Δευτέρα 19 Δεκεμβρίου 2016

Εντεινόμενες απειλές για τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα.( Μια ανάλυση για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις).

Επικίνδυνη κλιμάκωση των τουρκικών επεκτατικών βλέψεων
Εντεινόμενες απειλές για τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα

Κλιμακώνεται επικίνδυνα η ένταση στις σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας, καθώς οι προκλητικές εθνικιστικές κορώνες του Ερντογάν που συστηματικά επαναλαμβάνονται και εκτοξεύονται σχεδόν καθημερινά, για αναθεώρηση της Συνθήκης της Λοζάνης, περνούν στο στάδιο της «εξειδικευμένης» εφαρμογής. Δεν αφορούν μόνο την τουρκική πολιτική σε Ιράκ και  Συρία, όπου ο τουρκικός στρατός έχει εισβάλει με διάφορα προσχήματα, αλλά θέτουν πλέον απροκάλυπτα  και απειλητικά συγκεκριμένες διεκδικήσεις σε βάρος της κυριαρχίας και εδαφικής ακεραιότητας της Ελλάδας και της Κύπρου.
Με αφορμή τοποθέτηση του επικεφαλής του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης (CHP) Κιλιντσάρογλου, που εγκαλούσε την κυβέρνηση του ΑΚΡ για υποχωρητικότητα έναντι της Ελλάδας και «εγκατάλειψη» 18 νησιών του Αιγαίου, ο  Υπουργός Εξωτερικών, Τσαβούσογλου,  υποστήριξε με θράσος ότι «τα Ίμια είναι τουρκικό έδαφος». Είχε προηγηθεί ο Ερντογάν, που αναστρέφοντας το γεγονός της τουρκικής εισβολής και κατοχής της Κύπρου, κατηγόρησε Λευκωσία και Αθήνα για υπερβολικές προσδοκίες στο Κυπριακό, οι οποίες «χωρίς να ντρέπονται και χωρίς να βαριούνται έρχονται στις συνόδους της ΕΕ με τη σημαία που συμμετέχει ολόκληρο το νησί. Καταρχήν τέτοια σημαία δεν μπορείτε να έχετε. Εδώ υπάρχει μια Τουρκική Δημοκρατία Βόρειας Κύπρου. Εσύ είσαι διοίκηση Νοτίου Κύπρου...».

Η τουρκική επιθετικότητα αποτυπώθηκε όμως και στη ΝΟΤΑΜ, που εξέδωσε η Τουρκία προ ημερών, απαιτώντας να εξαιρεθεί η περιοχή νότια της Κάσου από τη διεξαγωγή αεροναυτικών ασκήσεων των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Ενώ, αντίστοιχα, η τουρκική κυβέρνηση «δέσμευσε» και το Καστελόριζο για ναυτική άσκηση, ενημερώνοντας ότι όσα πλοία θέλουν να προσεγγίσουν το νησί, θα πρέπει να ενημερώνουν τις τουρκικές αρχές.
Πέρα από την πάγια τακτική των ελληνικών κυβερνήσεων να καταφεύγουν στους ...  διεθνείς οργανισμούς και στη δήθεν προστατευτική ομπρέλα ΕΕ και ΝΑΤΟ, τις τωρινές επεκτατικές βλέψεις της τουρκικής ολιγαρχίας επιχειρούν να εξευμενίσουν οι εκπρόσωποι της ελληνικής μεγαλοαστικής τάξης, προβάλλοντας την απατηλή ιδέα ότι η εθνικιστική ρητορεία απευθύνεται απλώς στο εσωτερικό της Τουρκίας, προκειμένου να συσπειρωθούν οι πολιτικές δυνάμεις για την επιτυχία του κυβερνητικού στόχου της συνταγματικής αναθεώρησης ή ότι η αμφισβήτηση της Συνθήκης της Λοζάνης αφορά τα ανατολικά σύνορα και όχι τα ευρωπαϊκά, δηλαδή Ελλάδα και Κύπρο.
