Γρήγορη αναζήτηση

Πέμπτη 28 Ιουλίου 2016

ΚΥΠΡΟΣ: 42 χρόνια από το χουντοφασιστικό πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή.


• Διαιώνιση της διχοτόμησης και της κατοχής με τις πλάτες ΗΠΑ-Βρετανίας-ΕΕ
• Διαπραγματεύσεις υποταγής στα «τετελεσμένα» του «Αττίλα»
• Νέοι κίνδυνοι και περιπλοκές από τις εξελίξεις στην Τουρκία
42 χρόνια μετά το διαμελισμό της Κύπρου από τα κατοχικά στρατεύματα του Αττίλα, το Κυπριακό παραμένει εγκλωβισμένο στις τουρκικές επεκτατικές φιλοδοξίες, στους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς και την υποτελή στάση των εναλλασσόμενων στην κυβερνητική εξουσία, ποικιλώνυμων πολιτικών δυνάμεων του νησιού.
Η οικονομική κρίση, που επιδεινώθηκε ραγδαία με τη βίαιη κατάρρευση του άλλοτε προσοδοφόρου τραπεζικού της συστήματος, κάνει ακόμα πιο ευάλωτους τους πολιτικούς εκπροσώπους της Λευκωσίας στις κάθε λογής απαιτήσεις των διαγκωνιζόμενων ξένων επικυρίαρχων.

Η ανάδειξη στην ηγεσία των Τουρκοκυπρίων του «άφθαρτου» και «διαλλακτικού» Ακιντζί, επιτάχυνε τους σχεδιασμούς για γρήγορες διαπραγματεύσεις, φέρνοντας στην επιφάνεια τις πιο επικίνδυνες και επώδυνες για τον κυπριακό λαό εκδοχές του αμερικα­νό­πνευ­στου σχεδίου Ανάν.
Η ενεργειακή αναβάθμιση της Ανατολικής Μεσογείου και η γεωστρατηγική σημασία της Κύπρου για τον έλεγχο της Μ. Ανατολής και του ευρύτερου τόξου της Β. Αφρικής μέχρι τον Καύκασο, ενισχύουν το ενδιαφέρον για πιο ενεργή ανάμιξη της ΕΕ στη διαδικασία «επίλυσης» του Κυπριακού. Η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ και στην Ευρωζώνη, αξιοποιείται για παραπέρα ενίσχυση της επιρροής των πιο ισχυρών ευρωπαϊκών κέντρων στο νησί.
42 χρόνια από την τουρκική εισβολή και την κατοχή του 37% της Κύπρου, το κυπριακό πρόβλημα εξακολουθεί να περιμένει τη λύση του. Ο μεγάλος χρόνος που παραμένει άλυτο χρησιμοποιείται, σήμερα, ξανά σαν μέσο εκβιασμού για την αποδοχή μιας διχοτομικής «επίλυσής» του, όπως μαρτυρούν δηλώσεις του επικεφαλής της τουρκοκυπριακής κοινότητας, Μ. Ακιντζί, πως είναι «η τελευταία ευκαιρία για επανένωση», αλλιώς «θα αναζητηθούν άλλες επιλογές».
 Η πολιτική της Τουρκίας που αποτυπώνεται, τα τελευταία χρόνια, σε νέες προκλητικές δηλώσεις του Ερντογάν ότι «η Νότιος Κύπρος δεν έχει εξουσία στη Βόρεια Κύπρο», του τούρκικου υπουργείου Εξωτερικών ότι «η ψευδαίσθηση της Λευκωσίας πως είναι ο μόνος κάτοχος του νησιού είναι μια επικίνδυνη έκφανση», η ανάμιξη των ΗΠΑ, της Βρετανίας και της ΕΕ με διχοτομικές προτάσεις στην κυπριακή υπόθεση, η αναβαθμισμένη παρουσίαση από τον ΟΗΕ στο Νταβός του επικεφαλής της τουρκοκυπριακής κοινότητας  ως «προέδρου της Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου», δείχνουν σε ποια κατεύθυνση ξανασπρώχνεται η εξεύρεση λύσης από εκείνους που δημιούργησαν και διαιωνίζουν το κυπριακό πρόβλημα.
