Παρασκευή 7 Απριλίου 2017

ΤΟ ΚΟΛΑΣΤΗΡΙ ΤΗΣ ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΥ (επιμέλεια- παρουσίαση ΤΑΝΙΑ ΖΩΓΡΑΦΟΥ. Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΛΑΪΚΟΣ ΔΡΟΜΟΣ) ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ

 

 

Μακρόνησος


...«γιατί η τιμή είναι πιο ακριβή από τη ζωή!» Είναι τα τελευταία λόγια του Μακρονησιώτη Δήμου, προς τον δεσμοφύλακα που τον οδηγούσε προς το εκτελεστικό απόσπασμα, ρωτώντας τον γιατί δε λυπάται τη ζωή του, υπογράφοντας δήλωση μετανοίας.

Α' ΜΕΡΟΣ
Συμπληρώνονται φέτος 70 χρόνια από το άνοιγμα του κολαστηρίου της Μακρονήσου, την άνοιξη του 1947. Ο ΛΑΪΚΟΣ ΔΡΟΜΟΣ, προχωρά σε ένα αφιέρωμα στη Μακρόνησο, που άφησε βαθύ το σημάδι της στην Ιστορία του τόπου μας.
Το  αφιέρωμα  αυτό του ΛΑΪΚΟΥ ΔΡΟΜΟΥ στο «ελληνικό Νταχάου», όπως ονομάστηκε, δεν αποτελεί μόνο φόρο τιμής στη γενιά του ΕΑΜικού και Κομμουνιστικού Κινήματος, που σήκωσε το ανάστημά της, αντιστεκό­μενη στην ανείπωτη φασιστική βία του αγγλικού και του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και που σήμερα δυστυχώς έχει εκλείψει.
Η Αντίσταση της εξαιρετικής αυτής γενιάς, στο Μακρονήσι, είναι η δίδυμη αδελφή της Εθνικής Αντίστασης του ΕΑΜ- ΕΛΑΣ-ΕΠΟΝ, στη διάρκεια της Κατοχής, ενάντια στο χιτλεροφασισμό. Συνδέονται με τον ίδιο αιμάτινο λώρο. Είναι μια Αντίσταση που δίκαια απόκτησε εθνική και παγκόσμια εμβέλεια.
Το αφιέρωμα αυτό αποτελεί ακόμα, μια προσπάθεια να διατηρηθεί η ιστορική μνήμη της ασίγαστης  πάλης των καλύτερων παιδιών  του λαού και του κομμουνιστικού κινήματος  της χώρας μας για τα ιδανικά του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού, για την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Αποτελεί μια προσπάθεια να αντληθούν συμπεράσματα για το σήμερα, όπου ο φασισμός σηκώνει ξανά το κεφάλι, στην πατρίδα μας και στον κόσμο ολόκληρο, και όπου η μαύρη μπότα του ιμπεριαλισμού λιώνει λαούς και αλέθει συνειδήσεις. Συμπεράσματα χρήσιμα, για τις νέες γενιές που ήρθαν και βρίσκονται και θα βρεθούν αντιμέτωπες, στο μέλλον, με το τέρας του φασισμού.

Η σημασία της Μακρονήσου για το λαό και τους προοδευτικούς ανθρώπους, ήταν στην εποχή της αλλά είναι και σήμερα, τεράστια.
Το μήνυμα που έδινε στα 1950 η Mακρόνησος δεν ήταν η υποταγή μπροστά στη βία, ήταν η αντίσταση.  H μεγάλη επιχείρηση που ανέλαβε ο μοναρχοφασιστικός στρατός στα τέλη του 1949, αμέσως μετά τη «νίκη» του στο Γράμμο - Bίτσι, για να σπάσει τους πολιτικούς εξόριστους της Mακρονήσου, απότυχε. 150 αγωνιστές στο «σύρμα» του A'ETO, 812 αγωνιστές στο «σύρμα» του B'ETO (τον περιβόητο «7ο λόχο»), 150 αγωνιστές - ανάπηροι, γέροι, βαριά χτυπημένοι στον Άη Γιώργη του 4ου τάγματος, ήταν τα πρώτα νούμερα της ανυπόταχτης στάσης των λαϊκών αγωνιστών μπροστά στη μοναρχοφασιστική βία. Για να προστεθούν σ' αυτούς, πολύ γρήγορα, 2.000 «ανακλησίες», που πέταξαν στα μούτρα της αμερικανοκρατίας και της υποτέλειας το OXI. H Mακρόνησος δεν έπεσε.  Ούτε  η συντριπτική πλειοψηφία των «αναμορφωμένων» μετατράπηκε σε «εθνικόφρονες πολίτες», με αντικομμουνιστική ιδεολογία -ταυτότητα.  Ο λαός γνώριζε καλά πως οι ήρωες ήταν στη μεριά των ανυποχώρητων και τους θαύμαζε.
