Κυριακή 18 Απριλίου 2021

Ο κίνδυνος πολεμικής ανάφλεξης στην Ουκρανία είναι αποτέλεσμα του σκληρού ανταγωνισμού ΗΠΑ- Ρωσίας.

1b-cmyk

Ο άγριος ανταγωνισμός ΗΠΑ-Ρωσίας για τον έλεγχο της Ουκρανίας δυναμώνει τον κίνδυνο μιας ευρύτερης πολεμικής σύγκρουσης

Νέα αναζωπύρωση της φωτιάς που σιγοκαίει στην νοτιοανατολική Ουκρανία προκαλούν οι ενέργειες των ΗΠΑ και του λακέδικου καθεστώτος του Κιέβου, σε αντιπαράθεση με τη Ρωσία.Στο στόχαστρο βρίσκονται άμεσα οι ρωσόφωνες περιοχές της ανατολικής Ουκρανίας, ενώ σε όλη τη συνοριακή γραμμή με τη Ρωσία γίνεται προκλητική συγκέντρωση μεγάλου όγκου ουκρανικών στρατιωτικών δυνάμεων με ΝΑΤΟϊκή ενθάρρυνση και στήριξη. Αντίστοιχα, η Ρωσία προωθεί στα σύνορά της ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις, ενώ εκτοξεύονται και από τις δύο πλεύρες «προειδοποιήσεις» και απειλές στρατιωτικής σύγκρουσης.
Στην αντιπαράθεση εμπλέκονται με τον έναν ή τον άλλο τρόπο οι χώρες της ανατολικής Ευρώπης-δορυφόροι των ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ, η ΕΕ, η Τουρκία, σε ένα κουβάρι αντιθέσεων και συμφερόντων.
Η περιοχή, στην οποία συσσωρεύονται ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις, έχει μετατραπεί σε πυριτιδαποθήκη με τον κίνδυνο μιας ευρύτερης πολεμικής σύγκρουσης να παραμονεύει κάθε στιγμή.
Ο Μπάιντεν με την άνοδο στην εξουσία ξεκαθάρισε ότι θα κινηθεί πιο επιθετικά απέναντι στη Ρωσία (και την Κίνα) από τον προκάτοχό του, τον οποίο είχε κατηγορήσει ούτε λίγο ούτε πολύ ως ενδοτικό απέναντι στη Μόσχα. Η διαφορά είναι ότι θέλει να σύρει σε αυτή την αντιπαράθεση και τους Ευρωπαίους «συμμάχους» του.

