισίας και των κλειστών συνόρων. Τώρα που το ΝΑΤΟ, προετοιμάζοντας νέες επικίνδυνες για τους λαούς της περιοχής σταυροφορίες, μετατρέπει τη χώρα μας σε πολεμικό ορμητήριο και το Αιγαίο σε ΝΑΤΟϊκή λίμνη, περιστέλλοντας και καρατομώντας την εθνική και εδαφική κυριαρχία. Ένας τέτοιος αγώνας προϋποθέτει την αντιπαράθεση με εκείνες τις υποτακτικές σε Αμερικάνους και Ευρωπαίους πολιτικές δυνάμεις, κήρυκες στον τόπο μας της ξενοδουλείας. Και προϋποθέτει επίσης την πολιτική αντιπαράθεση με εκείνες τις δυνάμεις που αναφέρονται στην αριστερά και σε συνθήκες σαν τις σημερινές, ασφυκτικής εποπτείας και ελέγχου της χώρας, προβάλλουν εξωφρενικές θεωρίες πως η Ελλάδα όχι μόνο δεν είναι χώρα εξαρτημένη και υποτελής, αλλά ανεξάρτητη και ιμπεριαλιστική. Εκχωρώντας το αίτημα της εθνικής ανεξαρτησίας στο πατριδεμπόριο της ακροδεξιάς δημαγωγίας.
Η Πορεία το επόμενο διάστημα πρέπει να συμβάλλει στο δυνάμωμα του αγώνα για την ανάπτυξη του ευρύτερου δυνατού μετώπου λαού και νεολαίας για την απόκρουση παλιών και νέων μνημονίων. Ενάντια πρώτα απ’ όλα στην εφαρμογή του τρίτου μνημονίου, ενάντια στην καταιγίδα του ασφαλιστικού και φορολογικού που από κοινού απεργάζονται οι ξένοι επιτηρητές με την ελληνική κυβέρνηση, υπό την επιδοκιμαστική στάση της συντριπτικής πλειονότητας των κομμάτων του κοινοβουλίου τα οποία από κοινού ψήφισαν το μνημόνιο.
Πρέπει να αντικρουστεί η ρητορεία της ψευτοαριστερής διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ πως έτσι τάχα (ξανά)σώζεται η χώρα, επαναλαμβάνοντας και «δικαιώνοντας» με τη στάση της τους ισχυρισμούς των προηγούμενων κυβερνήσεων, αμαυρώνοντας και δυσφημίζοντας την αριστερή ιδεολογία και πολιτική. Η αριστερά δεν συγκυβερνά με αντιδραστικούς Καμμένους, δεν υπογράφει και δεν εφαρμόζει μνημόνια, δεν προστατεύει τα ιμπεριαλιστικά και αστικά συμφέροντα σε βάρος του λαού και του τόπου. Πρέπει να αναδειχθεί πως ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει καμία σχέση με την αριστερά, αλλά αποτελεί κλασικό εκπρόσωπο του ρεφορμισμού, του ρεύματος που τώρα και πάντα προδίδει τα λαϊκά συμφέροντα και στα δύσκολα ξελασπώνει και δίνει διέξοδο στην αστική πολιτική.Πρέπει να καταπολεμηθεί η ρεφορμιστική στάση και πρακτική, η ρεφορμιστική ιδεολογία και πολιτική, να απορριφθεί το πνεύμα και η γραμμή της ταξικής συνεργασίας και συναίνεσης των ξένων για το λαϊκό κίνημα «οραμάτων» της ΕΕ και της αναζήτησης προστατών, οι κοινοβουλευτικές αυταπάτες και οι εκλογικές ψευτολύσεις, η διάχυση της ηττοπάθειας στο μαζικό κίνημα και το πνεύμα του συμβιβασμού. Πρέπει να καταπολεμηθούν οι δυνάμεις στα πλαίσια του μαζικού κινήματος και στο κίνημα της νεολαίας που αρνούνται τους διεκδικητικούς αγώνες και υπονομεύουν τη συλλογική πάλη.
