Ενάντια στις διαλυτικές πολιτικές των κυρίαρχων παρατάξεων
στη ΓΣΕΕ να δυναμώσουμε την πάλη για την ταξική
ανασυγκρότηση των συνδικάτων
Η επεισοδιακή ματαίωση του 37ου συνεδρίου της ΓΣΕΕ και τα όσα επακολούθησαν στην ολομέλεια της διοίκησης της ΓΣΕΕ της 20.3 και είχαν σαν αποτέλεσμα, από τη μια, η “πλειοψηφία” της διοίκησης της ΓΣΕΕ να ανακοινώνει ότι “αποφασίστηκε” επανάληψη, σε μορφή εξπρές, του συνεδρίου της ΓΣΕΕ, (“θα ολοκληρωθεί σε μια μέρα δεδομένων των απειλών για τη μη πραγματοποίησή του” (!), σύμφωνα με την ανακοίνωση της ηγεσίας της ΓΣΕΕ) και, από την άλλη, το ΠΑΜΕ στη δική του ανακοίνωση να μιλά για «υποτιθέμενη συνεδρίαση του Δ.Σ. της ΓΣΕΕ που ποτέ δεν έγινε» (!), καταδείχνουν με το πιο μελανό τρόπο πόσο βαθιά στο τέλμα της διάλυσης και της αποσύνθεσης έχουν οδηγήσει και συνεχίζουν να σπρώχνουν τη ΓΣΕΕ και γενικότερα το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα οι κυρίαρχες συνδικαλιστικές παρατάξεις.
Το όλο θέαμα συνδικαλιστικής σύγκρουσης που δίνει το ΠΑΜΕ με τις παρατάξεις του ΠΑΣΟΚ, της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ, των μεθόδων και πρακτικών που μετέρχονται και οι δύο πλευρές για να επηρεάσουν τον συσχετισμό των δυνάμεων και τη σύνθεση στο συνέδριο της ΓΣΕΕ, αλλά και των άλλων ανώτερων συνδικαλιστικών οργανώσεων, είναι εντελώς αποκρουστικό και απωθητικό για την πλατιά μάζα των εργαζομένων. Υπονομεύει καίρια τη συνδικαλιστική οργάνωση και συσπείρωσή τους σε μια χρονική περίοδο όπου η εργατική τάξη έχει μεγάλη ανάγκη απ’ αυτήν, όπου η εργοδοσία και οι κυβερνήσεις του κεφαλαίου για να σαρώσουν τα εργατικά δικαιώματα συστηματικά επιδιώκουν τη συνδικαλιστική αποδιοργάνωση των εργαζόμενων.
Τα όσα διαμείφθηκαν στη ΓΣΕΕ, τις τελευταίες μέρες, δεν αποτέλεσαν παρά κορύφωση παρόμοιων πρακτικών που εφαρμόσθηκαν, με τον ίδιο στόχο, σε προγενέστερα συνέδρια δευτεροβάθμιων συνδικαλιστικών οργανώσεων-μελών της ΓΣΕΕ, και ενόψει του συνεδρίου της ΓΣΕΕ, με τελευταία συνέπεια τη μη, τελικά, πραγματοποίηση του συνεδρίου της μεγαλύτερης Ομοσπονδίας της ΓΣΕΕ, της Ομοσπονδίας Ιδιωτικών Υπάλληλων Ελλάδας. Οι πρακτικές αυτές, που αποτελούν προϊόν απαράδεκτων και αντιδημοκρατικών πολιτικών διαμόρφωσης των συσχετισμών δυνάμεων, θέτουν τη συνδικαλιστική οργάνωση του ιδιωτικού τομέα σε μια κατάσταση ανώμαλη όσο και ανησυχητική, καθώς τη φέρνουν μπροστά στα ενδεχόμενα είτε να επιβληθούν σε συνδικαλιστικές οργανώσεις δικαστικά διορισμένες διοικήσεις είτε να μείνουν ακέφαλες και να συρθούν στη διάλυση, κατά το καταστροφικό ανάλογο που έχει συμβεί στο φοιτητικό συνδικαλιστικό κίνημα, με την κατάργηση της ΕΦΕΕ εδώ και πολλά χρόνια.
