Λένιν: Γράμμα προς την ΚΕ του ΣΔΕΚΡ (μπ) για την προδοσία Ζηνόβιεφ - Κάμενεφ
19 Οκτώβρη 1917
Αγαπητοί σύντροφοι!
Ένα κόμμα που σέβεται τον εαυτό του δεν μπορεί να ανέχεται τον απεργοσπαστισμό και τους απεργοσπάστες στις γραμμές του.
Αυτό είναι ολοφάνερο. Κι’ όσο περισότερο σκέπτεται κανείς την εκδήλωση του Ζηνόβιεφ και του Κάμενεφ από το μη κομματικό Τύπο, τόσο γίνεται πιο αναμφισβήτητο ότι η πράξη τους περιέχει όλα τα στοιχεία του απεργοσπαστισμού. Οι υπεκφυγές του Κάμενεφ στη συνεδρίαση του Σοβιέτ της Πετρούπολης είναι κάτι το εντελώς ποταπό· συμφωνεί, βλέπετε, απόλυτα με τον Τρότσκι. Μα είναι λοιπόν δύσκολο να καταλάβει κανείς πως ο Τρότσκι δεν μπορούσε, δεν είχε το δικαίωμα, δεν έπρεπε να πει μπροστά στους εχθρούς περισσότερα απ’ όσα είπε; Είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς ότι το χρέος του Κόμματος, που έκρυψε από τον εχθρό την απόφασή του (για την ανάγκη ένοπλης εξέγερσης, για το ότι η εξέγερση αυτή είναι πέρα για πέρα ώριμη, για την ολόπλευρη προετοιμασία κτλ.), ότι η απόφαση αυτή υποχρεώνει κατά τις δημόσιες εμφανίσεις να αποδίδεται στον αντίπαλο όχι μόνο το «φταίξιμο», αλλά και η πρωτοβουλία; Μόνο παιδιά θα μπορούσαν να μην το καταλάβουν αυτό. Οι υπεκφυγές του Κάμενεφ είναι καθαρή αγυρτεία. Το ίδιο πρέπει να πούμε και για τις υπεκφυγές του Ζηνόβιεφ.
Τουλάχιστο για το γράμμα του με το οποίο «δικαιολογείται» (που δημοσιεύεται νομίζω στο Κεντρικό Όργανο), το μόνο γράμμα που είδα (γιατί εγώ, μέλος της ΚΕ, δεν είδα ως τα τώρα καμιά ιδιαίτερη γνώμη, δήθεν «ιδιαίτερη γνώμη», για την οποία χαλάει τον κόσμο ο αστικός Τύπος). Από τα «επιχειρήματα» του Ζηνόβιεφ: ο Λένιν έστελνε τα γράμματά του «πριν παρθούν οποιεσδήποτε αποφάσεις», κι εσείς δεν διαμαρτυρηθήκατε.
Έτσι ακριβώς γράφει ο Ζηνόβιεφ, υπογραμμίζοντας ο ίδιος με τέσσερις γραμμές τη λέξη πριν. Είναι μήπως δύσκολο να καταλάβει κανείς ότι πριν πάρει το Κεντρικό Όργανο απόφαση για την απεργία επιτρέπεται η ζύμωση και υπέρ και κατά, ενώ ύστερα από την απόφαση υπέρ της απεργίας (αφού πάρθηκε και η συμπληρωματική απόφαση να το κρατήσουμε αυτό κρυφό από τον εχθρό), ύστερα απ' όλα αυτά η ζύμωση ενάντια στην απεργία είναι απεργοσπαστισμός; Κάθε εργάτης θα το καταλάβει αυτό.
Το ζήτημα της ένοπλης εξέγερσης το συζήτησε η κεντρική καθοδήγηση από το Σεπτέμβρη. Να πότε μπορούσαν ο Ζηνόβιεφ και ο Κάμενεφ και έπρεπε να κάνουν γραπτή δήλωση, για να μπορούν όλοι, βλέποντας τα επιχειρήματά τους, να εκτιμήσουν όλοι την πλήρη σύγχυσή τους. Όταν κρύβει κανείς τις απόψεις του από το Κόμμα έναν ολόκληρο μήνα πριν τη λήψη απόφασης και στέλνει την ιδιαίτερη γνώμη του ύστερα από τη λήψη απόφασης- σημαίνει πως είναι απεργοσπάστης.
