Τετάρτη 11 Σεπτεμβρίου 2019

Η κυβέρνηση τα δίνει όλα στην καπιταλιστική ανάπτυξη

ανάπτυξη

Η περίφημη «ανάπτυξη» του Μητσοτάκη είναι η επέλαση του ξένου και ντόπιου κεφαλαίου

Ακολουθώντας τη γνωστή συνταγή του καρότου και του μαστίγιου, η ΝΔ ετοιμάζεται να εξαπολύσει μία σειρά «μέτρων προσέλκυσης επενδυτών» -ουσιαστικά θεσμοθέτηση του ξεπουλήματος της γης, της θάλασσας, του αέρα, του υπεδάφους- που ωστόσο δεν είναι άμοιρα αντιλαϊκών συνεπειών, όπως: 1) την ανάθεση σε τρίτους (ιδιωτικές εταιρείες, τράπεζες, επιχειρήσεις, κ.ά.) της αξιολόγησης των επενδυτικών σχεδίων του παραπάνω «αναπτυξιακού» νόμου, όπως και του ελέγχου της υλοποίησης των επενδύσεων, 2) τη δημιουργία «ψηφιακής τράπεζας γης», μέσω της οποίας θα επεκτείνεται η δυνατότητα αγοραπωλησιών και μεταφοράς συντελεστών δόμησης.
Στην πραγματικότητα πρό­κει­ται μία νέα εφαρμογή κατά τα αμερικάνικα πρότυπα, δηλ. ένα χρηματιστήριο αγοράς δικαιωμάτων δόμησης, που δίνει απεριόριστες δυνατότητες κερδοσκοπίας των «επενδυτών» του «real estate», 3) τον ενιαίο Ψηφιακό Χάρτη που συγκεντρώνει και αποτυπώνει όλα τα γεωχωρικά δεδομένα (π.χ. όροι και περιορισμοί δόμησης, δάση και δασικές εκτάσεις, αιγιαλός, αρχαιολογικοί χώροι, περιοχές NATURA, κ.λπ.) σε ένα ενιαίο ψηφιακό σύστημα, ώστε να διευκολύνονται οι «επενδυτές», 4) επιχειρηματικά πάρκα, με προφανή εγκατάσταση επιχειρήσεων μέσα στα πάρκα, 5) την απλούστευση των αδειοδοτήσεων και την άρση των εμποδίων για τους «επενδυτές», με γενικό κανόνα «πρώτα να ξεκινούν τη λειτουργία τους οι επιχειρήσεις και εκ των υστέρων να διενεργείται ο έλεγχος των απαιτούμενων δικαιολογητικών», 6) την επιτάχυνση των δικαστικών διαδικασιών που αφορούν μεγάλα επενδυτικά σχέδια κ.ά., 7) τη δημιουργία «ηλεκτρονικού μητρώου» για τις συνδικαλιστικές οργανώσεις, την ηλεκτρονική ψηφοφορία για την κήρυξη απεργίας και για τις αρχαιρεσίες στα συνδικάτα, σε συνδυασμό και με άλλες αντεργατικές διατάξεις, πάντοτε με άξονα την προσέλκυση «επενδυτών».
Όμως ο «αναπτυξιακός» νόμος δεν σταματά εδώ. Προωθούνται ακόμα:
  • Η παραπέρα μείωση του συντελεστή φορολογίας των επιχειρήσεων από το 28% στο 20% σε δύο χρόνια. Θυμίζουμε ότι ήδη από φέτος μειώνεται στο 5% (ο ΣΥΡΙΖΑ τον είχε μειώσει από το 15% στο 10%), μέτρο που εισηγήθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ, ο φόρος επί των διανεμόμενων μερισμάτων στους μετόχους των επιχειρήσεων.
  •  Ο σχεδιασμός ειδικών κινήτρων προσέλκυσης επενδύσεων με διπλασιασμό του χρόνου για συμψηφισμό ζημιών και δυνατότητα υπεραποσβέσεων στο 200%. Το συγκεκριμένο μέτρο μπορεί να οδηγήσει μέχρι και σε μηδενισμό του φόρου επί των επιχειρηματικών κερδών.
  •  Την ενσωμάτωση των διάσπαρτων, στη νομοθεσία, επενδυτικών κινήτρων, του «πτωχευτικού κώδικα» των επιχειρήσεων και τέλος των «κόκκινων» δανείων. Εδώ να σημειώσουμε πως από 1/7/2019, ξεκίνησε η λειτουργία της ηλεκτρονικής πλατφόρμας, με βάση τις αρπακτικές «προτάσεις» των τραπεζών και κάτω από τους απαράδεκτους όρους που προβλέπονται στη σχετική διάταξη.
Στόχος είναι να περάσουν οριστικά μέχρι τα τέλη του χρόνου, στα χέρια των τραπεζών και των ξένων funds 14.500 λαϊκές κατοικίες.
★★★
