Θέλουν να βάλουν ταφόπλακα στο απεργιακό δικαίωμα, τη Γενική Συνέλευση και τις συλλογικές διαδικασίες των σωματείων
Σε συνθήκες καταστολής και απαγορεύσεων και ενώ η κοινωνία βρίσκεται αντιμέτωπη με τις τραγικές συνέπειες της πολιτικής διαχείρισης της πανδημίας, η Κυβέρνηση Μητσοτάκη ετοιμάζεται να νομοθετήσει ένα ακόμα αντεργατικό αντιλαϊκό νομοσχέδιο το οποίο, έρχεται να τσακίσει εργασιακά δικαιώματα καθώς και συνδικαλιστικά κεκτημένα χρόνων, όπως είναι το δικαίωμα στην απεργία και την απεργιακή περιφρούρηση.
Στόχος τους είναι ο πλήρης αφοπλισμός του συνδικαλιστικού κινήματος και η φίμωση των εργαζομένων μπροστά στις εργοδοτικές απαιτήσεις. Ο διακαής πόθος των κυβερνώντων και του ντόπιου κεφαλαίου για τη διαμόρφωση ενός ευέλικτου και φτηνού εργατικού δυναμικού, χωρίς δικαιώματα, χωρίς ωράριο, χωρίς συλλογικές συμβάσεις και δικαίωμα συλλογικής διεκδίκησης προϋποθέτει την υπονόμευση, την αποδυνάμωση και τελικά την ουσιαστική κατάργηση της απεργίας και της γενικής συνέλευσης που αποτελούν τα πόδια του σωματείου και τα δύο βασικά «όπλα» των εργαζομένων. Αυτό ακριβώς αποτυπώνεται στο νομοσχέδιο Βρούτση-Χατζηδάκη με ωμές και απροκάλυπτα αντεργατικές παρεμβάσεις στον τρόπο λειτουργίας των σωματείων, στον τρόπο που αποφασίζουν οι εργαζόμενοι, καθώς και στον τρόπο υλοποίησης της απεργίας.
Σύμφωνα με το νομοσχέδιο προβλέπεται κατάρτιση και επικαιροποίηση μητρώων εργαζομένων από τα συνδικάτα με σκοπό να προωθηθούν οι ηλεκτρονικές ψηφοφορίες, για όλα τα θέματα που αφορούν τους εργαζόμενους, από την κήρυξη απεργιών μέχρι την σύγκληση γενικών συνελεύσεων και διοικητικών συμβουλίων των συνδικαλιστικών ενώσεων.
Πιο συγκεκριμένα, για τις γενικές συνελεύσεις, προβλέπεται ότι το σωματείο θα πρέπει να παρέχει πραγματική πρακτική δυνατότητα συμμετοχής και ψήφου εξ αποστάσεως, ηλεκτρονικώς και ιδίως για τη λήψη απόφασης απεργίας. Η Γενική Συνέλευση είναι η διαδικασία εκείνη κατά την οποία πραγματοποιείται ουσιαστικός διάλογος και αντιπαράθεση, οι εργαζόμενοι συνέρχονται σε αυτή, συναντιούνται, συνομιλούν, σπάνε τον φόβο, καταθέτουν προτάσεις, διαφωνούν, κατανοούν τη δύναμή τους και τελικά αποφασίζουν. Για αυτούς τους λόγους αποτελεί και το ανώτατο όργανο αποφάσεων ενός σωματείου. Η ηλεκτρονική ψηφοφορία θέλει τους εργαζόμενους απομονωμένους, ο καθένας μόνος του πίσω από έναν υπολογιστή να ψηφίζει, να δρα και να κρίνει υπό τον φόβο και την τρομοκρατία του εργοδότη. Επιχειρεί να σπάσει τη διαδικασία της γενικής συνέλευσης, να την αποδυναμώσει καταργώντας επί της ουσίας τις ζωντανές μαζικές συλλογικές διαδικασίες. Ταυτόχρονα η ηλεκτρονική ψηφοφορία σε συνδυασμό με τα μητρώα αποτελεί ένα μέσο ελέγχου των σωματείων και των μελών τους από την εργοδοσία και το κράτος.
Όσον αφορά την απεργία, το νομοσχέδιο ορίζει προσωπικό ασφαλείας σε ποσοστό τουλάχιστον 40% για τους ΟΤΑ, το Δημόσιο, τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, καθώς και τις επιχειρήσεις εκείνες που η λειτουργία τους κρίνεται κρίσιμη για το κοινωνικό σύνολο. Δεν διευκρινίζεται πώς ακριβώς θα ορίζεται μία επιχείρηση ως «κρίσιμη για το κοινωνικό σύνολο». Είναι ξεκάθαρο όμως ότι από τη στιγμή που οι μισοί σχεδόν εργαζόμενοι θα δουλεύουν ως προσωπικό ασφαλείας, τότε επί της ουσίας δεν υφίσταται απεργία. Επίσης είναι βέβαιο ότι ο διακαής πόθος κυβέρνησης και εργοδοσίας είναι η καθολική εφαρμογή αυτού του αντιδραστικού μέτρου, ώστε να ξεμπερδέψουν με τον βραχνά της απεργίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα όπως αναφέρεται από το Υπουργείο Απασχόλησης, είναι τα συνδικάτα των συγκοινωνιών, τα οποία σε περίπτωση απεργιακών κινητοποιήσεων θα έχουν την υποχρέωση κίνησης του ενός τρίτου των συρμών του μετρό. Στόχευση μίας τέτοιας υποχρέωσης δεν είναι η ανεμπόδιστη μετακίνηση των πολιτών αλλά η αποδυνάμωση του αγώνα των εργαζομένων και της απεργίας.