Ο Ζηνόβιεφ κάνει πως δεν καταλαβαίνει αυτήν τη διαφορά, πως δεν καταλαβαίνει ότι ύστερα από την απόφαση για απεργία, απόφαση της κεντρικής καθοδήγησης, μόνο απεργοσπάστες μπορούν να κάνουν ζύμωση στα κατώτερα όργανα ενάντια στην απόφαση. Κάθε εργάτης θα το καταλάβει αυτό.
Και ο Ζηνόβιεφ έκανε ακριβώς ζύμωση και τορπίλιζε τις αποφάσεις της κεντρικής καθοδήγησης τόσο στη συνέλευση της Κυριακής, όπου αυτός και ο Κάμενεφ δεν πήραν ούτε μια ψήφο, όσο και στο τωρινό γράμμα του. Γιατί ο Ζηνόβιεφ έχει την αδιαντροπιά να ισχυρίζεται ότι «το Κόμμα δεν ρωτήθηκε» κι ότι τέτοια ζητήματα «δεν λύνονται από δέκα ανθρώπους».
Σκεφθείτε το μόνο. Όλα τα μέλη της ΚΕ ξέρουν ότι στη συνεδρίαση που πήρε την απόφαση παρευρίσκονταν πάνω από δέκα μέλη της ΚΕ, ότι παρευρισκόταν η πλειοψηφία της ολομέλειας, ότι ο ίδιος ο Κάμενεφ δήλωσε σ’ αυτήν τη συνεδρίαση: «Η συνεδρίαση αυτή είναι αποφασιστική», ότι για τα μέλη της ΚΕ που έλειπαν ήταν απόλυτα βέβαιο πως στην πλειοψηφία τους δεν συμφωνούσαν με τον Ζηνόβιεφ και τον Κάμενεφ. Και να, ύστερα από την απόφαση της ΚΕ στη συνεδρίαση, που και ο Κάμενεφ την αναγνώρισε σαν αποφασιστική, ένα μέλος της ΚΕ έχει το θράσος να γράφει: «Το Κόμμα δεν ρωτήθηκε». «Τέτοια ζητήματα δεν λύνονται από δέκα ανθρώπους»· εδώ υπάρχουν όλα τα στοιχεία του απεργοσπαστισμού. Ως το συνέδριο του Κόμματος αποφασίζει η ΚΕ. Η ΚΕ αποφάσισε. Ο Κάμενεφ και ο Ζηνόβιεφ, που δεν διατύπωσαν γραπτά τη γνώμη τους πριν παρθεί η απόφαση, άρχισαν να βάζουν υπό αμφισβήτηση την απόφαση της ΚΕ, αφού πια πάρθηκε.
Εδώ υπάρχουν όλα τα στοιχεία του απεργοσπαστισμού. Αφού παρθεί ή απόφαση, δεν συγχωρείται καμιά αμφισβήτηση, μια και πρόκειται για άμεση και μυστική προετοιμασία απεργίας. Ο Ζηνόβιεφ έχει το θράσος να φορτώνει τώρα σε μας το ότι «ο εχθρός προειδοποιήθηκε». Μέχρι πού μπορεί λοιπόν να φτάσει η αδιαντροπιά; Ποιος πραγματικά χάλασε τη δουλειά, ματαίωσε την απεργία, «προειδοποιώντας τον εχθρό», αν όχι οι άνθρωποι πού εμφανίστηκαν με άρθρο τους από το μη κομματικό Τύπο;
Σε μια εφημερίδα, που στο συγκεκριμένο ζήτημα βαδίζει μαζί με όλη την αστική τάξη, να τάσσεται κανείς ενάντια στην «αποφασιστική» απόφαση του Κόμματος.
Αν το ανεχθούμε αυτό, το Κόμμα δεν μπορεί να υπάρχει, το Κόμμα τσακίζεται.
Να ονομάζει κανείς «ιδιαίτερη γνώμη» αυτό που ο Μπαζάροφ το μαθαίνει και το δημοσιεύει σε μια μη κομματική εφημερίδα, σημαίνει πως εμπαίζει το Κόμμα.
