Απόφαση της ΚΕ του Μ-Λ ΚΚΕ
Στις αρχές Φλεβάρη πραγματοποιήθηκε
διευρυμένη συνεδρίαση της ΚΕ του Μ-Λ ΚΚΕ και συζήτησε πάνω στη διεθνή
και εσωτερική πολιτική κατάσταση και για την καλύτερη οργάνωση και
προετοιμασία της Πανελλαδικής Οργανωτικής Σύσκεψης, που αποφασίστηκε να
πραγματοποιηθεί το Μάη 2017. Τα συμπεράσματα και οι κατευθύνσεις αυτής
της συνεδρίασης, τα πολιτικά και οργανωτικά καθήκοντα που έθεσε,
περιέχονται στην Απόφαση της ΚΕ που δημοσιεύεται σήμερα. Με βάση αυτή
την Απόφαση θα βαδίσει το Μ-Λ ΚΚΕ προς την Οργανωτική Σύσκεψη του Μάη,
πραγματοποιώντας μια σειρά εκδηλώσεις και τοπικές συσκέψεις,
επικεντρώνοντας ιδιαίτερα την προσοχή μας στα προβλήματα της κομματικής
οικοδόμησης και της οργανωτικής πολιτικής. Δημοσιεύουμε την απόφαση σε τρεις διαδοχικές αναρτήσεις εξαιτίας της μεγάλης της έκτασης. Το πρώτο τμήμα αφορά τη διεθνή κατάσταση.
Οξύνονται όλες οι βασικές αντιθέσεις του σημερινού κόσμου. Απότομη κλιμάκωση των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών
Αυτό που χαρακτηρίζει τη διεθνή κατάσταση,
οκτώ χρόνια μετά το ξέσπασμα της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης,
είναι η όξυνση όλων των βασικών αντιθέσεων του σημερινού κόσμου, η
απότομη κλιμάκωση των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών για την
αναδιανομή των παγκόσμιων αγορών και των ζωνών επιρροής, ύστερα
ιδιαίτερα από το Brexit και την άνοδο του Τραμπ στην ηγεσία των ΗΠΑ.
Μεγάλες ανακατατάξεις σημειώνονται στη
δύναμη των διεθνών κέντρων, στη συγκεκριμένη διάταξη και στους
συσχετισμούς των δυνάμεων, ενώ μια διαδικασία διαίρεσης και ρήξης στο
εσωτερικό ιμπεριαλιστικών συμμαχιών και συνασπισμών βρίσκεται σε
εξέλιξη, προκαλώντας παγκόσμια κρίση και αστάθεια στο καπιταλιστικό και
ιμπεριαλιστικό σύστημα. Η συγκρότηση της κυβέρνησης Τραμπ από μεγιστάνες
του πλούτου και πολεμοκάπηλους στρατηγούς εκφράζει τους πιο
τρομοκρατικούς και επιθετικούς κύκλους του μονοπωλιακού κεφαλαίου στις
ΗΠΑ, που προωθεί στο εσωτερικό τον εκφασισμό του αμερικανικού κράτους,
την πιο στυγνή καπιταλιστική εκμετάλλευση και καταπίεση της εργατικής
τάξης και στο εξωτερικό μια επιθετική φιλοπόλεμη πολιτική.
Ο Τραμπ και τα επιτελεία του παραληρούν
για τη “μεγάλη Αμερική” και έχουν ξεκινήσει ένα κυνήγι μαγισσών ενάντια
στους μετανάστες, διεγείροντας τις εθνικιστικές και ρατσιστικές
προκαταλήψεις, επισημοποιώντας την κατασκευή του σιδηρόφρακτου τείχους
των χιλιάδων χιλιομέτρων, ενώ διέταξαν την απαγόρευση εισόδου κάθε
ανθρώπου από επτά μουσουλμανικές χώρες που στοχοποιούν ως υπεύθυνες της
“ισλαμικής τρομοκρατίας”, προκειμένου να συσπειρώσουν τον αμερικανικό
λαό στη βάση ενός αντιδραστικού εθνικισμού, στην πραγματικότητα στη βάση
μιας φασιστικής ιδεολογίας.