***
Την πρώτη ευθύνη γι’ αυτή την
τελματώδη συνδικαλιστική κατάσταση φέρνουν οι πολιτικές των
συνδικαλιστικών παρατάξεων των αστικών κομμάτων (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ,
ΣΥΡΙΖΑ) που διεκπεραιώνουν φιλεργοδοτικό και
φιλοκυβερνητικό ρόλο, προωθώντας τη γραμμή της ταξικής
συνεργασίας και της ταξικής υποταγής στα αντεργατικά μέτρα
του κεφαλαίου, των κυβερνήσεων της μεγαλοαστικής τάξης, της
ΕΕ. Τα τελευταία χρόνια, αυτές οι δυνάμεις αναδείχθηκαν και σε
στήριγμα της πιο σκληρής επίθεσης που έχει δεχθεί
μεταπολιτευτικά η εργατική τάξη, με τα μνημόνια της τρόικας. Η
συνδικαλιστική γραμμή τους βρίσκεται σε αντίθεση με τα
συμφέροντα των εργαζόμενων και για να γίνει γραμμή και των
εργατικών συνδικάτων απαιτεί αυτά να ελέγχονται με αλλοίωση
της θέλησης και της εκπροσώπησης της εργατικής βάσης τους, με
αντιδημοκρατικές μεθόδους χειραγώγησής της. Η πλατιάς έκτασης
νόθευση της αντιπροσώπευσης σε συνδικαλιστικά συνέδρια είναι
ένα χρόνιο πρόβλημα που δεν έχει επιλυθεί. Εξακολουθεί να έχει
πολύ σοβαρή διάσταση και αυτό διαπιστώθηκε και στα τελευταία
συνδικαλιστικά συνέδρια, συμπεριλαμβανομένου και της ΓΣΕΕ.
Αυτό το αντιδημοκρατικό καθεστώς, που εξασφαλίζει στις
παρατάξεις των αστικών κομμάτων τον έλεγχο των περισσότερων
συνδικαλιστικών οργανώσεων και την αναπαραγωγή της
συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας που έχουν συγκροτήσει στην
κορυφή αυτών των οργανώσεων, το στηρίζουν σθεναρά οι ΠΑΣΚΕ,
ΔΑΚΕ και από δίπλα η παράταξη του ΣΥΡΙΖΑ, με τη συνδρομή της
εργοδοσίας και των κυβερνήσεων. Εμποδίζει τη γνήσια
συνδικαλιστική έκφραση των εργαζομένων, καταπατά τη
δημοκρατία στα συνδικάτα και, εύλογα, ξεσηκώνει εργατικές
αντιδράσεις και έντονες διαμάχες μέσα στα συνδικάτα. Είναι ο
βασικός παράγοντας που προκάλεσε τις οξύνσεις και τα όσα
διαδραματίσθηκαν στα τελευταία συνδικαλιστικά συνέδρια και
από αυτή την άποψη η προσπάθεια της ηγεσίας της ΓΣΕΕ να φορέσει
τη μάσκα της υπεράσπισης των “δημοκρατικών διαδικασιών”,
βρίσκοντας λαβή στις συμπεριφορές του ΠΑΜΕ, αποτελεί μέγιστη
και δόλια υποκρισία.
***
Η απάντηση στη νόθευση και τη
φαλκίδευση της δημοκρατικής συνδικαλιστικής
αντιπροσώπευσης των εργαζόμενων δεν μπορεί να δοθεί με την
τακτική που επιλέγει το ΠΑΜΕ. Πέρα του ότι έχει και η
συνδικαλιστική παράταξη του ΚΚΕ το δικό της μερίδιο σε
συνδικαλιστικές νοθείες, η τακτική της να οργανώσει
δυναμικές εφόδους στα συνδικαλιστικά συνέδρια με
προμετωπίδα «να μην γίνουν αυτά με νόθους και εργοδότες», πυροδοτώντας
μεγάλη ένταση και βίαιη αντιπαράθεση, το μόνο αποτέλεσμα που
μπορούσε να φέρει, και αυτό έφερε, ήταν να τροφοδοτήσει
διαδικασίες συνεδριακής διάλυσης, να δώσει στην ηγεσία της ΓΣΕΕ
προσχήματα δημοκρατικοφάνειας. Η απαλλαγή από νόθους
αντιπροσώπους με επελάσεις δυνάμεων του ΚΚΕ σε συνδικαλιστικά
συνέδρια είναι μια καινοφανής πρακτική που εισάγει το ΠΑΜΕ,
ξένη προς τη δημοκρατική επίλυση αυτού του προβλήματος από
τους ίδιους τους εργαζόμενους. Μετατρέπει το θέμα της
δημοκρατικής λειτουργίας των συνδικάτων από υπόθεση πάλης για
την ενίσχυση της θέσης των ταξικών, πραγματικά δημοκρατικών
δυνάμεων μέσα στα σωματεία, σε υπόθεση “δυναμικής σύγκρουσης”
παραταξιακών μηχανισμών. Η πολιτική του ΠΑΜΕ,
διακηρύσσοντας “να μην γίνουν συνέδρια με νόθους και εργοδότες”
και επιλέγοντας την πρακτική των δυναμικών παραταξιακών
δράσεων που διαλύουν συνδικαλιστικά συνέδρια, μια πρακτική
που δεν επέτρεψε να γίνει, τελικά, συνέδριο της ΟΙΥΕ και επιπλέον
ζήτησε διορισμό διοίκησης στην ΟΙΥΕ από τα δικαστήρια, μια
πρακτική που εμφανίζεται να προχωρεί και στην περίπτωση του
συνεδρίου της ΓΣΕΕ, εγείρει το κρίσιμο ερώτημα αν το ΠΑΜΕ έχει
στόχο, για να ανατρέψει το νόθο συσχετισμό δυνάμεων στα συνέδρια,
να τραβήξει ως το σημείο να επιβληθούν διορισμένες διοικήσεις.