Οι πολιτικές των κυβερνήσεων της Κύπρου και της Ελλάδας, συμβιβαστικές απέναντι στους εκβιασμούς και τις απειλές της Τουρκίας και προσανατολισμένες σε κινήσεις και χειρισμούς εξαρτημένες από την ιμπεριαλιστική διπλωματία, οδηγούν σε εγκλωβισμό της Κύπρου στα διχοτομικά σχέδια.
Η γενικευμένη αστάθεια σ' όλη την ευρύτερη περιοχή, η όξυνση των διεθνών ανταγωνισμών και ειδικά η κατάσταση στην Τουρκία ύστερα από το αποτυχημένο πραξικόπημα, κατά του Ερντογάν, επιτείνει τα προβλήματα, αντανακλάται άμεσα στα κατεχόμενα και δημιουργεί νέες περιπλοκές και απειλές για την υπόθεση της Κύπρου. Η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ, που προβλήθηκε σαν μέγιστη επιτυχία από τις κυβερνήσεις της Ελλάδας και της Κύπρου, που θα ενίσχυε τη θέση της Κυπριακής Δημοκρατίας και την προσπάθεια επανένωσής της, όχι μόνο δεν έφερε λύση στο Κυπριακό αλλά κατάφερε στην Κύπρο, το 2013, το ισχυρό πλήγμα του μνημονίου. Το βαρύ αυτό χτύπημα και η αποδυνάμωση της θέσης της Ελλάδας τα χρόνια των μνημονίων, δημιούργησαν πρόσθετες δυσκολίες που ωθούν τις κυρίαρχες τάξεις και πολιτικές δυνάμεις σε Κύπρο και Ελλάδα σε πιο ενδοτική στάση στο κυπριακό πρόβλημα. Η διπλωματία της Κύπρου, που ξεκίνησε από την κυβέρνηση ΑΚΕΛ και συνεχίζεται με την κυβέρνηση Αναστασιάδη, να φτιάξει συνεργασίες με το Ισραήλ και με την Αίγυπτο, ως «αντίβαρο» στην τουρκική πίεση, δεν αποτρέπει την πίεση για διχοτομική λύση. Ανοίγει μόνο τις πόρτες χρησιμοποίησης και εκμετάλλευσης της ΑΟΖ της στις ΗΠΑ και στο Ισραήλ, την κάνει σημείο οξύτερης αντιπαράθεσης των ιμπεριαλιστικών και περιφερειακών δυνάμεων στην περιοχή της, τη δένει τελικά, με την ίδια την πολιτική των ΗΠΑ, που υπήρξε και είναι βασικός υπεύθυνος για την κυπριακή τραγωδία.
Η πολιτική της κυβέρνησης του Ν. Αναστασιάδη, που το κόμμα του υποστήριξε το «ναι» στο σχέδιο Ανάν, κινείται στις ράγες μιας διχοτομικής λύσης, το περίγραμμα της οποίας έχει δώσει το κοινό ανακοινωθέν του Ν.Αναστασιάδη με τον πρώην επικεφαλής της τουρκοκυπριακής κοινότητας, Ντ. 'Ερογλου, το 2014, για μια «Ενωμένη Κύπρο εντός της ΕΕ», που θα είναι «δικοινοτική - διζωνική ομοσπονδία με πολιτική ισότητα» και απαρτιζόμενη από δύο «συνιστώντα κράτη». Οι δηλώσεις Ερντογάν στα κατεχόμενα εδάφη της Κύπρου, μόλις εκλέχτηκε ο σημερινός επικεφαλής της τουρκοκυπριακής κοινότητας, το 2015, ότι «η ομοσπονδιακή Κύπρος θα πρέπει να αποτελείται από δύο ίσα ιδρυτικά κράτη», δείχνουν ποια «λύση» επιδιώκει η Άγκυρα. Οι πιέσεις της για να την επιτύχει, μετά και την ανακάλυψη ενεργειακών αποθεμάτων στην ΑΟΖ της Κύπρου, όπου διεκδικεί «συνεκμετάλλευση», έχουν ενταθεί και ευνοούνται από το διχοτομικό πλαίσιο «επίλυσης» του Κυπριακού που προωθούν οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, σύμφωνα με τις δικές τους βλέψεις στη νοτιοανατολική Μεσόγειο, που συνδέονται με τον έλεγχό της, την εκμετάλλευση των ενεργειακών αποθεμάτων της, με τη χρησιμοποίηση της Κύπρου ως «πλατφόρμας» για τις επιχειρήσεις και τα σχέδιά τους στη Μέση Ανατολή.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ διατηρεί στην εξωτερική πολιτική της τον βασικό άξονα αντιμετώπισης του κυπριακού προβλήματος που ακολουθούσαν και οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Οι λίγες αναφορές της στο ότι «δεν χρειάζονται εγγυήτριες δυνάμεις» εμφανίζονται δειλές και με το ερώτημα αν εννοεί κατάργηση ή αλλαγή της μορφής των ξένων «εγγυήσεων».