Η Γουόλ Στριτ του “αντισυστημικού” Τραμπ,
σπάει το ένα ρεκόρ μετά το άλλο, αφού διαβλέπει εκτίναξη της κερδοφορίας
των γιγάντιων χρηματοπιστωτικών και βιομηχανικών μονοπωλίων με την
κατάργηση των κοινωνικών παροχών, και αυτού ακόμα του ασφαλιστικού
νόμου για τα φτωχά και εξαθλιωμένα στρώματα, και τη διοχέτευση κάθε
διαθέσιμου πόρου στους κεφαλαιοκράτες, με την κατάργηση κάθε ρύθμισης
που είχε θεσπισθεί το 2008 για την αποφυγή μιας νέας οικονομικής κρίσης
και την αποδέσμευση δισεκατομμυρίων δολαρίων που θα κατευθυνθούν στους
τραπεζικούς και βιομηχανικούς κολοσσούς.
Στην εξωτερική πολιτική η ηγεσία του
αμερικάνικου ιμπεριαλισμού διακηρύσσει την κατάργηση, την παραβίαση ή
την επαναδιαπραγμάτευση των προηγούμενων οικονομικών συνθηκών και
συμφωνιών που ρύθμιζαν τις σχέσεις ανάμεσα στα κράτη, κι αν χρειαστεί
την καταπάτηση της διεθνούς νομιμότητας, με αποκλειστικό γνώμονα την
επιβολή των συμφερόντων των ΗΠΑ, σε βάρος των ανταγωνιστών τους, την
εδραίωση και ενίσχυση του κυρίαρχου ρόλου τους στην παγκόσμια σκηνή,
αναγορεύοντας βασικό στόχο – εχθρό τους την Κίνα στην Ασία και τη
Γερμανία στην Ευρώπη.
Τις τρεις τελευταίες δεκαετίες, μετά την
κατάρρευση και διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης το 1990 -91, σε συνθήκες
που ο παγκόσμιος συσχετισμός δυνάμεων άλλαξε αποφασιστικά προς όφελος
του ιμπεριαλισμού, οι ΗΠΑ έκαναν βασικό δόγμα της εξωτερικής τους
πολιτικής τη λεγόμενη παγκοσμιοποίηση, δηλαδή την κατάργηση των όποιων
μέτρων και φραγμών είχαν στη διάθεσή τους διάφορα κράτη για να στηρίξουν
την οικονομία τους, με σκοπό το μονοπωλιακό κεφάλαιο των
ιμπεριαλιστικών κρατών, πιο ανεξέλεγκτο και ασύδοτο, να διασχίζει εθνικά
σύνορα, να μπαίνει και να βγαίνει γρήγορα σε οικονομίες, να τις
εκμεταλλεύεται και να τις καταληστεύει.
Ωστόσο η ιμπεριαλιστική παγκοσμιοποίηση
δεν έφερε τη σταθερότητα στον καπιταλιστικό κόσμο, ούτε εξασφάλισε την
αδιατάρακτη πρωτοκαθεδρία του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού. Ιδιαίτερα
ύστερα από το ξέσπασμα της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης το 2008, σε
συνθήκες ανισόμετρης ανάπτυξης του καπιταλισμού και επίδρασης ορισμένων
πλευρών της παγκοσμιοποίησης επιταχύνθηκαν οι ανακατατάξεις στη δύναμη
των ισχυρών καπιταλιστικών κρατών και βγήκαν δυναμωμένες, η Κίνα στην
Ασία και η Γερμανία στην Ευρώπη.
Το μερίδιο των αναπτυσσόμενων
καπιταλιστικών χωρών στο παγκόσμιο ΑΕΠ έφθασε το 2015 στο 53% από 38%
που ήταν το 1990. Ειδικά, Κίνα και Ινδία αύξησαν το βάρος τους από 6,8%
σε 24,3% αντίστοιχα, με μόνη την Κίνα να παράγει σήμερα το 17% του
παγκόσμιου ΑΕΠ. ΗΠΑ και ΕΕ είδαν το μερίδιό τους να μειώνεται στο
διάστημα αυτής της εικοσιπενταετίας από το 45% στο 32%. Επίσης, στη
διάρκεια της δεκαπενταετίας (2000 – 2015) το κατά κεφαλήν ΑΕΠ αυξήθηκε
συνολικά μόλις 6,7% στις ΗΠΑ και κατά 4,4% στην ΕΕ, ενώ η αντίστοιχη
αύξηση την προηγούμενη δεκαπενταετία (1985 – 2000) ήταν 42% για την κάθε
μια, πιστοποιώντας την κρίση και το “στόμωμα” της οικονομικής ανάπτυξή
τους την τελευταία περίοδο.