Όπως πρέπει, επίσης, και να απορριφθούν δογματικές και διασπαστικές αντιλήψεις και πρακτικές που αποδυναμώνουν το μαζικό κίνημα και τους ενιαίους αγώνες για την απόκρουση των αντιλαϊκών μέτρων. Που στο όνομα μιας υποτιθέμενης κομμουνιστικής αντίληψης, όπως κάνει το ΚΚΕ, στρεβλώνουν και περιορίζουν το περιεχόμενο της μαζικής απεύθυνσης, συσπείρωσης και δράσης, διαστρεβλώνουν την έννοια της συλλογικής, σωματειακής οργάνωσης, στενεύουν και περιορίζουν το περιεχόμενό τους, αντιμετωπίζοντας εντέλει τον σύλλογο ή το σωματείο ως κομματικό περίγυρο, εισάγοντας στο εσωτερικό τους όρους ιδεολογικής συσπείρωσης.
Η οργάνωση νεολαίας της Πορείας έχει πίσω της ένα θετικό βηματισμό, παίρνοντας υπόψη μας από πού ξεκινάμε και ποιο είναι το πολιτικό και ιδεολογικό πλαίσιο που υπάρχει γύρω μας.
Το χαμηλό επίπεδο ανάπτυξης της ταξικής πάλης και των αγώνων, η κυριαρχία πολιτικών αυταπατών και ψευδαισθήσεων και η αναζήτηση των εύκολων λύσεων, το χαμηλό επίπεδο οργανωτικότητας των μαζών και η κυριαρχία αντιοργανωτικών αντιλήψεων, η διάδοση των αντικομμουνιστικών προκαταλήψεων και της συκοφάντησης των κομμουνιστικών ιδεών, περιγράφουν κατά ένα μέρος τις δυσκολίες που υπάρχουν, και τονίζουν την ανάγκη ενίσχυσης του πολιτικού και ιδεολογικού μας μετώπου.
Παράλληλα, αναπτύσσονται, ειδικά στη νεολαία που περιθωριοποιείται και ασφυκτιά, αναζητήσεις και διεργασίες προς νέους προσανατολισμούς, ορθώνονται αμφιβολίες προς τις κυρίαρχες δυνάμεις και αμφισβήτηση προς το κυρίαρχο σύστημα και τις αξίες του. Οι ανασφάλειες και οι ανησυχίες, η οικονομική και κοινωνική πίεση δεν πιέζουν μόνο προς τα κάτω, προς την προσαρμογή με την υπάρχουσα κατάσταση, αλλά και προς τα πάνω, προς την αναζήτηση οξυγόνου και προς την αφύπνιση.
Η αστική ιδεολογία και πολιτική θέλει τη νεολαία ανήμπορη και παραδομένη. Να μεταναστεύει, να σιωπά, να υπομένει και να προσαρμόζεται υποτακτικά στην καπιταλιστική ζούγκλα. Να σκέφτεται και να δρα ατομικά και εγωιστικά στα πλαίσια του σάπιου αστικού συστήματος και της σάπιας αστικής κουλτούρας. Νυχθημερόν τα φερέφωνα της αστικής ιδεολογίας κατασυκοφαντούν την οργανωμένη πάλη και τον συλλογικό αγώνα, την ιστορία και τους ηγέτες του αριστερού και κομμουνιστικού κινήματος, το σοσιαλιστικό πολιτισμό, τις κατακτήσεις και τα ιδεώδη του. Θέλουν να κόψουν τον ομφάλιο λώρο που συνδέει τη νεολαία με τις ανατρεπτικές και επαναστατικές ιδέες.
Σήμερα και κάτω από τις νέες εξελίξεις είναι αναγκαίο το δυνάμωμα της αντιιμπεριαλιστικής κατεύθυνσης στο κίνημα της νεολαίας, της μοναδικής κατεύθυνσης που μπορεί να δώσει απάντηση και διέξοδο σε όσα συμβαίνουν στον κόσμο, στην Ευρώπη και στη χώρα μας.
Οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της Αμερικής και της Ευρώπης, αφού εξαπέλυσαν σειρά κατακτητικών πολέμων και κατερείπωσαν χώρες, όπως συστηματικά τώρα κάνουν στη Συρία, και αφού εξέθρεψαν για τους σκοπούς τους δυνάμεις όπως του ISIS, τώρα κάτω από τα νεοφασιστικά σκουξίματα πολιτικών εκπροσώπων τύπου Τραμπ, στις δύο όχθες του Ατλαντικού αξιοποιώντας την τυφλή προβοκατόρικη δράση του ISIS μετατοπίζουν τον πολιτικό άξονα σε αντιδραστική κατεύθυνση. Ενισχύουν και αξιοποιούν τη μαζική φοβία, την τρομοϋστερία και την ξενοφοβία για να παραλύσουν αντιστάσεις και να επιβάλουν καθεστώς μαζικής ψύχωσης, αστυνομοκρατίας και στρατοκρατίας, περιστολής και καρατόμησης δημοκρατικών ελευθεριών. Υψώνουν στην Ευρώπη νέα τείχη απ’ άκρη σ’ άκρη στους πρόσφυγες και μετανάστες, στα θύματα των πολέμων τους, στα θύματα της ιμπεριαλιστικής καταλήστευσης και αρπακτικότητας. Φέρνουν απειλητικά στο προσκήνιο σε ΗΠΑ και Ευρώπη και νεκρανασταίνουν τις μαύρες δυνάμεις του νεοφασισμού και της ακροδεξιάς, που οι λαοί στο πρόσφατο παρελθόν καταπολέμησαν και υπερνίκησαν με τους μεγαλειώδεις αντιφασιστικούς και εθνικο-απελευθερωτικούς αγώνες τους.
