Τρίτη 22 Μαρτίου 2016

Κείμενα διαλόγου για τη συνδιάσκεψη του Μ-Λ ΚΚΕ

Για τις εξελίξεις στη Mέση Aνατολή και την ανάγκη ανάπτυξης της αντιπολεμικής – αντιιμπεριαλιστικής πάλης

 Όπως είχαμε σημειώσει σε προηγούμενο φύλλο του “Λαϊκού Δρόμου” σχετικά  με την Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του Μ-Λ ΚΚΕ, για την ανάπτυξη ενός όσο πιο ουσιαστικού διαλόγου γίνεται, για τον εμπλουτισμό του  και το κέντρισμα ενός ευρύτερου ιδεολογικοπολιτικού προβληματισμού, πέρα από τις Θέσεις της ΚΕ, θα δημοσιευτούν στη συνέχεια και μια σειρά κείμενα αναλύσεων πολιτικού και ιδεολογικού περιεχομένου. Ξεκινάμε σήμερα με το παρακάτω κείμενο “Για τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή και την ανάγκη ανάπτυξης της αντιπολεμικής – αντιιμπεριαλιστικής πάλης” και θα ακολουθήσουν μια σειρά κείμενα στα επόμενα φύλλα του “Λ.Δ.”.

Τα τελευταία χρόνια οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική είναι καταιγιστικές. Συγκεντρώνουν το παγκόσμιο ενδιαφέρον και επηρεάζουν συσχετισμούς και ισορροπίες σε μια πολύ ευρύτερη περιοχή, καθώς επικεντρώνουν ένα γενικευμένο ενδοϊμπεριαλιστικό ανταγωνισμό, εμπλέκοντας και περιφερειακές δυνάμεις. Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι η ευρύτερη αυτή περιοχή αποτελεί γεωστρατηγικό στόχο της επιθετικότητας του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και των συμμάχων του από τις αρχές ήδη της δεκαετίας του 1990, με τη διάλυση  της Σοβιετικής Ένωσης.
Στις εκτιμήσεις για αυτή την περιοχή, αλλά και γενικότερα για τη διεθνή κατάσταση, δεν μπορεί να αγνοούνται ή να υποβαθμίζονται μια σειρά ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και χώρες με επιθετικό από τη φύση τους χαρακτήρα, που έχουν μια επεκτατική στρατηγική και τακτική δράση και ανταγωνίζονται μεταξύ τους, περιορίζοντας τις εκτιμήσεις μόνο στους εσωτερικούς παράγοντες των χωρών. Ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί του, με βασικό εργαλείο το ΝΑΤΟ, κλιμάκωσαν την επιθετικότητά τους, και αφού έδεσαν στο «άρμα» τους τις χώρες της ανατολικής Ευρώπης με στόχο να στριμώξουν και να περικυκλώσουν βασικά τη Ρωσία αλλά και την Κίνα, αφού «έδεσαν χειροπόδαρα» τις οικονομίες τους με ληστρική οικονομική «αφαίμαξη» και εκμετάλλευση, με εργαλεία μηχανισμούς όπως είναι το Δ.Ν.Τ., η Παγκόσμια Τράπεζα, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, η Ευρωπαϊκή Ένωση, κλπ., στράφηκαν στη Μέση Ανατολή, τη Βόρεια Αφρική, την Κεντρική Ασία, αλλά και την Άπω Ανατολή.
Έχοντας εξασφαλίσει βασικά προγεφυρώματα το Ισραήλ, τη Σαουδική Αραβία, τις πετρελαιομοναρχίες του Περσικού Κόλπου, αλλά και την Τουρκία, έπρεπε να θέσουν υπό τον απόλυτο έλεγχό τους μια σειρά χώρες και κυβερνήσεις, που δεν υπέκυπταν για να ενταχθούν στη Νέα Τάξη Πραγμάτων. Οι μέθοδοι που χρησιμοποιήθηκαν είναι ο πόλεμος και η εσωτερική υπονόμευση μέσω αξιοποιήσιμων και τελικά ελεγχόμενων οξύνσεων υπαρκτών αντιθέσεων.
 Αυτές οι χώρες και οι λαοί, με πρόσχημα την τρομοκρατία, την αποκατάσταση της δημοκρατίας, την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, κλπ., στοχοποιήθηκαν ως «άξονας του κακού», δαιμονοποιήθηκαν οι κυβερνήσεις και οι ηγέτες τους, χτυπήθηκαν και χτυπιούνται αλύπητα με ανελέητους κατακτητικούς πολέμους, διάλυση και διαμελισμό τους, οικονομικούς αποκλεισμούς  και διεθνή απομόνωση.
Η συνεχιζόμενη οικονομική κρίση όξυνε παραπέρα τους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, που κλιμακώνονται και παίρνουν νέες επικίνδυνες διαστάσεις, επαναφέροντας στην ατζέντα της ιμπεριαλιστικής πολιτικής την απειλή για παγκόσμιο πόλεμο και τον πυρηνικό αλληλοεκβιασμό, επικυρώνοντας αλλαγές στους συσχετισμούς και ανακατατάξεις στη γενική δύναμη των διεθνών κέντρων. Η παλιά κατανομή των εδαφών και των σφαιρών επιρροής ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις έρχεται σε σύγκρουση με τον καινούργιο συσχετισμό των δυνάμεων, οδηγώντας αναπόφευκτα σε ιμπεριαλιστικούς πολέμους, για αναδιανομή σύμφωνα με τους νέους συσχετισμούς.
Η διαδικασία αυτή, σκοτεινιάζοντας τη διεθνή ατμόσφαιρα βάζει τη σφραγίδα της στις τωρινές εξελίξεις. Στη βάση αυτή αναζωπυρώνονται και επεκτείνονται οι εστίες πολεμικοστρατιωτικής έντασης και αντιπαράθεσης, απειλούνται και κυοφορούνται νέες επεμβάσεις και ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι, άμεσα ή μέσω “αντιπροσώπων” υποταχτικών κάτω από την μπαγκέτα των ιμπεριαλιστών σ' αυτό ή το άλλο σημείο του πλανήτη, παρά τις συναλλαγές, τα παζάρια και τις συμφωνίες των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων μεταξύ τους, που δεν αποτελούν παρά μια προσωρινή ανάπαυλα προετοιμασίας νέων αναμετρήσεων και συγκρούσεων. Τα γεγονότα μαρτυρούν πως τα στρατοκρατικά μέσα υποδούλωσης και ευθυγράμμισης των ανυπάκουων και οι επιχειρήσεις κατάπνιξης και εξόντωσης της ασίγαστης αντίστασης των καταπιεζομένων εθνών και λαών αδιάλειπτα εντατικοποιούνται, και στις χώρες – θύματα των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων και πολέμων, εκατομμύρια άνθρωποι καταδικάζονται από τον ιμπεριαλισμό και τα όργανά του στη λιμοκτονία και το θάνατο.
Αναζητώντας διέξοδο από την εντεινόμενη κρίση στην κλιμάκωση των επιθέσεων εναντίον των λαών, οι κυρίαρχες κλίκες του μονοπωλιακού κεφαλαίου και οι κυβερνήσεις τους συνεχίζουν να επιβάλλουν στις καπιταλιστικές χώρες σαρωτικά μέτρα, που επιδεινώνουν οικτρά την κατάσταση της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών μαζών. Ο ακρωτηριασμός των δημοκρατικών δικαιωμάτων και τα απανωτά κατασταλτικά μέτρα για την παρεμπόδιση, τον έλεγχο και την κατάπνιξη των εργατικών και λαϊκών αγώνων, κορυφώθηκαν απότομα και πήραν πρωτόγνωρες διαστάσεις στις συνθήκες που δημιουργήθηκαν μετά τα εγκληματικά χτυπήματα του καλούμενου “Ισλαμικού Κράτους” στη Γαλλία.   Βγάζοντας το στρατό και τα τεθωρακισμένα στους δρόμους, καθηλώνοντας και επιδιώκοντας να εκφοβίσουν με τρομοσενάρια τους λαούς, διεγείροντας τις εθνικιστικές και ρατσιστικές προκαταλήψεις και υποδαυλίζοντας την ξενοφοβία, στρώνουν έτσι στην πράξη το δρόμο στην άνοδο των δυνάμεων της ακροδεξιάς, που συμμετέχει ήδη σε κυβερνήσεις συνασπισμού των ευρωπαϊκών αντιδραστικών δυνάμεων σε πολλές χώρες της ΕΕ.