Η εμφάνιση του Κάμενεφ και του Ζηνόβιεφ από το μη κομματικό Τύπο ήταν ιδιαίτερα πρόστυχη και για το λόγο ότι το Κόμμα δεν μπορεί να διαψεύσει ανοιχτά το ύπουλο ψέμα τους: δεν έχω γνώση των αποφάσεων για την ημερομηνία, γράφει και δημοσιεύει ο Κάμενεφ για λογαριασμό του και για λογαριασμό του Ζηνόβιεφ. (Ύστερα από μια τέτοια δήλωση ο Ζηνόβιεφ είναι υπεύθυνος για την όλη διαγωγή και εκδήλωση του Κάμενεφ.)
Πώς μπορεί να το διαψεύσει αυτό η ΚΕ;
Δεν μπορούμε να πούμε μπροστά στους καπιταλιστές την αλήθεια, δηλαδή ότι αποφασίσαμε να κηρύξουμε απεργία και αποφασίσαμε να κρύψουμε την εκλογή της στιγμής της απεργίας.
Δεν μπορούμε να διαψεύσουμε το ύπουλο ψέμα του Ζηνόβιεφ και του Κάμενεφ χωρίς να ζημιώσουμε ακόμη περισσότερο την υπόθεση. Σ' αυτό ακριβώς βρίσκεται η απροσμέτρητη προστυχιά, η πραγματική προδοσία που κάνουν τα δυο αυτά υποκείμενα, ότι δηλ. πρόδοσαν στους καπιταλιστές το σχέδιο των απεργών, γιατί όταν εμείς δεν λέμε τίποτε από τον Τύπο, ο καθένας θα καταλάβει πώς έχουν τα πράγματα.
Ο Κάμενεφ και ο Ζηνόβιεφ πρόδοσαν στον Ροντζιάνκο και στον Κερένσκι την απόφαση της ΚΕ του Κόμματός τους για την ένοπλη εξέγερση και για απόκρυψη από τον εχθρό της προετοιμασίας της ένοπλης εξέγερσης, της ημερομηνίας που ορίστηκε για την ένοπλη εξέγερση. Αυτό είναι γεγονός.
Με κανενός είδους υπεκφυγές δεν μπορεί να διαψευστεί το γεγονός αυτό. Δυο μέλη της ΚΕ μ’ ένα ύπουλο ψέμα τους μπροστά στους καπιταλιστές πρόδοσαν σ’ αυτούς την απόφαση των εργατών. Η απάντηση σ’ αυτό μπορεί και πρέπει να είναι μόνο μια: να πάρει αμέσως απόφαση η ΚΕ:
«Θεωρώντας ότι η εκδήλωση του Ζηνόβιεφ και του Κάμενεφ από το μη κομματικό Τύπο περιέχει όλα τα στοιχεία του απεργοσπαστισμού, η ΚΕ διαγράφει και τους δυο από το Κόμμα».
Δεν μου είναι εύκολο να το γράψω αυτό για συντρόφους που πριν ήταν στενοί φίλοι μου, τις ταλαντεύσεις όμως στην περίοδο αυτή θα τις θεωρούσα έγκλημα, γιατί διαφορετικά ένα κόμμα επαναστατών, που δεν τιμωρεί τους επιφανείς απεργοσπάστες, πάει χαμένο.
Το ζήτημα της ένοπλης εξέγερσης, ακόμη και το έκαναν να αναβληθεί για πολύν καιρό οι απεργοσπάστες που πρόδοσαν την υπόθεση στον Ροντζιάνκο και τον Κέρενσκι, δεν έπαψε να υπάρχει, το Κόμμα δεν το απόσυρε από την ημερήσια διάταξη. Πώς μπορεί λοιπόν να προετοιμαζόμαστε για ένοπλη εξέγερση και να την προετοιμάζουμε, αν ανεχόμαστε στις γραμμές μας «επιφανείς» απεργοσπάστες; Όσο πιο επιφανείς είναι, τόσο είναι πιο επικίνδυνοι, τόσο πιο ανάξιο είναι να τους «συγχωρούμε». On n’est trahi que par les siens, λένε οι Γάλλοι. Μόνο δικός σου άνθρωπος μπορεί να σε προδόσει.
Όσο «πιο επιφανείς» είναι οι απεργοσπάστες, τόσο περισσότερο επιβάλλεται να τιμωρηθούν αμέσως με διαγραφή.
Μόνο έτσι μπορεί να εξυγιανθεί το εργατικό Κόμμα, να ξεκαθαριστεί από μια δωδεκάδα ανερμάτιστους διανοουμενίσκους και, συσπειρώνοντας τις γραμμές των επαναστατών, να τραβήξει για να αντιμετωπίσει τις μεγάλες και πολύ μεγάλες δυσκολίες, να τις αντιμετωπίσει μαζί με τους επαναστάτες εργάτες.