Θα πρέπει βέβαια να σημειωθεί ότι η αύξηση
του ΑΕΠ (ονομαστικό) της Γερμανίας την τελευταία δεκαπενταετία, με την
ύπαρξη του ευρώ, είναι τριπλάσια του αντίστοιχου μέσου όρου των χωρών
της Ευρωζώνης. Παρά τις αλλαγές αυτές και τις ανακατατάξεις που έχουν
σημειωθεί, οι ΗΠΑ εξακολουθούν να παραμένουν ακόμη η πιο ισχυρή
ιμπεριαλιστική δύναμη, σε όλα τα επίπεδα, οικονομικό, πολιτικό,
στρατιωτικό. Αν όμως οι τάσεις αυτές και οι πολύμορφες διεργασίες που
συντελούνται στη διεθνή σκηνή εδραιωθούν και κυριαρχήσουν και την
επόμενη εικοσιπενταετία, τότε αναπόφευκτα οι ΗΠΑ θα εξοστρακισθούν από
την πρώτη, κυρίαρχη θέση που κατέχουν στην παγκόσμια οικονομία και
πολιτική, και μεγάλες ανακατατάξεις και ανατροπές θα σημειωθούν στα
πλαίσια του αδιάκοπου ανταγωνισμού που διεξάγεται και στη βάση των νέων
παγκόσμιων συσχετισμών δυνάμεων που διαμορφώνονται.
Αυτές ακριβώς τις εξελίξεις επεδίωξε να
προλάβει, να ανακόψει και να αποτρέψει ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός με
την πολιτική που εφάρμοσε την τελευταία δεκαπενταετία, και που τώρα με
την ηγεσία Τραμπ αυτή η πολιτική αποκτά μια πιο επιθετική διάσταση και
παίρνει ένα πιο απροκάλυπτο και βίαιο χαρακτήρα, στο βαθμό που οι
παγκόσμιες αντιθέσεις οξύνονται εκρηκτικά και αμφισβητείται ευθέως ο
κυρίαρχος ρόλος του στην παγκόσμια σκηνή. Σε κάθε περίπτωση, οι ΗΠΑ
επεδίωξαν το προηγούμενο διάστημα να ανακόψουν τις οικονομικές
ανακατατάξεις που συντελούνταν σε βάρος τους στην παγκόσμια οικονομία
και τις πολιτικές ανακατατάξεις που συντελούνταν στα πλαίσια της ΕΕ και
στις σχέσεις της Ρωσίας με την Κίνα και να προλάβουν τη διαμόρφωση
μετώπων που θα αμφισβητούσαν την πρωτοκαθεδρία τους.
Σε όλο αυτό το διάστημα οι ΗΠΑ, υπό την
ηγεσία Ομπάμα, αλλά και των προηγούμενων ηγετών τους, επεδίωκαν
προωθώντας τα ιμπεριαλιστικά τους συμφέροντα, ταυτόχρονα να συγκρατούν
και να συγκαλύπτουν τις οξύτατες ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις και
να εξισορροπούν τις δυνάμεις του διεθνούς ιμπεριαλιστικού συστήματος,
για να εξασφαλίσουν τη σταθερότητά του και την παγκόσμια ηγεμονική τους
θέση. Τώρα με την άνοδο του Τραμπ, χωρίς να σπάει η συνέχεια των
στρατηγικών επιδιώξεων των ΗΠΑ, που είναι η διεκδίκηση της παγκόσμιας
κυριαρχίας τους, σημειώνεται μια τομή στην εξέλιξη της αμερικάνικης
πολιτικής για την επίτευξη αυτών των στόχων.