Με άλλοθι τον πόλεμο κατά του ΙΚ, η Γαλλία, που πρωτοστάτησε πριν στον πόλεμο εναντίον της Λιβύης και στις στρατιωτικές επεμβάσεις στη Β.Δ. Αφρική, ντύθηκε ξανά με την πολεμική στολή και συμμετέχει στους βομβαρδισμούς με στόχο, υποτίθεται, το Ι.Κ., και στην πραγματικότητα με στόχο να μη μείνει έξω από μελλοντική μοιρασιά της λείας. Το ίδιο κάνει και η Βρετανία και στον ίδιο δρόμο, επεκτείνοντας με άλλους όρους τη δράση του γερμανικού στρατού στο εξωτερικό, βαδίζει επίσης και η Γερμανία.
Το σχέδιο της  «Μεγάλης Μέσης Ανατολής»
Ήδη από τον Απρίλη του 2003 δρομολογήθηκε στο Αμερικανικό Κογκρέσο το σχέδιο της «Μεγάλης Μέσης Ανατολής». Το σχέδιο περιλάμβανε 32 χώρες. Όπως Αλγερία, Μπαχρέιν, Τζιμπουτί, Αίγυπτο, Ιράκ, Ιορδανία, Κουβέιτ, Λιβύη, Παλαιστίνη, Σαουδική Αραβία, Σομαλία, Σουδάν, Συρία, Τυνησία, Αραβικά Εμιράτα, Υεμένη, Αφγανιστάν, Ιράν, Καζαχστάν, Ισραήλ, Κιρκιζιστάν, Πακιστάν, Τατζικιστάν, Τουρκία, Τουρκμενιστάν, Ουζμπεκιστάν κ.ά. Το 10ο άρθρο του σχεδίου, ανοιχτά και σαφώς, υπογραμμίζει και ζητά την ευθυγράμμιση των εθνικών πολιτικών αυτών των χωρών με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ και θεωρεί εχθρική πράξη οτιδήποτε έρχεται σε αντίθεση με την πολιτική τους. Ολόκληροι λαοί θεωρούνται τρομοκράτες και όλη η Μέση Ανατολή και η Κεντρική Ασία θεωρούνται περιοχές στρατηγικής σημασίας για την πολιτική, οικονομία και ασφάλεια των ΗΠΑ. Καλούνται οι χώρες της περιοχής να προχωρήσουν σε βαθιές «μεταρρυθμίσεις», αλλά και να απαλλαχτούν από τα καθεστώτα που δεν θεωρούνται δημοκρατικά. Φυσικά, αυτό σημαίνει ότι οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ θα προχωρήσουν σε τεράστιες επιθέσεις και πολέμους ενάντια στους λαούς, χρησιμοποιώντας κάθε μέθοδο και τρόπο για να συμμορφωθούν τα καθεστώτα της περιοχής πάντοτε προς το συμφέρον τους. Ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου των ΗΠΑ, Ρίτσαρντ Μάγιερς, στις 7 Απρίλη 2003 είχε κάνει την εξής δήλωση: «Παντού είναι μέτωπο πια. Όλοι μας σε Ουάσιγκτον, Νέα Υόρκη, Μαδρίτη, Ουζμπεκιστάν, στην Κωνσταντινούπολη πρέπει να είμαστε στην πρώτη γραμμή στον πόλεμο αυτό».
Η υλοποίηση αυτού του σχεδίου βασιζόταν στα εξής, όπως συζητήθηκε στο Αμερικανικό Κογκρέσο: 1) Θα δημιουργηθεί η Αναπτυξιακή Τράπεζα της Ευρύτερης Μέσης Ανατολής και της Κεντρικής Ασίας. Η Αμερική θα είναι μέλος της Τράπεζας και θα βάλει τα κεφάλαια. Μ' αυτό τον τρόπο θα ελεγχθεί η οικονομία των χωρών, αλλά και θα εξασφαλιστούν τα αμερικανικά συμφέροντα σε «επενδύσεις και εμπόριο». 2) Θα δημιουργηθεί Ίδρυμα Ευρύτερης Μέσης Ανατολής και Κεντρικής Ασίας. Το Ίδρυμα αυτό θα λειτουργήσει ως Πέμπτη Φάλαγγα και έχει σκοπό να δυναμώσει την αμερικανική πολιτική με την αντιπολίτευση μέσα στις χώρες που είναι στόχος. 3) Δημιουργία του Ιδρύματος της Δημοκρατίας. Οι μονοπωλιακές εταιρείες θα είναι τα μέλη του Ιδρύματος και, ταυτόχρονα, θα βάλουν και τα κεφάλαια. Σύμφωνα με το σχέδιο, η Αμερική από τις 31 Γενάρη 2005 ξεκίνησε να ελέγχει την πορεία αυτών των χωρών όπως προβλεπόταν. Και όχι μόνον. Αναφέρεται ακόμα πως εάν μία από αυτές τις χώρες υποστηρίξει την τρομοκρατία δεν μπορεί να πάρει οικονομική βοήθεια, αλλά και θα θεωρηθεί εχθρική πράξη. Η απειλή είναι ανοιχτή και σαφής.
Ακολούθησε, στις 6 Νοέμβρη του 2003, ομιλία που εκφώνησε στο «Εθνικό Ίδρυμα Δημοκρατίας» ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζ. Μπους, όπου οι ΗΠΑ τάχθηκαν υπέρ της «ανασυγκρότησης» της ευρύτερης περιοχής, που τη χαρακτήρισαν «Μεγάλη Μέση Ανατολή». Η «πρώτη» φάση αυτής της «ανασυγκρότησης» είχε ξεκινήσει έξι μήνες νωρίτερα (20 Μάρτη 2003) με την εισβολή των ΗΠΑ και των συμμάχων τους στο Ιράκ, που έγινε με πρόσχημα τα «όπλα μαζικής καταστροφής» και την «αποκατάσταση της δημοκρατίας». Σήμερα, γνωρίζουμε πως και τα δύο αυτά προσχήματα, που χρησιμοποιήθηκαν, έχουν πλήρως καταρρεύσει.
Το σχέδιο της «ανασυγκρότησης» της λεγόμενης «Μεγάλης Μέσης Ανατολής» απασχόλησε στην πορεία τόσο τη Σύνοδο των ισχυρότερων καπιταλιστικών χωρών (G8), όσο και το ΝΑΤΟ, όπου οι ΗΠΑ επεδίωξαν να κερδίσουν την υποστήριξη σ' αυτά τα σχέδια, που προβλέπουν προσαρμογή των αστικών δομών, για τη διασφάλιση της αστικής εξουσίας, ενόψει της απειλής του ισλαμισμού κι ακόμη και την αλλαγή συνόρων, διαμόρφωση νέων κρατών.
Τα σχέδια των ΗΠΑ αναπτύχθηκαν με νέα ορμή μετά την εκλογή του Μπάρακ Ομπάμα στην ηγεσία των ΗΠΑ (2008) και την ομιλία του στο Κάιρο (4/6/2009), όπου φαίνεται η προσπάθεια των ΗΠΑ να προωθήσουν το λεγόμενο «εκδημοκρατισμό» της Μέσης Ανατολής και να προσεταιριστούν μια σειρά αραβικές χώρες στα σχέδιά τους ενάντια στη Συρία και το Ιράν, με πρόσχημα το πυρηνικό του πρόγραμμα.