Για την ιστορία, ήταν επί προεδρίας Ομπάμα και αντιπροεδρίας Μπάιντεν όταν ξέσπασε το ενορχηστρωμένο, από τους αμερικανονατοϊκούς, φασιστικό πραξικόπημα του Μεϊντάν και έγινε η ανατροπή της τότε φιλορωσικής ουκρανικής κυβέρνησης. Αυτό είχε ως συνέπεια τον εμφύλιο στην χώρα και τη de facto διχοτόμησή της με την απόσχιση των ρωσόφωνων πληθυσμών του Ντονμπάς (Ντονέτσκ και Λουγκάνσκ) και την προσάρτηση της Κριμαίας από την Ρωσία.
Από τον Γενάρη αυξάνονται τα πολεμικά επεισόδια πέριξ των αυτόνομων περιοχών και σημειώνονται παραβιάσεις της εκεχειρίας του περασμένου καλοκαιριού, με τις δύο πλευρές να αλληλοκατηγορούνται για την κλιμάκωση.
Παράλληλα αυξάνεται και η στρατιωτική δραστηριότητα στην ευρύτερη περιοχή. Το ΝΑΤΟ και οι Αμερικανοί προωθούν στρατεύματα, με αφορμή μεγάλων διαστάσεων ασκήσεις όπως η «Defender Europe», γύρω από την Ουκρανία και στην μεθόριο με την Ρωσία, ενώ δύο ακόμη αμερικανικά πλοία πλέουν προς τη Μαύρη Θάλασσα όπου και θα παραμείνουν έως τις 4 Μαΐου. Εκεί τα περιμένει ο ρωσικός στόλος ο οποίος έχει βγει από τον ναύσταθμο και κάνει ευρείας κλίμακας ασκήσεις.
Ο υπουργός Άμυνας της Ρωσίας, Σεργκέι Σοϊγκού, έκανε λόγο για απειλητικές στρατιωτικές ενέργειες του ΝΑΤΟ και σημείωσε ότι ΗΠΑ και ΝΑΤΟ θα αναπτύξουν 40.000 στρατιώτες και 15.000 μονάδες εξοπλισμού στα ρωσικά σύνορα.
Ακόμη οι Αμερικανοί παρέχουν αφειδώς πιστώσεις στο Κίεβο για τον στρατιωτικό εξοπλισμό του και την προετοιμασία για μια επίθεση στους φιλορώσους αυτονομιστές. Παράλληλα η αμερικανόδουλη κυβέρνηση Ζελένσκι κάνει «εκκλήσεις» για ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ, καθώς ως σήμερα έχει καθεστώς «Εταίρου Βελτιωμένων Ευκαιριών» και συμμετέχει στο νατοϊκό σχήμα «Σύμπραξη για την Ειρήνη», μαζί με την Γεωργία που είναι υποψήφιο μέλος. Κατά την επικοινωνία του με τον γγ του ΝΑΤΟ, Γενς Στόλτενμπεργκ, ισχυρίστηκε ότι η ένταξη της Ουκρανίας στον ιμπεριαλιστικό μηχανισμό είναι ο μοναδικός τρόπος για να τελειώσει ο πόλεμος στο Ντονμπάς, αν και είναι σίγουρο πως μια τέτοια ενέργεια θα έριχνε λάδι στην φωτιά της σύγκρουσης και θα προκαλούσε παρέμβαση της Ρωσίας.
Ο Ζελένσκι κάλεσε τις χώρες του ΝΑΤΟ να ενισχύσουν τη στρατιωτική παρουσία στη Μαύρη Θάλασσα ως «ισχυρός παράγοντας αποτροπής» προς τη Ρωσία. Την ίδια ώρα Λετονία και Λιθουανία δήλωσαν ότι θα προτείνουν να δοθεί άμεσα στην Ουκρανία το Σχέδιο Δράσης Ένταξης (Membership Action Plan – ΜΑΡ) στο ΝΑΤΟ.
Έντονη ήταν η αντίδραση από τη ρωσική πλευρά. Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, προειδοποίησε ότι «η Ουκρανία θα καταφέρει μόνο να επιδεινώσει την εγχώρια κρίση της με απόφασή της να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ».
Το ρωσικό ΥΠΕΞ χωρίς να μασήσει τα λόγια του κατέστησε σαφές προς όλες τις κατευθύνσεις ότι ενδεχόμενη ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ «όχι μόνο δεν θα φέρει ειρήνη στην Ουκρανία, αλλά αντίθετα θα οδηγήσει σε μεγάλη αύξηση των εντάσεων στα νοτιοανατολικά, πιθανά με μη αναστρέψιμες συνέπειες για την κρατική κατάσταση της Ουκρανίας».
Όπως είναι φυσικό η Μόσχα δεν μένει με σταυρωμένα χέρια. Ισχυρές ρωσικές στρατιωτικές δυνάμεις μετακινούνται στα ανατολικά και βόρεια σύνορα με την Ουκρανία καθώς και στην Κριμαία. Απέναντι στην αντιρωσική προπαγάνδα που σήκωσαν τα δυτικά μέσα ενημέρωσης, γι’ αυτές τις κινήσεις, η ρωσική κυβέρνηση έκανε σαφές ότι οι στρατιωτικές δυνάμεις της θα συνεχίσουν να μετακινούνται στο ρωσικό έδαφος «όπου και για όσο κρίνεται σκόπιμο».
Ο Ρώσος υφυπουργός Εξωτερικών, Σεργκέι Ριαμπκόφ, χαρακτήρισε τις ΗΠΑ «αντίπαλο» της χώρας του, που κάνει «ό,τι μπορεί για να υπονομεύσει τη θέση της Ρωσίας στην παγκόσμια σκηνή».
Με την κατάσταση στην Ουκρανία να «μυρίζει μπαρούτι», Πούτιν και Μπάιντεν είχαν, μεγάλης διάρκειας, τηλεφωνική επικοινωνία. Ο δεύτερος πρότεινε συνάντηση κορυφής σε μια «τρίτη», πιθανά ευρωπαϊκή, χώρα, ενώ το Κρεμλίνο έθεσε σειρά προϋποθέσεων για τη σύγκλησή της.