Μια τομή που προέκυψε και μέσα από βαθιές
αντιθέσεις και αντιπαραθέσεις στο εσωτερικό των ΗΠΑ, στην κοινωνία,
την οικονομία και την πολιτική, που ξεκίνησε ήδη πριν ένα χρόνο στη
διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, συνεχίστηκε ύστερα από την εκλογή
Τραμπ το Νοέμβρη, συνεχίζεται και τώρα μετά την ορκωμοσία του το
Γενάρη, και κλιμακώνεται διαρκώς, διχάζοντας όσο ποτέ άλλοτε τις
τελευταίες δεκαετίες την αμερικάνικη κοινωνία. Η ηγεσία Τραμπ δεν
επιδιώκει απλά μέσα από ένα περιφερειακό πόλεμο να εξαναγκάσει τους
βασικούς ανταγωνιστές του να συρθούν στο άρμα της πολιτικής του, όπως
έκανε ο Μπους και ο Ομπάμα με την ΕΕ, τη Ρωσία ή την Κίνα,
αναγνωρίζοντας και παίρνοντας υπόψη τα συμφέροντά τους. Δεν του αρκεί
ένας υπόγειος, ακήρυκτος οικονομικός πόλεμος.
Η ηγεσία Τραμπ κηρύσσει φανερά και
απροσχημάτιστα τον οικονομικό πόλεμο ενάντια στην Κίνα και τη Γερμανία,
και πολιτικά θέτει υπό αμφισβήτηση την πολιτική μισού αιώνα των ΗΠΑ για
“μια Κίνα” και την πολιτική για τη διατλαντική συμμαχία ΗΠΑ-ΕΕ και την
ύπαρξη του ενιαίου δυτικού ιμπεριαλιστικού στρατοπέδου, που αποτέλεσε
τον ακρογωνιαίο λίθο της αμερικάνικης εξωτερικής πολιτικής ύστερα από
το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και μέχρι σήμερα. Στη βάση αυτή αναμένεται η
κλιμάκωση των πιέσεων, των εκβιασμών και των απειλών σε όλα τα επίπεδα
-οικονομικό, πολιτικό, στρατιωτικό- των ΗΠΑ ενάντια στην Κίνα, η
επιταχυνόμενη μεταφορά του μεγαλύτερου μέρους των στρατιωτικών τους
δυνάμεων από άλλα μέρη στη ζώνη της Ασίας – Ειρηνικού και η πρόκληση
στρατιωτικών επεισοδίων για τα διαφιλονικούμενα νησιά στη θάλασσα της
Νότιας Κίνας, με σκοπό να πλαγιοκοπήσει την Κίνα από παντού, να την
περιορίσει, καθυστερώντας όσο μπορεί την παγκόσμια οικονομική και
πολιτική της επέκταση και επιρροή. Ταυτόχρονα προκαλεί βαθύ ρήγμα στο
δυτικό ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο, το οποίο συγκροτήθηκε κάτω από την
ηγεσία τους τις τελευταίες επτά δεκαετίες, απειλώντας το με διάσπαση,
επιτίθεται στη Γερμανία και καλεί σε διάλυση της ΕΕ, αφού θεωρεί ότι
“μετατράπηκε σε όχημα” του Βερολίνου, εξυμνεί τη Μ. Βρετανία για την
έξοδό της και καλεί τη Γαλλία να ακολουθήσει υπό την ηγεσία της Λεπέν.
Στο βαθμό που η πολιτική Τραμπ και το
αντιδραστικό ρεύμα που εκπροσωπεί εδραιωθούν και κυριαρχήσουν στις ΗΠΑ,
δεδομένου ότι συναντά σφοδρές αντιδράσεις, τόσο στους κυρίαρχους
κύκλους, όσο και στον αμερικάνικο λαό που διαδηλώνει κατά χιλιάδες, τότε
ένας νέος ψυχρός πόλεμος θα ξεδιπλωθεί, απροσδιόριστης διάρκειας και
έκβασης ανάμεσα στις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις για το
ξαναμοίρασμα των παγκόσμιων αγορών και των ζωνών επιρροής, για την πιο
στυγνή οικονομική εκμετάλλευση και εθνική καταπίεση των λαών και
καταλήστευση του πλούτου των εξαρτημένων χωρών, για την κλιμάκωση των
στρατιωτικών επεμβάσεων και κατακτητικών πολέμων με σκοπό να
υποδουλώσουν τους λαούς και να καταπνίξουν τους ασίγαστους αγώνες τους
για εθνική και κοινωνική απελευθέρωση.