Οι επόμενες γενιές, εμπνευσμένες από το παράδειγμα των Μακρονησιωτών, συνέχισαν μαζί τους τον αγώνα στις γραμμές του λαϊκού και δημοκρατικού κινήματος και των πολιτικών αγώνων στις δεκαετίες του '50 και του '60, ενάντια στη χουντική επταετία, στην εξέγερση στο Πολυτεχνείο και στους δημοκρατικούς αγώνες που άνθισαν στη μεταπολιτευτική περίοδο.
Κάποιες μαρτυρίες αναφέρουν πως συνεξόριστοι του λογοτέχνη Θέμου Κορνάρου, τον ζόριζαν για να γράψει για τη ματωμένη αυτήν περίοδο στη Μακρόνησο. «Δεν υπάρχει πένα, για να περιγράψει και να φιλοσοφήσει για το Μακρονήσι», ήταν η απάντηση. Σ' αυτό το αφιέρωμα δίνεται συχνά ο λόγος στις προσωπικές μαρτυρίες, οι οποίες παρ' όλη την ελλειμματική πένα, είναι συγκλονιστικές. Σε αυτούς πρώτα ανήκει το δικαίωμα να αφηγηθούν.
Τέλος, η ιστορική ματιά κατέχει μικρό μέρος σε αυτό το αφιέρωμα. Δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς, μιας και συμπεράσματα για αυτή την περίοδο, μόνο σαν τσιτάτα θα μπορούσαν να παρατεθούν και όχι σαν ολοκληρωμένη μελέτη.
 Γι'αυτό και παραμένουμε στην παράθεση των γεγονότων.
Ι. Εισαγωγικά: Γνωριμία με τον τόπο
Η Μακρόνησος, ή «νησί της Ελένης», ή «Ελένη» βρίσκεται απέναντι από το Λαύριο της Αττικής, σε απόσταση περίπου τεσσάρων χιλιομέτρων. Η μυθολογία αναφέρει πως από το νησί πέρασε κατά την επιστροφή της, η ωραία Ελένη του Τρωικού πολέμου. Εκτείνεται, κατά τον κύριο άξονά της, από Βορά προς Νότο και έχει μήκος 13 χιλιόμετρα και μέσο πλάτος 1,5 χιλιόμετρο, με μέγιστο πλάτος 2,5 χιλιόμετρα. Χαρακτηρίζεται από τις απόκρημνες  πλευρές-ακτές της που δεν παρέχουν ασφαλή πρόσβαση από τη θάλασσα. Μόνο το 27% του εδάφους της έχει κλίση μικρότερη του 30%, (κλίση που θα μπορούσε να κατοικηθεί) ενώ το υπόλοιπο 73% στο μεγαλύτερο μέρος του έχει κλίση μέχρι και 65% (απόκρημνο). Το υπέδαφός του είναι πετρώδες, άγονο και άνυδρο. Τις περισσότερες μέρες του χρόνου φυσούν δυνατοί άνεμοι.
Ελάχιστα στοιχεία έχουμε για την ιστορία του νησιού από την αρχαιότητα. Στο χώρο που, το 1947, δημιουργήθηκε το Β'ΕΤΟ (Β' Ειδικό Τάγμα Οπλιτών), έχουν βρεθεί στοιχεία από πρωτοκυκλαδικό οικισμό του 2500 πΧ. Στο νότιο τμήμα της, υπάρχουν ίχνη προϊστορικών τάφων.  Ίχνη κτιρίων και μερικών τάφων της κλασικής εποχής (5ος και 4ος αιώνας πΧ), βρέθηκαν στην περιοχή στην οποία δημιουργήθηκε το 1948 το Στρατόπεδο Πειθαρχημένης Διαβίωσης Πολιτικών Εξορίστων (βόρειο τμήμα).
Κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων (1912- 1913), εγκαινιάστηκε στρατόπεδο κράτησης  Τούρκων αιχμαλώτων, που δεινοπάθησαν από την πείνα, τη δίψα, τις κλιματολογικές συνθήκες και τελικά αποδεκατίστηκαν από τον τύφο.
Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, για έξι περίπου μήνες, μεταφέρθηκαν στο νησί πρόσφυγες που στη συνέχεια διασκορπίστηκαν σε διάφορες μεριές.
