Παράλληλα, νομοθετήθηκαν τόσο η μείωση της φορολογίας στα κέρδη για τους κατόχους μετοχών από 15% σε 10%, (με αντίστοιχο ισοδύναμο μέτρο σε βάρος του λαού), όσο και η αύξηση κατά 10% των τιμών στα «φάρμακα αναφοράς», που προφανώς θα παρασύρουν προς τα πάνω τις τιμές συνολικά των φαρμάκων, προσφέροντας νέα κέρδη στους φαρμοκοβιομήχανους και χαρίζοντάς τους επιπλέον 20 εκατ. € από την υπέρβαση της ετήσιας κρατικής φαρμακευτικής δαπάνης.

Την ίδια στιγμή στις Βρυξέλλες, προετοιμάζουν την Ομάδα Εργασίας του επόμενου Eurogroup (5/4), με κύριο στόχο την πλήρη άρση προστασίας της πρώτης κατοικίας (η συμφωνία «προστασίας» έχει οριστεί 12μηνη) και την ενίσχυση του παραπαίοντος τραπεζικού συστήματος. Παρά τις επανειλημμένες αδιέξοδες τηλεδιασκέψεις με την κυβέρνηση, οι δανειστές απαιτούν μεγαλύτερη μείωση των δανειοληπτών που θα ενταχθούν στη συμφωνία με τις τράπεζες. Αυτό προϋποθέτει επιπλέον στοιχεία τα οποία αφορούν: α) την ένταξη δανειοληπτών που έχουν «κοκκινίσει» μέχρι τέλος Σεπτέμβρη 2018, αντί για το τέλος Δεκέμβρη 2018. Όσα δάνεια «κοκκινίσουν» εφεξής, θα βρεθούν εκτός συμφωνίας, στο έλεος των εκβιασμών και των πλειστηριασμών, β) τυχόν καταθέσεις πάνω από ένα ορισμένο ποσοστό του υπολοίπου του στεγαστικού δανείου, πετούν έξω από τη συμφωνία τον δανειολήπτη, ακόμη και αν εκπληρώνει όλα τα άλλα κριτήρια και τις προϋποθέσεις της νέας διάταξης, γ) το συνολικό ύψος της ακίνητης περιουσίας δεν μπορεί να ξεπερνά το 100%, του υπολοίπου του στεγαστικού δανείου, δ) το ύψος της οφειλής να μην ξεπερνά τα 100.000 € (από 130.000 €), ε) το ύψος της αντικειµενικής αξίας της πρώτης κατοικίας που θα προστατεύεται να διαµορφώνεται έως τα 230.000 € για πενταµελή οικογένεια (από 250.000 €), στ) για τα επιχειρηµατικά δάνεια ζητούν το ύψος της αντικειµενικής αξίας να διαµορφωθεί στα 130.000 €, και το ύψος της οφειλής στα 50.000 €. Λόγω των παραπάνω διαφορών («Είναι πολλές οι παράμετροι» δήλωσε ο ευρισκόμενος στην Αθήνα, επικεφαλής της Διαπραγματευτικής Επιτροπής της Κομισιόν, Ντ.Κοστέλο) η κυβέρνηση, κινούμενη προεκλογικά, αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο να προχωρήσει σε μονομερή νομοθέτηση, αν συνεχιστούν οι πιέσεις των δανειστών για δραστική μείωση των δανειοληπτών που θα επωφεληθούν από το νέο πλαίσιο.
Στο μεταξύ, η επιτροπεία προετοιμάζει το σχέδιο της τρίτης μεταμνημονιακής «αξιολόγησης» που θα περιλαμβάνει τα οριστικά μέτρα για την απαλλαγή των «κόκκινων» δανείων των τραπεζών μέσω των αθρόων πλειστηριασμών, για το αφορολόγητο όριο που θα «διευρύνει» τη φορολογική βάση σε βάρος των πιο φτωχών λαϊκών στρωμάτων, για τη διενέργεια ανεξάρτητης αξιολόγησης της στελέχωσης των υπουργείων, για τη «μεταρρύθμιση» των προνοιακών επιδομάτων, για την αντιμετώπιση των δικαστικών αποφάσεων για τα αναδρομικά με ανάλογα ισοδύναμα μέτρα, για την αναθεώρηση των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων, για τη συνέχιση του ξεπουλήματος δημόσιων Οργανισμών, Ιδρυμάτων, ακινήτων και εταιρειών, για την επίσπευση του κτηματολογίου, κ.α.