Στο βωμό της αντικινέζικης και
αντιγερμανικής πολιτικής του ο Τραμπ εμφανίζεται να παίζει το ρωσικό
χαρτί και να προσφέρει κάποια ανταλλάγματα, επιδιώκοντας τη συνεργασία
της Ρωσίας και αναδιατάσσοντας την πολιτική της Ουάσινγκτον, γεγονός
όμως εξαιρετικά αμφίβολο, αφού δεκαετίες οι ΗΠΑ την έχουν πρώτη στο
στόχαστρο και βρίσκεται σε εξέλιξη ένας σφοδρός αμερικανορωσικός
ανταγωνισμός τόσο στην Μ. Ανατολή, τη Συρία και το Ιράν, όσο και κατά
μήκος όλων των δυτικών συνόρων της Ρωσίας, από τις Βαλτικές χώρες και
την Πολωνία μέχρι την Ουκρανία, την Κριμαία και τον Καύκασο.
Ο εξαναγκασμός σε παραίτηση του Συμβούλου
Εθνικής Ασφαλείας - τέσσερις μέρες μόλις μετά το διορισμό του από τον
Τραμπ στην πλέον νευραλγική θέση του Λευκού Οίκου- ύστερα από την
κατηγορία των αμερικάνικων μυστικών υπηρεσιών, ότι συζήτησε το θέμα της
άρσης των αμερικάνικων κυρώσεων με το Ρώσο πρεσβευτή, πριν αναλάβει η
νέα κυβέρνηση, καταδεικνύει τη σκληρή διαπάλη που διεξάγεται στους
κυρίαρχους κύκλους των ΗΠΑ για την κατεύθυνση που θα πάρουν οι
αμερικανορωσικές σχέσεις. Για το κατά πόσο δηλαδή θα υπάρξει ένας
προσωρινός συμβιβασμός και μια συνεργασία ΗΠΑ-Ρωσίας σε αυτήν τη φάση
που θα εξυπηρετεί το στόχο να καταφερθούν πλήγματα στην Κίνα και στη
Γερμανία, είτε θα αποδειχθεί σχέδιο επί χάρτου ή ένας επικίνδυνος
τυχοδιωκτισμός και θα αναγκαστεί ο Τραμπ να κάνει πίσω, μπροστά σε
μεγαλύτερα αδιέξοδα, εσωτερικές συγκρούσεις και αντιφάσεις.
Παρ' ότι εξακολουθούν να ακούγονται φωνές
στο Λονδίνο για επανεξέταση του Brexit, με τελευταίο τον πρώην
πρωθυπουργό Μπλερ, ο οποίος κάλεσε σε κινητοποίηση τους Βρετανούς για να
αποτραπεί, όπως είπε, “η κούρσα στον γκρεμό”, κάθε μέρα που περνά
δείχνει πως η πορεία αποχώρησης της Βρετανίας από την ΕΕ έχει καταστεί
αναπόφευκτη – ύστερα μάλιστα και από τις εκλογές στις ΗΠΑ – αποτέλεσμα
ενός ευρύτερου επανακαθορισμού της διεθνούς πολιτικής του Λονδίνου, που
επιλέγει ακόμη πιο στενή σχέση με τις ΗΠΑ και μια πορεία όξυνσης και
αντιπαράθεσης με την ΕΕ- Γερμανία.