* * *
Το 1947, μετά από εργασίες διαμόρφωσης στο δυτικό τμήμα του νησιού (σχετικά ηπιότερη κλίση εδάφους), που χρηματοδοτήθηκαν από το σχέδιο Μάρσαλ, το μεταβαρκιζιανό κράτος ιδρύει το ελληνικό Νταχάου, πάνω στη Μακρόνησο. Η λειτουργία του στρατοπέδου στη Μακρόνησο θα κρατήσει έως και το 1961.
Ένας από τους υμνητές της Μακρονήσου, ο Έντουαρντ Χάουελ, γράφει για την επιλογή του νησιού: «Ο Μπαϊρακτάρης ηρεύνησε την Ελλάδα προς εύρεσιν καταλλήλου νήσου. Τελικώς επροτίμησεν την Μακρόνησον, μιαν νήσον άγονον, ακατοίκητον και άνυδρον.  Ότε ανέλαβε την εκτέλεσιν του έργου του, ευρέθει εις την ανάγκην να μεταφέρει ύδωρ δια πλοιαρίων εντός βαρελίων και ότε ήτο τρικυμία δεν υπήρχε ύδωρ». (Eφημερίδα «Μάχη», στις 20 Ιούνη του 1950*).
Κατάλληλος Νήσος... «Όποιος δεν πέρασε από τη Μακρόνησο, δεν μπορεί να φανταστεί τη σατανική συμμαχία των δημίων με τη φύση του νησιού. Η όστρια, ο γρέγος και ο σιρόκος  λυσσομανούν πάνω σε τούτο το βράχο. Γκρεμίζουν τα αντίσκηνα, σηκώνουν το χώμα ψηλά σχηματίζοντας ένα γκρίζο σύννεφο και το χαλίκι εκσφενδονίζεται ορμητικά και μαστιγώνει όποιον βρει στο δρόμο του». Γράφει η Αφροδίτη Μαυροειδή Παντελέσκου, για να συμπληρώσει παρακάτω: «Το καλοκαίρι είναι αβάσταχτο στο Μακρονήσι. Οι  μαύροι βράχοι πυρώνουν, τ' αντίσκηνα βγάζουν φλόγες, η γη καίει σαν πυρωμένο σίδερο και δεν υπάρχει ίσκιος πουθενά. Ούτε ένα δέντρο για να ρίξει τη δροσιά του, ευεργετική και παρήγορη. Ούτε νερό να δροσίσουμε τα μέτωπά μας. Τα «καψόνια» μας απόκαμαν...».  (Στρατόπεδα Γυναικών, ΑΛΦΕΙΟΣ, σελ.284, 304).
Στις 27 και 28 Μάη του 1947, φθάνουν οι πρώτοι στρατιώτες (υπό αναμόρφωση), και δημιουργείται το στρατόπεδο του Β' Ειδικού Τάγματος Οπλιτών (Β΄ΕΤΟ). Είναι η επίσημη ένταξη της Μακρονήσου, νησιού που ελάχιστοι Έλληνες μέχρι τότε γνώριζαν, στην Ιστορία της πατρίδας μας.
42 χρόνια μετά, το Μάη του 1989, ολόκληρο το νησί της Μακρονήσου, χαρακτηρίστηκε με απόφαση του Υπουργείου Πολιτισμού, επί υπουργίας Μελίνας Μερκούρη, ως «ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΤΟΠΟΣ» και τα κτίρια ή τα ερείπιά τους,  που έκτισαν οι κρατούμενοι, «διατηρητέα».
ΙΙ. Το κολαστήριο της Μακρονήσου
Α. Τα τάγματα
Μετά την υπογραφή της ατιμωτικής συμφωνίας της Βάρκιζας, το Φλεβάρη του 1945, ο ΕΛΑΣ, ο μοναδικός στρατός που πολέμησε, αταλάντευτα, τα ναζιστικά στρατεύματα, αφοπλίζεται.
Βασικό μέλημα των αγγλόδουλων κυβερνήσεων αποτέλεσε, τότε, η δημιουργία «Ενιαίου Εθνικού Στρατού», στρατού, που θα επανέφερε στην εξουσία τις χρεοκοπημένες στις συνειδήσεις του ελληνικού λαού, μεγαλοαστικές δυνάμεις και θα εξασφάλιζε τον ασφυκτικό έλεγχο των Άγγλων και μετέπειτα των Αμερικάνων ιμπεριαλιστών πάνω στη χώρα.
