Ανακοίνωση της ΕΡΓ.Α.Σ.

Κατά την προσφιλή της τακτική η κυβέρνηση της ΝΔ έχει εδώ και καιρό εξαγγείλει και προωθεί στο κατακαλόκαιρο δύο κομβικά νομοσχέδια που αφορούν το σύνολο των εργαζομένων σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα. Το ένα αφορά στην καθιέρωση της 13ωρης εργασίας σε έναν εργοδότη και με το άλλο φέρνει το νέο πειθαρχικό δίκαιο για τους δημόσιους υπαλλήλους. Πρόκειται για δύο νομοθετήματα τα οποία, αν τελικά ψηφιστούν και επιβληθούν, επιδεινώνουν ραγδαία τις εργασιακές συνθήκες τόσο στον ιδιωτικό όσο και στο δημόσιο τομέα. Η επιβολή της 13ωρης εργασίας και τα άλλα μέτρα που συνοδεύουν το ν/σ διαμορφώνουν νέες πολύ χειρότερες εργασιακές συνθήκες. Όχι μόνο ελαστικοποιούν τον χρόνο εργασίας αλλά στην ουσία καθιερώνουν με το «έτσι θέλω» ένα νέο μαύρο τοπίο για τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα, όπου οι εργοδότες θα έχουν κάθε δικαίωμα και δυνατότητα να τους υποχρεώνουν να εργάζονται ατελείωτα ωράρια, απλήρωτοι και εξαθλιωμένοι.

Μετά το διαβόητο νόμο «Χατζηδάκη» που κατάργησε ουσιαστικά το 8ωρο αλλά και το νόμο «Γεωργιάδη» που άνοιξε το δρόμο στην 13ωρη εργασία, το τωρινό ν/σ φέρνει τη χαριστική βολή στις κατακτήσεις που πέτυχαν οι εργαζόμενοι με σκληρούς και πολύχρονους αγώνες.

Την ίδια ώρα στο Δημόσιο τομέα επιταχύνονται οι διαδικασίες για την επιβολή του νέου πειθαρχικού δίκαιου, που επιβάλλει ακόμα πιο αυστηρές και σκληρές ποινές. Ένα ν/σ ακόμα πιο αυταρχικό, που στην πράξη χτυπά και ποινικοποιεί τη συνδικαλιστική δράση, στοχοποιώντας όσους αγωνίζονται και ορθώνουν ανάστημα απέναντι στην κυβερνητική πολιτική. Το ν/σ για το νέο πειθαρχικό δίκαιο γυρίζει το ρολόι της ιστορίας πίσω στις πιο σκοτεινές εποχές του μετεμφυλιακού κράτους, καθιερώνοντας τις «δηλώσεις μετάνοιας» για όσους δημοσίους υπαλλήλους βρίσκονται σε διωγμό.

Το τελευταίο διάστημα η κυβέρνηση της ΝΔ έχει επιδοθεί σε μια ανελέητη προπαγανδιστική εκστρατεία για να πείσει ότι η 13ωρη εργασία, καθώς και όλα τα μέτρα που συνοδεύουν το ν/σ, είναι προς όφελος των εργαζόμενων και πως το νέο πειθαρχικό δίκαιο «εκσυγχρονίζει» το δημόσιο τομέα. Και όλα αυτά την ώρα που η εργατική τάξη, οι εργαζόμενοι και τα πλατιά λαϊκά στρώματα δοκιμάζονται από την αχαλίνωτη ακρίβεια. Την ώρα που η εργοδοσία τούς ξεζουμίζει κυριολεκτικά και σε καθημερινή βάση, καταπατώντας βάναυσα ότι έχει απομείνει από τις εργατικές κατακτήσεις. Την ώρα που στο δημόσιο τομέα και με επίκεντρο την εκπαίδευση εξαπολύεται ένα πρωτοφανές πογκρόμ διώξεων εκπαιδευτικών που υλοποιούν τις συλλογικές αποφάσεις των σωματείων τους και εκτοξεύονται απειλές για απολύσεις, όπως συμβαίνει με την περίπτωση της αγωνίστριας εκπαιδευτικού Χρ. Χοτζόγλου που τέθηκε σε δυνητική αργία. Την ίδια ώρα που η ελληνική κοινωνία συγκλονίζεται και η κυβέρνηση της Δεξιάς κλυδωνίζεται από τα απανωτά σκάνδαλα που αναδύουν όλη τη μπόχα της πολιτικής της.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη προωθεί με ένταση τα δύο αντιδραστικά ν/σ για να διαμορφώσει συνθήκες εργασιακού μεσαίωνα, για να προωθήσει από καλύτερες θέσεις τα συμφέροντα της εργοδοσίας και του μεγάλου κεφαλαίου, ντόπιου και ξένου. Ταυτόχρονα προ­σδοκά να κερδίσει πόντους και να καλύψει το έδαφος που χάνει εξ αιτίας της αντιλαϊκής πολιτικής της, απευθυνόμενη στα πιο συντηρητικά στρώματα. Επιδιώκει όμως και να αλλάξει την ατζέντα στρέφοντας τους προβολείς μακριά από τα σκάνδαλα που δοκιμάζουν την αντοχή και τη συνοχή της.

Οι εργαζόμενοι σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα πρέπει να απαντήσουν άμεσα, με μαζικό και αγωνιστικό τρόπο στην κυβερνητική πρόκληση. Τα συνδικάτα και οι ομοσπονδίες σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα πρέπει να τεθούν άμεσα σε θέσεις μάχης, να σπάσει το κλίμα της αδράνειας, της αναμονής και της απραξίας που κυριαρχεί σήμερα και το οποίο εντείνει την απογοήτευση των εργαζομένων, ενισχύει την έλλειψη εμπιστοσύνης στη δύναμη και στην αποτελεσματικότητα των αγώνων.