Το Βερολίνο σκληραίνει τη στάση του τόσο
απέναντι στο Λονδίνο, όσο και απέναντι στην Ουάσιγκτον, εμφανίζεται
θεματοφύλακας της ενότητας της ΕΕ και υπέρμαχος του ξεχωριστού ρόλου και
των συμφερόντων της στην παγκόσμια σκηνή, διαβλέποντας το κλίμα
γενικευμένης κρίσης και αστάθειας που κυριαρχεί στην Ευρώπη και την
απειλή νέων αποχωρήσεων. Σε κάθε περίπτωση το οικοδόμημα της ΕΟΚ και
μετέπειτα ΕΕ, που συμπληρώνει αυτές τις μέρες 60 χρόνια, βρίσκεται
αντιμέτωπο με την πιο βαθιά κρίση της ιστορίας του, κλονίζεται και
εξασθενεί η ιμπεριαλιστική του συνοχή και απειλείται με διάσπαση. Αυτό
που εμφανίστηκε από τους προπαγανδιστές της ιμπεριαλιστικής ΕΕ στη χώρα
μας και την Ευρώπη σαν κάτι σταθερό και αδιατάρακτο, ο περίφημος
“Ευρωμονόδρομος”, η περιβόητη “ευρωπαϊκή ενοποίηση και ολοκλήρωση”, στην
οποία όφειλαν ο λαός μας και οι ευρωπαϊκοί λαοί να υποταχθούν σαν μια
δήθεν νομοτελειακά συντελούμενη διαδικασία, αποκαλύπτεται τώρα σαν κάτι
σάπιο, ασταθές και προσωρινό. Και όλες οι κραυγές περί
“Ευρωμονόδρομου”, όλα τα προηγούμενα χρόνια, δεν ήταν και δεν είναι
τίποτε άλλο παρά μια αντιδραστική προπαγάνδα για την άσκηση ιδεολογικής
και πολιτικής τρομοκρατίας προκειμένου να παραλύσουν την αντίσταση των
λαών στη βάρβαρη πολιτική τους.
Μπορεί οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις να
κάνουν συμφωνίες, να υπογράφουν Συνθήκες και Σύμφωνα, ακόμα να
συγκροτούν πολιτικούς, οικονομικούς και στρατιωτικούς συνασπισμούς και
συμμαχίες, όμως στο βάθος, κάτω από το κάλυμμα αυτών των προσωρινών
συμφωνιών, βυσσοδομεί ένας μόνιμος, άγριος ανταγωνισμός για την
κυριαρχία του ενός πάνω στον άλλο, που τα αποτελέσματά του αντανακλούν
κάθε φορά το δοσμένο συσχετισμό δυνάμεων, προκαλώντας τη συνεχή όξυνση
των θεμελιωδών αντιθέσεων του σύγχρονου κόσμου. Η εργατική τάξη και οι
λαοί της Ευρώπης εξακολουθούν να υφίστανται τις συνέπειες της
οικονομικής κρίσης και της βάρβαρης πολιτικής της ΕΕ, με το πέταγμα
δεκάδων εκατομμυρίων εργαζομένων στην ανεργία και την εξαθλίωση, τη
ραγδαία χειροτέρευση των όρων διαβίωσης εκατοντάδων εκατομμυρίων
εργαζομένων, την άγρια οικονομική εκμετάλλευση και καταπίεση, την
επιβολή ενός νέου εργασιακού μεσαίωνα.
Καμιά “τάξη” και σταθερότητα στην Ευρώπη
δεν μπορεί να στηριχθεί πάνω στα ερείπια των εργατικών και λαϊκών
κατακτήσεων, πάνω στην πιο άγρια μορφή οικονομικής εκμετάλλευσης και
αιματηρής λιτότητας, που προωθεί το Βερολίνο και οι αστικές τάξεις των
χωρών της ΕΕ, πάνω στον ακρωτηριασμό των δημοκρατικών δικαιωμάτων, τα
κατασταλτικά μέτρα, τα σιδηρόφρακτα τείχη που υψώνονται για τη βίαιη
αναχαίτιση των προσφύγων. Αντίθετα, στο έδαφος ακριβώς μιας τέτοιας
πολιτικής που εφαρμόζεται, φουντώνουν ο εθνικισμός, ο ρατσισμός και η
ξενοφοβία και αναπτύσσεται ένα παγκόσμιο αντιδραστικό ρεύμα, τόσο στις
ΗΠΑ με εκφραστή τον Τραμπ, όσο και σε πολλές χώρες της ΕΕ, με πρώτη τη
Λεπέν στη Γαλλία, με “αντισυστημική” μάσκα, αλλά με ακροδεξιό ή ανοιχτά
φασιστικό περιεχόμενο, έκφραση των πιο τρομοκρατικών και επιθετικών
κύκλων του μονοπωλιακού κεφαλαίου, που η κυριαρχία τους θα προκαλέσει
ακόμα μεγαλύτερα δεινά για τους λαούς, παγκόσμια κρίση και αστάθεια στο
καπιταλιστικό και ιμπεριαλιστικό σύστημα.