Μετατρέπουν τη χώρα μας, αφού πρώτα τη ρήμαξαν με τα υποδουλωτικά μνημόνια και έχοντας εξασφαλίσει κάθε συναίνεση από το υποταγμένο παλιό και νέο πολιτικό προσωπικό του ελληνικού πολιτικού συστήματος, σε απέραντη αποθήκη προσφύγων για να ξεδιαλέξουν μετά, από εδώ, το «εμπόρευμα» και να πάρουν την αφρόκρεμα των σύγχρονων σκλάβων για φτηνό εργατικό δυναμικό. Είναι ανάγκη να δυναμώσει ο αντιιμπεριαλιστικός αγώνας της νεολαίας μας, τμήμα του παγκόσμιου αντιιμπεριαλιστικού κινήματος, για να βάλει φραγμό στον πόλεμο, στην καπιταλιστική εκμετάλλευση και σκλαβιά. Είναι ανάγκη να δυναμώσει ο αγώνας για την υπεράσπιση των δημοκρατικών ελευθεριών απέναντι στην απειλητική κλιμάκωση των αντιδραστικών και αντιδημοκρατικών πιέσεων. Ενάντια στις εθελόδουλες δυνάμεις τους αστικού πολιτικού συστήματος της χώρας μας, που πρόθυμα ανοίγουν διάπλατα τα παράθυρα στη δηλητηριώδη ατμόσφαιρα της ξενοφοβίας, των μαζικών ψυχώσεων και της τρομοϋστερίας. Η νεολαία πρέπει να παλέψει ενάντια στην περιστολή πολιτικών και συνδικαλιστικών ελευθεριών, ενάντια στο καθεστώς των απαγορεύσεων, στην αστυνομοκρατία και την κρατική καταστολή. Πρέπει να διεξαχθεί συστηματικός πολιτικός και ιδεολογικός αγώνας ενάντια στην ακροδεξιά και φασιστική ιδεολογία. Η Χρυσή Αυγή και η παρακρατική φασιστική δράση δεν θα αντιμετωπισθούν με την οργανωτική αντιπαράθεση που τροφοδοτεί την αντιδραστική «θεωρία των δύο άκρων» και καλλιεργεί όρους βεντέτας και πολιτικού τσαμπουκά, αλλά με την πολιτική και ιδεολογική απομόνωση των φασιστών, με τη συστηματική αποκάλυψη του ρόλου και της φυσιογνωμίας τους, με το ξεσκέπασμα της πατριδοκάπηλης και ψευτοαντισυστημικής δημαγωγίας των φασιστών, με την ανάπτυξη εντέλει ενός πλατιού λαϊκού αντιφασιστικού κινήματος. Πρέπει να δυναμώσει ο αγώνας ενάντια στη συμμετοχή της χώρας μας, και απέναντι στις πολιτικές δυνάμεις που την ενισχύουν, στους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Ιδιαίτερα τώρα που τα ιδεολογήματα της “ενιαίας ανοιχτής Ευρώπης” και της “Ευρώπης των λαών, της ισοτιμίας και της αλληλεγγύης” ξεθωριάζουν και αποκαλύπτουν την ΕΕ των ανταγωνισμών, της ιδιοτέλειας και του αλληλοσπαραγμού, την ΕΕ της πολιτικής αντίδρασης, της ξενοφοβίας, της υποκρισίας και των κλειστών συνόρων. Τώρα που το ΝΑΤΟ, προετοιμάζοντας νέες επικίνδυνες για τους λαούς της περιοχής σταυροφορίες, μετατρέπει τη χώρα μας σε πολεμικό ορμητήριο και το Αιγαίο σε ΝΑΤΟϊκή λίμνη, περιστέλλοντας και καρατομώντας την εθνική και εδαφική κυριαρχία. Ένας τέτοιος αγώνας προϋποθέτει την αντιπαράθεση με εκείνες τις υποτακτικές σε Αμερικάνους και Ευρωπαίους πολιτικές δυνάμεις, κήρυκες στον τόπο μας της ξενοδουλείας. Και προϋποθέτει επίσης την πολιτική αντιπαράθεση με εκείνες τις δυνάμεις που αναφέρονται στην αριστερά και σε συνθήκες σαν τις σημερινές, ασφυκτικής εποπτείας και ελέγχου της χώρας, προβάλλουν εξωφρενικές θεωρίες πως η Ελλάδα όχι μόνο δεν είναι χώρα εξαρτημένη και υποτελής, αλλά ανεξάρτητη και ιμπεριαλιστική. Εκχωρώντας το αίτημα της εθνικής ανεξαρτησίας στο πατριδεμπόριο της ακροδεξιάς δημαγωγίας.
