Δραματικές εξελίξεις στην αγροτική οικονομία
Δημοσιεύτηκε στις: 22, Δεκ 2015
Σοβαρές ανακατατάξεις έχουν επισυμβεί
στο χώρο της Γεωργίας στα τελευταία δέκα πέντε χρόνια, οδηγώντας με
γοργά βήματα στη βίαιη καπιταλιστικοποίηση της αγροτικής οικονομίας, με
βέβαιο εξιλαστήριο θύμα τη φτωχομεσαία αγροτιά.
Γιατί, τόσο από τα στοιχεία της
Eurostat, όσο και από αυτά της ΕΛΣΤΑΤ, προκύπτει σαφής εικόνα
συγκέντρωσης της γης σε όλο και περισσότερα μεγάλα αγροτικά νοικοκυριά,
γεωργικές επιχειρήσεις, αγροδιατροφικά συγκροτήματα, κλπ., ενώ οι
φτωχομεσαίες μονάδες συνεχώς συρρικνώνονται. Η πρόσφατη Έκθεση της
Eurostat, αναφέρει ότι μέσα σε μία δεκαετία, εγκατέλειψε την αγροτική
δραστηριότητα το 14% των αγροτικών εκμεταλλεύσεων στη χώρα μας, ενώ
αντίθετα η χρησιμοποιούμενη γεωργική γη αυξήθηκε πάνω από 10 εκατ.
στρέμματα, με τη μέση έκταση γης ανά ελληνική αγροτική εκμετάλλευση να
επεκτείνεται σχετικά, από 48 σε 68 στρέμματα.
Στη χώρα μας, το 2000 υπήρχαν 817.059 αγροτικά νοικοκυριά, από τα οποία 4.276 (τάξης μεγέθους από 500 στρ. και πάνω) κατείχαν συνολικά 3.815.085 στρ. Την ίδια χρονιά, 400.692 φτωχά αγροτικά νοικοκυριά (τάξης μεγέθους από 4 μέχρι 20 στρ.), κατείχαν συνολικά 3.367.886 στρ. Μία δεκαετία μετά, υπήρχαν 716.823 αγροτικά νοικοκυριά, από τα οποία, κατά την ίδια τάξη μεγέθους, 6.975 κατείχαν 6.075.634 στρ. και 367.156 φτωχά νοικοκυριά που κατείχαν 3.095.106 στρ. Το 2013, οι αγροτικές εκμεταλλεύσεις μειώθηκαν στις 709.500, από τις οποίες (στην ίδια πάντα τάξη μεγέθους) 8.200 κατείχαν 7.235.000 στρ. και 314.512 φτωχά νοικοκυριά 2.658.809 στρ. Εντούτοις, το ίδιο διάστημα η γεωργική γη που το 2013 έφθασε τα 48,5 εκατομμύρια στρέμματα γνώρισε εντυπωσιακή αύξηση της τάξης του 22,4% σε σχέση με το 2003, λόγω κυρίως μετατροπής εκτάσεων χαμηλής βλάστησης, δασών κωνοφόρων και εκτάσεων πλατυφύλλων και θαμνοτόπων, σε γεωργική γη.
Κατά συνέπεια, είναι προφανής η τεράστια συγκέντρωση που έχει συντελεστεί μέσα σε μία δεκαπενταετία, εξ αιτίας των δραματικών συνθηκών άσκησης της αγροτικής δραστηριότητας από τις φτωχομεσαίες μονάδες.
Να αναφέρουμε μόνο την αύξηση των τιμών, λόγω ΦΠΑ, των ζωοτροφών, των κτηνιατρικών φαρμάκων, του κόστους των αγροτικών δανείων με τα πανωτόκια, των αγροτικών εργαλείων και μηχανημάτων, της ηλεκτρικής ενέργειας και του πετρελαίου, του κόστους μεταφοράς, των σπόρων κλπ. πολλαπλασιαστικού υλικού, των ζώων ράτσας για την ανανέωση του ζωϊκού πληθυσμού, των εισφορών στον ΟΓΑ και ΕΛΓΑ, των μειώσεων στις αγροτικές επιδοτήσεις της ΚΑΠ λόγω αποσύνδεσης από την παραγωγή, της πτώσης των τιμών των αγροτικών προϊόντων στον παραγωγό, κλπ., κλπ. Όλ’ αυτά σε συνδυασμό με τις αντίξοες καιρικές συνθήκες και την αντιλαϊκή μνημονιακή πολιτική και την υποθηκευμένη γη, οδηγούν τα πιο αδύνατα τμήματα της αγροτιάς στην εγκατάλειψη της αγροτικής δραστηριότητας, στο ξεπούλημα της γης τους σε τράπεζες, σε γεωργικές επιχειρήσεις και εταιρείες, σε αγροδιατροφικές αλυσίδες, σε μεγαλοαγρότες, κ.α., και στην αναζήτηση δουλειάς στις μεγάλες πόλεις.