Οι κατακτητικοί πόλεμοι των ΗΠΑ και των συμμάχων τους στο Αφγανιστάν και το Ιράκ
Η κλιμάκωση της αμερικανικής επιθετικότητας, με την εφαρμογή σχεδίων όπως αυτά που αναφέραμε για την Μέση Ανατολή, οδήγησαν στο ξέσπασμα διαδοχικών πολεμικών συγκρούσεων και εσωτερικών υπονομεύσεων. Οι νέοι κατακτητικοί πόλεμοι των ΗΠΑ και των συμμάχων τους, υπηρετώντας την στρατηγική που αναφέραμε, ξεκίνησαν τη δεκαετία του 1990 στην καρδιά της Ευρώπης, με τη διάλυση και τον διαμελισμό της Γιουγκοσλαβίας και της Σερβίας.
Έκτοτε  ακολούθησαν:
Η εισβολή και κατάληψη του Αφγανιστάν, αξιοποιώντας  το χτύπημα των δίδυμων πύργων στη Νέα Υόρκη, στοχοποιώντας  την Αλ Κάιντα και τους Ταλιμπάν που είναι δικά τους δημιουργήματα. Πραγματικός στόχος: Ο έλεγχος μιας χώρας της Κεντρικής Ασίας με γεωστρατηγική σημασία στο «μαλακό υπογάστριο» της Ρωσίας και στα πλευρά της Κίνας.
Η εισβολή και κατάληψη του Ιράκ, με πρόσχημα τα ανύπαρκτα -όπως αποδείχθηκε- όπλα μαζικής καταστροφής, η δημόσια εκτέλεση του Σαντάμ Χουσεΐν, η εγκαθίδρυση στη Βαγδάτη μιας κυβέρνησης ανδρεικέλων - στην οποία δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι συμμετείχε και το ρεβιζιονιστικό ΚΚ Ιράκ με το οποίο για αρκετά χρόνια εξακολουθούσε να διατηρεί κομματικές σχέσεις το ΚΚΕ – σπέρνοντας το θάνατο σε χιλιάδες και βυθίζοντας μέχρι σήμερα τη χώρα στο χάος. Πραγματικός στόχος: Ο έλεγχος μιας χώρας της Μέσης Ανατολής, με τεράστια κοιτάσματα πετρελαίου και γεωστρατηγική σημασία στα πλευρά δύο επόμενων στόχων, της Συρίας και του Ιράν.
Η Αραβική  Άνοιξη  και η κατάληξή της
Πέντε περίπου χρόνια έχουν περάσει από τη 18η Δεκεμβρίου του 2010, που θεωρήθηκε ημερομηνία εκκίνησης της «αραβικής άνοιξης» στην Τυνησία.  Με τίμημα περίπου τετρακόσιους νεκρούς και με πολλούς ενδιάμεσους σταθμούς και πισωγυρίσματα, τα αιτήματα των διαδηλωτών θεωρητικά ικανοποιήθηκαν. Το αίτημα για «ανθρώπινα δικαιώματα», για «ελευθερία» ή «ελευθερία του λόγου», για «πάταξη της αυθαιρεσίας και της διαφθοράς» των κυβερνώντων δεν συνοδευόταν από οποιοδήποτε συγκεκριμένο πολιτικό πρόγραμμα και έθιγε μόνο επιφανειακά την ίδια την κοινωνική ανισότητα και την εκμετάλλευση της εργασίας, που ήταν ακριβώς οι πηγές και οι αιτίες της γενικευμένης δυσπραγίας και της συσσωρευμένης αγανάκτησης. Η πρώτη αυτή  γενική δοκιμή της «αραβικής άνοιξης» εμφανίστηκε ως επιτυχημένη αφού οδήγησε σε κάποιες αστικοδημοκρατικές αλλαγές. Ωστόσο οι εξελίξεις του 2014-2015 στη χώρα ανέδειξαν τα σοβαρά προβλήματα δημοκρατίας, εξάρτησης και κοινωνικών ανισοτήτων. Η χώρα πρότυπο των φιλοδυτικών «ανοίξεων» δεν βρίσκεται στην καλύτερη κατάσταση.  Οι πολύνεκρες επιθέσεις ισλαμιστών σε τουριστικά κέντρα κλιμακώθηκαν με την επίθεση στην προεδρική φρουρά.
Η ιμπεριαλιστική προπαγάνδα αξιοποίησε έντεχνα τις λαϊκές κινητοποιήσεις  που ξέσπασαν σε μια σειρά χώρες της Β. Αφρικής και Μ. Ανατολής, την επονομαζόμενη “Αραβική Άνοιξη”, για να δικαιολογήσει τους κατακτητικούς  πολέμους στη Λιβύη  και Συρία.
Οι μεγάλες  αυτές κινητοποιήσεις  αναπτύχθηκαν  με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε χώρας, είχαν όμως ένα κοινό υπόβαθρο. Και αυτό ήταν η άγρια εκμετάλλευση και η εκτεταμένη φτώχεια και εξαθλίωση, η πολιτική καταπίεση και η έλλειψη στοιχειωδών  δημοκρατικών ελευθεριών μέσα σε αντιδραστικά καθεστώτα – ανδρείκελα  των ιμπεριαλιστών, καθώς και η μακρόχρονη αποικιοκρατική και νεοαποικιακή κυριαρχία και εθνική ταπείνωση των αραβικών λαών, σε συνδυασμό με την απροκάλυπτη στήριξη του Ισραήλ  και τη συνεχιζόμενη γενοκτονία των μαρτυρικού παλαιστινιακού λαού.
Οι Αμερικάνοι και Ευρωπαίοι  ιμπεριαλιστές επεμβαίνοντας  άμεσα, με την πολιτική της κανονιοφόρου, κατάφεραν  να αξιοποιήσουν  προς όφελός τους τις πολιτικές ανακατατάξεις που συντελέστηκαν  στην περιοχή, να τις χειραγωγήσουν και να τις εντάξουν σε μια κατεύθυνση εξυπηρέτησης  των συμφερόντων τους.
Αξιοποιώντας το κύμα των αυθόρμητων λαϊκών εκρήξεων επεδίωξαν να μεταφέρουν την ένταση και να ανοίξουν νέα “μέτωπα”, υποκινώντας και κατασκευάζοντας “λαϊκές εξεγέρσεις” στη Λιβύη, τη Συρία και το Ιράν σε μια πρώτη φάση.
Ο αυθόρμητος χαρακτήρας της κοινωνικής έκρηξης  στην Τυνησία, Αίγυπτο, Ιορδανία, Υεμένη, Ομάν, Μπαχρέιν και η έλλειψη ενός λαϊκού, αντιιμπεριαλιστικού φορέα, ικανού να οργανώσει τους λαϊκούς αγώνες σε μια προοπτική αναμέτρησης με τον ιμπεριαλισμό και τους λακέδες του, περιόρισε την έκταση των πραγματικών αλλαγών σ' αυτές τις χώρες  και επέτρεψε στους ιμπεριαλιστές και στις ντόπιες αντιπολιτευόμενες  αστικές δυνάμεις, να κατευθύνουν και να καθορίσουν αυτοί την πορεία των εξελίξεων, σύμφωνα με τα δικά τους συμφέροντα και σχεδιασμούς.
Στην Αίγυπτο, οι μαζικές κινητοποιήσεις στην πλατεία Ταχρίρ ή στην Αλεξάνδρεια, παρά τη βιαιότητα των συγκρούσεων (περίπου 900 θύματα), έδειξαν να οδηγούν σε ανάλογο με την Τυνησία αποτέλεσμα. Η εκμετάλλευση των εσωτερικών αντιθέσεων στην Αίγυπτο, όπως αυτές εκδηλώθηκαν με τις κινητοποιήσεις που οδήγησαν στην πτώση του  Μουμπάρακ  και την άνοδο με εκλογές στην κυβέρνηση των Αδελφών Μουσουλμάνων με πρόεδρο τον Μούρσι, εξέλιξη που δεν ικανοποίησε τις ΗΠΑ και τον ανέτρεψαν με στρατιωτικό πραξικόπημα, ελέγχοντας, έτσι, μια χώρα με ρόλο στη Μέση Ανατολή, αλλά και τις εσωτερικές εξελίξεις σε σχέση με το λαϊκό κίνημα.