Η Πορεία το επόμενο διάστημα πρέπει να συμβάλλει στο δυνάμωμα του αγώνα για την ανάπτυξη του ευρύτερου δυνατού μετώπου λαού και νεολαίας για την απόκρουση παλιών και νέων μνημονίων. Ενάντια πρώτα απ’ όλα στην εφαρμογή του τρίτου μνημονίου, ενάντια στην καταιγίδα του ασφαλιστικού και φορολογικού που από κοινού απεργάζονται οι ξένοι επιτηρητές με την ελληνική κυβέρνηση, υπό την επιδοκιμαστική στάση της συντριπτικής πλειονότητας των κομμάτων του κοινοβουλίου τα οποία από κοινού ψήφισαν το μνημόνιο.
Πρέπει να αντικρουστεί η ρητορεία της ψευτοαριστερής διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ πως έτσι τάχα (ξανά)σώζεται η χώρα, επαναλαμβάνοντας και «δικαιώνοντας» με τη στάση της τους ισχυρισμούς των προηγούμενων κυβερνήσεων, αμαυρώνοντας και δυσφημίζοντας την αριστερή ιδεολογία και πολιτική. Η αριστερά δεν συγκυβερνά με αντιδραστικούς Καμμένους, δεν υπογράφει και δεν εφαρμόζει μνημόνια, δεν προστατεύει τα ιμπεριαλιστικά και αστικά συμφέροντα σε βάρος του λαού και του τόπου. Πρέπει να αναδειχθεί πως ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει καμία σχέση με την αριστερά, αλλά αποτελεί κλασικό εκπρόσωπο του ρεφορμισμού, του ρεύματος που τώρα και πάντα προδίδει τα λαϊκά συμφέροντα και στα δύσκολα ξελασπώνει και δίνει διέξοδο στην αστική πολιτική.Πρέπει να καταπολεμηθεί η ρεφορμιστική στάση και πρακτική, η ρεφορμιστική ιδεολογία και πολιτική, να απορριφθεί το πνεύμα και η γραμμή της ταξικής συνεργασίας και συναίνεσης των ξένων για το λαϊκό κίνημα «οραμάτων» της ΕΕ και της αναζήτησης προστατών, οι κοινοβουλευτικές αυταπάτες και οι εκλογικές ψευτολύσεις, η διάχυση της ηττοπάθειας στο μαζικό κίνημα και το πνεύμα του συμβιβασμού. Πρέπει να καταπολεμηθούν οι δυνάμεις στα πλαίσια του μαζικού κινήματος και στο κίνημα της νεολαίας που αρνούνται τους διεκδικητικούς αγώνες και υπονομεύουν τη συλλογική πάλη.
Όπως πρέπει, επίσης, και να απορριφθούν δογματικές και διασπαστικές αντιλήψεις και πρακτικές που αποδυναμώνουν το μαζικό κίνημα και τους ενιαίους αγώνες για την απόκρουση των αντιλαϊκών μέτρων. Που στο όνομα μιας υποτιθέμενης κομμουνιστικής αντίληψης, όπως κάνει το ΚΚΕ, στρεβλώνουν και περιορίζουν το περιεχόμενο της μαζικής απεύθυνσης, συσπείρωσης και δράσης, διαστρεβλώνουν την έννοια της συλλογικής, σωματειακής οργάνωσης, στενεύουν και περιορίζουν το περιεχόμενό τους, αντιμετωπίζοντας εντέλει τον σύλλογο ή το σωματείο ως κομματικό περίγυρο, εισάγοντας στο εσωτερικό τους όρους ιδεολογικής συσπείρωσης.