Εν τω μεταξύ, γοργές είναι οι εξελίξεις στις διακοινοτικές διαπραγματεύσεις για το σερβίρισμα της «νέας» πρότασης «λύσης» του Κυπριακού. Τόσο «νέας» που βασίζεται στο σχέδιο Ανάν. Έτσι και από τις δυο πλευρές διατυπώνονται αισιόδοξα ευχολόγια για διευθέτηση μέσα στο 2016.
Ωστόσο η ουσία των διαπραγματεύσεων δεν αποτυπώνεται παρά στις «μετρημένες» αναφορές των επίσημων κυβερνητικών παραγόντων ή τις γενικόλογες δηλώσεις των «υψηλών» ξένων μεσολαβητών. 
Το άλλοτε, έστω και συμβουλευτικό Εθνικό Συμβούλιο, όπου ενημερώνονταν τα κυπριακά κόμματα και έστω και τυπικά συνέβαλλε στη διαμόρφωση της λεγόμενης εθνικής γραμμής, ουσιαστικά καταργήθηκε και η διαπραγματευτική διαδικασία πορεύεται σε πλήρη συσκότιση, συμβαδίζοντας με τα νέα μνημονιακά ήθη.
Όπως έχει γίνει γνωστό η Άγκυρα έχει ήδη θέσει σε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ πρόταση για εγκατάσταση στρατιωτικής βάσης σαν αντάλλαγμα για τη μερική αποχώρηση στρατευμάτων της από την Κύπρο, χωρίς ωστόσο να χάσει τη μόνιμη στρατιωτική της παρουσία σε ένα τόσο σημαντικό γεωστρατηγικό μέρος της Ανατολικής Μεσογείου. Η τουρκική ιδέα/φόρμουλα αναφέρεται σε μείωση των στρατευμάτων και τη δημιουργία, ενδεχομένως, μιας στρατιωτικής βάσης στο νησί, όπως διαθέτουν οι Βρετανοί. Κατά τα άλλα περισσεύουν οι δηλώσεις για «συναντιλήψεις» και «συγκλίσεις» στα κεφάλαια της διακυβέρνησης και του περιουσιακού. Πώς όμως νοείται ανεξάρτητο κράτος, που να ασκεί την κυριαρχία του σ' ολόκληρη την επικράτειά του, με την παρουσία στρατιωτικών βάσεων και ξένων εγγυητριών δυνάμεων, που θα ελέγχουν την εξουσία του;
Αλλά και στο οικονομικό πεδίο, με επίκεντρο τα ενεργειακά, οι ζυμώσεις και το ενδιαφέρον ιδίως του αμερικανικού παράγοντα εκφράζονται με κάθε ευκαιρία. Σε αυτό το πλαίσιο, ο υπουργός Ενέργειας, Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού της Κύπρου, Γιώργος Λακκοτρύπης, συναντήθηκε πριν από λίγες μέρες με τον ειδικό απεσταλμένο και συντονιστή για τις Διεθνείς Ενεργειακές Σχέσεις του υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ, Έιμος Χοκστάιν.