Απόψεις όπως του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών, που κομπάζει ότι η Ελλάδα αποτελεί πόλο σταθερότητας στην περιοχή και ότι «η Τουρκία πρέπει να αποφασίσει εάν σέβεται ή όχι το Διεθνές Δίκαιο, καθώς και τις Διεθνείς Συμβάσεις και Συμφωνίες. Να ξεκαθαρίσει, δε, εάν αντιλαμβάνεται ότι το Διεθνές Δίκαιο είναι υπεράνω των εσωτερικών της σκοπιμοτήτων», αναπαράγονται καθημερινά από τα μέσα ενημέρωσης. Τέτοιες ιδέες που όλα λίγο -πολύ τα ανάγουν σε «εσωτερική κατανάλωση»,  υποβαθμίζουν τις μόνιμες διεκδικήσεις της τουρκικής κυρίαρχης τάξης, συνδέοντάς τις με τις “δυσκολίες” της συγκυρίας, καλλιεργούν τον εφησυχασμό του ελληνικού λαού και αποσκοπούν στην αδρανοποίηση του λαϊκού παράγοντα μπροστά στους σοβαρούς κινδύνους, που απειλούν και τις δύο χώρες. Γεγονός παραμένει πως η ελληνική επίκληση του διεθνούς δικαίου, σκοντάφτει στην ανοιχτή απειλή πολέμου αν η Ελλάδα επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα από τα 6 στα 12 μίλια, καθώς και στον Αττίλα που διαιωνίζει την κατοχή στην Κύπρο, στις συνεχείς παραβάσεις και παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου, τις εμπρηστικές παρεμβάσεις  στη Θράκη, ακόμα στην τυχοδιωκτική πολιτική της τουρκικής κυρίαρχης τάξης που έφτασε -ανεξάρτητα από τις μετέπειτα κωλοτούμπες -να καταρρίψει πολεμικό αεροπλάνο μιας παγκόσμιας στρατιωτικής δύναμης όπως είναι η Ρωσία...
Την ίδια στιγμή, στο εσωτερικό, η κυβέρνηση του ΑΚΡ, παίρνοντας ολοένα και πιο αντιδραστική κατεύθυνση (παράταση του καθεστώτος «έκτακτης ανάγκης», επαναφορά της θανατικής ποινής), συγκλίνει με το φασιστικό κόμμα των γκρίζων λύκων (ΜΗΡ). Πρόσφατα, μάλιστα, οι ηγέτες των δύο κομμάτων, Γιλντιρίμ και Μπαχτσελί, οριστικοποίησαν τη συμφωνία τους για τη συνταγματική αναθεώρηση, με κοινή στάση στο υπό προγραμματισμό (για το καλοκαίρι) δημοψήφισμα.
Εξάλλου η γενική εικόνα περιλαμβάνει το σύνολο των κρίσιμων εξελίξεων στην περιοχή. Μπροστά στο ισχυρό ενδεχόμενο της επαναχάραξης των συνόρων -και ιδιαίτερα της προοπτικής συγκρότησης ενός Κουρδικού κράτους-  η «διαπραγματευτική βεντάλια» της Άγκυρας περιλαμβάνει απαιτήσεις προς Ελλάδα και Κύπρο, οι οποίες, βολοδέρνοντας κάτω από επιπρόσθετα μνημονιακά δεσμά, βρίσκονται σε δυσμενή θέση. Πρόσθετος μοχλός άσκησης πιέσεων και ο έλεγχος των προσφυγικών ροών. Όμως και η Τουρκία βρίσκεται αντιμέτωπη με τις συνέπειες της αποδιοργάνωσης της κρατικής μηχανής, μετά την απόπειρα πραξικοπήματος και το βάθεμα της οικονομικής κρίσης. Χαρακτηριστικό στοιχείο η ραγδαία υποτίμηση της τουρκικής λίρας και οι εκκλήσεις Ερντογάν στους πολίτες που «έχουν αποταμιεύσεις σε ξένα νομίσματα, ας τις μετατρέψουν σε χρυσό, ας τις μετατρέψουν σε τουρκικές λίρες. Ώστε η τουρκική λίρα και ο χρυσός να κερδίσουν σε αξία».
Οι τυχοδιωκτικοί λεονταρισμοί του Καμμένου, που συνοδευόμενος από τον αναπληρωτή υπουργό, Βίτσα, φασίστες, κυβερνητικούς  βουλευτές, και έναν από την Ένωση Κεντρώων, επισκέφθηκαν το Καστελόριζο και τις νησίδες Ρω και Στρογγύλη, σαν απάντηση στις τουρκικές αξιώσεις για τα νησιά, προσφέρει εκτός από τη νομιμοποίηση-αναβάπτιση των Χρυσαυγιτών (από εγκληματική συμμορία σε κόμμα τάχα ευαισθητοποιημένο για τα εθνικά συμφέροντα) και κάλυψη των τουρκικών προκλήσεων, ενισχύοντας το αντιδραστικό εθνικιστικό πνεύμα και στις δυο πλευρές του Αιγαίου.