Αυτό θα ήταν μια ακόμα πιο καταστροφική εξέλιξη για το
συνδικαλιστικό κίνημα.
***
Μέσα από αυτές τις αντιδημοκρατικές
και διαλυτικές πρακτικές, που τινάζουν στον αέρα τις
διαδικασίες της δημοκρατικής εκπροσώπησης και συζήτησης,
οι εργαζόμενοι παρακολουθούν να διεξάγεται ένας πόλεμος των
παραταξιακών μηχανισμών της πλειοψηφίας της ηγεσίας της ΓΣΕΕ
και του ΠΑΜΕ με όρους πρωτοφανούς εκτράχυνσης. Το ΠΑΜΕ, από τη
μια, να καταγγέλλει τη “συνδικαλιστική μαφία” της ΓΣΕΕ και να
την καλεί “να παραδώσει εδώ και τώρα τα κλειδιά και το κτίριο”
της (!) και, από την άλλη, η ηγεσία της ΓΣΕΕ να καταγγέλλει το ΠΑΜΕ για “ξυλοδαρμούς, ύβρεις και τραμπουκισμούς” και να “αποφασίζει” ότι θα ασκήσει “ποινική δίωξη” για “σωματικές βλάβες, παράνομη βία και απειλές κατά συνέδρων” καθώς, επίσης, και “αστικές αξιώσεις για περιουσιακή και ηθική ζημία που υπέστη η Συνομοσπονδία”! Αυτά τα πρωτοφανή συμπληρώνονται και με προκλητικά αιτήματα της ηγεσίας της ΓΣΕΕ “προς την κυβέρνηση, το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και την ηγεσία της ΕΛΑΣ”, με επιστολές του προέδρου της ΓΣΕΕ “προς τον πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον πρωθυπουργό, τον πρόεδρο της Βουλής και τους προέδρους των κομμάτων του κοινοβουλίου”, για να γίνει κρατική επέμβαση στη ΓΣΕΕ για “τη διασφάλιση της νομιμότητας” και την παροχή “προστασίας από τις αρμόδιες αρχές”!
Από την άλλη πλευρά και το ΠΑΜΕ δεν διστάζει να μεταχειρισθεί και αυτό το “όπλο” της κρατικής επέμβασης στο συνδικαλιστικό κίνημα, απευθυνόμενο προς την υπουργό Προστασίας του Πολίτη και διαμαρτυρόμενο στις αστυνομικές δυνάμεις γιατί έδειξαν “ανοχή στα όσα διαδραματίστηκαν στο συνέδριο της ΟΙΥΕ”, ενώ μετά τη μη πραγματοποίηση του συνεδρίου της ΟΙΥΕ προσέφυγε στα δικαστήρια και, όπως καταγγέλθηκε, ζήτησε διορισμό μονοπαραταξιακής διοίκησης στην Ομοσπονδία Ιδιωτικών Υπαλλήλων Ελλάδας!
Οι εργαζόμενοι βρίσκονται μπροστά σε ένα σκηνικό συνδικαλιστικής σήψης, όπου οι εργατικές συνδικαλιστικές παρατάξεις των αστικών κομμάτων και η παράταξη του ΚΚΕ -που κατά τα άλλα κάνει ντούρες καταγγελίες για το αστικό κράτος και την αστική δικαιοσύνη- όχι μόνο επιδίδονται σε μια πολεμική με απαράδεκτα χαρακτηριστικά, που καμιά σχέση δεν έχει με την εργατική δημοκρατική συνδικαλιστική αντιπαράθεση, αλλά και καταφεύγουν στη “βοήθεια” του αστικού κράτους, των αστυνομικών και δικαστικών μηχανισμών του, για να “επιλύσουν” συνδικαλιστικές διαφορές και να επιβάλουν συσχετισμούς δυνάμεων στα συνδικαλιστικά όργανα, καταπατώντας και καταλύοντας κάθε έννοια ανεξαρτησίας των συνδικάτων από το αστικό κράτος, ανάγοντας το αστικό κράτος σε “προστάτη” της εργατικής δημοκρατίας και βάζοντας το αστικό κράτος να επεμβαίνει στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα και να γίνεται ρυθμιστής των εργατικών υποθέσεων!