Σήμερα, καθώς πολλαπλασιάζονται οι επιθέσεις των ισλαμιστών στο Σινά, αλλά και στα προάστια του Καΐρου, έκδηλη είναι η ανησυχία για το τι θα μπορούσε να σημαίνει μια γενικευμένη αποσταθεροποίηση της Αιγύπτου.
Ως προς την «επιτυχία» της «αραβικής άνοιξης» στη Λιβύη ή στην Υεμένη και το Μπαχρέιν, είναι μάλλον περιττό να επιμείνουμε. Οι χώρες αυτές  πολυδιασπάστηκαν και βυθίστηκαν στη δίνη διαρκών εσωτερικών συγκρούσεων και απόλυτης ανασφάλειας και αναρχίας. Θα ήταν απίθανο να βγουν από αυτή την κατάσταση σύντομα.
Η «ανθρωπιστική» εισβολή και κατάληψη της Λιβύης, η δημόσια κατακρεούργηση του Καντάφι, η εγκατάσταση στην Τρίπολη μιας κυβέρνησης ανδρεικέλων, η καταλήστευση των πετρελαίων αντί για την «αποκατάσταση της δημοκρατίας», οδήγησαν στη σημερινή διαλυμένη και βυθισμένη στον αλληλοσπαραγμό και το χάος χώρα. Με πρόσχημα την τρομοκρατία των ισλασμιστών, που συγκροτήθηκαν και εξοπλίστηκαν για να ανατρέψουν τον Καντάφι, προετοιμάζεται νέα επέμβαση στη Λιβύη. Πραγματικός στόχος: Ο πλήρης οικονομικός και γεωπολιτικός έλεγχος με το ξωπέταγμα των μεγάλων ρωσικών και κινέζικων συμφερόντων.
Χονδρικά, εάν θέλουμε να καταδείξουμε τις παλιές και νέες εστίες πολέμου που ακολούθησαν την «αραβική άνοιξη», όπως και οι προγενέστερες ιμπεριαλιστικές εκστρατείες στον αραβικό - μουσουλμανικό κόσμο, μπορούμε πλέον να δημιουργήσουμε έναν εντυπωσιακό κατάλογο: Με επίκεντρο την πολύπαθη Συρία, όπου ο πόλεμος παίρνει νέες διαστάσεις με την επέμβαση της Ρωσίας, και με εστίες ανοιχτές και αιματηρές στο Ιράκ, στο Αφγανιστάν, στη Λιβύη, στην Υεμένη, στη Σομαλία, στο Σινά, στο Μάλι, στο Σουδάν, στο Νίγηρα, στη Νιγηρία, στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία και τελευταία την έως τώρα φιλοδυτική και «σίγουρη» Τυνησία, η «αραβική άνοιξη» δείχνει να μετεξελίσσεται σε ένα τεράστιο πολεμικό μέτωπο, εξαιρετικά απρόβλεπτο ως προς τη δυναμική και τις προοπτικές του. Για να φτάσουμε σήμερα στα καυτά μέτωπα που ξεκινάνε από την Ουκρανία και φτάνουν στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή, με επίκεντρο τη Συρία.
Οι εξελίξεις στη Συρία
Η αντίθεση του ιμπεριαλισμού με τους λαούς εκδηλώνεται με έναν οξυμμένο τρόπο στη Βόρεια Αφρική και τη Μέση Ανατολή, με επίκεντρο τη Συρία αλλά και το Ιράκ, εμπλέκοντας και κάποιες περιφερειακές δυνάμεις όπως είναι η Τουρκία και η Σαουδική Αραβία, ενώ η άμεση εμπλοκή της Ρωσίας τροποποίησε καθοριστικά τους συσχετισμούς και το συνολικό «τοπίο».
Εδώ οι δυτικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις μετά την κατάληψη της Λιβύης και το πραξικόπημα στην Αίγυπτο, στράφηκαν ενάντια στη Συρία και την κυβέρνηση Άσαντ, με σκοπό να πιέσουν περισσότερο το Ιράν.  Και στις δύο αυτές χώρες υπάρχει ρωσική επιρροή, αντιαμερικανικές κυβερνήσεις και εγκατεστημένα οικονομικά και γεωστρατηγικά συμφέροντα του ρώσικου ιμπεριαλισμού.
Η πολιτική των ΗΠΑ ωστόσο απέναντι στο Ιράν, σταδιακά διαφοροποιήθηκε. Έκφραση των μετατοπίσεων και ανασχεδιασμών της αμερικανικής πολιτικής, ήταν οι συμφωνίες με το Ιράν για το πυρηνικό του πρόγραμμα και η άρση των κυρώσεων. Όσο κι αν οι συμφωνίες αυτές παραμένουν εύθραυστες, τροποποίησαν τα δεδομένα στην ευρύτερη περιοχή. Επανακαθορίζοντας σε σημαντικό βαθμό τα υπάρχοντα μέτωπα, προκάλεσαν την οργή του Ισραηλινού δήμιου του παλαιστινιακού λαού Νετανιάχου, καθώς και την έκδηλη δυσαρέσκεια και τις υπόγειες και φανερές αντιρρήσεις της Σαουδικής Αραβίας, προπύργιου της αραβικής αντίδρασης των πετρελαιομοναρχιών, αλλά και σφοδρού ανταγωνιστή του Ιράν και πολέμιου κάθε εστίας της σιιτικής επιρροής.
Η Σαουδική Αραβία, που είναι το σουνιτικό κέντρο, δεν είδε με «καλό μάτι» τη συμφωνία ΗΠΑ-ΕΕ-Ιράν, αφού τώρα αναβαθμίζεται ο ρόλος της Τεχεράνης στην περιοχή. Επιδιώκει περιφερειακό ρόλο εκμεταλλευόμενη την υποδαυλιζόμενη  εσωτερική θρησκευτική αντίθεση  σουνιτών-σιιτών, με το σιιτικό κέντρο που είναι το Ιράν. Εμφανίζεται υπέρμαχη μιας χερσαίας στρατιωτικής επέμβασης στη Συρία, ενώ πάντοτε υπό την υψηλή εποπτεία των ΗΠΑ έχει εμπλακεί άμεσα στον πόλεμο στην Υεμένη και στην καταστολή κάθε αντίστασης στις χώρες του Κόλπου.
Υπάρχει όμως και ένα αιχμηρό «αγκάθι» στο συνολικό σκηνικό, που είναι το Παλαιστινιακό ζήτημα. Αυτό επηρεάζει  τους συσχετισμούς στη Μέση Ανατολή και στον Αραβικό κόσμο γενικότερα, ιδίως στο επίπεδο της λαϊκής συνείδησης, καθώς καμία αντιδραστική ή ξεπουλημένη ηγεσία και προπαγάνδα δεν μπορεί να κρύψει τον πραγματικό εχθρό του Παλαιστινιακού που είναι ο άξονας ΗΠΑ-Ισραήλ. Οι προοδευτικές αντιιμπεριαλιστικές παραδόσεις και το αγωνιστικό φρόνημα του παλαιστινιακού κινήματος, δεν μπορούν να χαλιναγωγηθούν από παλινωδίες και συμβιβαστικές τάσεις της ηγεσίας του και αυτό αντικρούει τις διάφορες μανούβρες ΗΠΑ και Ισραήλ.