Η εικόνα που φιλοτεχνεί η κυβερνητική προπαγάνδα για την επερχόμενη «ανάπτυξη για όλους», είναι απολύτως πλασματική. Κι αυτό γιατί δίνοντας κάποια ψίχουλα φοροελαφρύνσεων και ΕΝΦΙΑ, ακολουθεί κατά γράμμα τα προαποφασισμένα και ψηφισμένα από τη Βουλή μέτρα των Μνημονίων, που εξακολουθούν να σαρώνουν τα ελάχιστα κατάλοιπα των λαϊκών εισοδημάτων. Να θυμίσουμε πως μόνο από το πετσόκομμα στις συντάξεις («προσωπική διαφορά», κ.ά.), τη δραστική φοροληστεία και τις άλλες περικοπές για την τριετία 2018-2020, θα λεηλατηθούν από τον ιδρώτα των εργαζομένων και από τον αβίωτο βίο των συνταξιούχων, ποσά που αγγίζουν τα 12 δις € το χρόνο. Αυτά τα χρήματα θα μεταγγιστούν στις τσέπες του ξένου και ντόπιου μονοπωλιακού κεφαλαίου, προκειμένου να προχωρήσει η «ταχύρρυθμη ανάπτυξη» που προπαγανδίζει η κυβέρνηση στις πρόσφατες επισκέψεις Μητσοτάκη σε Γαλλία και Γερμανία. Η «ανάπτυξη» του Μητσοτάκη – όπως άλλωστε και του Τσίπρα- πηγαίνει χέρι-χέρι με την επέλαση της μεγαλοαστικής τάξης και των ξένων μονοπωλίων, όπως αυτή καθορίζεται από τη μείωση της φορολογίας και των εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών, τις ιδιωτικοποιήσεις, τις επιδοτήσεις, τις αλλαγές στο χωροταξικό και στις χρήσεις γης, τις συνεχείς παρεμβάσεις σε μηχανισμούς και θεσμούς του κράτους που μειώνουν τη γραφειοκρατία και κάνουν «φιλικότερο» το «επενδυτικό περιβάλλον», τα πάμπολλα προνόμια, κλπ., κλπ.
Παράλληλα, το μαχαίρι της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης χώνεται όλο και πιο βαθιά στο κορμί της χώρας, εμπλέκοντάς την στους αμερικανοΝΑΤΟϊκούς σχεδιασμούς στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου και στις ευρωπαϊκές αντιλαϊκές μνημονιακές δεσμεύσεις και δημοσιονομικούς στόχους. Με δυο λόγια, η «ανάπτυξη για όλους» περιορίζεται στους στόχους, τις προσδοκίες και τις απαιτήσεις του κομπραδόρικου κεφαλαίου, των εφοπλιστών, των μεγαλοξενοδόχων.
Έτσι, η εικόνα της «νέας Ελλάδας» κονιορτοποιείται μπροστά στην αδήριτη πραγματικότητα των εκατομμυρίων φτωχοποιημένων Ελλήνων, που δέχονται στις πλάτες τους το φορτίο του κόστους της «ανάπτυξης», έναντι των λίγων ψίχουλων τα οποία προπαγανδίζονται σαν μεγαλοπαροχές! Και παρά το γεγονός ότι η στροφή της κοινωνίας -που αποκαλύπτεται από τις αμφιβόλου απεικόνισης δημοσκοπήσεις- κλίνει προς τον αντιευρωπαϊσμό και τον αντιαμερικανισμό, ωστόσο δεν φαίνονται ακόμη τα σημάδια μίας αγωνιστικής ανασύνταξης της εργατικής τάξης, που να την παρακινούν να παλέψει σαν τάξη για τα δικά της διαμετρικά αντίθετα συμφέροντα. Τα ίδια τα αστικά κόμματα προσπαθούν να θολώσουν και να αμβλύνουν την ταξική διάσταση, κινούμενα τάχα κοντά στο λαό, αλλά προφανώς για τα συμφέροντα της αστικής τάξης που εκπροσωπούν.
Οι θέσεις του ΚΚΕ, αλλά και άλλων αριστερών οργανώσεων, προσανατολίζουν το λαό στις εκλογικές αυταπάτες είτε με τις γνωστές πομπώδεις «λαϊκές οικονομίες» είτε με τα «μεταβατικά αντικαπιταλιστικά προγράμματα» αστικής κοπής και διαχείρισης.
Απέναντι σε όλους αυτούς τους βαθιά λαθεμένους προσανατολισμούς, που εγκλωβίζουν τη λαϊκή πάλη σε ανώδυνα κανάλια για το σύστημα και αναπαράγουν την κρίση και τα αδιέξοδα δεκαετιών μέσα στο αριστερό και κομμουνιστικό κίνημα, μπορούν και πρέπει οι δυνάμεις του μ-λ κινήματος, όσο μικρές κι αν είναι, να αντιπαραθέσουν τη δική τους ανεξάρτητη πολιτική δράση. Να προβάλουν και να παλέψουν για το δικό τους ιδεολογικοπολιτικό προσανατολισμό, για τους βασικούς στόχους του λαϊκού, αριστερού και κομμουνιστικού κινήματος, σε μια προσπάθεια ευρύτερης αντιιμπεριαλιστικής συσπείρωσης και συνεργασίας.
Μόνο έτσι μπορεί να ανοίξει μια ελπιδοφόρα προοπτική και να εκφράσει τις βαθύτερες ανάγκες και προσδοκίες χιλιάδων αγωνιστών, σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο για τον αγώνα του λαού μας, για την πορεία του αριστερού και κομμουνιστικού κινήματος.