της (!) και, από την άλλη, η ηγεσία της ΓΣΕΕ να καταγγέλλει το ΠΑΜΕ για “ξυλοδαρμούς, ύβρεις και τραμπουκισμούς” και να “αποφασίζει” ότι θα ασκήσει “ποινική δίωξη” για “σωματικές βλάβες, παράνομη βία και απειλές κατά συνέδρων” καθώς, επίσης, και “αστικές αξιώσεις για περιουσιακή και ηθική ζημία που υπέστη η Συνομοσπονδία”! Αυτά τα πρωτοφανή συμπληρώνονται και με προκλητικά αιτήματα της ηγεσίας της ΓΣΕΕ “προς την κυβέρνηση, το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και την ηγεσία της ΕΛΑΣ”, με επιστολές του προέδρου της ΓΣΕΕ “προς τον πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον πρωθυπουργό, τον πρόεδρο της Βουλής και τους προέδρους των κομμάτων του κοινοβουλίου”, για να γίνει κρατική επέμβαση στη ΓΣΕΕ για “τη διασφάλιση της νομιμότητας” και την παροχή “προστασίας από τις αρμόδιες αρχές”!
Από την άλλη πλευρά και το ΠΑΜΕ δεν διστάζει να μεταχειρισθεί και αυτό το “όπλο” της κρατικής επέμβασης στο συνδικαλιστικό κίνημα, απευθυνόμενο προς την υπουργό Προστασίας του Πολίτη και διαμαρτυρόμενο στις αστυνομικές δυνάμεις γιατί έδειξαν “ανοχή στα όσα διαδραματίστηκαν στο συνέδριο της ΟΙΥΕ”, ενώ μετά τη μη πραγματοποίηση του συνεδρίου της ΟΙΥΕ προσέφυγε στα δικαστήρια και, όπως καταγγέλθηκε, ζήτησε διορισμό μονοπαραταξιακής διοίκησης στην Ομοσπονδία Ιδιωτικών Υπαλλήλων Ελλάδας!
Οι εργαζόμενοι βρίσκονται μπροστά σε ένα σκηνικό συνδικαλιστικής σήψης, όπου οι εργατικές συνδικαλιστικές παρατάξεις των αστικών κομμάτων και η παράταξη του ΚΚΕ -που κατά τα άλλα κάνει ντούρες καταγγελίες για το αστικό κράτος και την αστική δικαιοσύνη- όχι μόνο επιδίδονται σε μια πολεμική με απαράδεκτα χαρακτηριστικά, που καμιά σχέση δεν έχει με την εργατική δημοκρατική συνδικαλιστική αντιπαράθεση, αλλά και καταφεύγουν στη “βοήθεια” του αστικού κράτους, των αστυνομικών και δικαστικών μηχανισμών του, για να “επιλύσουν” συνδικαλιστικές διαφορές και να επιβάλουν συσχετισμούς δυνάμεων στα συνδικαλιστικά όργανα, καταπατώντας και καταλύοντας κάθε έννοια ανεξαρτησίας των συνδικάτων από το αστικό κράτος, ανάγοντας το αστικό κράτος σε “προστάτη” της εργατικής δημοκρατίας και βάζοντας το αστικό κράτος να επεμβαίνει στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα και να γίνεται ρυθμιστής των εργατικών υποθέσεων!
***
Αυτές οι εχθρικές προς το πραγματικό
ταξικό, εργατικό-δημοκρατικό κίνημα πολιτικές
αποσυνθέτουν τα συνδικάτα και αναπόφευκτα και δικαιολογημένα
προκαλούν την αποστροφή της πλατιάς μάζας των εργαζομένων.