Σε αυτό το δεδομένο, λοιπόν, γεωπολιτικό πεδίο επιλέχθηκε η Συρία και συγκεκριμένα η κυβέρνηση Άσαντ, αφού η ανατροπή της και η πρόσδεση της χώρας αυτής στο αμερικανικό ιμπεριαλιστικό άρμα, εξουδετερώνει τη ρωσική πολιτική επιρροή και στρατιωτική παρουσία, ολοκληρώνει σχεδόν την αμερικανική επικυριαρχία και έτσι τροποποιεί δραματικά τους συσχετισμούς στη Μ. Ανατολή και τη Νοτιοανατολική Μεσόγειο. Έτσι στήθηκε η «επιχείρηση Συρία».
Τα προπαγανδιστικά επιτελεία είχαν προετοιμάσει το έδαφος στοχοποιώντας τη Συρία, δαιμονοποιώντας τον Άσαντ και χαρακτηρίζοντας τη σύμμαχό τους Χεζμπολάχ του Λιβάνου ως τρομοκρατική οργάνωση. Αξιοποίησαν το κλίμα από το ξέσπασμα των λαϊκών κινητοποιήσεων σε μια σειρά Αραβικές χώρες, το οποίο επηρέασε και τη Συρία, εκμεταλλεύτηκαν  υπαρκτές εσωτερικές θρησκευτικές, εθνοτικές αλλά και ταξικές αντιθέσεις και μια συσσωρευμένη λαϊκή δυσαρέσκεια από την αντιλαϊκή και αυταρχική εσωτερική πολιτική της κυβέρνησης Άσαντ και του τμήματος της ντόπιας άρχουσας τάξης που εκφράζει.
Επιστράτευσαν διάφορους εξόριστους που τους συντηρούσαν για χρόνια οι μυστικές υπηρεσίες σε δυτικές πρωτεύουσες, έβαλαν μπροστά βασικά  την Τουρκία και το Κατάρ και  μετά από πολλά παζάρια και ταξίματα  έστησαν και εξόπλισαν έναν ετερόκλητο και αλληλοσπαρασσόμενο- όπως αποδείχθηκε -  μισθοφορικό στρατό, τον λεγόμενο « Ελεύθερο Συριακό Στρατό», και άρχισαν έναν ολοκληρωτικό πόλεμο με τον συριακό στρατό, εκτιμώντας ότι θα πετύχουν μια σχετικά γρήγορη ανατροπή του Άσαντ. Η αποτελεσματική αντίσταση του συριακού στρατού ανάγκασε τον Ομπάμα να εξαγγείλει το φθινόπωρο του 2013 στρατιωτική επέμβαση στα πρότυπα της Λιβύης, η οποία ματαιώθηκε από το στρατηγικού χαρακτήρα βέτο της Ρωσίας και της Κίνας, που μετά τον εξοβελισμό τους από τη Λιβύη άλλαξαν στάση, βλέποντας τους κινδύνους που διαγράφονται για αυτούς μετά την ενδεχόμενη πτώση της Συρίας.
     Σήμερα η εμφάνιση και ισχυροποίηση των τζιχαντιστών του ISSIS, τους οποίους οι ίδιοι οι Αμερικανοί μέσω Τουρκίας και Κατάρ συγκρότησαν και εξόπλισαν για να πολεμήσουν τον Άσαντ, ο ηγέτης των οποίων προηγουμένως συμμετείχε σε συσκέψεις και καθοδηγούνταν από τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, Τζον  Κέρι, έδωσαν το πρόσχημα για στρατιωτική επέμβαση των ΗΠΑ και των προθύμων συμμάχων τους σε Ιράκ και Συρία, «θολώνοντας τα νερά» και τονίζοντας με κάθε ευκαιρία πως τελικός τους στόχος είναι η ανατροπή του Άσαντ. Στη νέα αυτή επιχείρηση προσεταιρίζονται τους Κούρδους του Ιράκ, της Συρίας, αλλά και της Τουρκίας, αρκετές δυνάμεις από τους οποίους εκδηλώνουν έναν συμφιλιωτισμό, καθιστώντας τους Αμερικανούς ρυθμιστές στο Κουρδικό ζήτημα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Ο επιθετικός αυτός πόλεμος των ιμπεριαλιστών αναμένεται να κλιμακωθεί και να έχει διάρκεια, εμπλέκοντας και την Τουρκία, η οποία το διαπραγματεύεται, θέτοντας  όρους, επιζητώντας περιφερειακό ρόλο ιδιαίτερα στη μετά Άσαντ εποχή.
Οι Αμερικάνοι ιμπεριαλιστές και οι συνεργάτες τους, παρά τους αισιόδοξους αρχικούς σχεδιασμούς, δεν μπόρεσαν να ανατρέψουν τον Άσαντ, να υποτάξουν τη Συρία και να συντρίψουν την αντίσταση του συριακού λαού παρά τις προσπάθειες που έκαναν σε μια προηγούμενη περίοδο, εξαπολύοντας τις δυνάμεις που προόριζαν για κατοχικά τους ανδρείκελα σ' έναν ανηλεή πόλεμο στη Συρία. Η ολέθρια για το λαό της Συρίας δράση των δυνάμεων αυτών, που βαπτίστηκαν συλλήβδην “δημοκρατική και μετριοπαθής αντιπολίτευση”, αναπτύχθηκε για καιρό κάτω από τον έλεγχο των Αμερικανών, με τη συνδρομή των λακέδων τους στην περιοχή, με την ανάθεση βασικού ρόλου για τη χρηματοδότηση, τον εξοπλισμό και εκπαίδευσή τους στα μοναρχοφασιστικά καθεστώτα του Κόλπου και με την συνέργεια της Τουρκίας. Κύρια δύναμη και ένοπλη αιχμή της “αντιπολίτευσης” αυτής, που δεν άργησε να αναδειχτεί, ήταν ακριβώς οι συμμορίες του “Ισλαμικού Κράτους” και τα παρακλάδια τους. Όταν το Ι.Κ. βγήκε από τον έλεγχο, απλώνοντας την αιματηρή δράση και την “επικράτειά” του στη Συρία και το Ιράκ, ο ιμπεριαλισμός βρέθηκε αντιμέτωπος με το δημιούργημά του.
Ιδιαίτερα κρίσιμο και ξεχωριστό ρόλο διαδραματίζει στην περιοχή η Τουρκία, διεκδικώντας από τους Αμερικανούς και κάτω από την αυταρχική εξουσία του Ερντογάν το δυνάμωμα των τουρκικών θέσεων και τον φιλόδοξο ρόλο μιας ισχυρής περιφερειακής δύναμης. Έχοντας την πίεση του τεράστιου όγκου προσφύγων που εισρέουν από τις εμπόλεμες ζώνες στα εδάφη της, η Τουρκία μετέτρεψε το Προσφυγικό σε πολιτικό της όπλο, και εμπορεύεται τις ροές απαιτώντας οικονομικά και πολιτικά ανταλλάγματα. Αντιμέτωπη στο εσωτερικό με κοινωνικές εκρήξεις, επιχειρεί να ελέγξει, να ποδηγετήσει και να καταστείλει με κάθε μέσο το κουρδικό κίνημα.
Το τουρκικό κράτος, στο όνομα της καταπολέμησης της τρομοκρατίας, διεξάγει πολεμικές επιχειρήσεις στις κουρδικές περιοχές της Τουρκίας και απλώνει τη δράση του τουρκικού στρατού μέσα κι έξω από τα τουρκικά σύνορα σ' όλη τη μεθόριο με το Ιράκ και τη Συρία. Στέλνοντας δυνάμεις στο Ιράκ και προχωρώντας σε βομβαρδισμούς των Κούρδων της Συρίας, η Τουρκία απειλεί με εισβολή στα συριακά εδάφη και δεν διστάζει να πυροδοτήσει μια ρωσοτουρκική αντιπαράθεση.
Ενώ τα μέτωπα που έχουν ανοιχτεί συνδέουν με μια αλυσίδα από φλεγόμενους κρίκους όλη την περιοχή, καθοριστική είναι η σημασία της άμεσης στρατιωτικής εμπλοκής της Ρωσίας στον πόλεμο στη Συρία.