Οι λαοί, παρά τα αναρίθμητα εμπόδια που
υψώνονται μπροστά τους, αντιστέκονται στα αντεργατικά μέτρα των
εκμεταλλευτριών τάξεων και σημαντικοί αγώνες αναπτύχθηκαν στις χώρες
της ΕΕ ενάντια στην κυρίαρχη πολιτική της λιτότητας, ενώ ιδιαίτερη
σημασία αποκτούν στις συνθήκες αυτές, οι εκδηλώσεις αποδοκιμασίας των
αντιμεταναστευτικών κηρυγμάτων και τα κινήματα αλληλεγγύης στους
πρόσφυγες, όπως συνέβη με την πρόσφατη μεγάλη διαδήλωση των εκατοντάδων
χιλιάδων λαού στη Βαρκελώνη.Σε κάθε περίπτωση μόνο αν αναπτυχθεί ένα
μαζικό λαϊκό κίνημα που θα συνδέσει την πάλη για την έξοδο από την ΕΕ με
την πάλη για ριζικές κοινωνικές ανατροπές σε κάθε χώρα,
μετασχηματίζοντας σε ένα ανώτερο επίπεδο τη θέληση των λαών να
αποδοκιμάσουν την κυρίαρχη πολιτική, μπορεί να ανοίξει μια ελπιδοφόρα
προοπτική για την υπόθεση της εργατικής τάξης και των λαών της Ευρώπης.
Ο μαζικός λαϊκός εξωκοινοβουλευτικός
αγώνας είναι ο βασικός παράγοντας στον οποίο οφείλουν να στηριχτούν οι
κομμουνιστές για την προώθηση των άμεσων και μακροπρόθεσμων στόχων του
κινήματος. Να παλέψουν έτσι ώστε οι διεκδικητικοί αγώνες να συνδεθούν με
τους αγώνες για τα γενικά συμφέροντα της εργατικής τάξης και του λαού,
ξεσκεπάζοντας τη γραμμή των ρεφορμιστικών κομμάτων, που προσπαθούν να
υποτάξουν τους μακροπρόθεσμους στόχους του αγώνα στα γεγονότα της
στιγμής. Ο αντιιμπεριαλιστικός, επαναστατικός αγώνας των λαών του τρίτου
κόσμου και ο εργατικός αγώνας και το λαϊκό κίνημα στις ανεπτυγμένες
καπιταλιστικές χώρες, παρά τα βήματα που έχουν γίνει, συναντά
προβλήματα και δυσκολίες λόγω των δυσμενών συσχετισμών δυνάμεων, της
υποχώρησης του κομμουνιστικού κινήματος και της αρνητικής επίδρασης
διαφόρων λαθεμένων και επικίνδυνων ιδεολογικών ρευμάτων. Αυτό έχει σα
συνέπεια το επίπεδο ανάπτυξης των λαϊκών αγώνων να υπολείπεται σοβαρά
ως προς το μέγεθος της αντιδραστικής επίθεσης.
Η πάλη των λαών για την απολύτρωση από τα
δεσμά της καπιταλιστικής και ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας μπορεί να
προχωρήσει μόνο αν στην πορεία του μακρόχρονου αγώνα αντίστασης
αναδειχθούν γνήσιες λαϊκές, κομμουνιστικές δυνάμεις που,
καταπολεμώντας εχθρικά, ιδεολογικοπολιτικά ρεύματα και προσδιορίζοντας
το πραγματικό περιεχόμενο του αγώνα, θα τον μετασχηματίσουν σε αγώνα
για την Ειρήνη, τη Δημοκρατία, την Εθνική Ανεξαρτησία και το Σοσιαλισμό.