Η συνάντηση έγινε στο περιθώριο της άτυπης συνάντησης των υπουργών Ενέργειας της ΕΕ, στην Μπρατισλάβα της Σλοβακίας, όπου συμμετείχε και ο Αμερικανός αξιωματούχος.
Η κυπριακή κυβέρνηση δε σταματά να αναδεικνύει το «ρόλο» που μπορεί να διαδραματίσει η Κύπρος στην «ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας της ΕΕ». Η προθυμία που εκφράζουν, όχι μόνο η Κύπρος, αλλά και η Ελλάδα, το Ισραήλ, όπως και χώρες  σαν την Τουρκία, να συνάψουν συνεργασίες για τον εφοδιασμό των ευρωπαϊκών και άλλων αγορών, προμηνύει ένταση διεργασιών, με στόχο όμως την ικανοποίηση συμφερόντων εχθρικών για τους λαούς. Σε αυτή την κατεύθυνση εκφράζεται ενδιαφέρον και για την επίτευξη μιας σειράς συμβιβασμών και στο Κυπριακό.
Κάτω από αυτές τις δυσοίωνες εξελίξεις, ο λαός της Κύπρου και δίπλα του οι λαοί της Ελλάδας και της Τουρκίας καλούνται να αντιταχθούν στα σχέδια ένταξης του Κυπριακού στα μεγάλα επιχειρηματικά και γεωπολιτικά «παιχνίδια» των ιμπεριαλιστών και στο προωθούμενο διχοτομικό σχέδιο της λύσης των «δύο ίσων ιδρυτικών κρατών» ή «συνιστώντων κρατών».
Η λύση του Κυπριακού προβλήματος, η λύση που εξυπηρετεί τα συμφέροντα του λαού της, Ελληνοκυπρίων, Τουρκοκυπρίων και των μικρών μειονοτήτων της, την ειρηνική συμβίωση στο νησί και ευρύτερα των λαών της Κύπρου, της Ελλάδας και της Τουρκίας, θα βρεθεί μόνο με μια πολιτική που θα το αντιμετωπίσει ως πρόβλημα απαλλαγής μιας ανεξάρτητης χώρας, της Κύπρου, από την τουρκική κατοχή. Ως πρόβλημα απαλλαγής του Κυπριακού ζητήματος από τις επεμβάσεις και τις αναμίξεις των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Ως πρόβλημα πάλης κατά της πολιτικής της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης και του εθνικισμού, του συμβιβασμού με τα «τετελεσμένα».
Χρειάζεται να αναπτυχθεί ο κοινός αγώνας των λαών της Κύπρου, της Ελλάδας και της Τουρκίας:
Για να φύγουν από την Κύπρο τα τούρκικα κατοχικά στρατεύματα, οι βάσεις των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και οι ελλαδίτικες στρατιωτικές δυνάμεις.
Για να διαλυθεί το τούρκικο ψευδοκράτος, να σταματήσει ο εποικισμός της Κύπρου, να επιστρέψουν οι πρόσφυγες στα σπίτια τους και να εξαλειφθούν οι συνέπειες της τούρκικης κατοχής.
Για να αποτραπεί κάθε διχοτομική λύση, με όποια μορφή και αν παρουσιάζεται, και να ανατραπεί η πολιτική της συνθηκολόγησης.
Για να καταργηθεί το καθεστώς των «εγγυητριών» δυνάμεων που νομιμοποιεί τις ξένες επεμβάσεις στην Κύπρο και να αφεθούν οι Κύπριοι, Έλληνες και Τούρκοι, να λύσουν μόνοι τα προβλήματά τους και να εξασφαλίσουν ειρηνική, ισότιμη και αρμονική συμβίωση.
Για να γίνει η Κύπρος πραγματικά ελεύθερη, ανεξάρτητη, ενιαία, κυρίαρχη χώρα.