Η οργάνωση νεολαίας της Πορείας έχει πίσω της ένα θετικό βηματισμό, παίρνοντας υπόψη μας από πού ξεκινάμε και ποιο είναι το πολιτικό και ιδεολογικό πλαίσιο που υπάρχει γύρω μας.
Το χαμηλό επίπεδο ανάπτυξης της ταξικής πάλης και των αγώνων, η κυριαρχία πολιτικών αυταπατών και ψευδαισθήσεων και η αναζήτηση των εύκολων λύσεων, το χαμηλό επίπεδο οργανωτικότητας των μαζών και η κυριαρχία αντιοργανωτικών αντιλήψεων, η διάδοση των αντικομμουνιστικών προκαταλήψεων και της συκοφάντησης των κομμουνιστικών ιδεών, περιγράφουν κατά ένα μέρος τις δυσκολίες που υπάρχουν, και τονίζουν την ανάγκη ενίσχυσης του πολιτικού και ιδεολογικού μας μετώπου.
Παράλληλα, αναπτύσσονται, ειδικά στη νεολαία που περιθωριοποιείται και ασφυκτιά, αναζητήσεις και διεργασίες προς νέους προσανατολισμούς, ορθώνονται αμφιβολίες προς τις κυρίαρχες δυνάμεις και αμφισβήτηση προς το κυρίαρχο σύστημα και τις αξίες του. Οι ανασφάλειες και οι ανησυχίες, η οικονομική και κοινωνική πίεση δεν πιέζουν μόνο προς τα κάτω, προς την προσαρμογή με την υπάρχουσα κατάσταση, αλλά και προς τα πάνω, προς την αναζήτηση οξυγόνου και προς την αφύπνιση.
Η αστική ιδεολογία και πολιτική θέλει τη νεολαία ανήμπορη και παραδομένη. Να μεταναστεύει, να σιωπά, να υπομένει και να προσαρμόζεται υποτακτικά στην καπιταλιστική ζούγκλα. Να σκέφτεται και να δρα ατομικά και εγωιστικά στα πλαίσια του σάπιου αστικού συστήματος και της σάπιας αστικής κουλτούρας. Νυχθημερόν τα φερέφωνα της αστικής ιδεολογίας κατασυκοφαντούν την οργανωμένη πάλη και τον συλλογικό αγώνα, την ιστορία και τους ηγέτες του αριστερού και κομμουνιστικού κινήματος, το σοσιαλιστικό πολιτισμό, τις κατακτήσεις και τα ιδεώδη του. Θέλουν να κόψουν τον ομφάλιο λώρο που συνδέει τη νεολαία με τις ανατρεπτικές και επαναστατικές ιδέες.
Η οργάνωση της Πορείας θέλει να παλέψει
έτσι ώστε η ελληνική νεολαία να σηκώσει κεφάλι, να ανασάνει, κόντρα στη
μιζέρια, τη μοιρολατρία και τον ωχαδερφισμό, να βηματίσει στο δρόμο του
παρατεταμένου αγώνα και της συλλογικής δράσης, στο δρόμο του αριστερού
και κομμουνιστικού κινήματος για μια άλλη, σοσιαλιστική κοινωνία.
Η οργάνωση της Πορείας θέλει να παλέψει
έτσι ώστε να ανασυνταχτούν οι δυνάμεις της νεολαίας και το κίνημά της,
να ανασυγκροτηθούν οι συλλογικές μορφές οργάνωσης σε σχολεία, σχολές,
εργασιακούς χώρους στον αγώνα για μόρφωση, δουλειά, ειρήνη, δημοκρατία,
εθνική ανεξαρτησία.