Σημ.: Όταν αναφερόμαστε σε μεγαλοαγρότες, των 500 ή και 1.000 στρ., σε καμία περίπτωση δεν τους παραλληλίζουμε με τη μεγαλοαστική τάξη της χώρας. Η αγροτική διαστρωμάτωση περιλαμβάνει φτωχούς, μεσαίους και μεγαλοαγρότες, σε σχετική αναλογία ανάλογα με το μέγεθος του αγροτικού νοικοκυριού. Ένας μεγαλοαγρότης λ.χ. των 1.000 στρ., λόγω του χαμηλού επιπέδου της ελληνικής Γεωργίας (έλλειψη υποδομών, γεωργικής έρευνας και τεχνολογίας, παραγωγής μέσων παραγωγής, δικτύων μεταφοράς, ύπαρξη συστήματος μεσαζόντων, μικρού κλήρου, κλπ.), μετά βίας κατατάσσεται στα μεσαία στρώματα της αστικής τάξης. (Σε αντιδιαστολή υπάρχουν οι Αμερικανοί farmers με εκμεταλλεύσεις πάνω από 200.000 στρ. με ντόπια μέσα παραγωγής -πολλαπλασιαστικό υλικό, εργαλεία, μηχανήματα, φάρμακα, συστηματοποιημένη Έρευνα και Τεχνολογία, κλπ.- που κάνουν τη Γεωργία απείρως παραγωγικότερη).
Εδώ, αναφερόμαστε στις τάσεις της καπιταλιστικοποίησης της ελληνικής Γεωργίας, που συγκεντρώνουν τη γη σε όλο και λιγότερα χέρια και μάλιστα ελεγχόμενα από το χρηματιστικό κεφάλαιο (τράπεζες, βιομηχανικό και εμπορικό κεφάλαιο, μεγάλα μονοπώλια του είδους, κλπ.) και τις κερδοσκοπικές του ορέξεις.
★★★
Παράλληλα, «κλειδώνουν» τα αυστηρότατα
κριτήρια για την εγγραφή στο Μητρώο Αγροτών (να είναι κάτοχος αγροτικής
εκμετάλλευσης, να ασχολείται επαγγελματικά με αγροτική δραστηριότητα
στην εκμετάλλευση τουλάχιστον κατά 50% του συνολικού ετήσιου χρόνου
εργασίας του, να λαμβάνει από την απασχόλησή του σε αγροτική
δραστηριότητα το 50% τουλάχιστον του συνολικού ετήσιου εισοδήματός του
και να είναι ασφαλισμένος στον Οργανισμό Γεωργικής Ασφάλισης) και του
προσδιορισμού του σαν «κατ’ επάγγελμα αγρότη» στο πλαίσιο της ΚΑΠ και
των απαιτήσεων ΕΕ και ΔΝΤ για τη φορολόγηση των αγροτών, που ήδη
επεξεργάζεται το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, και το οποίο θα τεθεί
υπόψη των δανειστών-τοκογλύφων μέχρι τα μέσα Γενάρη 2016. Θυμίζουμε πως
το σημερινό όριο του «κατ’ επάγγελμα αγρότη» προβλέπει 30% απασχόληση
στη γεωργία και 35% του ετήσιου εισοδήματος από αγροτική δραστηριότητα.
Επίσης, για τους μη «κατ’ επάγγελμα αγρότες», κόβονται οι οποιεσδήποτε
ενισχύσεις, επιδοτήσεις, βοηθήματα, κλπ. Ήδη, πάνω από 150.000 αγρότες
δεν παίρνουν φέτος, πρώτη χρονιά εφαρμογής της νέας ΚΑΠ, την προκαταβολή
της «ενιαίας ενίσχυσης», ενώ και οι υπόλοιποι θα την πάρουν με περικοπή
κατά 15% και μέχρι 60% το 2019 οπότε και λήγει η νέα ΚΑΠ.