Δεν μπορούμε να δόσουμε στη δημοσιότητα την αλήθεια: ότι ύστερα από την αποφασιστική συνεδρίαση της ΚΕ ο Ζηνόβιεφ και ο Κάμενεφ είχαν το θράσος να απαιτούν στη συνεδρίαση της Κυριακής να γίνει αναθεώρηση, ότι ο Κάμενεφ φώναζε ξεδιάντροπα: «Η ΚΕ χρεοκόπησε, γιατί μέσα σε μια βδομάδα τίποτε δεν έκανε» (δεν μπορούσα να τον διαψεύσω, γιατί δεν επιτρεπόταν να πω τι ακριβώς έκανε η ΚΕ), ενώ ο Ζηνόβιεφ πρότεινε με αθώο ύφος την απόφαση, που καταψηφίστηκε στη συνεδρίαση:
«Να μην περάσουμε σε δράση πριν από τη σύσκεψη με τους μπολσεβίκους, που πρόκειται να φτάσουν στις 20 του μήνα για το συνέδριο του Σοβιέτ».
Σκεφθείτε το μόνο: ύστερα από την απόφαση που πήρε η κεντρική καθοδήγηση σχετικά με το ζήτημα της απεργίας, να προτείνουν στη συνέλευση των οργανώσεων βάσης να αναβληθεί το ζήτημα και να μεταβιβαστεί (στις 20 του μήνα που πρέπει να συνέλθει το συνέδριο, ενώ το συνέδριο ύστερα το ανέβαλαν... οι Ζηνόβιεφ πιστεύουν τους Λίμπερνταν), να μεταβιβαστεί σ’ ένα τέτοιο σώμα, που στο καταστατικό του Κόμματος είναι άγνωστο, που οι αποφάσεις του δεν ισχύουν για την ΚΕ, που δεν ξέρει την Πετρούπολη.
Και ύστερα απ' αυτό ο Ζηνόβιεφ έχει ακόμη το θράσος να γράφει: «Ζήτημα είναι, αν έτσι εδραιώνουν την ενότητα του Κόμματος».
Επιτρέψτε να μην το ονομάσω αυτό αλλιώς, παρά απειλή για διάσπαση.
Σε μια τέτοια απειλή εγώ απαντώ ότι θα τραβήξω ως το τέλος, θα πετύχω την ελευθερία λόγου μπροστά στους εργάτες και θα στιγματίσω, με κάθε θυσία, τον απεργοσπάστη Ζηνόβιεφ σαν απεργοσπάστη. Στην απειλή διάσπασης απαντώ κηρύσσοντας τον πόλεμο μέχρις εσχάτων, απαιτώντας τη διαγραφή των δυο απεργοσπαστών από το Κόμμα.
Η διοίκηση ενός συνδικάτου, ύστερα από συζήτηση που ...... κράτησε μήνες, αποφάσισε: η απεργία είναι αναπόφευκτη και έχει ωριμάσει, την ημερομηνία θα την κρύψουμε από τους εργοδότες. Ύστερα απ’ αυτό, δυο μέλη της διοίκησης πάνε στη βάση να αμφισβητήσουν την απόφαση και χρεοκοπούν. Τότε οι δυο αυτοί πηγαίνουν στον Τύπο και προδίδουν στους καπιταλιστές με ένα ύπουλο ψέμα την απόφαση της διοίκησης, τορπιλίζουν έτσι κατά το μεγαλύτερο μέρος την απεργία, ή την αναβάλλουν για μια χειρότερη περίοδο, προειδοποιώντας τον εχθρό.
Έχουμε όλα τα στοιχεία του απεργοσπαστισμού. Και να γιατί απαιτώ τη διαγραφή των δυο απεργοσπαστών, διατηρώντας ταυτόχρονα το δικαίωμα (εφόσον απειλούν με διάσπαση) να τα δημοσιεύσω όλα, όταν θα μπορούν να δημοσιευτούν.
Γράφτηκε στις 19 του Οχτώβρη
(1 του Νοέμβρη) 1917.
Πρωτοδημοσιεύτηκε την 1 του Νοέμβρη 1927 στην εφημερίδα «Πράβντα», αρ. Φυλ. 250.
Δημοσιεύεται σύμφωνα με το δακτυλογραφημένο αντίγραφο.