Οι αγωγοί φυσικού αερίου, ο Nord Stream 2 και οι σχέσεις ΗΠΑ – Ευρώπης – Ρωσίας

Στην ουκρανική διελκυστίνδα εμπλέκονται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο οι ευρωπαϊκές χώρες και η ΕΕ. Μπορεί ο Μπάιντεν να επιδιώκει να στοιχίσει τους δυτικοευρωπαίους ιμπεριαλιστές σε ένα κοινό μέτωπο των «δημοκρατιών» απέναντι στον «δολοφόνο» Πούτιν (όπως τον έχει χαρακτηρίσει), όμως στη σχέση με τη Μόσχα εκφράζονται αντιτιθέμενα συμφέροντα και αποκλίνουσες στρατηγικές, ακόμη και εντός ΕΕ.
Για το σκοπό αυτό βρέθηκε στις Βρυξέλλες, για δεύτερη φορά μέσα σε ένα μήνα, ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Άντονι Μπλίνκεν, συνοδευόμενος αυτή τη φορά, από τον υπουργό Άμυνας, Λόιντ Όστιν. Μάλιστα ο Μπλίνκεν ξεκαθάρισε πως η Ουάσιγκτον στηρίζει το αίτημα του Κιέβου μια μέρα να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, παρά τις όποιες ενστάσεις ευρωπαϊκών χωρών, όπως η Γαλλία και η Γερμανία.
Ένα πεδίο όπου εκφράζονται αποκλίνουσες απόψεις είναι ο ρωσικός αγωγός φυσικού αερίου «Νord Stream 2», ο οποίος βρίσκεται στο στόχαστρο του αμερικανικού ιμπεριαλισμού και ο οποίος πιέζει τη Γερμανία, στην οποία θα καταλήγει, να τον εγκαταλείψει επιβάλλοντας κυρώσεις. Ο αγωγός (έχει κατασκευαστεί το 95%) που θα διπλασιάσει τις προμήθειες ρωσικού φυσικού αερίου που φτάνουν στην ΕΕ, υπονομεύει τα αμερικάνικά σχέδια για την προώθηση του αμερικανικού υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) και φέρνει πιο κοντά ενεργειακά τη Γερμανία και τη Ρωσία.
Από την άλλη η Γαλλία δεν βλέπει με καλό μάτι την μετατροπή του Βερολίνου σε ενεργειακό κέντρο της Ευρώπης και κάλεσε πρόσφατα την Γερμανία, με αφορμή την υπόθεση Ναβάλνι να εγκαταλείψει το έργο, παρά το γεγονός ότι συμμετέχει στην κοινοπραξία και γαλλική εταιρεία.
Σε συνδυασμό με τον αγωγό «Turkish Stream» που περνάει από τη Μαύρη Θάλασσα και τροφοδοτεί με ρωσικό φυσικό αέριο την Τουρκία, τη Βουλγαρία και τη Σερβία, ενώ σχεδιάζεται η επέκτασή του σε Ουγγαρία και Σλοβακία, θα υποβαθμιστεί η σημασία της Ουκρανίας ως χώρας διέλευσης ρωσικού φυσικού αερίου.
Εάν τα σχέδια αυτά ολοκληρωθούν θα αδυνατίσει η γεωπολιτική σημασία της και η διαπραγματευτική της ισχύ με τη Ρωσία, αφού θα πάψει να διέρχεται η μεγαλύτερη ποσότητα ρωσικού φυσικού αερίου, προς την Δυτική και Κεντρική Ευρώπη, όπως συμβαίνει σήμερα. Παράλληλα θα πάψει να αποτελεί έναν ισχυρό μοχλό πίεσης της Ρωσίας στα χέρια των Αμερικανών και Ευρωπαίων ιμπεριαλιστών.
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά σε πρόσφατο άρθρο της η αμερικανική εφημερίδα Wall Street Journal «με τους αγωγούς Nord Stream 1 και Turk Stream να είναι ήδη σε λειτουργία, ο Nord Stream 2 θα ολοκληρώσει την περικύκλωση της Ουκρανίας, της Πολωνίας και των κρατών της Βαλτικής, αποσυνδέοντας την ενεργειακή μας ασφάλεια από τη Δυτική Ευρώπη (…) ένα μεγάλο ποσοστό του φυσικού αερίου της Ρωσίας φτάνει στην Ευρώπη μέσω της Ουκρανίας. Εάν δημιουργηθεί ο Nord Stream 2, αυτό το ζήτημα θα είναι άκυρο».
Πρόσφατα η διαχειρίστρια εταιρεία του αγωγού κατήγγειλε την Πολωνία για προσπάθειες παρεμπόδισης της κατασκευής, με πολεμικά ή αλιευτικά σκάφη, με αεροσκάφη, αλλά και την παρουσία ενός υποβρυχίου με άγνωστα διακριτικά «φωτογραφίζοντας» τις ΗΠΑ.
Γερμανία, Γαλλία και Ρωσία μαζί με την Ουκρανία αποτελούν το «Σχήμα της Νορμανδίας» και έχουν καταλήξει στις «εύθραυστες» συμφωνίες του Μινσκ από το 2015 για την ειρήνευση στην περιοχή του Ντονμπάς.
Ο Ουκρανός πρόεδρος Ζελένσκι έχει προτείνει τη διεύρυνση του σχήματος και με άλλες δυνάμεις, όπως ΗΠΑ και Βρετανία, κάτι που απορρίφθηκε από Ρωσία και Γερμανία – Γαλλία, καθώς και συνολικά από την ΕΕ.