Αυτή ακριβώς η Κοινή Αγροτική Πολιτική, που την καθορίζουν τα ισχυρά καπιταλιστικά κράτη της ΕΕ και την εφαρμόζουν οι κυβερνήσεις των κρατών-μελών, έχει σαν κύριο στόχο τη συγκέντρωση γης και παραγωγής σε λιγότερα χέρια, επομένως και στην ενίσχυση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής στον τομέα αγροτικής οικονομίας, σε βάρος προφανώς των φτωχομεσαίων νοικοκυριών. Είναι απολύτως βεβαιωμένο ότι το 20% των αγροτικών νοικοκυριών εισπράττει το 80% των επιδοτήσεων, ενώ το 80% αρκείται στο 20% των επιδοτήσεων.
Η συγκέντρωση της γης, αυξάνει ασύγκριτα την παραγωγικότητα, τη δυνατότητα αγοράς φτηνότερων και μεγαλύτερων καλλιεργητικών μέσων, την είσπραξη μεγαλύτερων επιδοτήσεων, τη δυνατότητα ευρύτερων συμφωνιών με τα αγροτοβιομηχανικά συμπλέγματα και βιομηχανίες τροφίμων, ώστε να απορροφιέται άμεσα χωρίς μεσάζοντες η παραγωγή, η δυνατότητα τραπεζικών δανείων, η συμβολαιακή διάθεση της παραγωγής σε μεγάλα εμπορικά κέντρα ή αλυσίδες σούπερ μάρκετ κ.λπ., αυξάνοντας τα κέρδη της μεγάλης αγροτικής εκμετάλλευσης σε αντίθεση με των μικρομεσαίων εκμεταλλεύσεων, οι οποίες μαραζώνουν, εκτοπίζονται, καταστρέφονται.
Αυτή ακριβώς η Κοινή Αγροτική Πολιτική, που την καθορίζουν τα ισχυρά καπιταλιστικά κράτη της ΕΕ και την εφαρμόζουν οι κυβερνήσεις των κρατών-μελών, έχει σαν κύριο στόχο τη συγκέντρωση γης και παραγωγής σε λιγότερα χέρια, επομένως και στην ενίσχυση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής στον τομέα αγροτικής οικονομίας, σε βάρος προφανώς των φτωχομεσαίων νοικοκυριών. Είναι απολύτως βεβαιωμένο ότι το 20% των αγροτικών νοικοκυριών εισπράττει το 80% των επιδοτήσεων, ενώ το 80% αρκείται στο 20% των επιδοτήσεων.
Η συγκέντρωση της γης, αυξάνει ασύγκριτα την παραγωγικότητα, τη δυνατότητα αγοράς φτηνότερων και μεγαλύτερων καλλιεργητικών μέσων, την είσπραξη μεγαλύτερων επιδοτήσεων, τη δυνατότητα ευρύτερων συμφωνιών με τα αγροτοβιομηχανικά συμπλέγματα και βιομηχανίες τροφίμων, ώστε να απορροφιέται άμεσα χωρίς μεσάζοντες η παραγωγή, η δυνατότητα τραπεζικών δανείων, η συμβολαιακή διάθεση της παραγωγής σε μεγάλα εμπορικά κέντρα ή αλυσίδες σούπερ μάρκετ κ.λπ., αυξάνοντας τα κέρδη της μεγάλης αγροτικής εκμετάλλευσης σε αντίθεση με των μικρομεσαίων εκμεταλλεύσεων, οι οποίες μαραζώνουν, εκτοπίζονται, καταστρέφονται.
★★★
Η συγκυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, έδωσε
ήδη από τις αρχές Νοέμβρη στην Κομισιόν για έγκριση το νέο επταετές
Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης και τους άξονες –κατ’ επιταγή ΕΕ και ΔΝΤ-
προς τους οποίους θα κατευθύνει το ποσό των 4,7 δις ευρώ των κοινοτικών
πόρων που θα δοθούν σ' αυτό το πρόγραμμα. Είναι ενδεικτική η διατύπωση
του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης: «Η μικρή σε έκταση γεωργική
εκμετάλλευση είναι οικονομικά ασύμφορη, διότι απαγορεύει τις οικονομίες
κλίμακας, τόσο στις καλλιεργητικές πρακτικές, όσο και στις επενδύσεις.