Ωστόσο το πλαίσιο της ελληνοτουρκικής έντασης δεν καθορίζεται μόνο από φιλοδοξίες των κυρίαρχων τάξεων των δυο χωρών, ιδιαίτερα της επεκτατικής και επιθετικής πολιτικής της τουρκικής αντίδρασης, αλλά  κύρια από την επεμβατική δραστηριότητα και τον ανταγωνισμό των ισχυρών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, που υποδαυλίζουν τις αντικρουόμενες αυτές φιλοδοξίες, προκειμένου να προωθήσουν τα δικά τους ιμπεριαλιστικά σχέδια στην περιοχή. Οι οξυμμένες αντιθέσεις ΕΕ, ΗΠΑ και Ρωσίας στο φόντο της παρατεταμένης οικονομικής κρίσης, πυροδοτούν αντίστοιχα την ένταση στη γειτονιά μας.
Στις γκρίζες ζώνες που νομιμοποιήθηκαν με τις συμφωνίες της Μαδρίτης (1997) που αναγνωρίστηκαν «τα νόμιμα ζωτικά συμφέροντα» της Τουρκίας στο Αιγαίο, και του Ελσίνκι (1999) που αναφέρονταν στις ελληνοτουρκικές «συνοριακές διαφορές», στους χωρίς συνοριακές γραμμές Νατοϊκούς χάρτες του Αιγαίου, έχουν τώρα προστεθεί οι εκκλήσεις της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ για νέες Νατοϊκές βάσεις (Κάρπαθος). Η κυβερνητική πολιτική, προσαρμοσμένη και υποταγμένη πλήρως στις ιμπεριαλιστικές μεθοδεύσεις, εγκαινιάζοντας μια νέα μορφή επικυριαρχίας στο Αιγαίο εκλιπαρεί, ήδη, για την ενίσχυση και  επέκταση και στα Δωδεκάνησα της Νατοϊκής και Ευρωπαϊκής (FRONTEX) επιτήρησης των ελληνοτουρκικών συνόρων (για τον έλεγχο τάχα των προσφύγων και ουσιαστικά για την εποπτεία του ρωσικού στόλου, που ανεφοδιάζει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Συρία).
Τη μια στιγμή οι Ευρωπαίοι «εταίροι μας» αποφεύγουν να τοποθετηθούν αν η Χίος και η Λέσβος ανήκουν στην Ελληνική επικράτεια και την άλλη το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποφασίζει την προσωρινή αναστολή των ενταξιακών διαπραγματεύσεων ΕΕ – Τουρκίας, προκαλώντας την τουρκική οργή, με τον Ερντογάν να απειλεί να ανοίξει το συνοριακό πέρασμα του Καπίκουλε (Βουλγαρία) και να πλημμυρίσει την ΕΕ με τρία εκατομμύρια πρόσφυγες. Ταυτόχρονα η Άγκυρα θέτει σαν καταληκτική προθεσμία για χορήγηση βίζας από την ΕΕ σε Τούρκους πολίτες την Πρωτοχρονιά του 2017, απειλώντας να καταγγείλει τη διμερή συμφωνία για το Προσφυγικό.
Εξάλλου, την τουρκική αναδίπλωση απέναντι στη Ρωσία μετά την κατάρριψη του ρωσικού μαχητικού ακολούθησε η αναθέρμανση των διμερών σχέσεων που επισφραγίστηκε με μεγάλες οικονομικές συμφωνίες. Όμως ο Ερντογάν, «ξεφεύγοντας» και πάλι από την αναθεωρημένη στάση του έναντι της κυβέρνησης της Δαμασκού, διακήρυξε ότι «Είμαστε εκεί (στη Συρία) για να φέρουμε δικαιοσύνη. Είμαστε εκεί για να τερματίσουμε την κυριαρχία του απάνθρωπου Άσαντ, ο οποίος ασκεί κρατική τρομοκρατία», προκαλώντας τις αντιδράσεις της Μόσχας και νέα αναπροσαρμογή της τουρκικής θέσης απέναντι στον Άσαντ.
   Η επιλογή της ελληνικής μεγαλοαστικής τάξης για στρατηγική “τριγωνική συνεργασία” με την Κύπρο, το Ισραήλ και την Αίγυπτο, αποτελεί έναν επί πλέον παράγοντα έντασης με την Τουρκία. Οι εντατικές επαφές για τον καθορισμό της ΑΟΖ Ελλάδας-Αιγύπτου, δημιουργούν νέες εστίες αντιπαράθεσης και αμφισβητήσεων, ειδικά του Καστελόριζου που “φράζει” την έκταση της τουρκικής ΑΟΖ προς τη Μεσόγειο. Ενδεικτικές για το βαθμό εξομάλυνσης των σχέσεων Τουρκίας-Ισραήλ είναι οι “συμβουλές” του αντιδραστικού υπουργού Άμυνας της κυβέρνησης Νετανιάχου, Λίμπερμαν, προς την Ευρώπη, ότι πρέπει να διδαχτεί από τον Ρώσο Πρόεδρο, Πούτιν, «για το πώς να αντιμετωπίσουν τον Ερντογάν», για τις απειλές του για το Προσφυγικό.