Στη διάρκεια της φασιστικής κατοχής 1940 – 1944, δεν υπήρχε ελληνικός στρατός, αφού τα γερμανο-ιταλικά στρατεύματα κατοχής «διοικούσαν» τη χώρα. Μετά την απελευθέρωση το 1944, δεν υπήρχαν στρατιωτικές μονάδες, κατά τα προπολεμικά πρότυπα. Στη χώρα δρούσαν οι εγκληματικές συμμορίες των Σούρληδων, των Χιτών και λοιπών δωσιλόγων, οι προδοτικές δυνάμεις των Σωμάτων Ασφαλείας, που στη διάρκεια της Κατοχής εξόπλισαν οι ίδιοι οι Γερμανοί και της Χωροφυλακής και είχαν αρχιστράτηγο, (συμφωνία της Καζέρτας, Σεπτέμβρης του 1944) τον διαβόητο Άγγλο (!!!), Σκόμπι
Η τρομοκρατία, τα στρατοδικεία, οι εκτελέσεις αντιφασιστών και κομμουνιστών πατριωτών, στις οποίες κατέφυγαν οι αγγλόδουλες κυβερνήσεις, δεν έσπασαν το λαϊκό φρόνημα και την αντίσταση στους καινούργιους κατακτητές. Ήταν φανερό πως η κατάσταση δεν μπορούσε να κερδηθεί με τις παραστρατιωτικές οργανώσεις και τα σώματα ασφαλείας, αλλά χρειαζόταν τακτικός στρατός, για την τελική σύγκρουση.
Τον Ιούνη του 1946, αρχικά, (κυβέρνηση Τσαλδάρη), επιστρατεύονται για να υπηρετήσουν οι απόφοιτοι Ανωτάτων Σχολών, που στα χρόνια της κατοχής είχαν αναβολή, λόγω σπουδών. Με αυτό τον τρόπο η κυβέρνηση κλείνει σε στρατόπεδα σημαντικό αριθμό στελεχών του ΚΚΕ, του ΕΛΑΣ, του ΕΑΜ και της ΕΠΟΝ, που στη συνέχεια εξορίζονται. Η προσπάθεια να δημιουργηθεί στρατός αμιγώς «εθνικόφρων» αποτυγχάνει. Το φθινόπωρο του 1946 αποφασίζεται γενική επιστράτευση. Στρατεύσιμοι για τους οποίους υπήρχαν βάσιμες ή αβάσιμες «πληροφορίες» για αριστερά φρονήματα, δραστηριότητες σε αριστερές ή δημοκρατικές οργανώσεις ή ακόμα- ακόμα, είχαν τέτοιο οικογενειακό ιστορικό, χωρίζονται σε τρία τάγματα και βαφτίζονται σκαπανείς. Δημιουργούνται τρία τέτοια τάγματα:  το Α', Β' και το Γ' Τάγμα  Σκαπανέων, σε διάφορα στρατόπεδα, ανά την Ελλάδα, που σταδιακά ενοποιούνται. Πρόκειται για χιλιάδες άοπλους και ουσιαστικά κρατούμενους νέους, που πρέπει να «αναμορφωθούν» και να αποδοθούν εθνικόφρονες στον κυβερνητικό στρατό που οργανώνεται για να αντιμετωπίσει το δεύτερο αντάρτικο και τον ΔΣΕ. Ήδη από τα στρατόπεδα παρουσίασής τους ή μεταφοράς τους, πριν τη Μακρόνησο, οι στρατιώτες αυτών των τριών ταγμάτων, υφίσταντο βασανιστήρια και απόπειρες δολοφονίας από παρακρατικές οργανώσεις.
«Το 1947, όταν με το περιβόητο «Δόγμα Τρούμαν», το «κουμάντο» στην Ελλάδα, στη θέση των Άγγλων ιμπεριαλιστών, αναλαμβάνουν οι Αμερικάνοι ιμπεριαλιστές, οξύνεται στο έπακρο ο μονόπλευρος εμφύλιος πόλεμος των μοναρχοφασιστών κατά του λαϊκού κινήματος.
Τη χρονιά αυτή ιδρύεται ο «Οργανισμός Αναμορφωτηρίων Μακρονήσου» (ΟΑΜ). Αρχίζει η μεταφορά αριστερών στρατιωτών στη Μακρόνησο. Μέσα σε λίγους μήνες συγκροτούνται τρία τάγματα σκαπανέων, που αργότερα μετονομάστηκαν ειδικά τάγματα οπλιτών: το Α΄ Ειδικό Τάγμα Οπλιτών (Α΄ΕΤΟ), το Β΄ Ειδικό Τάγμα Οπλιτών (Β΄ΕΤΟ) και το Γ΄ Ειδικό Τάγμα Οπλιτών (Γ΄ΕΤΟ). Έργο και αποστολή των ταγμάτων αυτών ήταν να «αναμορφώσουν» τους στρατιώτες, να κάμψουν το φρόνημά τους, να αποσπάσουν από αυτούς τις περιβόητες «δηλώσεις μετανοίας». Και για το σκοπό αυτό χρησιμοποίησαν κάθε είδος ψυχολογικής και σωματικής βίας, όλα τα μέσα ατομικών και ομαδικών βασανιστηρίων σε βάρος των ουσιαστικά κρατουμένων στρατιωτών
».(Ι.Ιορδανίδης ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΑ, εφημερίδα ΛΑΪΚΟΣ ΔΡΟΜΟΣ 30/5/2015).