Η Τουρκία διεκδικεί ρόλο και παζαρεύει

Στην κρίση στην Ουκρανία και τη Μαύρη Θάλασσα παρεμβαίνει και η Τουρκία διευρύνοντας τον περιφερειακό της ρόλο. Παράλληλα παζαρεύει την γεωπολιτική της θέση με τη νέα αμερικανική κυβέρνηση, ενώ από την άλλη διατηρεί ανοιχτούς τους διαύλους επικοινωνίας με το Κρεμλίνο. Όμως μια σειρά κινήσεων της Άγκυρας τη φέρνει σε ευθεία αντιπαράθεση με την Μόσχα.
Το Σάββατο 10 Απριλίου ο Τούρκος Πρόεδρος και ο Ουκρανός ομόλογός του είχαν πολύωρες συνομιλίες στην Κωνσταντινούπολη.
Ο Ερντογάν εξέφρασε την ελπίδα ότι «η σύγκρουση θα επιλυθεί μέσω διαλόγου στη βάση των συμφωνιών του Μινσκ» λέγοντας πως η Τουρκία είναι έτοιμη να παράσχει στην Ουκρανία «οποιαδήποτε υποστήριξη χρειαστεί».
Σύμφωνα με τον Ζελένσκι, οι θέσεις των δύο κρατών «συμπίπτουν για τις ίδιες απειλές στη Μαύρη Θάλασσα και την απόκριση στις απειλές αυτές».
Τουρκία και Ουκρανία έχουν προχωρήσει σε αμυντική συνεργασία για την συμπαραγωγή μη επανδρωμένων αεροσκαφών, ενώ το 2019 η Τουρκία πούλησε μη επανδρωμένα αεροσκάφη στο Κίεβο. Στο ζήτημα αυτό παρενέβη ο Ρώσος ΥΠΕΞ, Σ. Λαβρόφ, ο οποίος κάλεσε την Τουρκία να μην ενθαρρύνει τους «μιλιταριστικούς πόθους» του Κιέβου.
Την προηγούμενη της συνάντησης ο Ερντογάν είχε τηλεφωνική συνομιλία με τον Πούτιν, ο οποίος κατηγόρησε την Ουκρανία για «επικίνδυνες και προκλητικές ενέργειες» στο Ντονμπάς και τόνισε ότι «το πακέτο των συμφωνιών του Μινσκ του 2015 είναι το μόνο πιθανό θεμέλιο για τη διευθέτηση», τις οποίες «η ουκρανική πλευρά παρακάμπτει».
Σε σχέση με τη συζήτηση που έχει ανοίξει για την παράκαμψη της «σύμβασης του Μοντρέ» με αφορμή τα σχέδια της Τουρκίας για την κατασκευή της διώρυγας της Κωνσταντινούπολης, ο Πούτιν τόνισε «τη σημασία της διατήρησης της σύμβασης του Μοντρέ του 1936, προκειμένου να διασφαλιστεί η περιφερειακή σταθερότητα και ασφάλεια του περιφερειακού καθεστώτος των Στενών της Μαύρης Θάλασσας».
Η συνθήκη αυτή ρυθμίζει μεταξύ άλλων τους όρους διέλευσης των πλοίων από τα στενά του Βοσπόρου και των Δαρδανελίων που συνδέουν τη Μαύρη Θάλασσα με το Αιγαίο και τη Μεσόγειο.
Περιλαμβάνει μια σειρά από ρήτρες σχετικά με το είδος και τον αριθμό των πολεμικών πλοίων που μπορούν να περνάνε προς τη Μαύρη Θάλασσα και να παραμένουν εκεί. Γι’ αυτό και αποτελεί τροχοπέδη στους επιθετικούς σχεδιασμούς του ΝΑΤΟ και των Αμερικανών για την περικύκλωση της Ρωσίας.
Επανερχόμενος στο θέμα ο Ερντογάν ξεκαθάρισε ότι η συνθήκη αυτή δεν θα εφαρμοστεί στο κανάλι της Κωνσταντινούπολης. Σε νέα δήλωση του, που τον φέρνει σε ευθεία διάσταση με τη Μόσχα, τόνισε πως: «Δεν υπάρχει η παραμικρή σύνδεση μεταξύ του έργου για το Κανάλι της Κωνσταντινούπολης και του Μοντρέ. Το Μοντρέ είναι μια συμφωνία σχετικά με το Βόσπορο. Επομένως, εδώ έχουμε τη δική μας ανεξαρτησία, κυριαρχία».

πηγή: Λαϊκός Δρόμος