Όσον αφορά την περιφρούρηση απεργίας, απαγορεύει τις καταλήψεις χώρων και εισόδων και την άσκηση «ψυχολογικής ή σωματικής βίας», διαφορετικά η απεργία καθίσταται παράνομη και όσοι συμμετέχουν σε κατάληψη ή βιαιοπραγούν τελούν ποινικώς κολάσιμη πράξη. Ουσιαστικά ποινικοποιείται η πρακτική της περιφρούρησης, που είναι αυτή που μπορεί να διασφαλίσει τη νικηφόρα έκβαση μίας μαζικής απεργίας τα κεκτημένα της οποίας είναι συλλογικά που σημαίνει ότι τα απολαμβάνουν όλοι, απεργοί και απεργοσπάστες. Ταυτόχρονα, με τον όρο «ψυχολογική βία», επιχειρούν να ποινικοποιήσουν την πάλη μέσα στους χώρους δουλειάς των εργαζομένων να πείσουν τους συναδέλφους τους για το χρέος που έχουν απέναντι στην απεργία, τα συλλογικά τους δικαιώματα και το σωματείο, ενώ ως «σωματική βία» μπορεί να εννοηθεί η προσπάθεια αποτροπής εισόδου απεργοσπαστών στον εργασιακό χώρο.
Η λειτουργία των σωματείων με τρόπο που να διασφαλίζεται η μαζική συμμετοχή των εργαζομένων, οι γενικές συνελεύσεις και η απεργία, υπονομεύονται πολλά χρόνια τώρα από τις ίδιες τις συνδικαλιστικές ηγεσίες. Ο εργοδοτικός συνδικαλισμός σε πολλούς κλάδους και σωματεία είναι απροκάλυπτος, ενώ συνολικά η ηγεσία του συνδικαλιστικού κινήματος συμβιβάζεται ολοένα και περισσότερο με τις επιταγές κεφαλαίου, εργοδοσίας και κράτους. Το νομοσχέδιο Βρούτση-Χατζηδάκη έρχεται να επιβεβαιώσει ότι αυτό δεν είναι αρκετό. Θέλουν να ξεμπερδεύουν και νομοθετικά. Επιχειρούν να ελέγξουν κάθε συνδικαλιστική δράση, χτυπάνε το δικαίωμα στην απεργία, την απεργιακή περιφρούρηση και τις συλλογικές διαδικασίες ακόμα και αν σήμερα δεν διασφαλίζεται η μαζικότητα σε αυτές, γιατί γνωρίζουν ότι οι εργαζόμενοι έχουν τη δυνατότητα και τη δύναμη να ανασυγκροτήσουν τα σωματεία τους και τη συνδικαλιστική δράση. Γνωρίζουν ότι η πολιτική τους θα φέρει ακόμα περισσότερη φτώχεια, ανεργία και λιτότητα, γνωρίζουν ότι η πολιτική τους είναι τόσο αντιλαϊκή και βάρβαρη που κυοφορεί αγώνες. Αγώνες μαζικούς και μαχητικούς που οι εργαζόμενοι έχουν τη δυνατότητα και τη δύναμη να δώσουν. Οι εργαζόμενοι έχουν τη δυνατότητα και τη δύναμη να μαζικοποιήσουν τις συλλογικές διαδικασίες, να απεργήσουν μαζικά, να ενώσουν τον αγώνα τους με άλλους εργαζόμενους και να τον κλιμακώσουν, να περιφρουρήσουν τον αγώνα τους από απεργοσπαστικούς μηχανισμούς, έχουν τη δυνατότητα και τη δύναμη να απομονώσουν τις συνδικαλιστικές ηγεσίες που σήμερα ελέγχουν τα σωματεία και να τις ανατρέψουν, έχουν τη δυνατότητα και τη δύναμη να νικάνε!
Αυτή τη δυνατότητα θέλουν να την αφαιρέσουν, να τους αφοπλίσουν πλήρως καθιστώντας οποιαδήποτε προσπάθεια συλλογικής δράσης παράνομη, καθιστώντας την προσπάθεια περιφρούρησης ενός αγώνα κολάσιμη ποινικά πράξη, καθιστώντας τις απεργίες παράνομες, καταχρηστικές και μισές, καθιστώντας τα ίδια τα σωματεία παράνομα. Να μην τους αφήσουμε! Να υπερασπιστούμε τα συλλογικά και συνδικαλιστικά μας δικαιώματα. Το νομοσχέδιο αυτό πρέπει να μείνει στα χαρτιά.
πηγή: Λαϊκός Δρόμος