Η διάταξη των στρατοπέδων πάνω στο νησί φαίνεται στον χάρτη1.
Χρονολογικά η δημιουργία των στρατοπέδων πάνω στη Μακρόνησο είναι η παρακάτω:
1. Στις 27 και 28 Μάη του 1947, Β'ΕΤΟ. (1947- 1953).
2. Στις 21 Ιούλη 1947, Α'ΕΤΟ. (1947- 1953).
3. Αύγουστος 1947, Γ'ΕΤΟ. (1947- 1953).
4. Γ' Κέντρο Παρουσιάσεως Αξιωματικών (ΓΚΠΑ) (1947- 1948).
5. Αύγουστος 1947, ΣΦΑ (Στρατιωτικές Φυλακές Αθηνών). (1947- 1950).
6. Φθινόπωρο 1948, Δ' Τάγμα Πειθαρχημένης Διαβίωσης Ιδιωτών (Πολιτικοί Εξόριστοι). (1948- Ιούλιος 1950).
Το «Σύρμα». Από το φυσικό ανάγλυφο (ισχυρές κλίσεις), στην περιοχή των στρατοπέδων υπήρχαν χαράδρες. Τμήματά τους χρησιμοποιήθηκαν για την απομόνωση των «αμετανόητων», στρατιωτών ή πολιτικών εξορίστων που δεν υπέγραφαν δήλωση. Ήταν περιφραγμένα με συρματόπλεγμα τμήματα, στα οποία οι κρατούμενοι  υφιστάμενοι τα βασανιστήρια έμεναν χωρίς περίθαλψη. Ανάμεσά τους ηλικιωμένοι, βαριά άρρωστοι, ανάπηροι του Αλβανικού Μετώπου και της Εθνικής Αντίστασης, ανάπηροι από τα βασανιστήρια με σπασμένα πόδια και πλευρά, άνθρωποι με βαριές ψυχολογικές παθήσεις από τα βασανιστήρια και γενικά βαριά κακοποιημένοι.  Τέσσερα τέτοια «σύρματα» δημιουργήθηκαν στο Μακρονήσι. Ένα στο Β'ΕΤΟ, δυο στο Α'ΕΤΟ και ένα στη ΣΦΑ.
Τα «ΕΣΑΪ». Στα Α'ΕΤΟ και Β'ΕΤΟ, δημιουργήθηκαν από το 1949 τα Ειδικά Σχολεία Αναμορφώσεως Ιδιωτών (ΕΣΑΪ), κύρια για τους πολίτες που είχαν συλληφθεί «προληπτικά», στις ανταρτοκρατούμενες περιοχές της Ελλάδας, ενώ στο ΕΣΑΪ του Α'ΕΤΟ, δημιουργείται το ΕΣΑΓ, όπου καταυλίσθηκαν οι γυναίκες πολιτικές εξόριστες που ήρθαν από το Τρίκερι το 1950.
Το Γ' Κέντρο Παρουσιάσεως Αξιωματικών. Σε αυτό θα κρατηθούν, αρχικά, μόνιμοι αξιωματικοί του προπολεμικού στρατού που είχαν ενταχθεί στον ΕΛΑΣ και την ΠΕΕΑ. Το 1948, καθαιρέθηκαν από το στράτευμα  και μεταφέρθηκαν στο Α'ΕΤΟ. Τέτοιοι όπως ο στρατηγός Στ. Σαράφης, ο συνταγματάρχης Ι. Μουστεράκης, αντισυνταγματάρχες, απλοί αξιωματικοί, που είχαν καταγραφεί στον περιβόητο «Πίνακα Β'».