Ταυτόχρονα, θέτουν έντονα το κεφαλαιώδες ζήτημα πώς το
εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα θα μπορέσει να ξεφύγει από
αυτή την καταστροφική συνδικαλιστική πορεία. Απαντήσεις που
επανέρχονται με έμφαση, με αφορμή τις τελευταίες
συνδικαλιστικές εξελίξεις, από ορισμένες δυνάμεις, ότι για να
ξεπερασθεί η σημερινή άσχημη συνδικαλιστική κατάσταση,
είναι μάταιο οι αγωνιστές του συνδικαλιστικού κινήματος και
οι εργαζόμενοι να συνεχίζουν να παλεύουν για την αλλαγή
συσχετισμού δυνάμεων στα σημερινά συνδικάτα και ότι θα πρέπει
να αναζητήσουν λύσεις έξω ή μακριά από αυτά, σε “άλλες
συνδικαλιστικές μορφές” ή συνδικαλιστικά “κέντρα”, είναι
λαθεμένες. Φτάνουν, μάλιστα, ως το σημείο να ζητούν να «μην
πραγματοποιηθεί» συνέδριο της ΓΣΕΕ (ανακοίνωση του ΝΑΡ 21.3),
πριμοδοτώντας με αυτό τον τρόπο τη χειρότερη λύση μιας ΓΣΕΕ με
κρατικά διορισμένη διοίκηση ή της κατάργησης της ΓΣΕΕ,
θεωρώντας ίσως, τουλάχιστον αφελώς, πως έτσι μπορεί να
αποδυναμώσουν και να πλήξουν τον φιλεργοδοτικό και
φιλοκυβερνητικό συνδικαλισμό! Αυτές οι λαθεμένες απόψεις,
στην ουσία, σηματοδοτούν παραίτηση και φυγή από εκεί που πρέπει
να συνεχισθεί η μάχη για την ανασύνταξη του συνδικαλιστικού
κινήματος και η εφαρμογή τους οδηγεί σε έναν παραπέρα
κατακερματισμό του συνδικαλιστικού κινήματος, ενώ η
προσπάθεια θα πρέπει να εστιασθεί στη μαζική συσπείρωση των
εργαζομένων στα σωματεία πάνω σε μια ταξική αγωνιστική
συνδικαλιστική βάση, που μπορεί να ανοίξει τον δρόμο για την
αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων στο συνδικαλιστικό κίνημα
υπέρ μιας ταξικής αγωνιστικής γραμμής, που θα αναζωογονήσει
τη δημοκρατική λειτουργία των συνδικάτων.
***
Η ΕΡΓ.Α.Σ καλεί τους εργαζόμενους, τις
ταξικές αγωνιστικές δυνάμεις του συνδικαλιστικού κινήματος
να καταγγείλουν και να απομονώσουν τη συνδικαλιστική γραμμή
των παρατάξεων της πλειοψηφίας της ΓΣΕΕ, τη γραμμή του ταξικού
συμβιβασμού, της ταξικής υποταγής, του συνδικαλιστικού
αντιδημοκρατισμού και της κρατικής επέμβασης στα συνδικάτα,
που έχει αποδιοργανώσει και εκφυλίσει το συνδικαλιστικό
κίνημα. Τους καλεί να αποδοκιμάσουν και τη γραμμή του ΠΑΜΕ, που
συμβάλλει και αυτή στην αποσύνθεση του συνδικαλιστικού
κινήματος, με πρακτικές συνδικαλιστικής διάσπασης,
δυναμικών παραταξιακών εφορμήσεων που διαλύουν
συνδικαλιστικά συνέδρια, ακόμα και με προσφυγή στις
αστυνομικές και δικαστικές αρχές για να παρέμβουν στα
συνδικάτα.
Τους καλεί να εντείνουν την πάλη τους για τη μαζική συνδικαλιστική συσπείρωση των εργαζομένων στα σωματεία, για την καταπολέμηση των καταστροφικών και λαθεμένων πολιτικών και πρακτικών που αποδυναμώνουν και παραλύουν τη συνδικαλιστική δράση, για την ενίσχυση της αγωνιστικής συνδικαλιστικής κατεύθυνσης που έχει στόχο την ταξική ανασυγκρότηση των συνδικάτων, την υπεράσπιση της ταξικής ανεξαρτησίας τους από το κράτος και τα αστικά κόμματα, την αποκατάσταση της δημοκρατικής λειτουργίας τους.
Τους καλεί να εντείνουν την πάλη τους για τη μαζική συνδικαλιστική συσπείρωση των εργαζομένων στα σωματεία, για την καταπολέμηση των καταστροφικών και λαθεμένων πολιτικών και πρακτικών που αποδυναμώνουν και παραλύουν τη συνδικαλιστική δράση, για την ενίσχυση της αγωνιστικής συνδικαλιστικής κατεύθυνσης που έχει στόχο την ταξική ανασυγκρότηση των συνδικάτων, την υπεράσπιση της ταξικής ανεξαρτησίας τους από το κράτος και τα αστικά κόμματα, την αποκατάσταση της δημοκρατικής λειτουργίας τους.