Η Ρωσία - συνεπικουρούμενη στο διπλωματικό, κυρίως, επίπεδο από την Κίνα- ανέκαθεν έθετε εμπόδια στα επεμβατικά σχέδια των δυτικών ιμπεριαλιστών για την ανατροπή του Άσαντ, επιδιώκοντας να αποτρέψει την κατάκτηση άλλης μιας χώρας της Μ. Ανατολής από τους Αμερικανονατοϊκούς και να διατηρήσει την επιρροή και τις στρατιωτικές βάσεις που διαθέτει στη Συρία. Η εκδίωξη των ρωσικών και κινέζικων οικονομικών και γεωπολιτικών συμφερόντων και προγεφυρωμάτων από τη Λιβύη, και ενώ είχε προηγηθεί η ανοχή τους στη Νατοϊκή εισβολή και ανατροπή του Καντάφι, άλλαξε τη συνολική τους στάση στην επέμβαση στη Συρία, η οποία επιχειρήθηκε να γίνει στα πρότυπα της Λιβύης. Η Ρωσία επανήλθε τώρα με νέους όρους κι αφού, πριν, είχε δείξει τις διαθέσεις και τις δυνατότητές της στο μέτωπο της Ουκρανίας.
Στην Ουκρανία το φασιστικό πραξικόπημα του Μεϊντάν, που εγκαθίδρυσε μια εξουσία υποχείριο της Δύσης με σκοπό να εξαλείψει κάθε ρωσική πολιτική πρόσβαση και επιρροή στη χώρα, είχε αποτελέσματα αντίθετα προς τις επιδιώξεις αυτές. Η προσάρτηση της Κριμαίας και η δημιουργία στην πράξη ρωσικών προγεφυρωμάτων στην ανατολική Ουκρανία, η επιβολή, απέναντι στα μέτρα της Δύσης, αντιμέτρων, ήταν η απάντηση της Ρωσίας του Πούτιν, που άλλαξε το χάρτη και δημιούργησε “τετελεσμένα”, εφαρμόζοντας πολιτική ενεργητικής ανάσχεσης των Νατοϊκών, διεκδίκησης και ανάκτησης της επιρροής και δυναμικής προώθησης των συμφερόντων του ρωσικού ιμπεριαλισμού στα εδάφη της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και όχι μόνο. Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις των επίλεκτων του ουκρανικού στρατού και των φασιστών πραιτοριανών του στις ρωσόφωνες περιοχές για την κατάπνιξη των αντιφασιστικών αντιστάσεων και των φιλορωσικών αποσχιστικών κινημάτων, γνώρισαν πλήρη αποτυχία, οδηγώντας στη χρεοκοπία των σχεδίων του ουκρανικού σωβινισμού και των νατοϊκών πατρόνων του, που υποχρεώθηκαν σε αναδίπλωση, προσυπογράφοντας τις συμφωνίες του Μινσκ.
Ακόμα πιο κρίσιμο και αποφασιστικό βήμα δυναμικής επανόδου του ρωσικού ιμπεριαλισμού στην κεντρική αρένα του διεθνούς ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού, είναι η άμεση ρωσική εμπλοκή στις πολεμικές επιχειρήσεις στη Συρία, στο πλευρό των δυνάμεων του Άσαντ με την κλιμακούμενη δράση των ρωσικών μαχητικών αεροσκαφών, τους βομβαρδισμούς και τα πυραυλικά πλήγματα κατά θέσεων του “Ισλαμικού Κράτους” και των παρακλαδιών του.
Το χτύπημα και η εξάλειψη του Ι.Κ. στη Συρία και στο Ιράκ, είναι ο κοινός τόπος που συναντιούνται οι ιμπεριαλιστικές επιδιώξεις των ΗΠΑ, της Ευρώπης και της Ρωσίας, η βάση για τις εύθραυστες συμφωνίες και συνεργασίες που κάνουν από τη μια, και ταυτόχρονα το πεδίο που αντιπαρατίθενται και συγκρούονται οι ξεχωριστές ιμπεριαλιστικές βλέψεις και τα συμφέροντά τους για τον έλεγχο της περιοχής και τη νομή της πολεμικής λείας.
Συνέπεια των ιμπεριαλιστικών πολέμων, της νεοαποικιακής λεηλασίας, της διάλυσης και της κατερείπωσης πόλεων, περιοχών και ολόκληρων χωρών, είναι το τεράστιο σημερινό προσφυγικό – μεταναστευτικό κύμα. Το κύμα αυτό σήμανε την απότομη και εκρηκτική ανάδυση στο διεθνές προσκήνιο ενός νέου παράγοντα, που επηρεάζει καίρια τα τεκταινόμενα και επαναπροσδιορίζει την πορεία των διεθνών εξελίξεων, ειδικά την κατάσταση στην Ευρώπη.
Το Προσφυγικό πυροδότησε προϋπάρχουσες και ανέδειξε και νέες εσωτερικές συγκρούσεις και αποσυνθετικές διεργασίες στην ΕΕ. Τόσο τα αντιμεταναστευτικά ξενοφοβικά και ρατσιστικά μέτρα στην Ευρώπη εναντίον των προσφυγικών ομάδων που μπόρεσαν να φτάσουν εκεί, όσο και η στρατοκρατική θωράκιση στις “πύλες εισόδου” και η προσφυγή στη Νατοϊκή περιφρούρηση της Μεσογείου και του Αιγαίου για την αποτροπή και ανάσχεση των προσφυγικών ροών, σηματοδοτούν την ένταση της πολιτικής αντίδρασης και του εκφασισμού στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή. Στο εσωτερικό ορισμένων από τα “πολιτισμένα” κράτη της Ευρώπης, τα μέτρα των κυβερνήσεων έφτασαν να αναβιώνουν τερατώδεις σύγχρονες προσομοιώσεις μεθόδων του χιτλεροφασισμού και να διαχειρίζονται την εργατική δύναμη των μεταναστών με όρους δουλοκτησίας.
Οι αρνητικές αυτές εξελίξεις, όχι μόνο για τον λαό της Συρίας, αλλά  και τους λαούς σε μια σειρά χώρες που είναι δεμένες στο ιμπεριαλιστικό «άρμα» και είναι θύματα των πολέμων και των κάθε είδους επεμβάσεων, έχουν αναδείξει τα σοβαρά προβλήματα και τις ελλείψεις και αδυναμίες του λαϊκού παράγοντα, στο ζήτημα της αντίστασης και της απόκρουσης των ιμπεριαλιστικών σχεδίων, αλλά και της αντιμετώπισης της αντιλαϊκής πολιτικής των ξενόδουλων και αντιδραστικών κυβερνήσεων. Το πρόβλημα αυτό αναδείχθηκε και μετά από τη χειραγώγηση, την έξωθεν υπονόμευση και την καταστολή που υπέστησαν τα λαϊκά ξεσπάσματα που εκδηλώθηκαν και εκδηλώνονται κατά καιρούς σε αυτές τις χώρες.