Από κοντά και η πρόσφατη «Έκθεση μεταπρογραμματικής αξιολόγησης» του ΔΝΤ που επισημαίνει πως η ελληνική οικονομία θα βρεθεί προ αρνητικών καταστάσεων από το 2021 και μετά και ενδεχομένως θα χρειαστεί νέα χρηματοδοτική στήριξη (Μνημόνιο). Κατά συνέπεια επιβάλλεται να εφαρμοστούν άμεσα: α) το προνομοθετημένο μέτρο του αφορολόγητου ορίου, β) οι «μεταρρυθμίσεις» για την ενίσχυση του «επενδυτικού κλίματος» και γ) μία μεγαλύτερη «ευελιξία» στην αγορά εργασίας (δηλ. την κατάργηση της πρόσφατης «αύξησης» του κατώτατου μισθού, την κατάργηση των όποιων συλλογικών διαπραγματεύσεων, την επέκταση του απλήρωτου ωραρίου εργασίας, κλπ.).
Το Ταμείο θεωρεί το τραπεζικό σύστημα «εξαιρετικά ευάλωτο», προτείνοντας την όσο το δυνατόν απομείωση των «κόκκινων» δανείων (ένταση των πλειστηριασμών), την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και την παραχώρηση της κρατικής τραπεζικής συμμετοχής σε ιδιώτες.
Τέλος, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου στην κυβέρνηση, ισχυριζόμενο: «κόπωση των μεταρρυθμίσεων», «επιδείνωση της εμπιστοσύνης στο τραπεζικό σύστημα», «πτώση της εγχώριας ζήτησης», «μειωμένες επενδύσεις λόγω πολιτικής αβεβαιότητας», αλλά και «επιδείνωση των παγκόσμιων οικονομικών συνθηκών από την ενίσχυση του προστατευτισμού».

Χωρίς αμφιβολία, τα κόμματα που στηρίζουν το καθεστώς της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης έχουν χαράξει το δρόμο τους αγκιστρωμένα στην ΕΕ και το ΔΝΤ, εξανεμίζοντας τις βασικές ανάγκες της λαϊκής επιβίωσης, που εφεξής θα ικανοποιούνται στο πλαίσιο της «ολιγαρκούς αφθονίας», δηλαδή των γεμάτων βιτρινών και των αδειανών πορτοφολιών. Όλα τους έχουν προσυπογράψει τις δανειακές συμφωνίες (Μνημόνια), που αλυσοδένουν το λαό για τις επόμενες δεκαετίες και τα οποία κινούνται στη λογική του «απασχολίσιμου» εργαζόμενου (με ελαστικό ωράριο, με ελάχιστες αποδοχές, με μειωμένη ασφάλιση, με ιδιωτικές συμβάσεις εργασίας, με οριακή σύνταξη, με ανύπαρκτη ζωή), που κινείται σε ένα περιβάλλον εργασιακής ζούγκλας.
Για τους λόγους αυτούς, στο επόμενο προεκλογικό διάστημα, που συμπίπτει με την επιτάχυνση των «αναδιαρθρώσεων» και το ολοκληρωτικό ξεπούλημα της περιουσίας του δημοσίου, για το εργατολαϊκό κίνημα προέχει το ξεσκέπασμα της αντιδραστικής προπαγάνδας γύρω από τα «οφέλη» των κυβερνητικών «αναπτυξιακών» προτάσεων και του «τέλους των Μνημονίων» που αποτελούν μοχλούς εξαπάτησης των μαζών. Απέναντι σ’ αυτήν τη χυδαία προπαγάνδα που γίνεται τάχα προς όφελος του λαού και για τη «σωτηρία της χώρας», θα πρέπει να αντιτάξουμε την πιο πλατιά κινητοποίηση των εργατολαϊκών δυνάμεων. Οι εργαζόμενοι δεν έχουν να περιμένουν τίποτα θετικό από το ανίερο παζάρι που βρίσκεται σε εξέλιξη.
Για το λαϊκό, αριστερό και κομμουνιστικό κίνημα και την πραγματική Αριστερά, μπαίνει άμεσο καθήκον να αναδείξει σε όλο το προοδευτικό φάσμα την ήδη ανάγλυφη σχέση-εξάρτηση της Ελλάδας από τον ιμπεριαλισμό και να μπει μπροστά με στόχο να εμπνεύσει, να οργανώσει, και να κατευθύνει τις λαϊκές δυνάμεις, σε αυτήν τη νέα περίοδο της οξυμμένης ταξικής αντιπαράθεσης.
Ανακοίνωση Τύπου του Μ-Λ ΚΚΕ