Β.  Η διαδικασία της «Αναμόρφωσης»
Ή στο Δαφνί τρελός, ή στον Σαν Τζώρτζη νεκρός (καθημερινή απειλή των βασανιστών)
Επίσημος, διακηρυγμένος σκοπός της «Αναμόρφωσης», ήταν να «αποδώσει στην κοινωνία», «εθνικόφρονες» ανθρώπους που θα συνειδητοποιούσαν, πια, τις βλαβερές συνέπειες του «ξενοκίνητου» κομμουνισμού για την πατρίδα. Η διαδικασία της «Αναμόρφωσης», περιλάμβανε βασανιστήρια, ομαδικά ή ατομικά, καθώς και εθνικοφρονική, εξοντωτική προπαγάνδα. Το είδος των βασανιστηρίων είχε απεριόριστη ποικιλία, ανάλογα και με την ψυχοσύνθεση του βασανιστή. Ξυλοδαρμός, ατομικά, των κρατουμένων από ομάδες Αλφαμιτών, μέχρι αναισθησίας στο κεφάλι, στο σώμα, φάλαγγα στα γυμνά πέλματα, πολύωρη ορθοστασία μέχρι λιποθυμίας. Από τα χτυπήματα στο κεφάλι, πολλοί έμειναν κουφοί ή τυφλοί. Τα σπασμένα χέρια, πλευρά και πόδια, ήταν το αποτέλεσμα της αναμόρφωσης για εκατοντάδες έγκλειστους του στρατοπέδου, που λόγω της έλλειψης ανάλογης περίθαλψης, κατέληγαν σε ακρωτηριασμούς, ή θάνατο. Τα βασανιστήρια γινόταν μέρα και νύχτα. Τα ουρλιαχτά των βασανισμένων έσκιζαν τη νύχτα, ακούγονταν έως τις σκηνές των υπολοίπων κρατουμένων, προς «συμμόρφωση». Αν κάποιος από τους βασανιζόμενους λιποθυμούσε, τον έριχναν στη θάλασσα να συνέλθει και συνέχιζαν ακάθεκτοι τα βασανιστήρια. Πολλοί τρελάθηκαν. «Στο Σύρμα, το καθένα από τα δυο κατοικημένα αντίσκηνα έχει τον τρελό του. Χώρια οι εκατόν είκοσι του «Τρελάδικου», χώρια κι οι μουγκοί, τρεις- τέσσερις κι οι άλλοι με τα διάφορα «σοκ», που είναι μαζί μας». (Γιώργος Φαρσακίδης ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ, εκδόσεις ΣΚΥΤΑΛΗ).
Στα ομαδικά βασανιστήρια ανήκει το κουβάλημα της πέτρας: Καταναγκαστική εργασία όπως το κουβάλημα πέτρας για το χτίσιμο,  των κτιρίων διοίκησης, ή των θεάτρων (κάθε τάγμα είχε το δικό του θέατρο χτισμένο από τους κρατούμενους, όπου δίνονταν παραστάσεις εθνικού- αναμορφωτικού χαρακτήρα ή αντίστοιχες ομιλίες). Ή κουβάλημα πέτρας χωρίς σκοπό, μόνο για φυσική εξόντωση των κρατουμένων. Πέτρες, που ζύγιζαν πάνω από 65 κιλά και έσκιζαν τους ώμους των κρατουμένων αφού ήταν ακατέργαστες, (αντίστοιχες μαρτυρίες), φορτώνονταν από συγκρατούμενους στους ώμους τους και  έπρεπε να μεταφερθούν σε αποστάσεις 1,5 χιλιομέτρου, κάτω από τα χτυπήματα των Αλφαμιτών με βούρδουλα ή ξύλα, που ούρλιαζαν «πιο γρήγορα», στο ανηφορικό έδαφος του νησιού.
Το φαγητό ήταν νεροζούμι με ίχνη οσπρίων και κουραμάνα που τελείωνε με δυο- τρεις μπουκιές, για άντρες που δούλευαν εξοντωτικά. Μπακαλιάρος και ρέγκα δινόταν ιδιαίτερα τις μέρες που δεν μπορούσε να προσεγγίσει καΐκι λόγω θαλασσοταραχής και να φέρει νερό. Νερό αντιστοιχούσε ένα παγούρι για κάθε κρατούμενο, για ολόκληρη τη μέρα, χειμώνα -καλοκαίρι, αν υπήρχε και δεν είχε έλλειψη τις μέρες της θαλασσοταραχής. Η στέρηση του νερού ονομάστηκε από τους κρατούμενους «Το μαρτύριο της δίψας».