Η αδυναμία ή και η έλλειψη του κομμουνιστικού κινήματος, που θα έβαζε στις κοινωνίες αυτές το ζήτημα της αντιιμπεριαλιστικής πάλης δεμένης με την κοινωνική απελευθέρωση, αποτελεί ένα σοβαρό κενό, το οποίο δυστυχώς λυμαίνονται αντιδραστικές και σκοταδιστικές δυνάμεις, διχάζοντας τους λαούς και βυθίζοντάς τους στην αλληλοεξόντωση και την διαιώνιση της σκλαβιάς τους. Προκύπτει, λοιπόν, επιτακτικά το καθήκον όλων των προοδευτικών-αντιιμπεριαλιστικών δυνάμεων στις χώρες αυτές  και στη χώρα μας, να σφυρηλατήσουν ένα απελευθερωτικό αγωνιστικό φρόνημα στους καταπιεζόμενους λαούς, για να μπορέσουν να συγκροτήσουν τον αγώνα τους και να αποκρούσουν την επίθεση που δέχονται.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στην υπηρεσία των ιμπεριαλιστικών σχεδίων
Σε συνθήκες όπου η παγκόσμια κρίση του καπιταλισμού για ένατο χρόνο συνεχίζεται, το ιμπεριαλιστικό σύστημα γνωρίζει μια μεγάλη όξυνση των αντιθέσεών του που εκδηλώνεται με επεμβάσεις και καταχτητικούς πολέμους των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και την ένταση των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών. Η χώρα μας πληρώνει βαριά τις συνέπειες αυτής της κρίσης, καθώς έχει γίνει θύμα μιας άγριας οικονομικής και πολιτικής επέμβασης των δυτικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, που προωθείται με όχημα τα μνημόνια, στα πλαίσια των οποίων εκδηλώνεται και ο ανταγωνισμός των δύο ιμπεριαλιστικών πλευρών του Ατλαντικού με τις διαφωνίες ΕΕ και ΔΝΤ γύρω από το χειρισμό του «ελληνικού προβλήματος».
Ωστόσο, οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί και επεμβάσεις έχουν πολύ καταστρεπτικότερες συνέπειες στη γειτονική περιοχή της Ελλάδας,  από τη Λιβύη ως τη Συρία και την Ουκρανία. Η μεγάλη συγκέντρωση στρατιωτικών δυνάμεων του αμερικανικού,  ευρωπαϊκού και ρώσικου ιμπεριαλισμού, η στρατιωτική κινητοποίηση και τα πολεμικά μέτωπα που είναι ενεργά στη γεωγραφική γειτονιά της χώρας εγκυμονούν σοβαρούς κινδύνους. Το τεράστιο προσφυγικό και μεταναστευτικό κύμα, που έχουν προκαλέσει οι ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και πόλεμοι και έχει ξεχυθεί προς την Ευρώπη και το μεγάλο τμήμα του έρχεται προς την Ελλάδα, είναι ένα δραματικό αποτέλεσμα που δείχνει με όλες τις παρενέργειές του (παρέμβαση του ΝΑΤΟ, μετατροπή της Ελλάδας σε χώρα μαζικής στρατοπέδευσης προσφύγων και μεταναστών, κατ’ επιταγή της ΕΕ κλπ.) πως η βάρβαρη ιμπεριαλιστική πολιτική απειλεί το λαό μας με νέα εκρηκτικά προβλήματα πέραν εκείνων που έχουν φέρει τα μνημόνια.
Η ελληνική κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, δέσμια της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, προσανατολισμένη στο να παρέχει υποστήριξη και να διευκολύνει τα σχέδια των Αμερικάνων και Ευρωπαίων ιμπεριαλιστών, θέτοντας τις βάσεις στο έδαφος της Ελλάδας και τους εναέριους και θαλάσσιους διαδρόμους της στη διάθεση των στρατιωτικών επιχειρήσεών τους, στήνοντας συμμαχίες με κυβερνήσεις, όπως του Ισραήλ και της Αιγύπτου, που αποτελούν ερείσματα της ιμπεριαλιστικής πολιτικής στη Μέση Ανατολή και στην Αφρική, ακολουθεί απέναντι σ’ αυτές τις ανησυχητικές εξελίξεις μια πολιτική που εμπλέκει τη χώρα σε επιθετικά σχέδια σε βάρος γειτονικών κρατών και στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς που οξύνουν τις αντιθέσεις και τους ανταγωνισμούς στην περιοχή. Μια πολιτική που κάνει τη χώρα ευάλωτη στις απειλές αμφισβήτησης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της, δρομολογεί διχοτομικές λύσεις στην Κύπρο και αντιστρατεύεται στα φιλειρηνικά αισθήματα του λαού μας και στα εθνικά συμφέροντα της χώρας.
Η απόκρουση των κινδύνων που διαμορφώνει η επιθετική ιμπεριαλιστική πολιτική είναι υπόθεση του αντιιμπεριαλιστικού-αντιπολεμικού κινήματος. Παρά τις απανωτές επεμβάσεις και πολέμους που έχουν σημειωθεί τα τελευταία χρόνια, το αντιιμπεριαλιστικό-αντιπολεμικό κίνημα υστερεί σε ανάπτυξη και σ’ αυτό έπαιξε ρόλο τόσο η ιμπεριαλιστική προπαγάνδα που βρήκε έδαφος, αν και τα ψεύδη της σήμερα έχουν αποκαλυφθεί, όσο και η πολιτική των κομμάτων και των δυνάμεων που, κάτω από την πίεση της ιμπεριαλιστικής προπαγάνδας, επέλεξαν μια στάση «ίσων αποστάσεων» ανάμεσα στους ιμπεριαλιστές επιθετιστές και στις κυβερνήσεις και κράτη θύματά τους.
Η υπονόμευση  της αντιιμπεριαλιστικής πάλης και οι δικές μας κατευθύνσεις
Οι διεθνείς εξελίξεις, έτσι όπως αυτές διαδραματίζονται με έναν οξυμμένο τρόπο, ιδιαίτερα στο τόξο Ουκρανία, Νοτιοανατολική Μεσόγειος, Μέση Ανατολή, Κεντρική Ασία, και οι επιπτώσεις που έχουν σε μια σειρά χώρες καθώς και στο βάθεμα της εξάρτησης σε Ελλάδα και Κύπρο, θέτουν επιτακτικά  τα καθήκοντα  της αντιιμπεριαλιστικής πάλης.
Η  ανάγκη αυτή, παρότι για εμάς θεωρείται αυτονόητη, όπως προκύπτει από τις βασικές μας εκτιμήσεις, εντούτοις  σε δυνάμεις  που αναφέρονται στην αριστερά, τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά και αρνητικά.
Ο πόλεμος  στη γειτονιά μας με επίκεντρο τη Μέση Ανατολή και οι απειλές επέκτασης της ανάφλεξης και της ιμπεριαλιστικής πολεμικοστρατιωτικής αντιπαράθεσης, θέτει το αντιπολεμικό κίνημα στην ημερήσια διάταξη και προβάλλει την επείγουσα  ανάγκη  να δυναμώσει διεθνώς και στη χώρα μας ο αντιπολεμικός- αντιιμπεριαλιστικός  αγώνας. Επιδιώκοντας την ευρύτερη δυνατή συσπείρωση λαϊκών δυνάμεων στον αγώνα ενάντια στον ιμπεριαλισμό και τον πόλεμο, απαραίτητη προϋπόθεση για μια πραγματικά  αριστερή αγωνιστική παρέμβαση και συμβολή, είναι η ίδια η κατανόηση της φύσης  και του ρόλου του ιμπεριαλισμού, όχι μόνο από γενική άποψη, ζήτημα εξαιρετικά σημαντικό, αλλά και από την άποψη πριν απ' όλα της θέσης και του ρόλου του ιμπεριαλισμού στη χώρα μας.
Η αντίληψη για τον ιμπεριαλισμό διαποτίζει αναπόφευκτα θέσεις και κατευθύνσεις  σ' όλα τα μέτωπα:  απέναντι στην εξάρτηση και τα μνημόνια, την αντίδραση και το φασισμό, την αντιπολεμική πάλη και το Προσφυγικό, τα ελληνοτουρκικά και το Κυπριακό, με δυο λόγια στην αντιμετώπιση όλων των κρίσιμων εσωτερικών και διεθνών προβλημάτων. Ποια είναι η αντίληψη για τον ιμπεριαλισμό μιας σειράς δυνάμεων που αναφέρονται στην Αριστερά και στο κομμουνιστικό κίνημα;
Ο αντιιμπεριαλιστικός αγώνας είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένος με την πάλη για την ειρήνη, τη δημοκρατία και την εθνική ανεξαρτησία και σε αντιπαράθεση αντίστοιχα προς τον πόλεμο, τον εκφασισμό και την εθνική υποτέλεια. Προϊόντα του ιμπεριαλισμού, των επεμβάσεων και πολέμων είναι το Προσφυγικό και οι αντιδραστικές,  ρατσιστικές και φασιστικές πολιτικές που χαράσσονται  στις Βρυξέλλες και προϊόντα  της υποτέλειας είναι η εκχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας και η υποταγή στους Αμερικανονατοϊκούς σχεδιασμούς όπως τώρα στο Αιγαίο, στη Μέση Ανατολή και σ' όλο τον κόσμο.