Είναι προκλητική η στάση των συνδικαλιστικών ηγεσιών των ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ που, ενώ η κυβέρνηση ανοίγει ταυτόχρονα δύο μέτωπα και με τον ιδιωτικό και με το δημόσιο τομέα, αυτές κηρύττουν σιγή ασυρμάτου. Μπροστά στα χτυπήματα που δέχονται οι εργαζόμενοι στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, οι συνδικαλιστικές ηγεσίες των ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ όφειλαν να έχουν προχωρήσει σε σειρά αγωνιστικών και απεργιακών κινητοποιήσεων για να αποκρουστεί η κυβερνητική επίθεση. Η ηγεσία της ΓΣΕΕ αρκείται στην έκδοση ξέπνοων δελτίων τύπου με τα οποία καλεί την κυβέρνηση να αποσύρει το ν/σ, κρατώντας σε κατάσταση παραλυσίας και ύπνωσης τα συνδικάτα και τα εργατικά κέντρα.

Από τη μεριά της, η συνδικαλιστική ηγεσία της ΑΔΕΔΥ σιωπά προκλητικά μπροστά στην ψήφιση του νέου πειθαρχικού δίκαιου που ποινικοποιεί τη συνδικαλιστική δράση και χτυπά τα δημοκρατικά δικαιώματα. Για να σώσει τα προσχήματα προκήρυξε μια στά­ση εργασίας αλλά επί της ουσίας έχει συνθηκολογήσει άτακτα με την κυβέρνηση. Αυτό επιβεβαιώνεται και από την ένοχη στάση σιωπής που επιδεικνύει μπροστά στις μαζικές πειθαρχικές διώξεις στην εκπαίδευση και την ποινή της δυνητικής αργίας που έχει επιβληθεί στην Χρ.Χ. Επιβεβαιώνει ότι δεν έχει καμία πρόθεση να απαντήσει αγωνιστικά στην κυβερνητική πρόκληση.

Για αυτή την κατάσταση της παραλυσίας που επικρατεί στις ηγεσίες των ανώτερων συνδικαλιστικών οργανώσεων, την κύρια ευθύνη έχουν οι συνδικαλιστικές παρατάξεις της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ μαζί με ό,τι έχει απομείνει από αυτές του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι οι φορείς της συμβιβαστικής πολιτικής μέσα στο συνδικαλιστικό κίνημα. Αυτό δεν απαλλάσσει καθόλου την ηγεσία του ΠΑΜΕ από τις δικές της ευθύνες. Το ΠΑΜΕ ακολουθεί με τη σειρά του και αυτό την ίδια συμβιβαστική πολιτική φροντίζοντας όμως να σηκώσει πολύ κουρνιαχτό με ρητορείες, με μπόλικη ταξική λογοκοπία και άσφαιρες ντουφεκιές και αστείες απειλές προς την κυβέρνηση «να μην τολμήσει να φέρει για ψήφιση τα ν/σ». Κλιμακώνει τους αγώνες στα λόγια και στην πράξη για άλλη μια φορά επιδίδεται στο αγαπημένο του άθλημα, στις απεργίες-ντουφεκιές τις παραμονές της ψήφισης των ν/σ, όπως έχει κάνει στο παρελθόν σε αμέτρητους νό­μους (ν. Χατζηδάκη, ν. Γεωργιάδη, ν. Κατρού­γκαλου κλπ). Αυτό ακριβώς το πρόγραμμα δράσης πρότεινε και στην περίπτωση των δύο ν/σ, στην πρόσφατη αδιέξοδη σύσκεψη που κάλεσε το Εργατικό Κέντρο Πειραιά. Η γραμμή αυτή που επαναλαμβάνει το ΠΑΜΕ μονότονα μπροστά σε κομβικά κυβερνητικά μέτρα εκφράζει την πλήρη έλλειψη εμπιστοσύνης στη δύναμη του αγώνα. Συγκαλύπτει την ηττοπαθή γραμμή του, λειτουργεί παραλυτικά για τα σωματεία προσφέροντας έτσι χείρα βοηθείας στην κυβέρνηση της ΝΔ και την πολιτική της.

Η κυβερνητική πρόκληση είναι μεγάλη. Η κυβέρνηση της ΝΔ γνωρίζει ότι η υπομονή και η αντοχή του κόσμου της εργασίας εξαντλείται. Γι’ αυτό και φέρνει τα δύο ν/σ σαν τον κλέφτη μέσα στο κατακαλόκαιρο. Απέναντι σε αυτή την πρόκληση που αφορά το σύνολο των εργαζομένων σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, η απάντηση πρέπει να είναι ενιαία, μαζική και μαχητική. Δεν πρέπει να υπάρξει κανένας εφησυχασμός. Τα συνδικάτα πρέπει να τεθούν από τώρα σε θέσεις μάχης, να πραγματοποιήσουν άμεσα μαζικές γενικές συνελεύσεις, να προχωρήσουν σε ενιαίο πανεργατικό-πανδημοσιοϋπαλληλικό απεργιακό αγώνα για να απαντήσουν στην πρόκληση. Να αποκρούσουν τα εργασιακά μέτρα που φέρνουν το μεσαίωνα ακόμα πιο κοντά, που καταπατούν τα συνδικαλιστικά και δημοκρατικά δικαιώματα.

πηγή: Λαϊκός Δρόμος

e-prologos.gr