Η συνειδητοποίηση ότι δεν πρόκειται απλά για μια «ταλαιπωρία» μερικών ημερών ή μηνών, αλλά για χρόνια ολόκληρα, καθημερινού, αποτρόπαιου βασανισμού και εξευτελισμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, καθώς και η σφαγή στο Α'ΕΤΟ, έφεραν τα μακάβρια αποτελέσματα αυτής της βίας, τις “δηλώσεις”. Πολλοί από τους κρατούμενους έκαναν «Δήλωση Μετανοίας». Οι «ανανήψαντες» συνέχιζαν να υφίστανται εξευτελισμούς από τους δήμιους. Όποιος έκανε δήλωση, έπρεπε να βγει στα μεγάφωνα του στρατοπέδου και να διαβάσει τη δήλωσή του, δείχνοντας την προδοσία του προς τους παλιούς του συντρόφους. Τη δήλωση έπρεπε να τη στείλει στον παπά του χωριού του και στις αρχές του τόπου του, για να γίνει γνωστή στην ιδιαίτερη πατρίδα του, ενώ συχνές ήταν οι παρελάσεις των μετανοημένων στις πόλεις για  παραδειγματισμό και τρομοκρατία των υπολοίπων πολιτών σε όλη τη χώρα. Το χειρότερο όμως βασανιστήριο για τους  μετανοημένους, ήταν η απαιτούμενη από τους δεσμοφύλακες απόδειξη πραγματικής μεταμέλειας, ώστε να αφεθούν τελικά ελεύθεροι. Έπρεπε να πάρουν μέρος στους ατομικούς ή ομαδικούς βασανισμούς των αμετανόητων, δείχνοντας εξέχοντα ζήλο, αλλιώς υφίσταντο ανηλεείς ξυλοδαρμούς, στέρηση φαγητού και νερού, δηλαδή ξανά βασανιστήρια.
«Κράτησε και δεν υπέγραψε το 10% περίπου και άλλο ένα 20% περίπου πήρε πίσω, ανακάλεσε τη δήλωση, συνολικό ποσοστό 30%.
Αυτό, καταρχήν, αποτέλεσε μια επιτυχία για το μοναρχοφασισμό, να σπάσει το 70% των εξορίστων. Και αν λάβουμε υπόψη το κατά τεκμήριο υψηλότερο πολιτικό επίπεδο των εξορίστων (η πλειοψηφία τους δεν ήταν απλά μέλη, αλλά στελέχη του λαϊκού κινήματος πρωτού πιαστούν) σε σχέση με τους στρατιώτες, που αρχικά είχαν συγκεντρωθεί στα στρατιωτικά τάγματα, (πολλοί από αυτούς, μόνο και μόνο διότι ήταν μακρινοί συγγενείς αριστερών, κομμουνιστών, λαϊκών αγωνιστών), τότε καταλαβαίνουμε τι εσήμαινε αυτό. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, ο μοναρχοφασισμός έχασε τη μάχη της Μακρονήσου. Γιατί ο στόχος του ο στρατηγικός ήταν να σπάσει τους αγωνιστές, να διαλύσει αυτή την εστία αντίστασης, να τους μετατρέψει σε άβουλα όργανά του. Σ’ αυτή του την επιδίωξη απότυχε παταγώδικα. Αν λάβουμε υπόψη μας την έκταση, το είδος και τη διάρκεια των βασανιστηρίων που χρησιμοποιήθηκαν σε βάρος των εξόριστων αγωνιστών, τότε σίγουρα μπορούμε να πούμε πως αυτό το 10% ή 30% τελικά που άντεξε ήταν μια επιτυχία του λαϊκού κινήματος. Η σημασία της λαϊκής αντίστασης, της πίστης στα ιδανικά του κομμουνιστικού κινήματος, της αυτοθυσίας και της αφοσίωσης στην υπόθεση του λαϊκού αγώνα, κρατήθηκε ψηλά. Αυτοί κράτησαν το βάρος για νέα πετάγματα του λαϊκού κινήματος στη συνέχεια.
Αλλά και η τεράστια πλειοψηφία εκείνων που υπέκυψαν προσωρινά στη σωματική βία, βγαίνοντας από αυτό το κολαστήριο, σιγά – σιγά ξαναβρήκαν το κουράγιο να αντιταχθούν στο μοναρχοφασισμό και να πάρουν μέρος στους λαϊκούς αγώνες. Πλαισίωσαν αργότερα τις οργανώσεις της ΕΔΑ, μπήκαν στα εργατικά συνδικάτα και άλλες μαζικές οργανώσεις και έδωσαν τις συνεισφορές τους στο λαϊκό αγώνα.