Η πραγματικότητα είναι ότι η εξάρτηση της Ελλάδας από τον ιμπεριαλισμό, βάθυνε  απότομα όταν στις συνθήκες της κρίσης  η χώρα τέθηκε κάτω από τον διεθνή οικονομικό έλεγχο, την επιτροπεία και τη μνημονιακή  υποδούλωση. Ποια  είναι η θέση των διάφορων πολιτικών δυνάμεων απέναντι στην εξάρτηση; ο λόγος δεν γίνεται εδώ για τα αστικά πολιτικά κόμματα ούτε για την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, που αποδεχόμενος το πλέγμα της  εξάρτησης στο σύνολό του, οδήγησε αναμενόμενα στην ευθυγράμμιση και υποταγή στον ιμπεριαλισμό.
Αν και η πραγματικότητα βοά, διάφορες πολιτικές δυνάμεις που αναφέρονται στην Αριστερά και στο κομμουνιστικό κίνημα, αλλοιώνουν  κατάφωρα  τη λενινιστική θεωρία για τον ιμπεριαλισμό  και τη σχέση του ιμπεριαλισμού με τις εξαρτημένες απ' αυτόν χώρες, και “διορθώνουν” (δηλ. παραμορφώνουν  και απορρίπτουν) τη λενινιστική θεωρία, προβάλλοντας στη θέση της  δικές τους νεότευκτες θεωρίες που αποτελούν  κράμα τροτσκισμού, ρεφορμισμού και άλλων παρόμοιων αντιλήψεων. Τέτοιες είναι οι θεωρίες περί “ιμπεριαλιστικής πυραμίδας” (του ΚΚΕ) και περί “ολοκληρωτικού καπιταλισμού” (του ΝΑΡ) που έχουν  την αξίωση να τις πάρει κανείς στα σοβαρά. Οι  θεωρίες αυτές  αφήνουν στην ουσία τον ιμπεριαλισμό  στο απυρόβλητο. Εξωραΐζουν το καθεστώς της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης  και αρνούνται και δυσφημούν τον αγώνα κατά της εξάρτησης, υποκαθιστώντας με λαθροχειρίες την έννοια της εξάρτησης  με την “αλληλεξάρτηση”. Αρνούμενοι με εθελοτυφλία τον αγώνα κατά της εξάρτησης, αρνούνται και δυσφημούν συνακόλουθα τον αγώνα για την εθνική ανεξαρτησία (ΚΚΕ, ΑΝΤΑΡΣΥΑ).
Οι δυνάμεις  αυτές προσπαθούν να συγκαλύψουν  το περιεχόμενο της πολιτικής τους πίσω από κούφιες “αντικαπιταλιστικές” λογοκοπίες, οι μεν στο όνομα μιας υπερβατικής  “λαϊκής εξουσίας” του μέλλοντος,  οι δε στο όνομα  ενός αστήρικτου και ανυπόστατου “μεταβατικού προγράμματος” κάτω από τις συνθήκες της σημερινής εξουσίας. Υπάρχουν επίσης δυνάμεις που διαστρεβλώνουν το νόημα του αγώνα για εθνική ανεξαρτησία, προσδίδοντας στον αγώνα αυτό περιεχόμενο βαθμιαίων ρεφορμιστικών αλλαγών  και υποτιθέμενων  επιμέρους “ρήξεων”, στα πλαίσια του υπάρχοντος συστήματος, δίχως ανατροπή της ιμπεριαλιστικής  επικυριαρχίας και των ντόπιων κοινωνικών της στηριγμάτων, της πλουτοκρατικής ολιγαρχίας και των υποτακτικών και φερεφώνων της. Τέτοια είναι η γραμμή της ΛΑΕ, που αναπαράγει πλήρως τη χρεοκοπημένη πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ. Παρόμοια είναι επίσης η γραμμή ορισμένων ομάδων που προήλθαν από πρόσφατες διασπάσεις του ΚΚΕ,  που παραπέμπει στην εξίσου χρεοκοπημένη  πολιτική του πάλαι ποτέ ενιαίου Συνασπισμού των αρχών της δεκαετίας του '90.
Οι θέσεις αυτές, αν αφορούσαν μόνο τη θεωρία, τότε θα ήσαν αντικείμενο μιας ακαδημαϊκής συζήτησης και αντιπαράθεσης. Αποτελούν όμως το υπόβαθρο πολιτικών γραμμών που έχουν πρακτικές επιπτώσεις στο κίνημα, καθώς  κλιμακώνεται επικίνδυνα η ιμπεριαλιστική επιθετικότητα, οξύνεται ο ενδοϊμπεριαλιστικός ανταγωνισμός και βαθαίνει η εξάρτηση στη χώρα μας, όπως και σε μια σειρά χώρες που κατακτώνται και δένονται στο ιμπεριαλιστικό άρμα. Έτσι σε έναν λαό, που για ιστορικούς λόγους έχει επανειλημμένα εκφράσει  αντιαμερικανικά και αντιιμπεριαλιστικά αισθήματα (μαζικά πανελλαδικά συλλαλητήρια για Ιράκ και Γιουγκοσλαβία ) και σήμερα υφίσταται τις οδυνηρές συνέπειες του βαθέματος της εξάρτησης, δρουν παραλυτικά και αποπροσανατολιστικά.
Το Μ-Λ ΚΚΕ με βάση τις θέσεις του  διαπιστώνει ότι οι διεθνείς εξελίξεις, όπως τις αναφέραμε, σχετίζονται και αφορούν όλους τους λαούς της περιοχής, αλλά και άμεσα τη χώρα μας και τον λαό μας, βαθαίνουν το πλέγμα της εξάρτησης και εντείνουν την εκμετάλλευση κύρια της εργατικής τάξης και των άλλων εργαζόμενων, συνιστούν  πολιτικά ζητήματα  αιχμής για την ταξική πάλη και την παρέμβαση των κομμουνιστών και όλων των αντιιμπεριαλιστικών δυνάμεων, κόντρα σε λαθεμένες αντιλήψεις που θα συναντήσουν. Η έλλειψη ή η μικρή ανάπτυξη αντιιμπεριαλιστικών δυνάμεων και κομμουνιστικών κομμάτων στις χώρες που δέχονται την επίθεση είναι δεδομένη και αφήνει χώρο στον σκοταδισμό να εκμεταλλευτεί την ανάγκη εκδήλωσης της αντίστασης των λαών με τα γνωστά μέχρι τώρα φαινόμενα και αποτελέσματα που καταλήγουν σε τραγικά αδιέξοδα.
Είναι ανάγκη με τις πρωτοβουλίες μας και τις παρεμβάσεις μας να θέσουμε το ζήτημα της αντιιμπεριαλιστικής πάλης  στο κίνημα, συνδέοντάς το με το γενικότερο πλαίσιο και τα ειδικά και γενικά αιτήματα και αιχμές των αγώνων. Το Μ-Λ ΚΚΕ  μπορεί και πρέπει να το κάνει αυτό.
Υποστηρίζουμε την αντίσταση που προβάλλουν οι λαοί και οι χώρες που σήμερα δέχονται την ιμπεριαλιστική επίθεση και οδηγούνται στον θάνατο, την εξαθλίωση και την προσφυγιά. Είναι ανάγκη να στείλουμε μήνυμα αδελφοσύνης και αλληλεγγύης στην πάλη  των λαών της περιοχής μας, καλώντας τους σε ένα μέτωπο αντιιμπεριαλιστικής πάλης.