Το μέγεθος των εκμεταλλεύσεων έχει σαφή επίπτωση στην οικονομική
αποτελεσματικότητα και γενικά στις επιδόσεις και τις επιχειρηματικές
ευκαιρίες των εκμεταλλεύσεων. Έμφαση δίνεται και στον τομέα
μεταποίησης». Εξ άλλου, μιλώντας στο διεθνές συνέδριο του Economist στη
Θεσσαλονίκη, ο υπουργός, Β.Αποστόλου, ανήγγειλε ότι: «…μέσα στις
επόμενες μέρες θα κατατεθεί στη Βουλή το Ν/σχ για το συνεργατισμό,
δηλαδή την οργάνωση των ανθρώπων του πρωτογενούς τομέα σε ισχυρές ομάδες
παραγωγών, αλλά και τη δημιουργία διεπαγγελματικών οργανώσεων, σαν
σχήματα καθετοποιημένων επιχειρήσεων που θα διεκδικούν θέση και ρόλο
στην εγχώρια και στη διεθνή αγορά (…) Η Ελλάδα υπήρξε πρωταθλητής στην
κακή διαχείριση των μεγάλων ενισχύσεων. Ήρθε ο καιρός να διαχειριζόμαστε
σωστά τις επιδοτήσεις. Για το λόγο αυτό πρέπει να γίνουν όσα δεν έγιναν
τα τελευταία 20 χρόνια και στην προσπάθεια αυτή, εργαλείο θα είναι το
ΕΣΠΑ 2014-2020 και οι κοινοτικοί πόροι των 4,7 δις ευρώ που θα
επενδυθούν στον αγροτικό τομέα».
Και για να μην υπάρξει καμία αμφιβολία ως προς τις προθέσεις της, προχωρά ακάθεκτη και στην υλοποίηση των όρων του Μνημονίου ΙΙΙ, δηλ. την εκτίναξη του ΦΠΑ στα αγροτικά εφόδια, την πλήρη κατάργηση του «μειωμένου» ειδικού φόρου στο αγροτικό πετρέλαιο με την αύξησή του από 66 στα 200 €/τόνο από την 1η Οκτώβρη 2015 και στα 330 €/τόνο από την 1η Οκτώβρη 2016, την αύξηση του φόρου εισοδήματος από το 13% στο 20% για τα εισοδήματα του 2016 και στο 26% γι' αυτά του 2017, από το πρώτο ευρώ εισοδήματος, τη φορολόγηση για πρώτη φορά και των κοινοτικών επιδοτήσεων, τον ΕΝΦΙΑ στο χωράφι, τις κατασχέσεις και τους πλειστηριασμούς για χρέη στις τράπεζες, τον τριπλασιασμό των ασφαλιστικών εισφορών, κλπ.
Όλ’ αυτά οδηγούν τη φτωχομεσαία αγροτιά είτε στο ξεκλήρισμα, είτε στους δρόμους του αγώνα, για να μην υποχρεωθούν να ξεπουλήσουν τη γη τους στο όνομα μίας ψευδεπίγραφης «αγροτικής ανάπτυξης», μέσα σε μία χώρα παραδομένη στα συμφέροντα των δανειστών-τοκογλύφων και μιας κυβέρνησης άθυρμα στα νύχια των ιμπεριαλιστικών κέντρων.
Και για να μην υπάρξει καμία αμφιβολία ως προς τις προθέσεις της, προχωρά ακάθεκτη και στην υλοποίηση των όρων του Μνημονίου ΙΙΙ, δηλ. την εκτίναξη του ΦΠΑ στα αγροτικά εφόδια, την πλήρη κατάργηση του «μειωμένου» ειδικού φόρου στο αγροτικό πετρέλαιο με την αύξησή του από 66 στα 200 €/τόνο από την 1η Οκτώβρη 2015 και στα 330 €/τόνο από την 1η Οκτώβρη 2016, την αύξηση του φόρου εισοδήματος από το 13% στο 20% για τα εισοδήματα του 2016 και στο 26% γι' αυτά του 2017, από το πρώτο ευρώ εισοδήματος, τη φορολόγηση για πρώτη φορά και των κοινοτικών επιδοτήσεων, τον ΕΝΦΙΑ στο χωράφι, τις κατασχέσεις και τους πλειστηριασμούς για χρέη στις τράπεζες, τον τριπλασιασμό των ασφαλιστικών εισφορών, κλπ.
Όλ’ αυτά οδηγούν τη φτωχομεσαία αγροτιά είτε στο ξεκλήρισμα, είτε στους δρόμους του αγώνα, για να μην υποχρεωθούν να ξεπουλήσουν τη γη τους στο όνομα μίας ψευδεπίγραφης «αγροτικής ανάπτυξης», μέσα σε μία χώρα παραδομένη στα συμφέροντα των δανειστών-τοκογλύφων και μιας κυβέρνησης άθυρμα στα νύχια των ιμπεριαλιστικών κέντρων.