Και υπάρχει ένα ακόμα γεγονός που δείχνει ότι οι μοναρχοφασίστες μπορεί να έσπασαν πολύ κόσμο με τα βασανιστήρια, αλλά σε καμία περίπτωση δεν τον κέρδισαν. Είναι αυτό που συνέβηκε στις εκλογές της 5ης Μάρτη του 1950 στη Μακρόνησο και ειδικά στο Β'ΕΤΟ: όταν το βράδυ εκείνο ανοίχθηκαν οι κάλπες για να καταμετρηθούν οι ψήφοι που είχαν δοθεί, το αποτέλεσμα στο λόχο διοικήσεως που ψήφισαν οι «διαλεγμένοι» στρατιώτες, μαζί και Αλφαμίτες, ήταν η συντριπτική ήττα του Λαϊκού Κόμματος της δεξιάς. Η τεράστια πλειοψηφία των ανδρών του λόχου διοικήσεως είχε ψηφίσει τη δημοκρατική παράταξη και την ΕΠΕΚ. Ο Τζανετάτος, διοικητής του τάγματος, μόλις το έμαθε έχασε τα πασχάλια του, και λιποθύμησε. Μετά τις εκλογές στις 5 Μάρτη 1950 και την άνοδο στην εξουσία της ΕΠΕΚ του Πλαστήρα εκδηλώθηκε κίνηση για ανάκληση δηλώσεων – έφτασαν τους 2000 περίπου οι ανακλησίες. Αυτοί, μαζί με εκείνους που δεν υπέγραψαν (σύνολο περίπου 3000) που το Μάη – Ιούνη 1950 είχαν γυρίσει στο 4ο τάγμα, μεταφέρθηκαν στον Άη Στράτη τον Ιούνη – Ιούλη 1950».  (Ι.Ιορδανίδης ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΑ, εφημερίδα ΛΑΪΚΟΣ ΔΡΟΜΟΣ 30/5/2015).
Χιλιάδες αγωνιστές πέρασαν από το στρατόπεδο συγκέντρωσης και εξορίας στη Μακρόνησο. Αν και έχουν περάσει 70 χρόνια από την ίδρυση του κολαστηρίου, τα επίσημα αρχεία του Στρατού, της εποχής εκείνης, δεν έχουν δοθεί στη δημοσιότητα, παρόλο ότι ζητήθηκαν. Η ντροπιαστική ιστορία και οι βαρύτατες ευθύνες του ελληνικού μετακατοχικού στρατού, μένουν στο σκοτάδι. Κανείς δεν τιμωρήθηκε ποτέ για το απάνθρωπο καθεστώς της Μακρονήσου. Μόνο προσωπικές μαρτυρίες υπάρχουν για τους «αριθμούς». «Τα ερωτηματικά γύρω από τον αριθμό των ανθρώπων που πέρασαν από τη Μακρόνησο εξακολουθούν να παραμένουν. Ο Δημήτριος Ζαφειρόπουλος, (ανήκε στην οργάνωση του Ναπολέοντα Ζέρβα και πήρε μέρος στον εμφύλιο, με τον Εθνικό στρατό, σημ.ΛΔ) στο βιβλίο του Ο αντισυμμοριακός αγών, Αθήναι 1956, σ. 212, συνόψισε ως εξής τους αριθμούς των στρατευσίμων που πέρασαν από τη Μακρόνησο: έφεδροι αξιωματικοί 1.100 («απεδόθησαν εις τον στρατόν 800, παρέμειναν εις την Μακρόνησον ως διοικηταί λόχων και διμοιριών 200, υπέστησαν έκπτωσιν του βαθμού 100 ως αμετανόητοι κομμουνισταί»), οπλίτες 27.770 («απεδόθησαν εις τον στρατόν 15.400, απελύθησαν 6.600, παρέμειναν αμετανόητοι 300»). Παραβλέποντας το γεγονός ότι όσον αφορά τους οπλίτες έχουμε ένα κενό 5.500 ανθρώπων, των οποίων η εξέλιξη δεν αναφέρεται, δεν προσδιορίζεται σε ποιες κατηγορίες ανήκουν οι έφεδροι αυτοί.» (Γιώργος Μαργαρίτης ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΜΦΥΛΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ 1946- 1949  εκδόσεις  ΒΙΒΛΙΟΡΑΜΑ τόμος 2, σελ.584).
Άγνωστος είναι ο αριθμός των νεκρών της Μακρονήσου. Με εξαίρεση τους νεκρούς της σφαγής στο Α'ΕΤΟ, το 1948, για τους οποίους υπάρχει μαρτυρία, καμία άλλη αναφορά δεν έχει βρεθεί. Το σίγουρο είναι πως δεν υπάρχουν τάφοι αγωνιστών πάνω στο ματωμένο νησί. Επίσης σίγουρο είναι πως τους νεκρούς τους πέταγαν τυλιγμένους με πέτρες στη θάλασσα κοντά στο ακατοίκητο νησάκι, Σαν Τζώρτζης, που βρίσκεται λίγο πιο νότια του Μακρονησιού.
Κείμενα - Επιμέλεια  Τάνια  Ζωγράφου