Για την υλοποίηση των άμεσων και μακροπρόθεσμων σκοπών της η Πορεία πρέπει το επόμενο διάστημα να αξιοποιήσει όλα τα μέσα που διαθέτει σε κάθε τομέα που δραστηριοποιείται. Πρέπει να αξιοποιήσει περισσότερο και να βελτιώσει την έκδοση της μαθητικής Πορείας, του περιοδικού Πορεία, την ιστοσελίδα της Πορείας. Να αξιοποιήσει καλύτερα τις δυνατότητες παρεμβάσεων με ανακοινώσεις και υλικό στο μαθητικό και φοιτητικό περιβάλλον. Σε σύνδεση με την ΕΡΓΑΣ να αξιοποιήσει τις δυνατότητες παρεμβάσεων σε χώρους δουλειάς. Μπορεί και πρέπει να επεξεργαστεί καλύτερα το προφίλ και τις δυνατότητες της πλατιάς δουλειάς, των εκδηλώσεων και όλων των δραστηριοτήτων, τη δημιουργία πολιτιστικής λέσχης, του καλοκαιρινού κάμπινγκ. Να συνδεθεί πιο αποφασιστικά με κάθε πρόσφορο μαζικό χώρο παλεύοντας για το σωστό προσανατολισμό και τη μαζικοποίησή του. Να απευθυνθεί πιο θαρραλέα, σταθερά και αποφασιστικά στον κοινωνικό και πολιτικό της περίγυρο για τη διεύρυνσή του, για την καλλιέργεια πολιτικών δεσμών και σχέσεων, για την προσέλκυση δυνάμεων στον πολιτικό και κοινωνικό αγώνα. Στην υπόθεση αυτή δεν πρέπει να υπάρχει καμία υποτίμηση των νέων ανθρώπων του περίγυρου, που κουβαλούν ανεπάρκειες, απειρία και αδυναμίες, που όμως κάτι θέλουν να κάνουν. Όπου μια τέτοια δουλειά πραγματώνεται τολμηρά και συστηματικά χωρίς δισταγμούς και ολιγωρία φέρνει καρπούς και οργανωτικά αποκρυσταλλώματα. Για την κρίσιμη υπόθεση της συγκέντρωσης δυνάμεων γύρω από τους στόχους και τους σκοπούς του Μ-Λ ΚΚΕ και της Πορείας αποτελεί σημαντικό στοιχείο προς τη Συνδιάσκεψη και μετά από αυτή, το ξεπέρασμα αδυναμιών και η συμβολή των δυνάμεών μας προς μια τέτοια κατεύθυνση.
Για την υλοποίηση των άμεσων και μακροπρόθεσμων σκοπών της η Πορεία πρέπει το επόμενο διάστημα να αξιοποιήσει όλα τα μέσα που διαθέτει σε κάθε τομέα που δραστηριοποιείται. Πρέπει να αξιοποιήσει περισσότερο και να βελτιώσει την έκδοση της μαθητικής Πορείας, του περιοδικού Πορεία, την ιστοσελίδα της Πορείας. Να αξιοποιήσει καλύτερα τις δυνατότητες παρεμβάσεων με ανακοινώσεις και υλικό στο μαθητικό και φοιτητικό περιβάλλον. Σε σύνδεση με την ΕΡΓΑΣ να αξιοποιήσει τις δυνατότητες παρεμβάσεων σε χώρους δουλειάς. Μπορεί και πρέπει να επεξεργαστεί καλύτερα το προφίλ και τις δυνατότητες της πλατιάς δουλειάς, των εκδηλώσεων και όλων των δραστηριοτήτων, τη δημιουργία πολιτιστικής λέσχης, του καλοκαιρινού κάμπινγκ. Να συνδεθεί πιο αποφασιστικά με κάθε πρόσφορο μαζικό χώρο παλεύοντας για το σωστό προσανατολισμό και τη μαζικοποίησή του. Να απευθυνθεί πιο θαρραλέα, σταθερά και αποφασιστικά στον κοινωνικό και πολιτικό της περίγυρο για τη διεύρυνσή του, για την καλλιέργεια πολιτικών δεσμών και σχέσεων, για την προσέλκυση δυνάμεων στον πολιτικό και κοινωνικό αγώνα. Στην υπόθεση αυτή δεν πρέπει να υπάρχει καμία υποτίμηση των νέων ανθρώπων του περίγυρου, που κουβαλούν ανεπάρκειες, απειρία και αδυναμίες, που όμως κάτι θέλουν να κάνουν. Όπου μια τέτοια δουλειά πραγματώνεται τολμηρά και συστηματικά χωρίς δισταγμούς και ολιγωρία φέρνει καρπούς και οργανωτικά αποκρυσταλλώματα. Για την κρίσιμη υπόθεση της συγκέντρωσης δυνάμεων γύρω από τους στόχους και τους σκοπούς του Μ-Λ ΚΚΕ και της Πορείας αποτελεί σημαντικό στοιχείο προς τη Συνδιάσκεψη και μετά από αυτή, το ξεπέρασμα αδυναμιών και η συμβολή των δυνάμεών μας προς μια τέτοια κατεύθυνση.